Κώστας Καναβούρης

25
08

Μια τέτοια βραδιά

Είναι γύρω στις τρεις το βράδυ. Περασμένη πανσέληνος. Ακόμα μιά περασμένη πανσέληνος. Κάτω στον γιαλό του Καρά Ορμάν ή Περιγιάλι όπως το λένε τώρα βλακωδώς, λες και θα αλλάξει γεύση η αρμύρα της εφηβείας σου και θα γίνουν πιο ελληνικά εκείνα τα κορίτσια, κάτω στο Καρά Ορμάν, λοιπόν, η θάλασσα έχει ρίξει για τα καλά τις πρυμάτσες της στην αμμουδιά. Σχεδόν βλέπω την αγκυρά της ξαπλωμένη απαλά στον βυθό σαν κοιμισμένη γοργόνα που ονειρεύεται και οι φυσαλίδες από το όνειρό της ανεβαίνουν μέχρι την επιφάνεια του νερού κι όλο ανεβαίνουν και χάνονται στο ολόγιομο σκοτάδι. Αυτή η νύχτα λέω, δεν θα φύγει ποτέ. Θα κοιμηθεί χίλια χρόνια μέχρι να γεννηθεί ο αγαθός του παραμυθιού που θα φυτέψει πάνω στο ακύμαντο νερό το θαλλασινό τριφύλι. Τότε μονάχα αυτή η θάλασσα που βλέπω στις τρείς το βράδυ από το μπαλκόνι του πατρικού μου σπιτιού, θα ξυπνήσει και χωρίς να το καταλάβει κανένας θα σαλπάρει για κάποιο «αλλού» που κανένα στόμα δεν το 'βρε και δεν το 'πε ακόμα. Και θα φύγει γιατί θα έχει ερωτευτεί ένα μεγάλο κύμα που το ονειρεύτηκε χίλια χρόνια και μονάχα αυτή ξέρει πού μένει μαζί με όλα του τα δελφίνια, μαζί με όλα του τα κοχύλια, μαζί με όλες του τις μικρές γοργόνες που έχουν για παιχνίδι τους τα δάκρυα των παιδιών: παίρνουν τα δάκρυα, ιδίως τα αναίτια, τους βάζουν μια ουρά από πολύχρωμα κοράλια και τα κάνουν χαρταετούς που ανεβαίνουν ψηλά μέχρι την πανσέληνο αφήνοντας πίσω τους μια εξαίσια μουσική από γαλήνια σιωπή και κοράλια. Τα παιδιά την ακούνε μέσα στον ύπνο τους, καθώς κοιμούνται μέσα στον ύπνο της θάλασσας και τότε χαμογελούν χωρίς να το ξέρουν. Το ξέρουν όμως οι μικρές γοργόνες γιατί αυτό είναι το παιχνίδι τους: να κάνουν τα παιδιά να χαμογελούν χωρίς να το ξέρουν και να στάζει αστέρια ο χαρταετός των δακρύων τους μια τέτοια νύχτα όπου νομίζεις ότι τίποτα δέν γίνεται κι ότι αυτό που ακούγεται είναι μονάχα η νοσταλγία. Δεν είναι έτσι. Αλλιώς η θάλασσα δεν θα ήταν τόσο ήσυχη και η ώρα τόσο περασμένη και τόσο παλιά σαν το παληό εκκρεμές στο μέσα μέρος του πατρικού και του μητρικού χρόνου που νομίζεις ότι πέρασε για πάντα, επειδή απλώς χάλασε και δεν χτυπάει πια τις ώρες και ο πατέρας δεν ανεβαίνει στην καρέκλα κάθε βράδυ στις δέκα για να το κουρντίσει και η μητέρα που τώρα πια κοιμάται κι αυτή μέσα στον ύπνο της, εκεί στον τόπο του μεγάλου κύματος, δεν σου διηγείται την αχνή ιστορία μιας πατρίδας χτισμένης από σύννεφα και πιασμένης από τον σπάγγο όλων των χαρταετών που κόπηκαν, μιας πατρίδας που μετρούσε τα χίλια χρόνια της κοιμισμένης θάλασας με το χαλασμένο εκρεμμές του σπιτιού σου κι όλοι νόμιζαν ότι τα χίλια χρόνια δεν θα περνούσαν ποτέ. Φαίνεται ότι δεν ήταν αλήθεια. Το μεγάλο εκκρεμές ποτέ δεν σταμάτησε να πηγαίνει πέρα δώθε έτσι που μια τέτοια νύχτα να βλέπεις την θάλασσα κάτω στον γιαλό του Καρά Ορμάν και να μην ξέρεις αν την βλέπεις ή αν την ονειρεύεσαι. Μια στον κόσμο τον εδώ, μια στον κόσμο του μεγάλου κύματος. Πού είναι; Πού είσαι; Κι αν πέρασαν χίλια χρόνια μέσα σε μια στιγμή; Άκου! Το μεγάλο εκρεμμές δουλεύει ξανά, σημαίνοντας ώρες καινούργιες. Εδώ ή εκεί; Κανένα στόμα δεν το ’βρε και δεν το ’πε ακόμα. Θα χρειαστούν λοιπόν πολλά χρόνια ακόμα ώσπου να φύγει μια νύχτα σαν κι αυτή από τους δείκτες του σταματημένου ρολογιού. Καληνύχτα. Θα χρειαστούν πολλά χρόνια ώσπου οι μικρές γοργόνες να παρηγορήσουν όλα τα δακρυσμένα παιδιά.
27
06

