Κώστας Καλλωνιάτης

31
05

Κώστας Καλλωνιάτης: Είναι οι ανισότητες η αιτία της κρίσης;

Οι πολιτικές που αποσκοπούν στη μείωση της ανισότητας του εισοδήματος μέσω της φορολογίας και της ρύθμισης ή ακόμη και με την αύξηση των μισθών των εργαζομένων δεν θα έχουν σημαντικό αποτέλεσμα όσο υπάρχει τόσο υψηλό επίπεδο ανισότητας του πλούτου. Και αυτή η ανισότητα του πλούτου πηγάζει από τη συγκέντρωση των μέσων παραγωγής και χρηματοδότησης στα χέρια ελαχίστων. Όσο αυτή η δομή ιδιοκτησίας παραμένει ανέγγιχτη, οι φόροι επί του πλούτου και οι πολιτικές αναδιανομής εισοδήματος επίσης δεν θα επαρκούν. Οι ανισότητες ασφαλώς χρειάζεται να μειωθούν, όπως έγινε μερικώς και επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Αν όμως δεν θέλουμε να επανέλθουν δριμύτερες όπως σήμερα, χρειαζόμαστε πολιτικές όχι απλής αναδιανομής αλλά μεταλλαγής των σχέσεων παραγωγής. Η κατοχή του πλούτου είναι τα εννέα δέκατα αυτού που αποτελεί την οικονομική και πολιτική εξουσία. Η τεράστια πλειοψηφία πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι πρέπει να κατέχει κοινωνικά αυτά που παράγει συλλογικά, έτσι ώστε να μπορεί να σχεδιάζει δημοκρατικά τον τρόπο διανομής αγαθών και υπηρεσιών βάσει των αναγκών, ενόσω θα ζει σε αρμονία με το περιβάλλον. Αυτό θα σήμαινε το τέλος της εμπορευματοποίησης του πλούτου που παράγουμε και αυτού που βρίσκεται στη φύση, όπως και το τέλος της εμπορευματοποίησης των κοινωνικών σχέσεων.
16
04

Κώστας Καλλωνιάτης: Δέκα θέσεις για τη «μητέρα όλων των μαχών»

