Μάκης Σπαθής

08
03

Μάκης Σπαθής: Σκέψεις με αφορμή τις νομαρχιακές συνδιασκέψεις και τις προγραμματικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ

Υπάρχει όμως κάτι θετικό που θα μπορούσε να οδηγήσει την Αριστερά σε ένα πολιτικό σχέδιο με αισιόδοξες προοπτικές; Η απάντησή μου είναι «ναι υπάρχει» και είναι η αναφορά στο κοινωνικό ζήτημα και τις ανάγκες των πολλών. Από το κείμενο των προγραμματικών θέσεων μπορούν να προκύψουν αιχμές συγκεκριμένες και εύκολα αναγνωρίσιμες που να επηρεάζουν και κατευθύνουν τους κοινωνικούς αγώνες στο αίτημα της ανατροπής. Αυτές όμως για να μετουσιωθούν σε πολιτικό σχέδιο θα πρέπει να εμπνέονται και να εστιάζουν στις κοινωνικές αντιστάσεις που ήδη δημιουργούνται. Για παράδειγμα, οι αντιστάσεις που αναπτύσσονται με επίκεντρο το πανεπιστήμιο και την παιδεία στον αυταρχισμό και την καταστολή που με απόλυτη συνέπεια υπηρετεί η κυβέρνηση είναι ένα δείγμα μιας αιχμής που εάν με συνέπεια την υπηρετήσει η Αριστερά θα βρει ένα μονοπάτι προς το αδιέξοδο. Είναι επίσης η αιχμή στις εργασιακές σχέσεις και την λιτότητα, είναι η αντίθεση στον αστικό εθνικισμό που ενσωματώνει και καταβροχθίζει και την αριστερά στην υπηρεσία των "εθνικών δικαίων" για να την μασήσει και να πετάξει στη συνέχεια τα κοκαλάκια της. Είναι γενικώς δηλαδή τα αιτήματα που πλαισιώνουν το πολιτικό σχέδιο, εστιάζονται σε συγκεκριμένες κοινωνικές ανάγκες που εάν τα  υπηρετούμε με τον κόσμο που τα διεκδικεί, θα βρούμε τον τρόπο να συστρατευτούμε σε μία μεγάλη αλλαγή.
13
01