Η νίκη, η ήττα κι εμείς

Έβλεπα την φωτογραφία με το Ολυμπιακό Στάδιο του Βερολίνου, φωταγωγημένο με τα χρώματα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας. Είναι το ίδιο στάδιο όπου έγιναν οι Ολυμπιακοί Αγώνες των Ναζί το 1936. Και τότε όπως και τώρα η ισχύς (έλεγε ότι) απομάκρυνε τον αθλητισμό από την πολιτική. Η παγκόσμιος ισχύς. Την ίδια στιγμή που ένας άνθρωπος περνούσε την πύλη του Άουσβιτς. Ανάμεσα τους και οι ομοφυλόφιλοι με το ροζ τρίγωνο. Ούρλιαζαν τα πλήθη τότε. Όμως σήμερα το στάδιο ντύθηκε με τα χρώματα που τυφλώνουν φονιάδες. Ποιος νικάει;  Ποιος νίκησε τότε; Ποιος θα νικήσει αύριο; Ο άνθρωπος που κατέβηκε από το τραίνο στην αποβάθρα του Άουσβιτς, νίκησε ή ηττήθηκε; Η ιστορία είναι άθλημα; Δηλαδή νικάει όποιος την τρέξει πιο γρήγορα; Γι΄ αυτό σου λέω: δεν φτάνεις πρώτος ποτέ στην Ιστορία Δεν είναι άθλημα η Ιστορία. Η ιστορία είμαστε εσύ κι εγώ. Εμείς που πριν από λίγες μέρες καθόμασταν  γαλήνιοι στον μαρτυρικό χώρο του ΕΑΤ – ΕΣΑ με τις μικρές κραυγές των δέντρων να αποκρούουν την γύρω βαρβαρότητα των ήχων, για να ακούσουν τα όσα διαμείβονται στο έξοχο βιβλίο του Κωστή Παπαϊωάννου, «Άγρια ιστορία για μεγάλα παιδιά. Από τον φασισμό στον μεταφασισμό. Η δημοκρατία απέναντι στη νέα ακροδεξιά» (Εκδ. Πόλις). Και για να ακουστούν ξανά τα όσα διαμείβονται μεταξύ κραυγής και χρόνου. Μεταξύ μαρτυρίου και ιστορίας. Μεταξύ ημών και υμών όλων και καθ΄ όλου. Ήταν μια νίκη αυτό το πράο απόγευμα. Μια ίδια νίκη με το φωταγωγημένο στάδιο του Βερολίνου. Μια νίκη όπου το μαρτύριο ηττήθηκε, όπου η κραυγή του πόνου μπερδεύτηκε με τις φωνές των πουλιών και των φυλλωμάτων, όπου καταδείχτηκε πως παρ’ όλους τους νεκρούς, ο χρόνος υπάρχει. Και νικάει.
04
06

