Εφημερίδα των Συντακτών

06
11

Το μεγάλο comeback του Κώστα Ταχτσή

Ο Ταχτσής ήταν 61 χρόνων, στο απόγειο της καταλυτικής του παρουσίας ως δημόσιας περσόνας, όταν τον Αύγουστο του 1988 βρέθηκε νεκρός στη μονοκατοικία του στον Κολωνό, γυμνός στο κρεβάτι του, με τα χαρτιά του πεταμένα εδώ κι εκεί και το σπίτι του ανάστατο. Και ενώ έχουν περάσει 33 χρόνια, η δολοφονία του, πιθανώς με στραγγαλισμό, δεν έχει εξιχνιαστεί. Η αστυνομία δεν υπήρξε πολύ δραστήρια στην αναζήτηση της αλήθειας και η Πολιτεία δεν τον τίμησε ούτε μετά τον βίαιο θάνατό του (όπως τίμησαν οι Ιταλοί τον Παζολίνι) ούτε και νωρίτερα. Κανένα κρατικό βραβείο δεν του απονεμήθηκε για το μυθιστόρημά του «Το τρίτο στεφάνι», που υπήρξε αρχετυπικό και επηρέασε πλήθος νεότερους συγγραφείς –ήταν άλλες εποχές– ούτε όμως του δόθηκε κάποια διάκριση για το σύνολο του έργου του στις καλές εποχές... Ωστόσο ό,τι έγραψε στις δεκαετίες ’50, ’60, ’70, πάντα κεντώντας τη ζωή του με την τέχνη, είχε ειδικό βάρος. Αντίστοιχα ενδεχομένως και η ανολοκλήρωτη αυτοβιογραφία του, που την επεξεργαζόταν το ’80. Γι’ αυτό και διαβάστηκε πολύ ο Ταχτσής, πάρα πολύ, και στον αγγλοσαξονικό κόσμο και στη Γαλλία, και «πέρασε» στην τηλεόραση και στο θέατρο. Τον αγάπησαν πολλές και διαφορετικές «φυλές» αναγνωστών. Αλλά πάντα υπήρχαν αγκάθια. Πάντα τον κυνηγούσαν αρνητικά κλισέ. Πάντα οι επιλογές της ζωής του ήταν δυσκολοχώνευτες. Κι εκείνος φυσικά το απολάμβανε. Μπορούσε να συγχρωτίζεται με μέλη της αστικής ελίτ με την ίδια άνεση που κυκλοφορούσε σε λούμπεν κύκλους και έβγαινε τις νύχτες «για ερωτικό κυνήγι». Ηταν μαχητικός στη δημόσια ζωή αλλά και επιθετικός, πολύ ευφυής αλλά και νάρκισσος, είχε την παλικαριά να μιλά χωρίς περιστροφές για την ομοφυλοφιλία αδιαφορώντας για το αν ήταν το κοινό του ώριμο να τον ακούσει. Ενοχλούσε ο Ταχτσής, επειδή γινόταν με χίλιους τρόπους ο καθρέφτης της μεταπολεμικής ελληνικής κοινωνίας. Μήπως λοιπόν ήρθε η ώρα για το νεότερο κοινό αλλά και για το παλαιότερο να τον γνωρίσουν σε βάθος; Συμπληρώθηκαν μόλις 50 χρόνια από το εκδοτικό γεγονός που έκρινε την πορεία του μυθιστορήματος, το «Το τρίτο στεφάνι», και οι εκδόσεις Ψυχογιός, σε συνεννόηση με την αδελφή του συγγραφέα Ελπίδα Αρτέμη και την ανιψιά του, Ελλη, προχώρησαν στη σχολιασμένη έκδοση όλων των γραπτών που δημοσίευσε όσο ζούσε.
03
11

