Η έννοια της συναίνεσης σε μία σεξουαλική πράξη είναι θεμελιώδης. Ως βιασμός ορίζεται, με βάση την ισχύουσα διατύπωση του Π.Κ., η συνουσία ή άσκηση άλλης ασελγούς πράξης με την άσκηση φυσικής βίας ή με την απειλή άμεσου και σπουδαίου κινδύνου. Αυτός ο ορισμός αφήνει εκτός βιασμού περιπτώσεις όπου δεν ασκείται σωματική βία και δεν τεκμηριώνεται απειλή, αλλά ταυτόχρονα δεν υπάρχει συναίνεση. Για παράδειγμα, έρευνες έχουν δείξει ότι το 70% των θυμάτων βιασμού «παγώνουν» και δεν αντιστέκονται, μια ψυχολογική αντίδραση φυσιολογική και πολύ συνηθισμένη. Άρα άσκηση φυσικής βίας δεν υπάρχει σε αυτή την περίπτωση, με δεδομένο ότι το θύμα δεν αντιστέκεται, αλλά ταυτόχρονα δεν υπάρχει και συναίνεση. Αντίστοιχα, σε περιπτώσεις π.χ. μέθης, όπου το θύμα δεν έχει επαρκή συνείδηση και εξαναγκάζεται σε σεξουαλική πράξη χωρίς τη συναίνεσή του, δεν μπορεί να τεκμηριωθεί ο βιασμός με βάση τη φυσική βία ή την απειλή. Μία χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση είναι αυτή της φοιτήτριας από την Ξάνθη, για την οποία οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν παρ’ όλο που δεν είχαν τη συναίνεση του θύματος.