Τα μεγάλα θέματα που άνοιξαν πρόσφατα, Μακεδονικό, Novartis ελληνοτουρκικά, έχουν τέτοια δυναμική που από μόνα τους είναι σε θέση να αλλάξουν την ροή των πολιτικών εξελίξεων να καταδείξουν τις διαφορές ή καλύτερα τα χάσματα, ανάμεσα στην ακροδεξιά λογική, την κεντροδεξιά, την λογική της ριζοσπαστικής Αριστεράς αλλά και την λογική της αναχωρητικής Αριστεράς. Η διαχείριση αυτών των ζητημάτων από την κυβέρνηση, έχει ήδη προσθέσει πόντους στο συρρικνωμένο από τα μνημόνια μπόι της, και δημιουργεί μια νέα κατάσταση, όπου όλα τα ενδεχόμενα μέχρι τις επόμενες εκλογές είναι ανοικτά. Δίνεται η δυνατότητα στον ΣΥΡΙΖΑ, να ξανακερδίσει τις εκλογές, αλλά και να αναδείξει την αριστερή του φυσιογνωμία, ή ακόμη να ξανακερδίσει κοινωνικές συμμαχίες που αδυνάτισαν από το τρίτο μνημόνιο, αλλά και την λάθος σε (δυστυχώς σε αρκετές περιπτώσεις) διαχείριση της καθημερινότητας όπως πρόσφατα με τις απολύσεις στο Κόκκινο.
Ειδικότερα όμως στο θέμα Novartis, η Αριστερά για πρώτη φορά πρέπει να τοποθετηθεί σε ένα θέμα ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών. Επιτρέπεται να συμμαχήσει με την μία πλευρά (ΗΠΑ , FBI) εναντίον της άλλης (Novartis Γερμανικά και ευρωπαϊκά συμφέροντα); Μπορεί μέσα από αυτή την σύγκρουση γιγάντων να βάλλει την δική της σφραγίδα, ή κινδυνεύει να ποδοπατηθεί και πρέπει να αποφύγει το πικρό ποτήρι; Κατά την γνώμη μου μπορεί και ναι πρέπει να παρέμβει. Η αποφυγή είναι χαρακτηριστικό της αναχωρητικής και δογματικής Αριστεράς, και φυσικά αυτό δεν είναι επιλογή, όσων όπως εμείς βρισκόμαστε σε αυτόν τον χώρο. Δεν θα είμαστε ριζοσπαστική Αριστερά, αν περιοριστούμε στην καταγγελία των σκανδάλων, αν πούμε ότι δεν μας ενδιαφέρει το θέμα διότι αφορά μονοπωλιακούς ανταγωνισμούς και πάμε σπίτι μας, περιμένοντας να «ωριμάσουν οι συνθήκες» για να έρθει η λαϊκή κυριαρχία όπου αυτά, ως δια μαγείας θα ξεπεραστούν. Αντίθετα πρέπει να οικοδομήσουμε ένα κόμμα, που είναι σε θέση να αναδεικνύει όλες τις πτυχές αυτού του προβλήματος. Να αποφεύγει τους σκοπέλους του ηθικού δήθεν πλεονεκτήματος, να μην το ανάγει ή το υποβιβάζει σε νομικό θέμα σκανδάλου, αλλά να μπαίνει στο βάθος της πολιτικής του ουσίας και να το αξιοποιεί, αλλάζοντας τους συσχετισμούς δύναμης προς όφελος της εργασίας.
Το θέμα λοιπόν δεν περιορίζεται απλώς στο ερώτημα αν το φάρμακο είναι κοινωνικό αγαθό ή εμπόρευμα. Ο καπιταλισμός το αντιμετωπίζει ως εμπόρευμα και επειδή ζούμε για κάποιους αιώνες σε αυτόν τον κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό, αυτό κυριαρχεί και δεν μεταβάλλεται εύκολα. Εδώ όμως δεν πρόκειται γι’ αυτό. Ούτε είναι πρόβλημα που δημιούργησε η συσσώρευση του κεφαλαίου και ο ελεύθερος ανταγωνισμός. Πράγματι η Novartis είναι μια πολύ σοβαρή εταιρεία με ποιοτικά φάρμακα, που επενδύει σημαντικά ποσά στην έρευνα, αλλά και στην προώθηση των προϊόντων της. Εδώ λοιπόν είμαστε μπροστά στο ανοικτό βιβλίο της ουσίας του νεοφιλελευθερισμού και των μηχανισμών αναπαραγωγής του, το θέμα αποκαλύπτει ανάγλυφα τις αντιφάσεις του και την δομική του κρίση. Η διαλεκτική σχέση ανάμεσα στην ισότητα την αλληλεγγύη και την δικαιοσύνη, (άρα φάρμακο = κοινωνικό αγαθό) και στην οικονομική και αναπτυξιακή αποτελεσματικότητα (άρα φάρμακο = μέσο υψηλής «προστιθέμενης πολιτικά» αξίας άρα μέσο υψηλής κερδοφορίας και συσσώρευσης) είναι δυνατή; Μήπως αυτά δεν αναμιγνύονται όπως το νερό με το λάδι; Μήπως υπάρχει ένα άλλο πεδίο όπου η κοινωνική αξία του φαρμάκου και η εμπορική του αξία δεν είναι αμοιβαία αποκλειόμενες; Μήπως στον καπιταλισμό του ελεύθερου ανταγωνισμού, η εμπορική αξία όπως διαμορφώνεται από τον νόμο της αξίας και της προσφοράς ζήτησης, δεν είναι σε απόλυτη ρήξη με την κοινωνική αξία, και μπορεί να θεωρηθεί με προϋποθέσεις υγιούς συστήματος υγείας ως κοινωνικό αγαθό; Τέτοια ερωτήματα η ριζοσπαστική Αριστερά πρέπει να τα απαντήσει.
