Η ευαισθητοποίηση των τοπικών κοινωνιών, αλλά και μεγάλου τμήματος της ελληνικής κοινωνίας, είναι ένα μεγαλειώδες έργο ανάτασης, με ιστορικές διαστάσεις, στο οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ πρωταγωνίστησε ως κόμμα και ως κυβέρνηση. Πρωταγωνίστησε, αλλά δεν μονοπώλησε το έργο αυτό. Γι’ αυτό πέτυχε, αν και προφανώς με μεγάλες αδυναμίες. Η πλειοψηφία της κοινωνίας έδειξε αντανακλαστικά ευαισθησίας και γνήσιας ανιδιοτέλειας. Χωρίς αυτά θα είχαμε αποτύχει. Μετά το μετεκλογικό αποτέλεσμα έχουμε πισωγύρισμα. Δεν ήρθε αιφνιδιαστικά. Είχε… προαναγγελθεί. Παρά ταύτα, πιστεύω πως τίποτα δεν έχει κριθεί τελεσίδικα. Εμπιστεύομαι τις υγιείς δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας. Στην ελληνική κοινωνία, αλλά και στην ελληνική διοίκηση, υπάρχει πλούσια θεσμική μνήμη απέναντι στο ζήτημα. Το 2015 δεν καταγράφηκε μια κατ’ εξαίρεση θετική αντίδραση της πλειοψηφίας απέναντι στους πρόσφυγες και τους μετανάστες, αλλά μια αυθεντική συλλογική έκφραση αισθημάτων αλληλεγγύης. Αυτό που συνέβη στη χώρα μας, και συγκίνησε όλο τον κόσμο, δεν ήταν ένα εφήμερο επεισόδιο που καταγράφηκε άπαξ και δεν θα επαναληφθεί. Καταγράφηκε στις συνειδήσεις των ανθρώπων που συμμετείχαν και είναι βέβαιο ότι θα εκφραστεί πάλι. Μπορεί οι συσχετισμοί να έχουν αλλάξει και στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Μπορεί η ξενοφοβία να ηγεμονεύει και να αποπροσανατολίζει τις κοινωνίες. Μπορεί η ακροδεξιά να κερδίζει έδαφος. Όμως δεν λύνει τα πραγματικά προβλήματα των ανθρώπων, για να είναι η κοινωνία, για πολύ καιρό, όμηρος τέτοιων απάνθρωπων ιδεολογιών. Το προσφυγικό-μεταναστευτικό είναι πολύ σοβαρό ζήτημα. Υπερβαίνει τα ελληνικά και ευρωπαϊκά σύνορα και αναζητείται επειγόντως ένα πολιτικό σχέδιο για τη διαχείρισή του. Αν είναι ουτοπία ότι μπορούν να σταματήσουν άμεσα οι πόλεμοι, η φτώχεια και η κλιματική παρακμή, δεν είναι ουτοπία ότι οι ευρωπαϊκές κοινωνίες μπορούν να επιβάλουν μια άλλη πολιτική στο προσφυγικό.