Αν αξίζει, λοιπόν, να τα βάλει κάποιος με την κυβέρνηση και να μην την αφήσει σε χλωρό κλαρί, ακόμα και τούτη την ώρα που καίγονται τα πάντα, είναι γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο: διότι, χάρη σε ένα συνδυασμό δουλικής σιωπής των περισσότερων ηλεκτρονικών και έντυπων μέσων και ζωτικής ανάγκης της κυβέρνησης να μην αναζητήσει κατά οποιοδήποτε τρόπο τις αιτίες- ευθύνες της τεράστιας καταστροφής, τείνει πια να επιβληθεί σαν επίσημο στρατηγικό δόγμα η μοιρολατρία. Το συμπέρασμα που μας καλούν να βγάλουμε, είναι ότι όλα έγιναν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο (δεν κουράστηκαν να μας λένε όλες αυτές τις μέρες πως έγινε ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό), το συμπέρασμα είναι πως οι πυρκαγιές δεν αντιμετωπίζονται, ούτε προληπτικά ούτε κατασταλτικά. Ο,τι είναι να καεί, θα καεί («το δάσος θα ξαναγίνει»…) Η φωτιά θα σταματήσει είτε στη θάλασσα, είτε όταν δεν θα έχει τίποτα άλλο να κάψει. Ας σώσουμε, λοιπόν, οτιδήποτε αξίζει να σωθεί. Κι αυτό δεν είναι μόνο οικολογικά απαράδεκτο, είναι και κοινωνικά και οικονομικά καταστροφικό σαν αντίληψη.
Είναι η πρώτη φορά στα χρονικά τέτοιου μεγέθους καταστροφών, που δεν σημειώνεται η παραμικρή απόπειρα αναζήτησης των αιτίων του φαινομένου, των επιλογών που το γιγάντωσαν, των κενών πολιτικής στην αντιμετώπισή του, που μπορεί να το επαναλάβουν ακόμα τρομερότερο και καταστροφικότερο μπροστά στα μάτια μας.
Οι ειδικοί των φυσικών καταστροφών και της διαχείρισης των σχετικών κρίσεων, που συχνά τους ακούγαμε να έχουν πακέτα λύσεων ή «λύσεων», σιωπούν.
Οσοι έχουν υποχρέωση να εκτιμήσουν τι έχουν αποδώσει οι αλλαγές που επιχειρήθηκαν στον τρόπο οργάνωσης των σχετικών υπηρεσιών και στην υλοποίηση των σχεδιασμών επί του πεδίου, αρκούνται να υποστηρίζουν ότι είμασταν καλά προετοιμασμένοι (Χρυσοχοϊδης) και να αλληλοσυγχαίρονται.
Οσοι διαπιστώνουν διά γυμνού οφθαλμού την ανεπάρκεια των πυροσβεστικών μέσων και του σχετικού ανθρώπινου δυναμικού, απορούν που δεν γίνεται ο παραμικρός σχετικός υπαινιγμός γι’ αυτή. Η εργώδης προσπάθεια να πνιγεί στη γένεσή της κάθε δυνατότητα κριτικής της κυβέρνησης, τείνει να πνίξει την αυταπόδεικτη ανάγκη να μιλήσουμε για το εξόφθαλμο πρόβλημα – και έτσι να μην αποπειραθούμε ποτέ τη λύση του.
Αν συγκρίνουμε τη σημερινή κατάσταση με τη γενική κινητοποίηση που είχε πραγματοποιηθεί το 2007, στις καταστροφικές πυρκαγιές της Ηλείας, και τις μελέτες που εκπονήθηκαν τότε, με τη συμβολή και του ΕΜΠ (και δεν αξιοποιήθηκαν ουσιαστικά), μπορούμε να διαπιστώσουμε την κραυγαλέα διαφορά.