Το μεγάλο comeback του Κώστα Ταχτσή

«Η Ελλάδα θα ξεροσταλιάζει στα πεζοδρόμια του ευρωπαϊκού μέλλοντός της, μα το “Τρίτο στεφάνι” θα έχει αποτυπώσει διά παντός την πεμπτουσία των μικροαστικών οραμάτων της». Το σημείωσε η Μάρω Δούκα για τον Κώστα Ταχτσή, ήδη στις αρχές του 1999, στην εκδήλωση για τα δέκα χρόνια από τον θάνατο του συγγραφέα, που πραγματοποιήθηκε με σημαντικές ομιλίες στο Γαλλικό Ινστιτούτο. Ο Ταχτσής ήταν 61 χρόνων, στο απόγειο της καταλυτικής του παρουσίας ως δημόσιας περσόνας, όταν τον Αύγουστο του 1988 βρέθηκε νεκρός στη μονοκατοικία του στον Κολωνό, γυμνός στο κρεβάτι του, με τα χαρτιά του πεταμένα εδώ κι εκεί και το σπίτι του ανάστατο. Και ενώ έχουν περάσει 33 χρόνια, η δολοφονία του, πιθανώς με στραγγαλισμό, δεν έχει εξιχνιαστεί. Η αστυνομία δεν υπήρξε πολύ δραστήρια στην αναζήτηση της αλήθειας και η Πολιτεία δεν τον τίμησε ούτε μετά τον βίαιο θάνατό του (όπως τίμησαν οι Ιταλοί τον Παζολίνι) ούτε και νωρίτερα. Κανένα κρατικό βραβείο δεν του απονεμήθηκε για το μυθιστόρημά του «Το τρίτο στεφάνι», που υπήρξε αρχετυπικό και επηρέασε πλήθος νεότερους συγγραφείς –ήταν άλλες εποχές– ούτε όμως του δόθηκε κάποια διάκριση για το σύνολο του έργου του στις καλές εποχές... Ωστόσο ό,τι έγραψε στις δεκαετίες ’50, ’60, ’70, πάντα κεντώντας τη ζωή του με την τέχνη, είχε ειδικό βάρος. Αντίστοιχα ενδεχομένως και η ανολοκλήρωτη αυτοβιογραφία του, που την επεξεργαζόταν το ’80. Γι’ αυτό και διαβάστηκε πολύ ο Ταχτσής, πάρα πολύ, και στον αγγλοσαξονικό κόσμο και στη Γαλλία, και «πέρασε» στην τηλεόραση και στο θέατρο. Τον αγάπησαν πολλές και διαφορετικές «φυλές» αναγνωστών. Αλλά πάντα υπήρχαν αγκάθια. Πάντα τον κυνηγούσαν αρνητικά κλισέ. Πάντα οι επιλογές της ζωής του ήταν δυσκολοχώνευτες. Κι εκείνος φυσικά το απολάμβανε.
30
10

Λάμπρος Μπαλτσιώτης: «Το ελληνικό κράτος αδιαφορεί διαχρονικά για τους Ρομά»

Πράγματι, υπάρχουν ομάδες που παρουσιάζουν ιδιαίτερη παραβατικότητα, όχι όμως συλλήβδην βαριά εγκληματικότητα όπως παρουσιάζεται συνήθως. Και νομίζω ότι η ευθεία αντιστοίχιση της παραβατικότητας με την –ακραία πολλές φορές– φτώχεια είναι προβληματική. Προφανώς είναι σημαντικό, αλλά δεν είναι μόνο αυτό και δεν εξηγεί τα πάντα και όλες τις περιπτώσεις. Το ζήτημα είναι να εμπεδωθεί στις ομάδες αυτές μια αίσθηση ότι η καλυτέρευση της ζωής τους είναι δυνατή. Και οι πολιτικές της Ελλάδας έχουν αποτύχει, δείτε τι λέει η Ε.Ε. για την ποιότητα και τα αποτελέσματα των παρεμβάσεων, μηδέν. Για παράδειγμα, για να εμπεδωθεί μια νοοτροπία παρακολούθησης του σχολείου, πρέπει να οδηγεί κάπου, σε μια καλύτερη δουλειά. Αυτό ισχύει καθολικά: Κοιτάξτε πού υπάρχει η μεγαλύτερη σχολική διαρροή στη χώρα, σε πλούσιες τουριστικές περιοχές. Η απασχόληση λοιπόν θεωρείται σήμερα μείζονος σημασίας πολιτική απέναντι στις αποκλεισμένες ομάδες Ρομά. Πάει μαζί με την εκπαίδευση. Και βέβαια σε ένα άλλο μοντέλο πολιτικής, π.χ. εκπαιδευτικής, δεν μπορείς να αποκλείσεις και την “επιβολή”. Νομίζω ότι δύσκολα θα κατηγορούσαμε σήμερα το ελληνικό κράτος γιατί μέχρι και τον Μεσοπόλεμο σε μερικές περιπτώσεις έστελνε τους χωροφύλακες για να υποχρεώσει τα παιδιά να πάνε στο σχολείο, ειδικά τα κορίτσια, ενάντια στη θέληση των γονιών τους.
20
10