1. Όπως ακριβώς το Σ.Π. προτείνει αύξηση των δημοσίων δαπανών για την Υγεία από 5% του ΑΕΠ, που είναι σήμερα (2018), σε 7,1%, που είναι ο μέσος όρος στην Ευρωζώνη, έτσι προτείνουμε, αντίστοιχα, αύξηση των δημοσίων δαπανών για την Παιδεία από 3,9% του ΑΕΠ, που είναι σήμερα, σε 4,5%, που είναι ο μέσος όρος στην Ευρωζώνη. 2. Παρομοίως προτείνεται η αύξηση των δημοσίων δαπανών για την κοινωνική προστασία από 19% σε 19,6% του ΑΕΠ, όσο δηλαδή και στην Ευρωζώνη. 3. Οι παραπάνω ενισχύσεις του κοινωνικού κράτους θα συνοδεύονται από ανάλογες προσαρμογές προς τα κάτω (σαν ποσοστό του ΑΕΠ) των δαπανών άμυνας (από 2% σε 1,2%), δημόσιας τάξης & ασφάλειας (από 2,1% σε 1,7%) και γενικών δημοσίων υπηρεσιών (από 8,3% σε 6,1%) ώστε να στοιχηθούν και αυτές με τους αντίστοιχους μέσους όρους στην Ευρωζώνη. Ειδικά για την άμυνα, η προσαρμογή στα ευρωπαϊκά επίπεδα πρέπει να συνοδεύεται με ταυτόχρονη απαίτηση διασφάλισης των συνόρων μας από την Ε.Ε. ως ευρωπαϊκών συνόρων. Από τον συμψηφισμό των μεταβολών στα σημεία 1,2,3 προκύπτει ένα έλλειμμα 0,9 ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ, το οποίο θα πρέπει να καλυφθεί από αύξηση της φορολογίας των εχόντων. 4. Άμεση αποκατάσταση των συλλογικών συμβάσεων, από την εθνική συλλογική σύμβαση μέχρι τις κλαδικές συλλογικές συμβάσεις. Άμεση επαναφορά της μετενέργειας και της υποχρεωτικής επεκτασιµότητας των συλλογικών και κλαδικών συμβάσεων. Ακύρωση του αντεργατικού νόμου της Ν.Δ. και βελτίωση ρυθμίσεων του 1264/82 υπέρ των εργαζομένων. 5. Κατάργηση της ενοικίασης εργαζομένων και έλεγχος της μαύρης και αδήλωτης εργασίας. Υπολογίζεται ότι η μαύρη εργασία προσεγγίζει το 25% έως και 35%. Ο έλεγχός της μπορεί να αποφέρει μεγάλα έσοδα στα ασφαλιστικά ταμεία, ώστε η κάλυψη των ελλειμμάτων τους να μην δικαιολογεί μείωση συντάξεων ή και αύξηση των ορίων ηλικίας. 6. Δημιουργία 300.000 νέων θέσεων εργασίας μέσω κρατικών προγραμμάτων εγγυημένης απασχόλησης, χρηματοδοτούμενων από νέους και υφιστάμενους με ανακατανομή κοινοτικούς πόρους. Κίνηση αναγκαία όχι μόνο για την τόνωση της ζήτησης και της οικονομικής ανάπτυξης αλλά και για τη συγκράτηση εργασιακά ζωντανών στη χώρα των άνεργων νέων: οι 150.000 νέες θέσεις εργασίας θα απορροφήσουν όλους τους νεολαίους άνεργους ηλικίας 20-30 ετών (18,5% της συνολικής ανεργίας), ενώ οι άλλες 150.000 θα αφορούν τους πιο φτωχούς και μακροχρόνια ανέργους, ιδιαίτερα ηλικίας άνω των 55 ετών που δύσκολα βρίσκουν εργασία. Το μεγαλύτερο μέρος τους θα απασχοληθεί σε δραστηριότητες πράσινου ενεργειακού μετασχηματισμού και εξοικονόμησης, όπως και περιβαλλοντικής προστασίας στο Δημόσιο, την Τ.Α. και στον τομέα της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας, ώστε να εντάσσεται στα προγράμματα των 19 δισ. επιχορηγήσεων του ευρωπαϊκού ταμείου ανάκαμψης για την Ελλάδα. 7. Επίσης, σε μια περίοδο που για την καταπολέμηση της ανεργίας στην Ευρώπη συζητείται η μείωση / μοίρασμα του εργάσιμου χρόνου στις 32 ώρες εβδομαδιαίως, εμείς μπορούμε και πρέπει να προχωρήσουμε στην μείωση των ωρών εργασίας χωρίς μείωση μισθών: (α) σε 35 ώρες στις μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις που απασχολούν το 38% των μισθωτών και (β) σε 38 ώρες αντίστοιχα στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις (με απασχόληση μικρότερη των 10 εργαζομένων) που συγκεντρώνουν το 62% της μισθωτής εργασίας. Πρόκειται για μείωση που μπορεί να γίνει σταδιακά μέσα στην τετραετία ώστε να απορροφήσουν οι επιχειρήσεις πιο ομαλά το κόστος, με τη βοήθεια και της αύξησης της παραγωγικότητας, και η οποία μείωση είναι ικανή να αυξήσει τη μισθωτή εργασία κατά 8,5%, δηλαδή να προσθέσει άλλες 210.000 θέσεις εργασίας περίπου. Με τον τρόπο αυτό (μέτρα 6 και 7) ο αριθμός των ανέργων είναι δυνατόν να μειωθεί περισσότερο από 50% και να δοθεί νέα ώθηση στην ανάπτυξη της οικονομίας. 8. Άμεση αύξηση του βασικού μισθού στα 751 ευρώ από το πρώτο έτος (όχι εντός διετίας όπως προτείνει το Σχέδιο Προγράμματος) και στα 783 ευρώ το δεύτερο, ώστε να φτάσει τα επίπεδα αξιοπρεπούς μισθού επιβίωσης, επίπεδο το οποίο η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά για την Ελλάδα. 9. Αντίστοιχη αύξηση και του επιδόματος ανεργίας (π.χ. 15% από το πρώτο έτος) και επέκταση της διάρκειάς του στα δύο έτη. 10. Τέλος, το Νέο Κοινωνικό Εισόδημα (ΝΚΕ), στο οποίο αναφέρεται το Σ.Π., δεν προσδιορίζει ποιοι και πόσοι το δικαιούνται ή το ύψος της απολαβής. Λέει μόνο ότι θα αφορά τόσο τους μη έχοντες όσο και τα μεσαία στρώματα (δηλ. την κοινωνική πλειοψηφία) και θα καλύπτει τις ανάγκες σε βασικά κοινά αγαθά (στέγη, ρεύμα, νερό, Ίντερνετ). Φιλοδοξεί να καλύψει μάλλον 3.200.000 άτομα που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, αλλά με ένα επίδομα στο όριο της σχετικής φτώχειας (430 ευρώ περίπου) που είναι πολύ χαμηλότερο από αυτό που μπορεί να εξασφαλίσει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης (βλ. παραπάνω για βασικό μισθό). Προτείνεται η αύξησή του κατά 50%, στα 650 ευρώ περίπου, και η μείωση των δικαιούχων αντίστοιχα.
08
04

