Macro

Ντιμπέιτ χαμηλών προσδοκιών

Ο διάλογος μεταξύ των υποψηφίων για την ηγεσία του Κέντρου ήταν χαμηλών προσδοκιών, όχι απλώς επειδή το τηλεοπτικό περιβάλλον δεν ευνοεί γόνιμες αντιπαραθέσεις, αλλά, κυρίως, επειδή απουσίαζαν οι βαριές μεταβλητές της πολιτικής. Για παράδειγμα, μπορεί η κ. Γεννηματά και ο κ. Θεοδωράκης να φάνηκαν με στιβαρότερες πολιτικές θέσεις σε σχέση με το μέλλον της παράταξης, αλλά κατά πόσο αυτό είναι αποτέλεσμα του μηχανισμού που ελέγχουν ή του οράματος που έχουν για το χώρο του Κέντρου; Ακόμα και το ακραιφνές για τη φιλοκεντρώα θέση του ifemerida.gr χαρακτήρισε το διάλογο «τυπικοί μονόλογοι», ανάμεσα σε άλλα. Η συμφωνία για μη διάλυση των δυο κοινοβουλευτικών ομάδων ανάμεσα στους δυο κοινοβουλευτικούς ηγέτες, ίσως ήταν κι η μοναδική είδηση.

Πρόβλημα προσανατολισμού

Κατά τα άλλα, όταν ο μη εκλέξιμος κ. Τζιώτης είναι ο μόνος που απαντάει ευθέως σε σχέση με τις μετεκλογικές συνεργασίες, υπάρχει πολιτικό πρόβλημα προσανατολισμού. Κι αυτό μάλλον δεν απεικονίζει όλη την αλήθεια. Στην πραγματικότητα ο πολιτικός σχεδιασμός είναι «βλέποντας και κάνοντας». Η πραγματική απάντηση των περισσότερων υποψηφίων ήταν «θα επιδιώξουμε διμέτωπο αγώνα με το μικρότερο από παλαιότερα δικομματισμό, έτσι ώστε με τον πρώτο να συμμαχήσουμε, λαμβάνοντας τα περισσότερα κυβερνητικά οφέλη». Τι άλλο πέρα από τυχοδιωκτισμό κρύβει αυτή η απάντηση, σε ένα χώρο που τα τελευταία χρόνια προσλαμβάνεται από τη μεγαλύτερη μερίδα της ελληνικής κοινωνίας ως κρατικοδίαιτος και διεφθαρμένος;
Το όλον ΠΑΣΟΚ που βρέθηκε στο στούντιο μιλάει γενικά: ισότητα ενάντια στην ανισότητα, αξιολόγηση ενάντια στη γραφειοκρατία, παραγωγή εναντίον αδράνειας. Οι υποψήφιοι διεκδικητές, αν τολμήσουμε μια αναλογία, δεn μοιάζουν καν με τον Σούλτς: είχε το πολιτικό μομέντουμ όταν επιλέχθηκε για υποψήφιος καγκελάριος, αλλά επέλεξε να το σπαταλήσει με γενικολογίες και να καταποντιστεί. Εδώ, οι υποψήφιοι ηγέτες ενός κόμματος που εδώ και κάποια χρόνια κινείται στα ιστορικά χαμηλότερα ποσοστά του, θέλουν, χωρίς να έχουν τον πολιτικό χρόνο με το μέρος τους, με γενικόλογες διακηρύξεις να ανεβάσουν τα ποσοστά του, διαδικασία που αφού αυτοϋπονομεύεται, είναι αδύνατον να ευοδώσει. Κι ακόμα περισσότερο. Πλως θα μπορέσει να ομονοήσει ο χώρος, έπειτα από αυτό τον τόσο μεγάλο κατακερματισμό; Πώς θα θελήσουν να κοπεί η μικρή πίτα της εξουσίας όλοι όσοι θα χάσουν, εκτός από έναν/μία;

Κόρμπιν ή Σουλτς;

Ο χώρος του κέντρου δεν θέλει να κοιτάξει τις διεργασίες που συντελούνται σε κόμματα του εξωτερικού. Η μια τάση αφορά το πορτογαλικό σοσιαλιστικό κόμμα που κυβερνά σε συνεργασία με την αριστερά και τους κομμουνιστές, την αριστερή στροφή του Κόρμπιν και του Σάντερς. Αυτή, για λόγους που δεν έχουν απαραίτητα σχέση με την πολιτική, οι υποψήφιοι ηγέτες δεν θέλουν να την κοιτάξουν. Η άλλη τάση αφορά την παραγωγή πολιτικής είτε με τους όρους του ηγεμονικού για όλη τη σοσιαλδημοκρατία, SPD, είτε με τους όρους του Μακρόν. Μάλιστα το δεύτερο μέρος της έχει ήδη καεί. Πώς θα μπορέσει να παράξει πολιτικές θέσεις ο χώρος αυτός που να έχουν αντιστοίχιση με κοινωνικές αναμονές, αφού δια της διολισθήσεως και της αδράνειας υιοθετεί μια αποτυχημένη πολιτική τάση;

Χαμηλές πτήσεις

Σε κάθε περίπτωση το debate είχε εξαιρετικά χαμηλή τηλεθέαση, περίπου στο 3%. Οι εκλογές του πρώτου γύρου θα γίνουν την επόμενη Κυριακή σε όλη την Ελλάδα. Οι υποψήφιοι συνεχίζουν τις περιοδείες τους στην Αθήνα και την επαρχία την τελευταία αυτή εβδομάδα. Σταθερά στις δημοσκοπήσεις προηγείται η κ. Γεννηματά, ενώ Καμίνης, Ανδρουλάκης και Θεοδωράκης φαίνονται ως οι σοβαροί υποψήφιοι για τη δεύτερη θέση. Ο νικητής δεν φαίνεται να μπορεί να κλειδώσει από τον πρώτο γύρο, οπότε ο δεύτερος μάλλον έχει πιθανότητες για εκλογή, αλλά ακόμα κι αν αυτό δε συμβεί, η διαπραγματευτική του θέση για το μέλλον του χώρου ενισχύεταιπολύ περισσότερο από άλλων.

Βασίλης Ρόγγας

Πηγή: Εποχή