Μαρία Γκασούκα: Ολα γύρω μας κραυγάζουν για την αναγκαιότητα του φεμινισμού

Εχουμε μακρά παράδοση γυναικείων αγώνων, που ξεκινούν με τα πρώτα γυναικεία περιοδικά στα μέσα του 19ου αιώνα, την Καλλιρρόη Παρρέν και την «Εφημερίδα των Κυριών», για να φτάσουν στον Σύνδεσμο για τα Δικαιώματα της Γυναίκας, αλλά και τις κομμουνίστριες και τις σοσιαλίστριες του Μεσοπολέμου. Το φεμινιστικό κίνημα ξεκινά ουσιαστικά από τον Μεσοπόλεμο, χωρίς βέβαια να μονοπωλεί τους αγώνες για τη χειραφέτηση των γυναικών –ήταν κι άλλες γυναίκες που πάλευαν, ακόμα κι αν απέρριπταν τον φεμινισμό–, και στη συνέχεια έχουμε τις γυναίκες της Εθνικής Αντίστασης, οι οποίες σπάνε το έμφυλο όριο. Εχει, μάλιστα, ενδιαφέρον το γεγονός πως στην Ελλάδα επαναλαμβάνεται αυτό που συνέβη στη Ρωσία. Εκεί υπήρχε προεπαναστατικά ένα αξιόλογο φεμινιστικό κίνημα, το Ζγενοντέλ, το οποίο, όταν ήρθε η ώρα της μεγάλης ρήξης, βρέθηκε μπροστά στο δίλημμα: Θα διατηρήσει τον αυστηρά φεμινιστικό του χαρακτήρα ή θα εμπλακεί στον ταξικό αγώνα επηρεάζοντάς τον; Τα μέλη του εντάχθηκαν στο μπολσεβίκικο κόμμα. Τον ίδιο προβληματισμό αντιμετώπισε κι ο Σύνδεσμος για τα Δικαιώματα της Γυναίκας όταν εμφανίζεται η χιτλερική λαίλαπα. Πολλά στελέχη του εντάχθηκαν αρχικά στο Παλλαϊκό Μέτωπο κι ακολούθως στο ΕΑΜ. Κατά τη διάρκεια της Αντίστασης –και παρά τις όποιες πατριαρχικές αντιδράσεις στο πλαίσιό της– οι γυναίκες θα ανατρέψουν παραδοσιακούς ρόλους και έμφυλα στερεότυπα και προκαταλήψεις. Αποκτούν φωνή, δημιουργείται η Σχολή Αξιωματικών του ΕΛΑΣ, γίνονται βουλεύτριες, πρόεδροι λαϊκών δικαστηρίων. Εχουν δε και μια άλλη ιδιότητα, μοναδική, που συναντάμε σε πολλές μονογραφίες. Υπήρξαν, ιδιαίτερα οι δασκάλες στην ύπαιθρο, πολιτικές και πολιτισμικές διαμεσολαβήτριες, καθώς εκλαΐκευαν τον λόγο και τα οράματα του ΚΚΕ και του ΕΛΑΣ στους/στις κατοίκους των χωριών και των μικρών κυρίως πόλεων. Πολλές βασανίζονται άγρια και δολοφονούνται. Μετά την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού, άρχισε ο απίστευτος διωγμός τους, άλλες μπαίνουν φυλακή κι άλλες φεύγουν από τη χώρα. Αυτή την ιστορία ήρθαν να συμπληρώσουν οι αγώνες των γυναικών κατά της δικτατορίας και τα τόσο σημαντικά φεμινιστικά κινήματα της Μεταπολίτευσης που, παρά την όποια προσπάθεια απαξίωσής τους, η αλήθεια είναι πως επιδρούν καθοριστικά στην υπόθεση της γυναικείας χειραφέτησης και της έμφυλης ισότητας στη χώρα μας κι εμπνέουν τα σημερινά αντίστοιχα κινήματα.
29
09

