Μαρία Καραμεσίνη: Οικονομία της φροντίδας, κρίση αναπαραγωγής και κλιματική κρίση
Η σημερινή κρίση του κορονοϊού έχει ενισχύσει την πειστικότητα της φεμινιστικής ατζέντας που καλεί για μαζικές δημόσιες επενδύσεις στους τομείς της υγείας, της παιδείας και της κοινωνικής φροντίδας. Αυτή η επιλογή θα προωθούσε την επιστροφή σε μία βιώσιμη και πλούσια σε θέσεις εργασίας ανάκαμψη και θα μπορούσε δυνητικά να οδηγήσει σε μια αλλαγή παραδείγματος, στην «οικονομία της φροντίδας» εντός μια κοινωνίας που έχει ως αρχή «την έγνοια για τον άλλο». Η «οικονομία της φροντίδας» ορίζεται ως μία οικονομία όπου (α) η πρόσβαση σε υψηλής ποιότητας φροντίδα σε όλες τις ηλικίες αποτελεί καθολικό κοινωνικό δικαίωμα και όχι μια ιδιωτική ή οικογενειακή υπόθεση (β) η αξία της παρεχόμενης φροντίδας και της εργασίας φροντίδας αναγνωρίζεται από την κοινωνία, (γ) οι εργαζόμενοι στον τομέα της φροντίδας απολαμβάνουν αξιοπρεπείς και δίκαιους όρους και συνθήκες εργασίας και ίσης μεταχείρισης, και (δ) η απλήρωτη οικιακή εργασία φροντίδας ισοκατανέµεται μεταξύ ανδρών και γυναικών.
Οι πολύμηνες διαπραγματεύσεις εντός και μεταξύ των ευρωπαϊκών θεσμών για το Ταμείο Ανάκαμψης, που θα χρηματοδοτήσει τα κράτη μέλη της Ε.Ε. με επιπρόσθετους πόρους από εκείνους του νέου κοινοτικού προϋπολογισμού 2021-27 για να υλοποιήσουν την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των οικονομιών τους αναζωπύρωσαν τις φεμινιστικές διεκδικήσεις για μια «Ευρωπαϊκή Συμφωνία για τη Φροντίδα» και για την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στα εθνικά σχέδια Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και στις χρηματοδοτούμενες δράσεις του Ταμείου. Σύντομα θα φανεί αν και πόσο η φεμινιστική ατζέντα για την «οικονομία της φροντίδας» έχει καταφέρει να επηρεάσει τις αναπτυξιακές προτεραιότητες των κυβερνήσεων, τα προγράμματα της αντιπολίτευσης στα κράτη μέλη της Ε.Ε. και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.