Κώστας Καλλωνιάτης: Καζίνο ή πώς να καταστρέψετε μια τοπική οικονομία

Τα περί ανάπτυξης της τοπικής οικονομίας και δημιουργίας θέσεων απασχόλησης είναι προσχηματικά και αμφισβητούμενα διεθνώς από εμπειρικές μελέτες. Τα οικονομικά οφέλη είναι μικρά και βραχυχρόνια (μεσοπρόθεσμα είναι ανύπαρκτα), ενώ ο αρνητικός κοινωνικός και οικονομικός αντίκτυπος είναι μεγάλος. Η αμερικανική εμπειρία είναι ιδιαίτερα διδακτική. Ο αντίκτυπος των καζίνο στις γειτονικές αξίες ακινήτων είναι «αναμφίβολα αρνητικός», σύμφωνα με τους οικονομολόγους της National Association of Realtors. Τα καζίνο δεν ενθαρρύνουν τις επιχειρήσεις που δεν παίζουν τυχερά παιχνίδια να ανοίγουν κοντά, επειδή οι άνθρωποι που επισκέπτονται συχνότερα τα καζίνο δεν περιπλανιούνται για να επισκεφθούν άλλα καταστήματα και επιχειρήσεις. Το καζίνο δεν είναι σαν κινηματογράφος ή αθλητικό γήπεδο, που προσφέρει διασκέδαση με περιορισμένο χρόνο. Έχει σχεδιαστεί για να είναι ένα απορροφητικό περιβάλλον που δεν απελευθερώνει τους πελάτες του έως ότου εξαντλήσουν τα χρήματά τους. Το Ινστιτούτο Αμερικανικών Αξιών έχει συγκεντρώσει τα καλύτερα στοιχεία για τις κοινωνικές συνέπειες των καζίνο και αυτά είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά για κάθε υπεύθυνη δημοτική αρχή. Οι άνθρωποι που ζουν κοντά σε ένα καζίνο έχουν διπλάσιες πιθανότητες να γίνουν εθισμένοι και προβληματικοί παίκτες από τους ανθρώπους που ζουν πάνω από 10 μίλια μακριά. Σε ορισμένες πολιτείες, μάλιστα, τα στοιχεία δείχνουν τριπλασιασμό ή και τετραπλασιασμό του αριθμού των προβληματικών παικτών. Η διαθεσιμότητα του τζόγου σχετίζεται με αυξημένο πρόβλημα και παθολογικές συμπεριφορές τζόγου μεταξύ ατόμων στη γειτονιά του καζίνο. Τέλος, η εγγύτητα του τζόγου του καζίνο φαίνεται να σχετίζεται με υψηλότερα ποσοστά πτώχευσης και εγκληματικότητας.
19
03