Οι Βερολινέζοι τάχθηκαν υπέρ της κοινωνικοποίησης της στέγης

Παράλληλα με τις βουλευτικές εκλογές, οι κάτοικοι του Βερολίνου κλήθηκαν να συμμετάσχουν την περασμένη Κυριακή σε ένα δημοψήφισμα για ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η γερμανική πρωτεύουσα: αυτό της στέγασης. Το 56% των Βερολινέζων ψήφισαν υπέρ της κοινωνικοποίησης της στέγασης, ώστε όλοι οι κάτοικοι της πόλης να μπορούν να βρουν αξιοπρεπή στέγη και σε αποδεκτό κόστος. Το πρόβλημα δημιουργήθηκε εδώ και χρόνια, σε όλη τη Γερμανία. Ειδικά στο Βερολίνο, μεγάλες εταιρείες real estate αγόραζαν μαζικά ακίνητα, τα οποία στη συνέχεια νοίκιαζαν σε πολύ υψηλές τιμές, γεγονός που καθιστούσε αδύνατο για έναν μέσο εργαζόμενο να βρει στέγη την οποία να μπορεί να πληρώσει. Υπολογίζεται ότι για να καλυφθούν οι ανάγκες χρειάζονται περίπου 205.000 διαμερίσματα. Μόνο τους τελευταίους 12 μήνες, οι τιμές ενοικίων στην πόλη είχαν αυξηθεί 13%. Αν και το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος δεν είναι δεσμευτικό για τη μητροπολιτική κυβέρνηση του Βερολίνου, αν τελικά εφαρμοστεί -θα πρέπει να πάρει την έγκριση και της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, όταν αυτή σχηματιστεί-, η τοπική κυβέρνηση θα αναγκαστεί να αγοράσει έως και 240.000 διαμερίσματα από τις μεγάλες εταιρείες real estate. Μεταξύ αυτών ο κολοσσός Deutsche Wohnen, που έχει στην ιδιοκτησία του περισσότερα από 100.000 σπίτια μόνο στο Βερολίνο. Το δημοψήφισμα ήταν αποτέλεσμα μεγάλων κινητοποιήσεων με τους πολίτες να τονίζουν ότι η στέγαση είναι ανθρώπινο δικαίωμα και πως αν το Δημόσιο γίνει ιδιοκτήτης των κατοικιών αυτών, θα μπορούσε να προσφέρει περισσότερο οικονομικές λύσεις από αυτές που υπάρχουν σήμερα. Οι εκπρόσωποι των εταιρειών real estate υποστηρίζουν βέβαια ότι η αγορά από το κράτος ιδιόκτητων από ιδιώτες κατοικιών δεν μπορεί να δώσει λύση στο πρόβλημα. Και οι Σοσιαλδημοκράτες που βγήκαν πρώτοι στις εκλογές στο Βερολίνο παραμένουν σκεπτικοί. Η υποψήφιά τους για τη δημαρχία, Φραντζίσκα Γκίφι, δήλωσε ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος πρέπει να γίνει σεβαστό, αλλά δεν είναι σίγουρη «ότι μπορεί να λύσει το πρόβλημα». Και δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι ίσως θα πρέπει να ξεκινήσει η... ανοικοδόμηση στα περίχωρα της γερμανικής πρωτεύουσας.
26
09

Γκρέγκορ Γκίζι: Υπάρχει δυνατότητα για προοδευτική κυβέρνηση με μια ισχυρή Αριστερά

Με συγκλονίζει το γεγονός ότι χώρες όπως η Αυστρία αρνούνται κατηγορηματικά να υποδεχτούν ανθρώπους που δραπετεύουν από τους Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν. Τι πρότυπο ανθρωπιάς είναι αυτό; Τα θύματα τέτοιων συμπεριφορών είναι οι άνθρωποι που αναζητούν σωτηρία σε εμάς και χώρες όπως η Ελλάδα που μένουν να παλεύουν μόνες τους με τους πρόσφυγες. Η Ε.Ε. θα πρέπει επιτέλους να καταλήξει σε μια κοινή στάση κι ένα δίκαιο καταμερισμό του προβλήματος. Οποιος αποφεύγει τις ευθύνες του, θα πρέπει να υπολογίζει πως θα έρθει αντιμέτωπος με περιστολή των εξουσιών του στο πλαίσιο της Ε.Ε. Aκόμα και σε αυτό το ζήτημα, μια κεντροαριστερή κυβέρνηση στη Γερμανία θα μπορούσε να κάνει μια σημαντική αρχή στην Ευρώπη. (...) Είναι προς το συμφέρον της Ε.Ε., προκειμένου να προσπαθήσει να πετύχει μια σταθερή και προσιτή ενεργειακή επάρκεια, να δώσει νέα ώθηση στις σχέσεις της με τη Ρωσία, οι οποίες επί του παρόντος βρίσκονται σε αδιέξοδο. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να ασκούμε κριτική. Εχουμε ανάγκη όμως από μια πολιτική αμοιβαίων συμφερόντων, η οποία να αφήνει πίσω της τη λογική της αντιπαράθεσης και των κυρώσεων. Ο Βίλι Μπραντ εφάρμοσε απέναντι στις σοσιαλιστικές χώρες μια πολιτική «αλλαγής μέσω της προσέγγισης» και πέτυχε. Θα πρέπει να αντλήσουμε διδάγματα από αυτό.
25
09