Μάκης Σπαθής: Συμβολή και Παρατηρήσεις επί του Κειμένου της Ομπρέλας

Για την επιτυχία ενός αποτελεσματικού κοινωνικού και πολιτικού μετώπου στη σημερινή συγκυρία είναι αναγκαίες  τουλάχιστον δύο προϋποθέσεις: α) Η συστηματική ανάλυση, μελέτη και καταγραφή των κοινωνικών αναγκών σήμερα, η εμπεριστατωμένη απεικόνιση των πολιτικών τάσεων του εκλογικού σώματος αλλά και η αποτύπωση των κυρίαρχων ιδεολογικών και ψυχολογικών συμπεριφορών των κοινωνικών υποκειμένων, που αυτές καθορίζουν την στάση των ανθρώπων σε συνδυασμό με την οικονομική τους κατάσταση και την πολιτική τους ένταξη. Μία τέτοια μελέτη όμως για να είναι ακριβής δεν μπορεί να περιορίζεται στις ποιοτικές και ποσοτικές αναλύσεις των εμπειρικών δημοσκοπικών ερευνών της κοινής γνώμης επί διαφόρων ερωτημάτων της συγκυρίας. Η παραπάνω μελέτη απαιτεί μία σοβαρή και σε βάθος κοινωνιολογική ανάλυση της ελληνικής κοινωνίας από τη Μεταπολίτευση, που θα συνοδεύεται από τις πολιτικές καταγραφές, τις κοινωνικές διεκδικήσεις και τις δικαιωμένες ή αδικαίωτες επιδιώξεις των κοινωνικών και πολιτικών αγώνων. Μία ανάλυση που θα επικεντρώνεται κυρίως στις μεγάλες ανατροπές που δημιουργήθηκαν στο πολιτικό σύστημα την τελευταία κυρίως δεκαετία μετά την κρίση χρέους του 2008, και δημιούργησαν τους όρους για την ανάδειξη του αρχικά πρωταγωνιστικού ρόλου στη ζωή του τόπου, του πολιτικού υποκείμενου της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, όπως αυτό εκπροσωπήθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά πού σήμερα βρίσκεται σε κάμψη και αμφισβήτηση για το εάν μπορεί και θέλει να αποτελεί το φορέα για σημαντικές πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές ανατροπές. Μια τέτοια ανάλυση θα απαντήσει τι εννοούμε σήμερα όταν αναφερόμαστε στη μεγάλη Προοδευτική Παράταξη, το "μεσαίο χώρο", στον περίφημο "κεντρώο" χώρο και τη διαίρεση μεταξύ "λαϊκιστών και εκσυγχρονιστών" που επικαλούνταν  συστηματικά οι αστικές δυνάμεις από την εποχή της "Παπανδρεικής" κυριαρχίας και της "Σημιτικής" της  μετάλλαξης. Μπορεί επίσης να απαντήσει στο ερώτημα για το πώς πολιτικά σήμερα εκπροσωπείται ο επί τρεις δεκαετίες κόσμος του ΠΑΣΟΚ, να εξηγεί δηλ. το ότι το μεγάλο λαϊκό τμήμα του μετακόμισε στο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ το "ριζοσπαστικό" ή "ακραίο κέντρο" που απαρτιζόταν από τους «κοσμοπολίτες εκσυγχρονιστές και τεχνοκράτες μεταρρυθμιστές» μετατοπίστηκε κατά ένα μέρος του αρχικά μέσω του Ποταμιού στη ΝΔ, και κατά ένα δεύτερο παραμένει στο ΚΙΝΑΛ, αλλά αλληθωρίζει προς τη ΝΔ, όπως επανειλημμένα αποδεικνύουν όλα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των δημοσκοπήσεων όπου επικροτεί τις πολιτικές της ΝΔ σε ποσοστά μεγαλύτερα ακόμα και από τους καθαρόαιμους δεξιούς ψηφοφόρους. Μία τέτοια ανάλυση θα δώσει ουσιαστική απάντηση στο ερώτημα των κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών, στο με ποιους και πάνω σε ποια πολιτική στόχευση μπορεί να οικοδομηθεί σήμερα ένα μέτωπο κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που θα αντιμετωπίσει τη νεοφιλελεύθερη νέο δημοκρατική βαρβαρότητα. β) Το θέμα του κριτικού απολογισμού της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, κεφαλαιώδες ζήτημα: μετά την πρώτη απόπειρα που έγινε με το κείμενο απολογισμού σε μία Κεντρική Επιτροπή και έκτοτέ  αγνοείται η τύχη του. Και όταν μιλάμε για απολογισμό εννοούμε την ανάδειξη όλων των αδυναμιών και των λαθών, ατομικών και συλλογικών, που οδήγησαν πολλούς ανθρώπους του ΣΥΡΙΖΑ να χάσουν την εμπιστοσύνη τους. Ενός απολογισμού που θα εξηγεί πειστικά το πλαίσιο και τα όρια μέσα στα οποία προσπαθήσαμε να υλοποιήσουμε ένα πρόγραμμα υπεράσπισης κοινωνικών διεκδικήσεων στην πενταετία της διακυβέρνησης δίχως την αναγκαία επιτυχία και συνακόλουθα με την αμφισβήτηση από την κοινωνία του όλου εγχειρήματος του ΣΥΡΙΖΑ. Ενός απολογισμού που θα περιλαμβάνει μία σοβαρή ανάλυση των σημερινών οικονομικών και πολιτικών συνθηκών σε Ελλάδα, Ευρώπη και διεθνώς έτσι ώστε να απαντήσει στο εάν και κατά πόσον οι προγραμματικές μας διακηρύξεις είναι σήμερα ρεαλιστικές και μπορούν να οδηγήσουν στις αναγκαίες ανατροπές. Ενός απολογισμού  που θα απαντάει στο εάν πρόκειται για ατομικές πολιτικές ανεπάρκειες ή για μια δομική διαχρονική αδυναμία της ιδεολογικοπολιτικής μας ταυτότητας, που μας εγκλωβίζει στην παράδοση της σοσιαλδημοκρατικής ρεφορμιστικής αριστεράς. Θυμίζω ότι αυτή πάντοτε ισχυριζόταν ότι αρκεί η κατάληψη του κράτους μέσω μιας κυβερνητικής πλειοψηφίας ώστε αυτό να μετασχηματίσει σταδιακά τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής σε σοσιαλιστικό.
05
07

ΛΟΓΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ, ΒΙΟΙ; Mε αφορμή την τελευταία σύγκληση της ΚΕΑ

Από το λόγο του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ στην ΚΕΑ και το κείμενο των 8 προκύπτει μία κύρια αντίφαση για το τι είδους μετασχηματισμό προτείνουν να συντελεστεί στο πολιτικό υποκείμενο που ήταν μέχρι πρόσφατα γνωστό ως Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Τα επιχειρήματα για την ανάγκη μιας νέας κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας συνάδουν με αυτά της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας όταν επρόκειτο να εγκαταλείψει την κεϋνσιανή στρατηγική κοινωνικού κράτους και προστασίας της εργασίας, και συγκλίνουν σε μία πολιτική «τρίτου δρόμου» που θυμίζει εξαιρετικά τη «θεωρία» του Γκίντενς, μέντορα του Μπλερ. Η επίκληση τον κοσμοϊστορικών αλλαγών στον παγκόσμιο καπιταλισμό εν όψει της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, η ταξική συνεργασία μεταξύ επιχειρηματιών, του κόσμου της εργασίας, και του πλήθους των κατακερματισμένων κοινωνικών μερίδων (!) και η ανάγκη ενός κόμματος της πληθυντικής αριστεράς, που περιλαμβάνει επίσης κάθε μορφής κινήματα, είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του λόγου που εκφωνείται. Η αντίφαση όμως προκύπτει όταν ο λόγος αυτός πρέπει να συμπεριλάβει και προγραμματικές θέσεις που θα εκφράζουν το γενικό κοινωνικό συμφέρον. Επειδή οι καπιταλιστικές κρίσεις την τελευταία δεκαετία συν την κρίση της πανδημίας που επικάθεται σ’ αυτές, μεταφέρουν τα βάρη στον κόσμο της εξασφαλισμένης εργασίας αλλά παράλληλα δημιουργούν ένα τεράστιο κοινωνικό στρώμα με επισφάλεια, ανεργία, φτωχοποίηση, μετανάστευση, προσφυγιά, νεολαία με αβέβαιες προοπτικές και μέλλον. Όμως ο κοινός αυτός λόγος δεν συμπεριλαμβάνει τα παραπάνω σε ενιαίο σύνολο θυμάτων της κυρίας αντίθεσης κεφαλαίου-εργασία, αλλά ως ένα συνονθύλευμα επιμέρους κοινωνικών κατηγοριών που συλλήβδην υπάρχουν για να δώσουν περιεχόμενο στην πληθυντική αριστερά.  Αναγκάζονται όμως να καταφύγουν σε προτάσεις υπεράσπισης του κόσμου της εργασίας και όλων των θυμάτων της κρίσης που συνάδουν σε πολλά σημεία με τον πυρήνα και τις πολιτικές της Αριστεράς. Συνακόλουθα, η εισήγηση του προέδρου αλλά και των 8 περιλαμβάνει αρκετές αναφορές που προσιδιάζουν στον αριστερό λόγο. Τίθεται λοιπόν το ερώτημα για ποιον ακριβώς λόγο γίνεται τόση φασαρία να αποστασιοποιηθεί ένα κόμμα από αυτό που υποτίθεται ότι το χαρακτήριζε μέχρι τώρα ως πολιτικό υποκείμενο της ριζοσπαστικής αριστεράς. Η απάντηση αποτελεί το κλειδί για να διατυπωθεί μία ξεκάθαρη θέση στα επίδικα ζητήματα, δηλ. το ερώτημα της ανασυγκρότησης του κόμματος, της διεύρυνσης των κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών, και τελικά το ερώτημα του μετασχηματισμού. Οι αντιφατικές τοποθετήσεις του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ και οι μετεωρίσεις μεταξύ Αριστεράς και Κέντρου πηγάζουν πιθανόν από τις τραυματικές εμπειρίες μετά την ανάληψη της κυβέρνησης το 2015, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το ριζοσπαστικό αριστερό του πρόγραμμα και να προσαρμοστεί στις μνημονιακές  πολιτικές, ελπίζοντας  πώς υπερασπιζόμενος εν μέρει την εργασία θα του αναγνωριζόταν η «φιλότιμη προσπάθεια» και θα του δινόταν η δυνατότητα να συνεχίσει την πολιτική του. Το πράγμα μοιάζει σαν η δέσμευση στις ριζοσπαστικές απαντήσεις και λύσεις μίας αριστερής διαχείρισης να αποτελούν "άχθος αρούρης",  ασήκωτο βάρος, όταν ο διεθνής, ο ευρωπαϊκός, και εγχώριος συσχετισμός είναι δυσμενής ενώ η κοινωνική συνεργασία και «ειρήνη» για την αντιμετώπιση των μεγάλων καπιταλιστικών αντιθέσεων, κατά τη ρητορική τους τα μείζονα « εθνικά ζητήματα»,  είναι διαχειρίσιμα και αποτελούν μία εύκολη υπόθεση. Μία τέτοια όμως θεώρηση  σε διαφοροποιεί ελάχιστα από το αντίπαλο πολιτικό στρατόπεδο: τα κόμματα-καρτέλ δεν έχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ τους, αλλά μπορούν να εναλλάσσονται στην εξουσία ικανοποιώντας στο μέτρο του δυνατού τα συμφέροντα του εκάστοτε στελεχικού τους δυναμικού με πελατειακά κριτήρια.  Εν κατακλείδι, θυμίζω ότι η Ριζοσπαστική Αριστερά μπορεί να υπάρχει μόνο ως διακριτό πολιτικό υποκείμενο δρώντας στα πλαίσια του Ιδεολογικού Πολιτικού Μηχανισμού του Κράτους εφόσον και μόνον οργανώνει τη δράση της, με τις αντίστοιχες συγκρούσεις, σε δύο μέτωπα: το καπιταλιστικό σύστημα και το αστικό κράτος μη ξεχνώντας ποτέ ότι αυτό δρα ως ο συλλογικός κεφαλαιοκράτης για να εξασφαλίζει την αναπαραγωγή του. 
17
06