Ο νεοφιλελευθερισμός, υποτίθεται αντίθετος με το κράτος και τον κρατισμό, επιδιώκει κρατικές παρεμβάσεις και διακρατικές συνδρομές και συμφωνίες, ώστε να εξασφαλίσει “πολιτικά προστιθέμενη υπεραξία” για τα εμπορεύματά του. Ο νόμος της αξίας και της προσφοράς ζήτησης, δεν είναι ικανοί πλέον να εξασφαλίσουν την αναπαραγωγή του κεφαλαίου και την υψηλή κερδοφορία. Επιστρατεύονται λοιπόν πολιτικά μέσα για να εξασφαλίσουν μια ιδιότυπη “πρωταρχική συσσώρευση επικυριαρχίας”, και αναδιανομή της παγκόσμια παραγόμενης υπεραξίας υπέρ συγκεκριμένων εταιρειών. Βλέπουμε λοιπόν πως αλλάζει η φύση του καπιταλισμού και από τον ελεύθερο ανταγωνισμό περνάμε στην μεροληπτική επέμβαση υπέρ συγκεκριμένων εταιρειών. Η διασφάλιση της υψηλής κερδοφορίας και ο εκμηδενισμός του ρίσκου απαιτούν κρατική παρέμβαση και διεθνείς συμφωνίες, ώστε τα κέρδη να είναι για τις εταιρείες και τα ρίσκα για τους λαούς ή τις κυβερνήσεις που με την σειρά τους θα τα φορτώσουν στους λαούς. Αυτό όμως σημαίνει αύξηση του κρατικού χρέους άρα παρέμβαση του διεθνούς χρηματοπιστωτικού και θεσμικά οργανωμένου κεφαλαίου κλπ. Αν η υπόθεση φάρμακο χρέωσε το ελληνικό δημόσιο με 25 δις περίπου (εδώ υπάρχει και η επιφύλαξη ότι ένα σημαντικό μέρος από αυτά ήταν αναγκαίο για τους ασθενείς), μαζί με τις στρατιωτικές δαπάνες και την αδιαφορία για εξορθολογισμό του φορολογικού συστήματος ήταν η αιτία που μας οδήγησαν στα μνημόνια. Δηλαδή το πρόβλημα που δημιούργησε το ίδιο το σύστημα, απαιτεί ακόμη πιο ολοκληρωτική εκμετάλλευση της εργασίας κλπ. Απόλυτο αδιέξοδο λοιπόν και δεν μπορεί αυτό να είναι το μέλλον της ανθρωπότητας.
Ώστε λοιπόν ο νεοφιλελευθερισμός μας επιφυλάσσει αυτό το μέλλον. Συνέχεια στα κέρδη στις εταιρείες και διαρκή υποβάθμιση των μισθών και του βιοτικού επιπέδου για την εργασία. Αυτό είναι πολιτικό συμπέρασμα από την ανάλυση που προηγήθηκε. Δανείζομαι τώρα κάτι από πρόσφατο άρθρο του Κύρκου Δοξιάδη. Στην εισαγωγή λέει “στο σκάνδαλο Novartis, δεν μπορεί η κυβέρνηση να εισέλθει στη διαμάχη με την αξιωματική αντιπολίτευση και τις όποιες άλλες αντίπαλες πολιτικές δυνάμεις με σημαία τη δική της ηθική και αντιδιαστέλλοντάς την στην ηθική του οικονομικοπολιτικού κατεστημένου” για να καταλήξει στο “Ο μόνος σύμμαχος της Αριστεράς στις δύσκολες καταστάσεις είναι ο αυτονόητος: οι λαϊκές τάξεις, τις οποίες φιλοδοξεί να εκφράζει. Ίσως θα άξιζε τον κόπο, λοιπόν, να απευθυνθεί προς αυτές, όχι εστιάζοντας σε ένοχα πρόσωπα, αλλά εξηγώντας πως όντως η διαφθορά είναι αναπόσπαστο μέρος του συστήματος που προσπαθεί να ελέγξει και προοπτικά να ανατρέψει. Είπαμε, στη σφαίρα της πρακτικής προέχει η ιδεολογία -αλλά ας μην ξεχνάμε και τη θεωρία“. Αυτό λοιπόν πρέπει να αποφύγουμε.