Άκραμ Καν: Ληστεύουμε τη δύναμη της φύσης, και η φύση είναι θηλυκή

Ο καπιταλισμός είναι η σύγχρονη μορφή του ιμπεριαλισμού. Η μετεξέλιξή του -και της αποικιοκρατίας- με διαφορετικό όνομα. Η δύναμη και ο έλεγχος βρίσκονται στα χέρια των ολίγων. Ζούμε σε έναν πατριαρχικό κόσμο, είτε μας αρέσει είτε όχι. Εμένα σαφέστατα δεν μου αρέσει. Είναι λάθος. Ληστεύουμε τις γυναίκες μας. Ληστεύουμε τη δύναμη της φύσης, και η φύση είναι θηλυκή. Δυστυχώς αυτό οι άντρες πάντα το θεωρούσαν πρόβλημα. (...) Η ζωή και η τέχνη μας είναι αλληλένδετα, δεν μπορούν να διαχωριστούν. Κάποιοι θέλουν να το ξεχνούν ή ισχυρίζονται πως το κατορθώνουν, αλλά δεν μπορούν. Η προσωπικότητα, η ανατροφή, όλα έχουν έναν αντίκτυπο. Κάτι που συμβαίνει στο Αφγανιστάν, τελικά θα φτάσει κι εδώ. Ο πόλεμος ή η μόλυνση που λαμβάνουν χώρα κάπου αλλού θα φτάσουν και σε μας. Ο αέρας είναι ίδιος παντού. Ολα εξαρτώνται από όλα τα άλλα. Η προσωπική μου ιστορία δεν μπορεί να διαχωριστεί από το είδος των παραστάσεων που κάνω. Ο τρόπος που βλέπω τον κόσμο οφείλεται σε όσα μου συνέβησαν στην παιδική μου ηλικία, στο μεγάλωμά μου, τις επαφές μου, τις ιστορίες μου. Το ίδιο ισχύει και για τους χορευτές με τους οποίους αλληλεπιδρώ. Πάντοτε αποτελούν κομμάτι της αφήγησης. Θέλω να ξέρω ποιοι είναι, τι τους κάνει να χαμογελούν, τι τους κάνει να κλάψουν. Γιατί κάνουν αυτό που κάνουν. Γιατί βρίσκονται σε αυτό το συγκεκριμένο πρότζεκτ. Παίρνουμε πολλά από τις προσωπικές ιστορίες των χορευτών. Ακόμα κι αν η δουλειά κάποιου κινείται προς την αφαίρεση, ο λόγος που συμβαίνει αυτό βρίσκεται στη ζωή του. Η προσωπική σου ιστορία βρίσκεται πάντα στη δουλειά σου. Μπορείς να διακρίνεις πότε κάποιος είναι αλαζόνας, πότε κάνει επίδειξη, πότε νιώθει οργή ή είναι ευάλωτος…
13
09