Από την «Κυβέρνηση της Αριστεράς» στην «Κυβέρνηση Προοδευτικής Συνεργασίας»

Ο «μεσαίος χώρος» που στερείται ιδεολογικής συνοχής και σταθερής πολιτικής ένταξης αποτελεί σήμερα ζητούμενο ως προς το πώς θα ενταχθεί σε ένα αριστερό πολιτικό σχέδιο και πρόγραμμα. Αντί λοιπόν αυτό να απασχολεί το κόμμα της αριστεράς έχει γίνει μόνιμος εφιάλτης του. Είναι αδιαμφισβήτητο το γεγονός ότι ένα αριστερό κόμμα πρέπει να επεξεργαστεί πειστικές απαντήσεις. Ρυθμίσεις που θα αφορούν τους εργαζόμενους σε αυτόν είναι εύκολο να κατασκευαστούν, δηλ. εξασφαλισμένη εργασία μέσω συλλογικών συμβάσεων, αυξήσεις των κατώτατων μισθών και ένα υγιές ασφαλιστικό ταμείο θα περιλαμβάνονται εκ των ων ουκ άνευ σε ένα αριστερό πρόγραμμα. Οι θέσεις όμως αυτές δυσαρεστούν τους επιχειρηματίες και τους ελεύθερους επαγγελματίες που δραστηριοποιούνται σε αυτόν το χώρο . Η αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ έχει ανακαλύψει το γενικό και αόριστο σχήμα της παραγωγικής ανασυγκρότησης που θα μετέτρεπε τις επιχειρήσεις να αποκτήσουν την αναγκαία ανταγωνιστικότητα και εξωστρέφεια ώστε να αποτελούν μέρος ενός σχεδιασμού  αναπαραγωγής του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής  σε "υγιείς βάσεις". Όσο όμως ένα τέτοιος προγραμματισμός δεν γίνεται συγκεκριμένος δεν μπορεί να παράξει πολιτικά αποτελέσματα, εξου η επιλογή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ να καταφεύγει στο θολό πολιτικό σχήμα της κοινωνικής και πολιτικής συμμαχίας που θα περιλαμβάνει το «μεσαίο χώρο» στη βάση γενικόλογων διατυπώσεων με στόχο τον επαναπατρισμό από τη ΝΔ.
02
05

Μπορούμε να βάλουμε σε τάξη τα πράγματα;