Κώστας Καλλωνιάτης: Η οικονομία χωρίς ροζ ματογυάλια

Το να λέγεται πως «η ελληνική οικονομία, αν και κλυδωνίστηκε ισχυρά, άντεξε» υποδηλώνει (α) πως υπάρχει κάποιο όριο πέραν του οποίου η οικονομία δεν αντέχει, το οποίο όμως επιμελώς δεν δηλώνεται, (β) πως αφήσαμε την κρίση πίσω μας και επιστρέφουμε βαθμηδόν στην κανονικότητα, όταν η αβεβαιότητα για την παγκόσμια οικονομία είναι στα ύψη ασχέτως της όποιας ανάκαμψης σημειωθεί το 2021, (γ) πως αυτό που ενδιαφέρει είναι η οικονομία να αντέχει κι ας βουλιάζει στην αναδουλειά, τη φτώχεια και τα χρέη η κοινωνία. Το επιχείρημα ότι η ύφεση το 2020 ήταν μικρότερη της επίσημης πρόβλεψης κι ότι πιστοποιεί την ορθότητα της ακολουθούμενης πολιτικής είναι τουλάχιστον αστείο. Με την ίδια λογική, αν είχε προβλεφθεί δύο φορές χειρότερη ύφεση, τώρα θα έπρεπε το οικονομικό επιτελείο να πανηγυρίζει χοροπηδώντας… πάνω στα χαλάσματα της πραγματικής ύφεσης. Η ιστορία με τον Χότζα είναι αρκετά διδακτική σχετικά... Η εκτίμηση για αναπτυξιακή πρωτιά της Ελλάδας στην Ε.Ε. το 4ο τρίμηνο (σε σχέση με το 3ο) είναι απλά εσφαλμένη: με αύξηση ΑΕΠ κατά 2,7% η Ελλάδα ισοβάθμησε με την Κροατία στην 3η θέση, πίσω από τη Μάλτα (3,8%) και τη Ρουμανία (5,3%).
27
12

