Το σύστημα, την επόμενη μέρα της νέας οικονομικής κρίσης, εκ κορονοϊού προερχόμενης, θα έχει νικητές και ηττημένους. Ουαί κι αλίμονό του αν νικητές δεν είναι οι έχοντες και οι κατέχοντες. Αλίμονό του, αν δεν βάλει σε λειτουργία τον αγαπημένο του κοινωνικό αυτοματισμό, τη λατρεμένη του ενδοταξική διαμάχη. Προκομμένος δάσκαλος/α που έστειλε ηλεκτρονικά ραβασάκια, ή και χειρόγραφα που τα άφησε στο φούρνο της γειτονιάς, λες και από εκεί ο κορονοϊός απουσίαζε, ανεπρόκοπος/η ο άλλος/η που ή ο υπολογιστής του κράσαρε ή δεν δεχόταν να αφήνει μαθητές στην απ’ έξω. Στην τελική, έρχεται και η αξιολόγηση, σ’ ένα σχολείο που πώς θα είναι την επόμενη μέρα, δεν ξέρουμε. Είμαστε όμως βέβαιοι ότι στο παζάρι θα μπουν θεσμικά και εργασιακά δικαιώματα. Ο σώζων εαυτό σωθήτω, έστω και εξ αποστάσεως και αυτή η περιβόητη ατομική ευθύνη μάλλον ήρθε για να μείνει φέρνοντας σε αμηχανία μέχρι και συνδικαλιστικά σωματεία. Οι εργατικοί αγώνες της επόμενης μέρας θα είναι άραγε εξ αποστάσεως ή με συλλογικές διαδικασίες και ταξική αλληλεγγύη στους δρόμους; Ή μήπως με το να “τη βολέψω”;
Σε κάθε περίπτωση, το εργαλείο των νέων τεχνολογιών ή θα δίνει ίσες ευκαιρίες στους πάντες ανά την επικράτεια στη δημόσια και δωρεάν παιδεία ή μπάζει από παντού, κρίνεται ανεπαρκές και απορρίπτεται. Πόσα, αλήθεια, από τα κονδύλια που θα δοθούν λόγω κρίσης αναλογούν στην παιδεία; Μήπως το περιβόητο 15% το έχουμε πια ξεχάσει; Και την ψυχολογική στήριξη της εκπαιδευτικής κοινότητας – μαθητές, δάσκαλοι, γονείς- ευγενική χορηγία τίνος θα είναι; Κάποιου ιδρύματος ενδεχομένως; Φιλολογικές, ξανά μανά, οι ερωτήσεις.
Έτσι κι αλλιώς, οι κονδυλοφόροι του νεοφιλελευθερισμού, ονόματα δεν λέμε, δεν τους διαφημίζουμε, έπιασαν δουλειά. “Οι ταπεινοί γύρω μας έριξαν λόγια βδελυρά και μας εμίσησαν, αλίμονο αν δεν μας μισούσαν, αυτό θα σήμαινε πως συγγενεύουμε με την ταπεινή και πρόστυχη ψυχή τους” λέει ο Μίλτος Κουντουράς. Προσυπογράφω και εξαιρετικά τους το αφιερώνω.