Για να χαράξεις μία διαχωριστική γραμμή σήμερα ανάμεσα στην αριστερά και τους άλλους πρέπει να διεισδύσεις στον πυρήνα της καπιταλιστικής σχέσης. Τι σημαίνει αυτό: -Να αποτυπώσεις με σαφήνεια στον προγραμματικό σου λόγο και τις θέσεις σου ότι θα αγωνιστείς με όλα τα μέσα για να μην αποδεχθείς ένα ακόμη μνημόνιο που είναι πιθανό να συμβεί με βάση τις χρηματοδοτικές λύσεις που επεξεργάζεται η ΕΈ,  καλώντας και το κοινωνικό σώμα να εκφραστεί αλλά και τις πολιτικές δυνάμεις να πάρουν θέση. - Καμία αύξηση του δημόσιου χρέους ως ποσοστό επί του ΑΕΠ δεν θα γίνει αποδεκτή με την προσθήκη των δανείων που θα χορηγηθούν για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης αλλά και των ποσών που θα διατεθούν για τη διάσωση του κεφαλαίου. Ως σημείο υποχώρησης θα μπορούσε να διατυπωθεί μία πρόταση διαγράφης παλαιού χρέους ισόποσου με την αύξηση του χρέους που ο νέος δανεισμός θα δημιουργήσει. - Να καταγράψεις με σαφήνεια ότι θα αντισταθείς με όλα τα μέσα ώστε να μην μεταφερθεί στον κόσμο της εργασίας κανένα μέρος του επιμερισμού του οικονομικού κόστους που θα προκύψει από τις χρηματοδοτήσεις (δανειακές ή επιχορηγήσεις), οι οποίες θα διατεθούν για την διάσωση του καπιταλισμού σε Ευρώπη και Ελλάδα. - Να υπερασπιστείς με κάθε τρόπο τη μη εφαρμογή αλλά και την κατάργηση των όσων έχουν παραμείνει ως ουρές από τα προηγούμενα μνημόνια, δηλ. ως μηχανισμοί για την επιβολή λιτότητας στον κόσμο της εργασίας (δημοσιονομικός, εργασιακός χρηματοπιστωτικός). Καμία μείωση μισθών και συντάξεων στο δημόσιο τομέα, αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ για τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, κατάργηση κάθε μορφής επισφαλούς εργασίας, διαγραφή των χρεών των υπερχρεωμένων νοικοκυριών και των μικρών επιχειρήσεων με τη μορφή μιας νέας  σεισάχθειας, και διαμόρφωση ενός νέου Πτωχευτικού Δικαίου για να περνά στα χέρια των εργαζομένων η διαχείριση των επιχειρήσεων που κλείνουν. - Καμία νέα κεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών δεν θα γίνει αποδεκτή εάν δεν συνοδεύεται από την μεταφορά της διοίκησης και του ελέγχου στη δικαιοδοσία του Κράτους. - Απόλυτη θωράκιση των δύο πυλώνων του δημόσιου τομέα, υγείας και παιδείας, από τις επιθέσεις που δέχονται για την ιδιωτικοποίηση τους με όρους ελεύθερης αγοράς. - Περιβάλλον, κλιματική αλλαγή, νέος ενεργειακός σχεδιασμός και η επανακρατικοποίηση των παραγωγικών τομέων που άπτονται των κοινών αγαθών θα πρέπει να αποτελούν βασικές προτεραιότητες για την ακύρωση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών
31
03