Εναλλακτικό σχέδιο στην έκθεση Πισσαρίδη

Το ΙΝΕ επικρίνει την έκθεση Πισσαρίδη για τον βασικό στόχο που θέτει, την αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, μια πρόταση την οποία χαρακτηρίζει κοινότοπη, μη υλοποιήσιμη εξαιτίας των μέσων που επιστρατεύει (οι φορολογικές ελαφρύνσεις δεν απέδωσαν με βάση τη διεθνή εμπειρία) και πιθανότατα επιζήμια στην ανάπτυξη, καθότι η πρόταξη της αύξησης των κερδών οδηγεί στην περαιτέρω αύξηση των ανισοτήτων. Κατά το ΙΝΕ, η έκθεση Πισσαρίδη αγνοεί τη δομική αδυναμία της ελληνικής οικονομίας και συσχετίζει εσφαλμένα το έλλειμμα παραγωγικών επενδύσεων με θεσμικές ελλείψεις και αποτυχίες της αγοράς, όπως η κακή λειτουργία του δικαστικού συστήματος, η κρατική γραφειοκρατία, η έλλειψη κινήτρων, το υψηλό μη μισθολογικό κόστος και η ανεπαρκής εκπαίδευση-κατάρτιση. Δεν αντιλαμβάνεται έτσι πως για τη μετάβαση σε ένα βιώσιμο υπόδειγμα ανάπτυξης χρειάζεται: 1. Να συμμετέχει και η κοινωνία. Αυτό σημαίνει το υπόδειγμα να είναι και δίκαιο ώστε να εξασφαλίζονται συνθήκες αξιοπρεπούς διαβίωσης. Προϋπόθεση, δε, γι’ αυτό είναι μια πολιτική δέσμευση για αύξηση της εργασίας και των μισθών παράλληλα με την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους και των δημόσιων επενδύσεων. 2. Επειδή υπάρχει διαχρονικά μεγάλο έλλειμμα επιχειρηματικότητας και επενδύσεων, με την οικονομία μετά την 10ετή ύφεση να έχει περιπέσει σε παγίδα ρευστότητας, η επανεκκίνηση και ανάκαμψή της οφείλει να προέλθει από την ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών. 3. Η πολιτική ενίσχυσης του διαθέσιμου εισοδήματος πρέπει να εντάσσεται σε μια ολιστική αναπτυξιακή στρατηγική για τον διαρθρωτικό μετασχηματισμό του παραγωγικού συστήματος, ο οποίος να περιλαμβάνει την ποιοτική αναβάθμιση του τριτογενούς τομέα με δραστηριότητες έντασης γνώσης, τον τεχνολογικό μετασχηματισμό με άξονα τους κλάδους της μεταποίησης που χαρακτηρίζονται από μεσαία προς υψηλή τεχνολογία και, τέλος, τον σχεδιασμό μιας βιομηχανικής πολιτικής που θα στηρίζεται στη δημιουργία του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου για μόνιμη συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα σε θέματα επενδύσεων (ειδικά πράσινων) και για καλύτερη ισορροπία μεταξύ αυτάρκειας και εξωστρέφειας. 4. Το ΙΝΕ τονίζει πως θεμελιακή αρχή βιωσιμότητας μιας χρεωμένης οικονομίας όπως η ελληνική είναι η διατηρήσιμη ροή εισοδήματος για τη στήριξη της ζήτησης και την ικανοποίηση των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας. Ομως αυτό συνεπάγεται πως η δημοσιονομική πολιτική οφείλει να υπηρετεί την εργασία αντί για τα επιχειρηματικά κέρδη. Στις δε τρέχουσες αντίξοες συνθήκες της πανδημίας αυτό σημαίνει πως είναι επιτακτική η ανάγκη μιας συμφωνίας με την Ε.Ε. για τη μείωση του στόχου πρωτογενών πλεονασμάτων. 5. Τέλος, στο καθαυτό μέτωπο της εργασίας, το ΙΝΕ προτείνει: (α) τον επαναπροσδιορισμό του τρόπου αξιολόγησης της κατάστασης της αγοράς εργασίας, όπου εκτός της ανεργίας να λαμβάνεται υπόψη η μεταβολή του όγκου, της κλαδικής διάρθρωσης και της ποιότητας της απασχόλησης, (β) τον επαναπροσδιορισμό του τρόπου άσκησης της δημοσιονομικής πολιτικής με στόχο την αύξηση της εργασίας, ειδικά των χαμηλότερα αμειβόμενων εργαζόμενων και των αποκλεισμένων από την αγορά εργασίας μέσω προγραμμάτων εγγυημένης εργασίας και (γ) τον επαναπροσδιορισμό και αύξηση του κατώτατου μισθού με βάση το όριο της σχετικής φτώχειας (60% του διάμεσου μισθού).
16
10

