“Ο Αντώνης”
Γράφει ο Ιάκωβος Καμπανέλλης για την ιστορία του τραγουδιού:
«Ήταν μετά το μεσημεριανό φαϊ. Οι Ες-Ες επικεφαλής των συνεργείων των τιμωρημένων είχανε ως εκείνη την ώρα «ξεκάνει» 17 Εβραίους και Ρώσους αιχμαλώτους πολέμου. Μόλις κάποιος παραπατούσε τον σέρνανε στα συρματοπλέγματα του φράχτη. Εκεί ο Ες-Ες τον έχωνε ανάμεσα στο φράχτη και τον πυροβολούσε. Ύστερα έγραφε σε ένα μπλοκ «Ο υπ’αριθ. 137.566 κρατούμενος, αποπειραθείς να δραπετεύσει, εξετελέσθη επι τόπου». Αυτή τη σημείωση την κρατούσε για την βραδυνή αναφορά. Έγραφε όμως άλλη μια και την καρφίτσωνε πάνω στον πεθαμένο «Μόνο η πειθαρχία οδηγεί εις την ελευθερία».
Σ’ ένα ανέβασμα της σκάλας του λατομείου, ένας Εβραίος άρχισε να παραπατά. Ο Αντώνης του έκανε νόημα να πλησιάσει. Ο Εβραίος πλησίασε κι ο Αντώνης κράτησε το δικό του αγκωνάρι με το δεξιό και με τ’ αριστερό σήκωσε το αγκωνάρι του Εβραίου. Όμως αυτό έγινε στη μέση της σκάλας. Έμενε ακόμα πολύ ανέβασμα. Ο Ες-Ες τους είδε και τους χώρισε. Διέταξε τον Εβραίο να τρέξει. Αυτός ανέβηκε λίγα σκαλοπάτια, ύστερα άφησε την πέτρα να πέσει και γονάτισε στο σκαλί. Ο Ες-Ες πλησίασε και του είπε να ανοίξει το στόμα. Ο Εβραίος άνοιξε το στόμα. Ο Ες-Ες έβγαλε το περίστροφο, το έχωσε στο στόμα του Εβραίου και πυροβόλησε. Ύστερα γύρισε προς τον Αντώνη και στύλωσε τα μάτια επάνω του. Ο Αντώνης τον κύτταξε άφοβα. Ύστερα πλησίασε τον νεκρό, φορτώθηκε και το δεύτερο αγκωνάρι και συνέχισε να ανεβαίνει την σκάλα. Ο Ες-Ες πάγωσε. Δεν είπε τίποτε. Δεν έκανε τίποτε.
Όταν όμως ξαναγύρισαν στο λατομείο για να ξαναφορτωθούν αγκωνάρια φώναξε τον Αντώνη να πάει κοντά. Άρχισε να βολτάρει σαν μανιακός ανάμεσα στις πέτρες και να ψάχνει. Βρήκε ένα αγκωνάρι διπλό από τ’άλλα, τό’δειξε στον Αντώνη και του είπε "Αυτό είναι το δικό σου". Ο Αντώνης κύτταξε το αγκωνάρι, ύστερα τον Ες-Ες, ύστερα τα σκόρπια αγκωνάρια γύρω του. Όλοι οι άλλοι κάνανε πως δεν βλέπανε, πως δεν ακούγανε. Στο Μαουτχάουζεν το ένας για όλους και όλοι για έναν, ήταν νόμος. Τρέμανε για το τι θα έβγαινε από τούτο το μπλέξιμο. Αυτός ο Έλληνας το πήγαινε φιρί-φιρί. Ο Ες-Ες είχε κιόλας βγάλει το περίστροφό του από τη θήκη, το 'τριβε νευρικά στο παντελόνι του και ετοιμάζονταν. Ο Αντώνης σταμάτησε μπροστά σ’ένα αγκωνάρι ακόμα πιο μεγάλο από εκείνο που του διάλεξε ο Ες-Ες. «Αυτό είναι το δικό μου», είπε και το φορτώθηκε. Σ’ όλους τους δρόμους που κάνανε ως το βράδυ, ώσπου σήμανε η ώρα για μέσα ο Αντώνης διάλεγε και φορτωνόταν τα πιο βαριά αγκωνάρια. Το ίδιο βράδυ το στρατόπεδο απ’άκρη σ’άκρη μίλαγε για τον Έλληνα τον Αντώνη.
Τέτοια νέα αναταράζανε το Μαουτχάουζεν. Ήταν μια κρυφή διανομή ελευθερίας.»
Όπως μας πληροφορεί ο Adam Giannikos "η μουσική του Μίκη Θεοδωράκη, από το «Αντώνης» στην «Μπαλάντα του Μαουτχάουζεν», ακούγεται στο πλέον πατριωτικό τραγούδι του Αφγανιστάν, το «Watan Ishq Tu Watan Iftekharam» («Πατρίδα μου, η αγάπη μου για 'σένα είναι η τιμή μου»), όπως ηχογραφήθηκε το 1980 και τραγουδήθηκε από τον θρύλο Abdel Wahab Madadi κι έγινε περίπου ο εθνικός ύμνος των Αφγανών στις δεκαετίες που ακολούθησαν, όποιο πολιτικό πείραμα (αστικό, κομμουνιστικό, ισλαμικό) κι αν επιφύλαξε η μεταπολεμική ιστορία γι' αυτή τη χώρα."