Κώστας Καναβούρης: Η βαριά βιομηχανία

Ετοιμάζονται εν χορδαίς και οργάνοις να αρχίσουν το ξεπούλημα της Ακρόπολης, μην τυχόν και πάει τσάμπα τόσο σκ..., συγνώμη, τόσο τσιμέντο πάνω στα αρχαία μάρμαρα. Λατέρνα η Ακρόπολη, μπιτσόμπαρο ο ναός του Ποσειδώνα στο Σούνιο, μπάτε σκύλοι αλέστε το αρχαίο στάδιο της Νεμέας, όλα εξελίσσονται σύμφωνα με το επιτελικό σχέδιο αυτού του επιτελικού (παρα)κράτους. Βαράτε, βιολιτζήδες, ασίκικο σκοπό κι ας αρχίσουν οι χοροί, με εφέ τους καπνούς και τα ιπτάμενα αποκαΐδια από τα Γεράνεια Όρη. Έρχονται εξορύξεις βωξίτη, έρχονται ανεμογεννήτριες (κάηκαν που κάηκαν), έρχεται και ο οίκος Dior για φωτογράφηση! Οποία τιμή για μια συνοδό πολυτελείας όπως κατάντησαν την Ακρόπολη. Θα γίνει γνωστή στα πέρατα του κόσμου. Μάθανε ότι φωτογραφιζόμαστε, πλακώσανε και οι τουρίστες. Τελικά, να δεις, το χέσιμο θα αποδειχτεί η βαριά βιομηχανία της οικονομίας μας. Οπότε αχρείαστα και τα αρχαία του σταθμού Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη. Να ξεριζωθούν από τα σπλάχνα της πόλης. Το είπε το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, το είπε το Συμβούλιο της Επικρατείας, το είπε και αυτό το κωλοπετσωμένο πτηνό, ο παπαγάλος (αιωνόβιο πτηνό, τρέφεται από τον κρατικό κορβανά), δεν αντέδρασε ο ρέκτης εφοπλιστής, οπότε όλα καλά. Προχωράμε στην καταστροφή. Business as usual. Αυτό είναι το σκηνικό πάνω στο οποίο παίχτηκε η παραστασούλα της Ακρόπολης και γι’ αυτό είναι μια ελεεινή πολιτική αλητεία. Την ίδια στιγμή που στους πρόποδες της Ακρόπολης οι μπουλουκτσήδες του Χρυσοχοΐδη πήγαν να στήσουν μια παράνομη και άθλια παράσταση εις βάρος του αληθινού θεάτρου. Του θεάτρου ζωής που λέει «ΕΜΠΡΟΣ» και απαντάει στις προκλήσεις και ανασαίνει τη μουσική των ανθρώπων. Δεν τα κατάφεραν. Γιατί παρ’ όλη την καταστολή και τη σαπίλα των περιττωμάτων, η πόλη είναι ανοιχτή. Και μας αντέχει όλους. Και μας χωράει όλους. Όπως η δημοκρατία.
27
04