Θοδωρής Δρίτσας: Για τη Δεξιά η μισαλλοδοξία και ο φόβος είναι πολιτική παράδοση

Για τη δεξιά παράταξη κι όχι μόνο για την Ακροδεξιά η μισαλλοδοξία και ο φόβος είναι πολιτική παράδοση. Ηταν όπλα και εργαλεία για την εσωτερικοποίηση των «εθνικών κινδύνων». Τις τελευταίες δεκαετίες εντέχνως, βήμα βήμα, ενέταξαν αυτά τα παραδοσιακά όπλα-εργαλεία και στο προσφυγικό/μεταναστευτικό. Ετσι ανάστησαν ξανά το τέρας του ρατσισμού και του φασισμού. Δεν ξέρουν και δεν θέλουν να ξέρουν τι ακριβώς είναι το προσφυγικό/μεταναστευτικό. Είναι δομικά ακατάλληλοι για ένα τόσο σοβαρό ζήτημα. Μόνο ο έλεγχος και η αξιοποίηση της εσωτερικής συντηρητικής και φοβικής μετατόπισης τους ενδιαφέρει και την καλλιεργούν. Είναι επικίνδυνοι και η παταγώδης πολιτική αποτυχία τους σε όλα τα κρίσιμα μέτωπα, συμπεριλαμβανομένης της πανδημίας και της γενικευμένης καταστροφής από τις πυρκαγιές, τους οδηγεί σε διχαστικές αντιδραστικές ακρότητες. Δεν έχουμε δικαίωμα να τους το επιτρέψουμε. (...) Στο άρθρο 40 του νέου νόμου Μηταράκη αποτυπώνεται και νομιμοποιείται η γενικευμένη εχθρότητα της Δεξιάς προς το έργο των ΜΚΟ στο προσφυγικό/μεταναστευτικό. Είναι σχεδιασμένο «κυνήγι μαγισσών», για να καλύπτεται η αυθαιρεσία και η παρανομία των κρατικών οργάνων με κυβερνητική επιβολή. Πράγματι η διάταξη αυτή δεν μπορεί να εφαρμοστεί, όταν ένα προσφυγόπουλο πνίγεται. Εκτός κι αν δεν θέλουμε να το σώσουμε. Στην Ελλάδα δεν θα περάσει η πολιτική Σαλβίνι. Γι’ αυτό και είναι υποδειγματική η πρωτοβουλία της επιτρόπου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης, Ντούνια Μιγιάτοβιτς, που ζήτησε με επιστολή-κόλαφο από την ελληνική κυβέρνηση και τους βουλευτές του ελληνικού Κοινοβουλίου να μην ψηφιστεί ο νόμος Μηταράκη και ειδικά η διάταξη του άρθρου 40. Αυτή η πρωτοβουλία βέβαια πρέπει να έχει συνέχεια. Και θα έχει. Συμπληρώνω ότι με βάση την πολύτιμη εμπειρία μου στο υπουργείο Ναυτιλίας τότε και καθ’ όλη τη διάρκεια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ η συνεργασία Λιμενικού και ΜΚΟ ήταν άριστη και θεσμικά προσδιορισμένη. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να πολλαπλασιάζονται οι επιχειρησιακές δυνατότητες και να σώζονται ανθρώπινες ζωές στη θάλασσα. Σπάνια παρατηρήθηκαν υπερβάσεις. Ας μάθουν επιτέλους οι κ. Μητσοτάκης, Μηταράκης, Πλακιωτάκης και οι άλλοι υπουργοί ότι η «έρευνα-διάσωση», πέραν της τεράστιας ανθρωπιστικής διάστασης, είναι προνόμιο και υποχρέωση για κάθε χώρα, που αν δεν ασκείται σωστά, μπορεί εμμέσως να θέσει σε διεθνή αμφισβήτηση ακόμα και κυριαρχικά μας δικαιώματα.
06
09