Διαγραφή ιδιωτικού χρέους και επανεκκίνηση της οικονομίας

Από την πλευρά της ζήτησης, η έκταση της υπερχρέωσης της ιδιωτικής οικονομίας δεν δείχνει εκ πρώτης όψεως ζοφερή. Το χρέος των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων σαν ποσοστό στο ΑΕΠ κινείται μάλλον σε συγκριτικά χαμηλά επίπεδα, αφού η Ελλάδα διαθέτει το 5ο χαμηλότερο επίπεδο χρέους επί 17 ευρωπαϊκών χωρών. Όμως, είναι η ένταση του ιδιωτικού χρέους ή αλλιώς ο βαθμός επιβάρυνσης της οικονομίας από τα «κόκκινα» ή Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια (ΜΕΔ) που φέρνει τη χώρα στη 2η χειρότερη θέση –μετά την Κύπρο– πανευρωπαϊκά, πριν ακόμη την πανδημία. Ο συντελεστής αυτός της επιβάρυνσης από τα «κόκκινα δάνεια» προκύπτει από το συνδυασμό του βάρους του ιδιωτικού χρέους στο ΑΕΠ και του ποσοστού των «κόκκινων δανείων» στο σύνολο των δανείων του ιδιωτικού τομέα. Ο τεράστιος όγκος του επικρεμάμενου απλήρωτου χρέους είναι μια βασική αιτία για την παρατεταμένη περίοδο στάσιμης και συνεχώς βραδύτερης οικονομικής ανάπτυξης, με πτώση του βιοτικού επιπέδου για εκατοντάδες χιλιάδες υπερχρεωμένα νοικοκυριά. Γιατί το υψηλότερο χρέος περιορίζει τις δαπάνες, γεγονός που περιορίζει την ανάπτυξη. Η περιορισμένη ανάπτυξη καταστέλλει τους μισθούς. Οι χαμηλότεροι μισθοί περιορίζουν περαιτέρω τις δαπάνες κ.ο.κ., με αποτέλεσμα η οικονομία να οδηγείται στην παγίδα του χρέους. Τον Ιανουάριο 2020 το σύνολο των ιδιωτικών χρεών προς τις τράπεζες ανέρχονταν σε 163 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 60 δισ. αφορούσαν μη εξυπηρετούμενα δάνεια ή το 36,7% του συνόλου (Τράπεζα Ελλάδος). Λόγω της συνακόλουθης της πανδημίας κάμψης του ΑΕΠ, το ποσοστό αυτό πρέπει να έχει αυξηθεί πάλι στο 40% τουλάχιστον. Αυτό σημαίνει πως εάν η Ελλάδα ήθελε να πλησιάσει τα επίπεδα της τρίτης κατά σειρά χώρας (Πορτογαλία) σε βαθμό επιβάρυνσης της οικονομίας από ΜΕΔ (14,3), τότε θα έπρεπε να περιορίσει το ποσοστό των δικών της ΜΕΔ στο 13,3% ή στα 22 δισ. περίπου. Με άλλα λόγια, ο στόχος μείωσης του ιδιωτικού χρέους προς τις τράπεζες μόνον, θα έπρεπε να πλησιάζει τα 38 δισ. ευρώ.
23
09

Η κρίση και το πρόγραμμα σωτηρίας

Η δέσμη των 11 συγκεκριμένων και άμεσων μέτρων που εξήγγειλε στη ΔΕΘ ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για τη διάσωση της εργασίας και της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας με την μείωση του ιδιωτικού χρέους και την παράλληλη ενίσχυση της χρηματοδότησης και του κοινωνικού κράτους, προτάσσει μία νέα κοινωνική συμφωνία ως στρατηγική αντιμετώπισης της κρίσης. Μιας κρίσης η οποία, όπως σωστά επισημάνθηκε από τον Αλέξη Τσίπρα εκτός από υγειονομική και οικονομική, είναι και κρίση κοινωνική, εθνική, δημοκρατική και ηθική ή άλλη (περιβαλλοντική, γεωπολιτική). Μία τόσο πολλαπλή και σύνθετη κρίση, όμως, έχει αναπότρεπτα δομικό και υπερεθνικό χαρακτήρα, ενώ διαπερνά το σύνολο του καπιταλιστικού συστήματος (συστημική κρίση). Αυτό σημαίνει πως δεν αντιμετωπίζεται δραστικά από μία ενθαρρυντική πολιτική τόνωσης της ζήτησης με βραχυχρόνια κεϋνσιανά μέτρα, όπως επίσης δεν προκαλείται αλλά επιδεινώνεται μόνον από μία κακή οικονομική πολιτική περιορισμού της ενεργού ζήτησης.  Το πρόγραμμα των 11 μέτρων «έκτακτης ανάγκης», συνεπώς, που παρουσίασε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί παρά ως το πρώτο βήμα για την υπέρβαση της κρίσης και όχι η «λύση» καθεαυτή στην κρίση. Γιατί η κρίση δεν αποτελεί ένα έκτακτο και παροδικό γεγονός μετά το οποίο θα επιστρέψουμε στην κανονικότητα, αλλά μία μακρόχρονη διαδικασία που σηματοδοτεί τη δική της νέα κανονικότητα. Όχι τυχαία, ο επικεφαλής της Deutsche Bank δήλωσε πρόσφατα πως «ο δρόμος για την ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας- και η επιστροφή στα προ-κορωνοϊοού επίπεδα- θα είναι μακρύς». Ακόμη σημαντικότερο, ο τέως πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι τόνισε πως «η ανοικοδόμηση της Ευρώπης μετά την πανδημία του νέου κοροναϊού θα μοιάζει με αυτήν που έγινε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο». Όμως, τέτοιας έκτασης καταστροφή δεν έχουμε δει ακόμη… Το γεγονός ότι η παγκόσμια οικονομία βιώνει την μεγαλύτερη οικονομική ύφεση στην ιστορία της ενόσω οι διεθνείς χρηματιστηριακές αγορές βρίσκονται σε κατάσταση ευφορίας (δείχνοντας το που πάει το χρήμα από τις μαζικές νομισματικές και δημοσιονομικές ενισχύσεις), υποδηλώνει την ύπαρξη μιας τεράστιας χρηματοπιστωτικής φούσκας η οποία αναπόφευκτα κάποια στιγμή θα σκάσει προσδίδοντας νέα διάσταση και δυναμική στην τρέχουσα κρίση. 
07
08