Κώστας Καναβούρης: Ω, μην κοιμάστε

Άκουγα τον κύριο Καπραβέλο να διηγείται με ταραχή τον θάνατο ενός μόνο ανθρώπου που μόλις είχε συμβεί και που κάθε φορά είναι όλοι οι θάνατοι και κυρίως εκείνων που θα μπορούσαν να έχουν σωθεί. Το άκουγα και πάλι σκεφτόμουν τα λόγια του Γιώργου Σεφέρη: «Είναι πολλών ανθρώπων τα λόγια μας»... Δεν ήταν η διήγηση ενός περιστατικού. Ήταν η βοή του πένθους και του θρήνου, ήταν η ορμητική λύπη που σκέπασε ένα ολόκληρο χωριό για τον θάνατο μιας γυναίκας 44 χρόνων, με έντονη κοινωνική παρουσία και προσφορά. Άκουγα τον λόγο του, τον πυκνοκατοικημένο από τους άλλους, από τα πάθη και τα πένθη κι από τον απόηχο μιας χαράς που πέρασε σαν να μην ήρθε και ήταν ακριβώς παρηγοριά και ακριβώς κουράγιο και ακριβώς επίγνωση από τον Πίνδαρο μέχρι τον (Σύρο) Ιωάννη τον Δαμασκηνό: «Σκιάς όναρ άνθρωπος» λέει ο πρώτος στον 8ο Πυθιόνικο, «ως άνθος μαραίνεται, ως όναρ παρέρχεται» λέει ο δεύτερος, αιώνες μετά, στα Ιδιόμελα της νεκρώσιμης ακολουθίας. Γι’ αυτή τη σκιά του ονείρου, γι’ αυτό το τρέμισμα μέσα στο χάος, γι’ αυτό το άνθος που μαραίνεται μέσα στον ασύλληπτο χρόνο, αξίζουν οι μάχες και αξίζουν όλα τα λόγια. Λείπουν οι δειλοί, λείπουν οι ριψάσπιδες, λείπουν οι τιποτένιοι της απάνθρωπης μοναχικότητας. Αλλά και πότε δεν έλειπαν;
23
04

Να τους θυμόμαστε

Να μην ξεχνάμε. Όχι μονάχα στην επέτειο. Ποτέ! Όχι μονάχα γιατί το οφείλουμε σ’ αυτούς. Αλλά και γιατί το οφείλουμε σε μας. Να μην ξεχνάμε αυτούς που «φέρναν τη ζωή στα δυο στεγνά τους χέρια σαν ποτάμι» κι έτσι προχώρησε η ζωή ίσαμε τώρα. Όμως ακόμα έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας. Γι’ αυτό, κυρίως, να μην τους ξεχνάμε. Για να θυμόμαστε τον δρόμο που έχουμε μπροστά μας και που είναι ο μόνος δρόμος που μπορούμε να περπατήσουμε. Αλλιώς... άστα να πάνε. Να μην τους ξεχνάμε λοιπόν, εκείνους που σε κάθε τους βήμα «κέρδιζαν μια οργιά ουρανό για να τον δώσουν», ξεκολλώντας σε κάθε τους βήμα το πόδι από τη λάσπη του καιρού με απίστευτο κόπο. Σωματικό, ψυχικό και νοητικό. Αυτή η μνήμη, λέω, είναι το αλτάρι για να πάρεις κουράγιο και να προσπαθήσεις για μια ζωή που αξίζει να τη ζήσεις. Ακούω κιόλας τα μουρμουρητά απαξίωσης για κάτι τέτοια «ηρωικά», βλέπω τα μειδιάματα κάτω από την αψίδα του σηκωμένου φρυδιού, κάτω από την οποία παρελαύνουν (και συχνότατα επελαύνουν) όλες οι τακτοποιημένες ψυχές, μέσα στην φρούδα ασφάλεια των ακόμα πιο τακτοποιημένων μυαλών. «Όλα αυτά περάσανε» θα σου πουν. Και δεν θα ξέρουν ακριβώς ποιό είναι «εκείνο» που πέρασε. Επειδή ακριβώς δεν πέρασε ποτέ από το μυαλό τους το όνειρο. Δηλαδή, η λαχτάρα για το εφικτό αδύνατο. Επειδή όλοι αυτοί δεν έχουν όνειρα, έχουν μονάχα στόχους. Και πατούν επί πτωμάτων για να τους πετύχουν. Η πορεία τους ακροβατεί πάνω σε διαγράμματα και καμπύλες. Μπλέκεται και ξεμπλέκεται στο μαγνάδι ακατανόητων αριθμών, γραμμένων με αίμα. Ακατανόητων, βέβαια, όχι γιατί δεν μπορούμε να τους καταλάβουμε ως ανήκοντες στο άβατο κάποιας ύπερθεν σοφίας που μόνο οι «εκλεκτοί» και οι «άριστοι» (κάποιας, επίσης, ακατανόητης «αριστείας») μπορούν να καταλάβουν, αλλά γιατί είναι αριθμοί που δεν λογαριάζουν την ανθρώπινη περιπέτεια και το ανθρώπινο γεγονός. Άρα όλοι οι λογαριασμοί τους, όλα τα περίπλοκα μαθηματικά της απανθρωπίας είναι λάθος. Γιατί εδράζονται στο καταγωγικό σφάλμα της απανθρωπίας. Σ’ αυτή την αγριότατη ανοησία που τόσα κορμιά ρίχνει στο Σκάμαντρο «για ένα πουκάμισο αδειανό». Χωρίς τον Άλλο, όλοι οι αριθμοί είναι καμωμένοι από στάχτη. Την στάχτη των καμένων σωμάτων. Με άλλα λόγια, αριθμοί στους πέντε ανέμους. Αυτό το ήξεραν βαθιά όλοι εκείνοι που μας κληροδότησαν την ωραιότητα και την ευθύνη να λεγόμαστε άνθρωποι. Όλοι οι χειρώνακτες της ελπίδας που στάθηκαν, «ο καθείς με τα όπλα του», ο Ένας δίπλα στον Άλλο και κράτησαν τον κόσμο όρθιο. Αφανείς και ανώνυμοι που έγραψαν και(αυτό κανένας να μην το ξεχνάει) εξακολουθούν να γράφουν την μεγαλειώδη εποποιία της ανθρωπότητας. Αφανείς και ανώνυμοι, σταγόνες δακρύων στο χάος με τη λόγχη των φρουρών στο πλευρό τους. Σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη και τα βάθη της Ιστορίας. Με απέραντη αγάπη, με απέραντη συμπόνια, με απέραντη αγωνία, με απέραντη έκπληξη, με αστείρευτη ικανότητα (και εφευρετικότητα) παρηγορίας και μαζί, μέσα από τις πράξεις τους, με ένα τεράστιο πλούτο γνώσεως που είναι δύναμη και απαντοχή. Αρκεί να μην τους ξεχνάμε.
23
03