Αν μιλήσουμε για ένοχα πρόσωπα και ανάγουμε το ζήτημα στην σφαίρα της ανηθικότητας του Άδωνη π.χ. τότε ακολουθούμε τον δρόμο της ακροδεξιάς. Το σύστημα δεν ευθύνεται για τίποτα, η ευθύνη είναι προσωπική άρα αν εξοντώσουμε ηθικά και πολιτικά τον Άδωνη καθαρίσαμε. Αν αντιπαραθέτουμε το θέμα ηθικά, η δική μας ηθική σε αντίθεση με την δική τους τότε διολισθαίνουμε προς την δεξιά. Το αστικό σύστημα έχει την δική του ηθική, που πηγάζει την προστασία της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και εμείς την δική μας ηθική που νοιάζεται για την διασφάλιση των δημοσίων αγαθών. Όπως είναι ηθικό για μας να υπερασπιζόμαστε κοινωνικές αξίες, το ίδιο είναι ηθικό για την δεξιά να υπερασπίζεται το δικαίωμα στην ατομική ιδιοκτησία και την ιδιωτικότητα. Πάλι όμως δεν μιλάμε για το σύστημα, που παρεμβαίνει και εξαφανίζει την ιδιωτικότητα, μετατρέποντάς την σε ιεραρχία που πηγάζει από την πολιτική και οικονομική ισχύ. Αν μιλήσουμε απλώς για διαπλοκή και αντιπαραθέσουμε ζητήματα κράτους δικαίου, τότε γινόμαστε κέντρο, αναπράγουμε το σύστημα αξιών χωρίς να αμφισβητούμε τους τους πολιτικούς όρους αναπαραγωγής του συστήματος. Αν απλώς αγνοήσουμε το πρόβλημα και αρκεστούμε σε μια καταγγελία γινόμαστε αναχωρητική αριστερά που περιμένει το σύστημα να πέσει από τις δικές του αντιφάσεις.
Ριζοσπαστική Αριστερά είμαστε αν μιλάμε για την πολιτική ουσία του θέματος, που οδηγούν όλα αυτά, ποιος ιδιοποιείται τα κέρδη και ποιος πληρώνει τα σπασμένα, και τι δυνατότητες πρόσκαιρων ή μακροχρόνιων συμμαχιών σου δίνουν οι τοποθετήσεις των εμπλεκόμενων κοινωνικών τάξεων ή ομάδων αλλά και πολιτικών και κοινωνικών φορέων. Για μας το ζήτημα της οικοδόμησης του μετώπου των δυνάμεων που αποδομεί βαθμιαία ή ανατρέπει το υπάρχον σύστημα, είναι θέμα της καθημερινότητας και της επικαιρότητας αλλά ταυτόχρονα και διαχρονικό. Η απάντηση δεν είναι θεωρητική, ούτε προβλέψιμη αλλά πρέπει να διαθέτεις εκείνον το φορέα (κόμμα) που είναι σε θέση, να αισθάνεται τις κοινωνικές και πολιτικές προσλαμβάνουσες, να τις αναλύει, να τις μετατρέπει σε πρόγραμμα και πρόταση και να εμπνέει και να ενεργοποιεί δυνάμεις, ή να τοποθετείται στο πλευρό τους.
Ε λοιπόν ας το φτιάξουμε αυτό το κόμμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο πόλος γυρω από τον οποίο πρέπει να φτιαχτεί αυτό, αλλά σίγουρα δεν έχει γίνει αυτό που απαιτούν οι περιστάσεις. Δεν υπάρχει όμως κάτι άλλο πέρα από αυτόν που να μπορεί δυνητικά να μετεξελιχτεί σε πρότυπο κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Αυτό το πρότυπο κόμμα είναι αναγκαία και ικανή συνθήκη της ύπαρξης της Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Δεν συνεχίζω άλλο σ’ αυτό γιατί απάντηση πρέπει να είναι συλλογική και όχι ατομική. Πάντως ένα είναι σίγουρο. Η υπόθεση Novartis μας δίνει την ευκαιρία να ξαναθέσουμε πολιτικά ζητήματα, όπως μόνο η ριζοσπαστική Αριστερά μπορεί και να αναπληρώσουμε χαμένο έδαφος.
Αντώνης Βασιλείου