Σε λάθος δρόμο η αλλαγή αριστερού παραδείγματος

Από το σημείο παραδοχής της αδυναμίας των αριστερών μεταρρυθμίσεων και της καταστροφής τους από τη Δεξιά μέχρι να οδηγούμαστε στο συμπέρασμα πως «καμιά πολιτική, κυβερνητική απόφαση ή επιτυχία δεν είναι τερματικός σταθμός» και πως «όσο πλησιάζουμε στον ορίζοντα (του σοσιαλισμού;) αυτός απομακρύνεται» υπάρχει μεγάλη απόσταση. Απόσταση που δεν καλύπτεται από μια ποιητική, αλλά καθόλου βάσιμη αισιοδοξία του είδους «κάθε επιτυχία οδηγεί στο επόμενο βήμα, στην επόμενη μείωση των ανισοτήτων ή εμβάθυνση της δημοκρατίας… Δεν θα φτάσουμε ποτέ στο τέρμα, δεν θα αναφωνήσουμε κάποια στιγμή ‘πετύχαμε, έχουμε σοσιαλισμό’. Αντίθετα, θα είμαστε συνεχώς στον δρόμο, το ταξίδι θα είναι ο προορισμός». Πρόταση που μάλλον θυμίζει τη σοσιαλδημοκρατική οδύσσεια στον δρόμο για την Ιθάκη εξωραϊσμού τού καπιταλισμού που βλέπουμε σήμερα πού οδηγεί…
12
07

Σε συνεχή διολίσθηση η ελληνική οικονομία

Aκόμη κι αν η οικονομία ανακάμψει ισχυρά με 8%, οι απώλειες της φετινής ύφεσης δεν καλύπτονται. Ο δε υπουργός [Σταϊκούρας] σφάλλει όταν προσδοκά επιστροφή της ανεργίας το 2021 σε επίπεδα χαμηλότερα και από τα περυσινά. Οπως αποκαλύπτει το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, η μέχρι προσφάτως μείωσή της (14,4% τον Μάρτιο) «θα ήταν θετική εάν συνοδευόταν με αύξηση της απασχόλησης. Αυτό όμως που συμβαίνει είναι η αύξηση των οικονομικά μη ενεργών ατόμων», ο αριθμός των οποίοι ανεβαίνει κατά 275.000 το α΄ τρίμηνο 2020. «Επομένως, η κατάσταση στην αγορά εργασίας είχε αρχίσει να επιδεινώνεται από το τελευταίο τρίμηνο του 2019, ενώ η εκδήλωση της υγειονομικής κρίσης φαίνεται να οδηγεί σε περαιτέρω επιδείνωση, εντείνοντας την επισφάλεια και αβεβαιότητα των εργαζομένων» (6ο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων, Ιούλιος 2020). Βάσει του δυσμενούς σεναρίου του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, ο αριθμός των απασχολουμένων το 2020 αναμένεται να μειωθεί κατά 192 χιλιάδες άτομα, εφόσον το ΑΕΠ μειωθεί κατά 10%. Σύμφωνα, δε, με την ΕΡΓΑΝΗ, στο α΄ εξάμηνο 2020 οι μισθωτοί εργαζόμενοι είναι 253.000 λιγότεροι από την ίδια περίοδο πέρσι. Με τον τουρισμό φέτος 70% μειωμένο, τις ενισχύσεις του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης να καθυστερούν και την πολιτική της κυβέρνησης να περικόπτει 20% τους μισθούς, η ελληνική οικονομία δείχνει εξαιρετικά αδύναμη να διαφύγει τον ολισθηρό δρόμο της κάμψης στον οποίο εκ νέου βρέθηκε.
18
06