Το κορμί που μεγάλωσε με ξεπέρασε

Άλλοι σκότωσαν, κρύφτηκαν, έκρυψαν και πέρασε μια αιωνιότητα… παρά δύο μέρες για να συντριβούν και να προσευχηθούν. Κι άλλοι έδωσαν: καρδιά, πνεύμονες, νεφρά, ήπαρ, δέρμα, μάτια, προσφέρθηκαν από την οικογένεια του Ιάσονα. Δεν προσφέρθηκαν αριθμητικά σε κάποιους ανθρώπους. Προσφέρθηκαν στην ανθρωπότητα. Αυτό είναι το νόημα της προσφοράς. Αυτό είναι το κρίσιμο σημείο που χωρίζει τους ανθρώπους από τα θηρία.
05
12

Νεκροπομποί της δημοκρατίας

Με 572 εκατομμύρια δημοσίων δαπανών για την Υγεία λιγότερα στον προϋπολογισμό του 2021, βγήκε ένας αποθηριωμένος Άδωνις Γεωργιάδης να πανηγυρίσει, ότι έχουμε λιγότερους νεκρούς από το Βέλγιο. Κι ένας θανατοπόλος Γιώργος Γεραπετρίτης να εξηγεί πως αν είχαμε 5.000 κλίνες ΜΕΘ, θα είχαμε περισσότερους θανάτους από τον κορωνοϊό. Συμπληρώνοντας έτσι αυτό το ακατάγραπτο πρόσωπο εσωτερικού χώρου από αρυτίδωτο γυαλί, σε ρόλο κυβερνητικού εκπροσώπου, που εξηγούσε (25.9.2020) πως «αν είχαμε ακούσει τον ΣΥΡΙΖΑ για τις ΜΕΘ, θα είχαμε πετάξει δεκάδες εκατομμύρια». Και τα λένε ποιοι; Αυτοί που πετούν εκατοντάδες νεκρούς στους ομαδικούς τάφους της ιδεοληπτικής αδιαφορίας για τους πολλούς.
03
11