Αποχαιρετισμός με μια ιστορία

Μαρία Φαραντούρη Ο Μίκης έφυγε. Αλλά πώς είναι δυνατό να φύγει ο Μίκης; Κι αυτό δεν είναι ρητορικό ερώτημα. Δε μιλώ μόνο για μένα, που θα ήταν ίσως αυτονόητο. Αλλωστε σημάδεψε από την πρώτη αρχή όλη την καλλιτεχνική μου πορεία. Με το έργο του και την παρουσία του όμως έχει σημαδέψει και σφραγίσει τα τελευταία 60 χρόνια της ελληνικής πραγματικότητας. Αλλά τελικά ποιος είναι ο Μίκης και ποιος τον γνωρίζει πραγματικά; Το βάθος και το εύρος του έργου του; Εκεί που συναντιούνται τα χορικά της αρχαίας τραγωδίας, το βυζαντινό μέλος, η δυτική κλασική μουσική παράδοση, το λιντ, το δημοτικό και το λαϊκό τραγούδι με την ποίηση και τους αγώνες για ελευθερία και αξιοπρέπεια. Με τη σπουδαία μουσική του ταξίδεψε σ’ όλο τον κόσμο μαζί με την ποίηση του Σεφέρη, του Ελύτη, του Ρίτσου, του Αναγνωστάκη, του Λειβαδίτη, του Καμπανέλλη, του Σικελιανού και τόσων άλλων Ελλήνων ποιητών, ενώ η μελοποίηση του «Κάντο Χενεράλ» του Νερούδα και του «Ρομανθέρο Χιτάνο» του Λόρκα είναι αξεπέραστες. Αλλά και ο αυθεντικός λυρισμός του, γεμάτος έρωτα για τη ζωή και αγωνία για τις περιπέτειες της ύπαρξης. Κάθε έργο του γινόταν ένα κομμάτι του εαυτού του: Είναι ο Ρομανθέρο Χιτάνο, ο ερωτευμένος κρατούμενος στο Μαουτχάουζεν, ο εξόριστος ποιητής, ο επιβάτης, ο φυλακισμένος, ο εραστής της Ουτοπίας και της Βεατρίκης, ο εξεγερμένος της Λατινικής Αμερικής, ο Διόνυσος, ο Οδυσσέας. Αυτός που μιλάει για τους αδικοχαμένους της γενιάς του. Ενας οικουμενικός Ελληνας. Ανθρωπος δύσκολος και πείσμων υπήρξε πάντα ανοιχτός στις ανθρώπινες αντιφάσεις. Διάφανος απέναντι σε εχθρούς και φίλους, δεν φοβήθηκε ποτέ να εκτίθεται χωρίς αναστολές και προσχήματα. Η πληθωρικότητα του χαρακτήρα του, το υψηλό αισθητικό του κριτήριο, το οραματικό του στοιχείο, η πηγαία έμπνευσή του, η διαίσθησή του, βρίσκονται μέσα στη μεγαλοσύνη του έργου του που έσπασε τα σύνορα γεμάτο αληθινά «γιγάντιες σκέψεις». Είχα τη χαρά να μοιραστώ μεγάλες στιγμές μαζί του. Την επαφή με τόσους λαούς, τους αγώνες τους και την ιστορία τους, δίνοντας συναυλίες παντού στον κόσμο. Τη μέθεξη με τόσο διαφορετικά ακροατήρια. Ηταν μια εποχή μεγάλων δυσκολιών και κινδύνων αλλά και ανοιχτών οριζόντων. Συναντήσεις με άλλους καλλιτέχνες απ’ όλο τον κόσμο, μεγάλες πολιτικές προσωπικότητες όπως ο Αλιέντε, ο Κάστρο, ο Μιτεράν, ο Πάλμε. Αλλά και μέχρι σήμερα έργα του παίζονται όπου μπορεί να φανταστεί κανείς. Τον τίμησαν στο Σάλτσμπουργκ, δώσαμε συναυλία στο στρατόπεδο Μαουτχάουζεν, τα γερμανικά συνδικάτα ζήτησαν το «Κάντο Χενεράλ» στην επέτειο ίδρυσής τους, Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι στις συναντήσεις ειρήνευσης, δικό του έργο άνοιξε τους Ολυμπιακούς της Βαρκελώνης, τον τραγουδούν στην Κορέα. Οι Γερμανοί τον θεωρούν συνεχιστή των κλασικών τους. Συχνά τον αναφέρουν ως Μπετόβεν της Μεσογείου. Εχουν γραφτεί μεγάλες κριτικές για το σύνολο του έργου του. Γι’ αυτό συνήθισα πολύ καιρό τώρα να χαμογελάω πικρά με τους εύκολους εγχώριους επικριτές που επιδιώκουν να το υποβαθμίσουν. Θυμάμαι πάντα το σημείωμα που μου άφησε τις πρώτες μέρες της δικτατορίας που κρυβόταν, παροτρύνοντάς με εμένα και τους μουσικούς να φύγουμε στο εξωτερικό, χωριστά ο καθένας για να μη δώσουμε στόχο, και να διαδώσουμε τη μουσική του, υπηρετώντας τον αγώνα για την ελευθερία και τη δημοκρατία. «Μη φοβηθείτε, αυτοί είναι που φοβούνται τα τραγούδια μας». Εγραψε σπουδαία τραγούδια και κύκλους τραγουδιών φυλακισμένος και εξόριστος. Τον «Ηλιο και το Χρόνο», την «Κατάσταση πολιορκίας», τις «Αρκαδίες»... Εσπασε τα δεσμά με τη μουσική του. Και μας τα έστελνε έξω με κάθε δυνατό τρόπο για να τα τραγουδήσουμε. Δεν υπέβαλε την τέχνη του στις ανάγκες του αγώνα, τον διαμόρφωνε με τους όρους τους τέχνης του, γι’ αυτό εκείνη αντέχει στον χρόνο. Θεωρώ μαγική στιγμή τη νοερή συνάντησή μας, όταν παρουσιάζαμε πρώτη φορά την «Κατάσταση πολιορκίας» στο Λονδίνο κι εκείνος μας άκουγε από κρυφό τρανζιστοράκι εξόριστος στη Ζάτουνα. Δεν ζήσαμε όμως μόνο τη μεγάλη αποδοχή, τη μέθεξη, την αποθέωση. Ζήσαμε και τη σιωπή, τις κατηγορίες περί επικού. Τον είπαν ξεπερασμένο, τον υποτίμησαν. Ομως, Μίκη μου, εσύ δεν χρωστάς πουθενά. Εχεις ξεπληρώσει το χρέος σου στην Ιστορία, τηρώντας πάντα την παραίνεση του Σικελιανού «Ομπρός οι δημιουργοί, την αχθοφόρα ορμή σας». Κι έτσι «Πρωτάκουστες βαριές μας ζώνουν (οι) αρμονίες» σου, αυτές που σε ενέπνευσαν κι αυτές που μας χάρισες. Ιθάκη για μας το πέλαγο το ξέσκεπο γεμίσαν με μνηστήρες τα λιμάνια Ο κόσμος πάντα βρίσκει καινούργιο βασιλιά κι εμείς μονάχοι ποιητές θα μείνουμε Ετσι τελειώνει το «Τραγούδι των συντρόφων» από την «Οδύσσεια» του Κώστα Καρτελιά, τον τελευταίο κύκλο τραγουδιών που μελοποίησες, κι έτσι θέλω πάντα σε σκέφτομαι. Είναι βαθιά μου πεποίθηση όμως, Μίκη, πως πάντα θα σε ανακαλύπτουν οι επόμενες γενιές μέσα στο έργο σου κι αυτό θα ταξιδεύει μες στον χρόνο.
11
07

