Μάκης Σπαθής: Συμβολή και Παρατηρήσεις επί του Κειμένου της Ομπρέλας
Για την επιτυχία ενός αποτελεσματικού κοινωνικού και πολιτικού μετώπου στη σημερινή συγκυρία είναι αναγκαίες τουλάχιστον δύο προϋποθέσεις:
α) Η συστηματική ανάλυση, μελέτη και καταγραφή των κοινωνικών αναγκών σήμερα, η εμπεριστατωμένη απεικόνιση των πολιτικών τάσεων του εκλογικού σώματος αλλά και η αποτύπωση των κυρίαρχων ιδεολογικών και ψυχολογικών συμπεριφορών των κοινωνικών υποκειμένων, που αυτές καθορίζουν την στάση των ανθρώπων σε συνδυασμό με την οικονομική τους κατάσταση και την πολιτική τους ένταξη. Μία τέτοια μελέτη όμως για να είναι ακριβής δεν μπορεί να περιορίζεται στις ποιοτικές και ποσοτικές αναλύσεις των εμπειρικών δημοσκοπικών ερευνών της κοινής γνώμης επί διαφόρων ερωτημάτων της συγκυρίας. Η παραπάνω μελέτη απαιτεί μία σοβαρή και σε βάθος κοινωνιολογική ανάλυση της ελληνικής κοινωνίας από τη Μεταπολίτευση, που θα συνοδεύεται από τις πολιτικές καταγραφές, τις κοινωνικές διεκδικήσεις και τις δικαιωμένες ή αδικαίωτες επιδιώξεις των κοινωνικών και πολιτικών αγώνων. Μία ανάλυση που θα επικεντρώνεται κυρίως στις μεγάλες ανατροπές που δημιουργήθηκαν στο πολιτικό σύστημα την τελευταία κυρίως δεκαετία μετά την κρίση χρέους του 2008, και δημιούργησαν τους όρους για την ανάδειξη του αρχικά πρωταγωνιστικού ρόλου στη ζωή του τόπου, του πολιτικού υποκείμενου της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, όπως αυτό εκπροσωπήθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά πού σήμερα βρίσκεται σε κάμψη και αμφισβήτηση για το εάν μπορεί και θέλει να αποτελεί το φορέα για σημαντικές πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές ανατροπές. Μια τέτοια ανάλυση θα απαντήσει τι εννοούμε σήμερα όταν αναφερόμαστε στη μεγάλη Προοδευτική Παράταξη, το "μεσαίο χώρο", στον περίφημο "κεντρώο" χώρο και τη διαίρεση μεταξύ "λαϊκιστών και εκσυγχρονιστών" που επικαλούνταν συστηματικά οι αστικές δυνάμεις από την εποχή της "Παπανδρεικής" κυριαρχίας και της "Σημιτικής" της μετάλλαξης. Μπορεί επίσης να απαντήσει στο ερώτημα για το πώς πολιτικά σήμερα εκπροσωπείται ο επί τρεις δεκαετίες κόσμος του ΠΑΣΟΚ, να εξηγεί δηλ. το ότι το μεγάλο λαϊκό τμήμα του μετακόμισε στο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ το "ριζοσπαστικό" ή "ακραίο κέντρο" που απαρτιζόταν από τους «κοσμοπολίτες εκσυγχρονιστές και τεχνοκράτες μεταρρυθμιστές» μετατοπίστηκε κατά ένα μέρος του αρχικά μέσω του Ποταμιού στη ΝΔ, και κατά ένα δεύτερο παραμένει στο ΚΙΝΑΛ, αλλά αλληθωρίζει προς τη ΝΔ, όπως επανειλημμένα αποδεικνύουν όλα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των δημοσκοπήσεων όπου επικροτεί τις πολιτικές της ΝΔ σε ποσοστά μεγαλύτερα ακόμα και από τους καθαρόαιμους δεξιούς ψηφοφόρους. Μία τέτοια ανάλυση θα δώσει ουσιαστική απάντηση στο ερώτημα των κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών, στο με ποιους και πάνω σε ποια πολιτική στόχευση μπορεί να οικοδομηθεί σήμερα ένα μέτωπο κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που θα αντιμετωπίσει τη νεοφιλελεύθερη νέο δημοκρατική βαρβαρότητα.
β) Το θέμα του κριτικού απολογισμού της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, κεφαλαιώδες ζήτημα: μετά την πρώτη απόπειρα που έγινε με το κείμενο απολογισμού σε μία Κεντρική Επιτροπή και έκτοτέ αγνοείται η τύχη του. Και όταν μιλάμε για απολογισμό εννοούμε την ανάδειξη όλων των αδυναμιών και των λαθών, ατομικών και συλλογικών, που οδήγησαν πολλούς ανθρώπους του ΣΥΡΙΖΑ να χάσουν την εμπιστοσύνη τους. Ενός απολογισμού που θα εξηγεί πειστικά το πλαίσιο και τα όρια μέσα στα οποία προσπαθήσαμε να υλοποιήσουμε ένα πρόγραμμα υπεράσπισης κοινωνικών διεκδικήσεων στην πενταετία της διακυβέρνησης δίχως την αναγκαία επιτυχία και συνακόλουθα με την αμφισβήτηση από την κοινωνία του όλου εγχειρήματος του ΣΥΡΙΖΑ. Ενός απολογισμού που θα περιλαμβάνει μία σοβαρή ανάλυση των σημερινών οικονομικών και πολιτικών συνθηκών σε Ελλάδα, Ευρώπη και διεθνώς έτσι ώστε να απαντήσει στο εάν και κατά πόσον οι προγραμματικές μας διακηρύξεις είναι σήμερα ρεαλιστικές και μπορούν να οδηγήσουν στις αναγκαίες ανατροπές. Ενός απολογισμού που θα απαντάει στο εάν πρόκειται για ατομικές πολιτικές ανεπάρκειες ή για μια δομική διαχρονική αδυναμία της ιδεολογικοπολιτικής μας ταυτότητας, που μας εγκλωβίζει στην παράδοση της σοσιαλδημοκρατικής ρεφορμιστικής αριστεράς. Θυμίζω ότι αυτή πάντοτε ισχυριζόταν ότι αρκεί η κατάληψη του κράτους μέσω μιας κυβερνητικής πλειοψηφίας ώστε αυτό να μετασχηματίσει σταδιακά τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής σε σοσιαλιστικό.