Γιατί δεν πρέπει να ιδιωτικοποιηθεί η ΕΥΔΑΠ

Αν δεν μπορείς να υπερβείς ευθέως ένα εμπόδιο, παράκαμψέ το. Αυτό συμβαίνει με την κυβέρνηση σήμερα, όπου διά της πλαγίας, μέσω ΣΔΙΤ, επιχειρείται η δύσκολη -καθότι αντίθετη με το σύνολο της κοινωνίας- ιδιωτικοποίηση της ΕΥΔΑΠ. Συγκεκριμένα, το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών μεθόδευσε αιφνιδίως χωρίς ανοιχτή διαδικασία διαγωνισμούς εκχώρησης με ΣΔΙΤ του 80% των αποθεμάτων νερού της χώρας. Στόχος είναι να εκχωρηθεί δηλαδή το Εξωτερικό Υδροδοτικό Σύστημα (ΕΥΣ) της ΕΥΔΑΠ (Μόρνος, Εύηνος, Υλίκη, δίκτυο) σε Αιτωλοακαρνανία, Φωκίδα, Βοιωτία και Αττική, την ώρα που τα διανεμόμενα κέρδη της εταιρείας σε μετόχους αυξήθηκαν στο 70% και της ζητούνται για πρώτη φορά σε ρευστό 266 εκατ. ευρώ από την ΕΥΔΑΠ Παγίων. Είναι η εκτεταμένη αυτή διανομή των κερδών σε συνδυασμό με την απαίτηση σημαντικού ύψους ρευστών που δημιουργούν ασφυκτικές συνθήκες για την εταιρεία και οδηγούν τον εκπρόσωπο των εργαζομένων στο Δ.Σ. της ΕΥΔΑΠ Γιώργο Αλεξανδράκη στο συμπέρασμα πως υπάρχει μεθόδευση για την εκχώρηση του ΕΥΣ, αλλά και την έμμεση ιδιωτικοποίηση της ΕΥΔΑΠ, θυμίζοντας πως υπάρχουν πολλές εγχώριες και μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες που διεκδικούν τους υδάτινους πόρους της ΕΥΔΑΠ εδώ και χρόνια. Όχι τυχαία βέβαια, αφού το πόσιμο νερό αρχίζει και σπανίζει εξαιτίας της παγκόσμιας πληθυσμιακής αύξησης, της μόλυνσης του περιβάλλοντος και της κλιματικής αλλαγής, με συνέπεια να θεωρείται το «πετρέλαιο του 21ου αιώνα». Δεδομένου του ιστορικού των εταιρειών που έχουν αρχίσει να ιδιωτικοποιούν τα συστήματα του νερού και δεδομένου ότι η ιδιωτικοποίηση δημόσιων αγαθών από εταιρείες που οδηγούνται από το κέρδος έχει προκαλέσει συχνά οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική καταστροφή, δεν υπάρχει λόγος να πιστέψουμε ότι οι ιδιωτικές εταιρείες θα επιδείξουν πιο υπεύθυνη διαχείριση και πρακτικές εάν αποκτήσουν τον έλεγχο συστημάτων πόσιμου νερού. Από τη διεθνή εμπειρία προκύπτουν δέκα βασικοί λόγοι -μεταξύ πολλών- για τους οποίους η ιδιωτικοποίηση της παροχής νερού αποτυγχάνει ως επιζήμια διεθνώς (www.waterjustice.org), κάτι που φυσικά ισχύει και για την Ελλάδα.