Μιχάλης Σπουρδαλάκης: Υπάρχει λύση στο παράδοξο;

Δύο είναι κατά την άποψή μου οι κύριες αιτίες που εμποδίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ να ανακτήσει την πολιτική του αποτελεσματικότητα τόσο ως αντιπολίτευση όσο και ως προοπτική ανάκτησης της κυβερνητικής εξουσίας: πρώτον, η αλλοίωση αν όχι η εγκατάλειψη της νικηφόρας στρατηγικής που τον ανέδειξε σε πρωταγωνιστή της πολιτικής ζωής και του πολιτικού συστήματος και, δεύτερον, η ανέμελη υιοθέτηση των πρακτικών διακυβέρνησης που συγκροτούν έναν ιδιότυπο κυβερνητισμό. Α. Η σημερινή στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ χαρακτηρίζεται από βιασύνη για επαναφορά στην κυβέρνηση με όρους και πρακτικές που θυμίζουν περισσότερο ΔΗΜΑΡ και της λογικής της «πάση θυσία κυβέρνηση». Πρόκειται για στρατηγική που μετά την πρόσκαιρη επιτυχία της ηττήθηκε πολιτικά και η οποία πόρρω απέχει από την πριν από το 2019 πολιτική λογική και νικηφόρα πορεία του ΣΥΡΙΖΑ. Μια πορεία που στηριζόταν στην κοινωνική δυναμική του κόμματος με όρους αυθεντικής κοινωνικής συμμετοχής, την ενότητα του όλου της Αριστεράς (σοσιαλδημοκρατικής, κινηματικής και πολυλενινιστικής), σε σοβαρές προγραμματικές θέσεις κοινωνικής μεροληψίας και φυσικά στην ξεκάθαρη βούληση ανάληψης κυβερνητικών ευθυνών, ακόμη και σε αντίξοες συνθήκες. (...) Β. Αλλά και η κυβερνητική θητεία, πέρα από τα προφανή θετικά οφέλη για την εμπειρία των στελεχών της ριζοσπαστικής Αριστεράς, οδήγησε σε έναν ιδιότυπο κυβερνητισμό που έχει αφήσει αρνητικό αποτύπωμα στην πορεία του κόμματος τα τελευταία δύο χρόνια. Ενδεικτικά: Η πολιτική συζήτηση στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευση φαίνεται να περιορίζεται στο πλαίσιο μιας οιονεί κυβερνητικής λογικής. Μια λογική που εστιάζει κυρίως σε συγκεκριμένες προτάσεις, χωρίς σαφή αναφορά και γείωση στο αξιακό πλαίσιο και παράδοση του ΣΥΡΙΖΑ και με ασάφεια ή/και αδιαφορία για το πώς αυτές οι προτάσεις συμβάλουν στην προοπτική ευρύτερων κοινωνικών μετασχηματισμών. Μια λογική, με άλλα λόγια, ιδιαίτερα τεχνοκρατική, η οποία πολύ συχνά μάλιστα υπογραμμίζει ότι οι κυβερνητικές αυτές προτάσεις είναι απολύτως «κοστολογημένες», κάτι που με τη σειρά του θέτει το πολιτικό στίγμα του ΣΥΡΙΖΑ εντός του ηγεμονικού πλαισίου των κρατικών πολιτικών και της πολυθρύλητης «κανονικότητας».