Το ουρλιαχτό

Χούντα ήταν όταν έμαθα κι εγώ κι ο αδελφός μου το ρήμα «ξεσπιτώνομαι». Όταν αναγκαστήκαμε -ύστερα από λογής κυνηγητά χρόνων και χρόνων- να πουλήσουμε το σπίτι που είχε αγοράσει ο παππούς, το σπίτι που μεγάλωσε η μητέρα μου. Το φορτηγό έτοιμο, εμείς στην καρότσα, η μητέρα μάς είπε να περιμένουμε λίγο κι επέστρεψε στο άδειο σπίτι. Εκεί -χρόνια πολλά αργότερα μας το είπε- γύρισε στα άδεια δωμάτια. Άδεια; «Το παρελθόν» λέει ο Φόκνερ «δεν είναι νεκρό. Δεν είναι καν παρελθόν». Εκεί ήταν όλοι και όλα. Γονάτισε, μας είπε, και ούρλιαξε. Ούρλιαξε όπως δεν είχε ουρλιάξει ποτέ. Ούτε όταν την βασάνιζαν. Εκείνη τη μεγάλη στιγμή η μητέρα ήταν μόνο ουρλιαχτό. Ύστερα φύγαμε. Ο υπέροχος πατέρας μου, στην ίδια μήτρα βαπτισμένος, δεν μίλησε. Ούτε κι εμείς μιλήσαμε. «Δέσαμε την καρδιά μας και μεγαλώσαμε». Όμως, μέχρι σήμερα που ο κόσμος γύρισε χίλιες φορές, εκείνη τη μετακόμιση κι εγώ κι ο αδερφός μου τη θεωρούμε προσφυγιά. Κάτι τέτοιο είναι η «απώλεια πρώτης κατοικίας»: Προσφυγιά.
30
10

Χέρι με χέρι η μοιρασιά

Η μάχη εναντίον της Χρυσής Αυγής είναι μια μάχη κερδισμένη στον πόλεμο εναντίον του φασισμού. Αν θέλουμε όμως να είμαστε ειλικρινείς, είναι μια πολιτική μάχη κερδισμένη στον πόλεμο εναντίον του πολιτικού φασισμού. Και μόνον. Ο υπόλοιπος πολιτικός πόλεμος εξακολουθεί να υπάρχει και ο υπόλοιπος γενικός πόλεμος εναντίον όλων των φασισμών, μικρών ή μεγάλων, φανερών η κρυφών, διερευνημένων ή αδιερεύνητων, καθημερινών ή μακροχρόνιων, μικρονοϊκών ή σοφισμένων, εξακολουθεί να μαίνεται. Και είναι πόλεμος ανελέητος επειδή πρόκειται για πόλεμο εναντίον ενός εχθρού που μπορεί να είναι ο χειρότερος και πιο θανατηφόρος απ’ όλους τους εχθρούς: ο ίδιος μας ο εαυτός. Φυσικά, δεν εννοώ πως όλοι μας είμαστε κατά βάθος και στον πυρήνα μας φασίστες. Εννοώ όμως πως όλοι μας, όντας τέκνα μιας συγκεκριμένης παιδείας (καθολικά), απότοκης μιας συγκεκριμένης οντολογικής ιδεοληψίας, που άρχει επί αιώνες διαμορφώνοντας συνειδήσεις και προπαντός νοοτροπίες, αφήνουμε χωρίς να το καταλάβουμε πολλές πόρτες ανοιχτές για να εισχωρήσει ο φασισμός στον τροπισμό ολόκληρης της ζωής μας.
18
10

Φασίστας: ο εχθρός του ανθρώπου

Σκορπίζουν γύρω τους την αποφορά του δικού τους φόβου. Του κατακλυσμιαίου τους φόβου. Οι ναζί φονιάδες και λοιποί οργανωμένοι συμπαραστάτες κάθε λογής φόβου των άλλων. Οι ναζί της «Χρυσή Αυγής» μετά την καταδίκη τους. Μέσα στο δικαστήριο όπου αποκαλύφθηκε το ποιόν και το πύον τους. Οπότε ανακύπτει το ερώτημα: είναι φασίστες επειδή είναι δειλοί ή είναι δειλοί επειδή είναι φασίστες;