Μάκης Σπαθής: Σκέψεις διάχυτες, σαν τον κορονοϊό

Στη περίπτωση της Ελλάδας η καταιγίδα της επιδημίας έφερε τα πάνω κάτω. Η Ν.Δ. ως ο κύριος εκπρόσωπός του νεοφιλελευθερισμού, της ατομικής ανέλιξης , της ιδιωτικοποίησης της ασφάλισης και της υγείας, έγινε εν μια νυκτί υπέρμαχος  του κράτους πρόνοιας, της δημόσιας υγείας, της συλλογικής προσφοράς και ευθύνης και αποτελεσματικός διαχειριστής των τυχαίων συμβάντων και των κρίσεων. Το πάθημα του ΣΥΡΙΖΑ με τους θανάτους στο Μάτι και τους πνιγμούς στην Ελευσίνα, αποτέλεσμα ενός μη διαχειρίσιμου συμβάντος που με την συνδρομή των εχθρικών ΜΜΕ επέφερε ένα καίριο πλήγμα στην αξιοπιστία του ΣΥΡΙΖΑ, έγινε το καλύτερο μάθημα στο  Μητσοτάκη που άδραξε την ευκαιρία για να πετύχει τη μέγιστη δυνατή κοινωνική συναίνεση  εφόσον υπερασπίζεται το απολυτό αγαθό της ζωής μας που απειλείται. Μέσα σ’ αυτόν το κουρνιαχτό οι παράπλευρες απώλειες στην αγορά εργασίας, στα ανθρώπινα δικαιώματα, στο προσφυγικό, στην απόγνωση των απόκληρων του κοινωνικού δαρβινισμού εμφανίζονται ως δευτερεύουσες πλευρές του «πολέμου». Μέσα σε ένα τέτοιο κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον, ο ρόλος ή καλύτερα η ύπαρξη της Αριστεράς, του ΣΥΡΙΖΑ, της άλλης αντιπολίτευσης, αναζητείται στα ψιλά  γράμματα των δελτίων ειδήσεων για να μην παραβιάζονται και οι κανόνες του ΕΣΡ μιας και έχουμε ακόμη «δημοκρατία». Το ερώτημα επομένως για το πώς θα διαμορφωθεί το πολιτικό πεδίο την επόμενη μέρα είναι ζητούμενο. Το αντιδεξιό μέτωπο και οι προοδευτικές συμμαχίες φαντάζουν πια παιδαριώδεις πολιτικές μπροστά στα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που θα ενσκήψουν εάν και όταν απαλλαγούμε από τον ιό. Παρά το γεγονός ότι η ιστορία εξελίσσεται ως διαδικασία χωρίς υποκείμενο, τέλος και σκοπό και ο κατά τον Αλτουσέρ  «υλισμός του αστάθμητου» ξεδιπλώνεται μπροστά μας, τώρα είναι η στιγμή για την Αριστερά να διεκδικήσει το μέγιστο, δηλ. όχι μόνο την ιδεολογική αλλά την πολιτική και στρατηγική ηγεμονία. Αυτό όμως απαιτεί σχέδιο και «πολιτική βία» όση χρειαστεί, για να πείσει το κοινωνικό σώμα ότι ο καπιταλισμός δεν είναι το τελευταίο στάδιο της ανθρωπότητας και πρέπει να ανατραπεί διότι  στο εσωτερικό του, εκτός από την εκμετάλλευση και την καταστολή, εγκυμονεί και την προοπτική της εξαφάνισης του ανθρώπινου είδους.
21
01

Μάκης Σπαθής: Μετασχηματισμός και ανασυγκρότηση: ο μονόδρομος προς το 3ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ

Οι απαντήσεις στα επίδικα ζητήματα που αφορούν το πολιτικό υποκείμενο του ΣΥΡΙΖΑ είναι μονοσήμαντες. Για παράδειγμα, ένα από τα κεντρικά διλήμματα που τον απασχολούν μετά τις εκλογές είναι το ερώτημα «μετασχηματισμός η ανασυγκρότηση». Στην τελευταία διακήρυξή της η Κεντρικής Επιτροπής απάντησε στο δίλημμα αυτό με «την τομή σε συνέχεια», με ένα σύνολο εκδοχών και προϋποθέσεων που παραπέμπουν σε μία σύγχρονη εκδοχή κεντροαριστεράς που να συμπεριλάβει μια ευρύτερη συμμαχία κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που θα εκπροσωπεί την προοδευτική αντιδεξιά παράταξη ως αντίπαλο δέος της ΝΔ. Όμως μια προσεκτική ανάγνωση των όσων λέγονται από τα στελέχη που υποστηρίζουν την άποψη αυτή και από τον τρόπο με τον οποίον ασκείται σήμερα αντιπολίτευση προκύπτει ξεκάθαρα μία στρατηγική που καθορίζεται από τις διαφορές και τις αντιθέσεις που εγγράφονται μόνο στη σφαίρα της πολιτικής ενός Βοναπαρτικού Κράτους. «Εμείς που βγάλαμε τη χώρα από τα μνημόνια και κρατήσαμε την κοινωνία όρθια, χωρίς όμως να θίξουμε το νεοφιλελεύθερο πυρήνα της καπιταλιστική εξουσίας και εκμετάλλευσης, είμαστε καλύτεροι διαχειριστές από την δεξιά. Μπορούμε να εμπεδώσουμε μία κανονικότητα με μοναδική ρυθμιστική αρχή τον ορθό λόγο και την αλήθεια, ο οποίος αν επικοινωνείται αντικειμενικά θα επιλύει τις κοινωνικές αντιθέσεις προς όφελος των εργαζομένων». Η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ στη νέα περίοδο οργανώνεται γύρω από το ίδιο λάθος που διαπερνούσε την πολιτική του στην πεντάχρονη διακυβέρνηση του. Αυτό που διακήρυττε τότε ο ΣΥΡΙΖΑ η ανάγκη να υλοποιεί χωρίς να υιοθετεί τα μνημόνια μέχρις ότου ξεπεράσουμε την κρίση για να εφαρμόσει στο ακέραιο το μελλοντικό κοινωνικό του πρόγραμμα. Όπως τότε έτσι και τώρα αποσιωπούσε τις ταξικές διαφορές που είναι σε τελευταία ανάλυση η «απούσα» αιτία της κατάστασης των κυριαρχούμενων τάξεων, ακυρώνοντας έτσι μία κοινωνική δυναμική απαραίτητη για να προκαλέσει πραγματικές κοινωνικές εξελίξεις. Τα επιχειρήματα ήταν η σύγχρονη μορφή του παγκόσμιου καπιταλισμού, η παντοδυναμία των χρηματοπιστωτικών αγορών και η ηγεμονία των κρατικών μηχανισμών σε συνδυασμό με το επίπεδο συνείδησης και οργάνωσης του κόσμου της εργασίας, γεγονότα που δεν επέτρεπαν κάτι περισσότερο. Αυτό, έχοντας απέναντι ένα παντοδύναμο σύστημα ενημέρωσης, σχολιασμού και κριτικής που ακύρωνε τα επιχειρήματα του ορθού λόγου τον οποίον επικαλούταν ο ΣΥΡΙΖΑ. Οι προσπάθειες να οργανώσει ένα φιλικό μιντιακό περιβάλλον με τον τρόπο και τα μέσα των αντιπάλων του κατέληξε σε Βατερλό. Αν στην νέα περίοδο συνεχίσει το ίδιο λάθος η κατάληξη θα είναι μοιραία και αν ακόμη συμβεί να επανέλθει στην εξουσία πχ. εξαιτίας της αναζωπύρωσης της οικονομικής κρίσης, γεωπολιτικών συγκρούσεων, ή της απογοήτευσης της κοινωνίας από την πολιτική της ΝΔ. εδώ να τονισθεί ότι αυτό μέχρι στιγμής δεν προκύπτει εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ κληροδότησε στη ΝΔ ένα δημοσιονομικό χώρο έτσι ώστε να μην είναι αναγκασμένη να προβεί σε αιματηρές περικοπές και μειώσεις αφού τουλάχιστον τα πράγματα έχουν ρυθμιστεί για τη νέα δεκαετία. Και αν ακόμη λοιπόν συμβούν όλα αυτά και επανέλθει στην κυβέρνηση μέσα από το σχήμα της προοδευτικής παράταξης και συμμαχικών κυβερνήσεων, το τελικό σκηνικό δεν θα αφορά σε καμία περίπτωση τίποτα από όσα η αριστερά περιλαμβάνει στο ιδεολογικό της οπλοστάσιο. Εάν ο ΣΥΡΙΖΑ δε μετασχηματισθεί και ανασυγκροτηθεί ως συλλογικό πολιτικό υποκείμενο με την δομή και τη λειτουργία ενός κόμματος της μαρξιστικής ριζοσπαστικής αριστεράς, η μάχη θα είναι χαμένη εκ των προτέρων. Επομένως το ερώτημα «μετασχηματισμός η ανασυγκρότηση» είναι παραπλανητικό. Ο ΣΥΡΙΖΑ, εάν συνεχίσει να πολιτεύεται με τον ίδιο τρόπο που έκανε μέχρι τώρα αποϊδεολογικοποιώντας τις ταξικές αντιθέσεις στο όνομα μιας ρεαλιστικής πολιτικής που έχει ανάγκη το «Έθνος και η Πατρίδα» για τη σωτηρία του, θα πάρει οριστικό διαζύγιο με την αριστερά. Έχει ανάγκη λοιπόν από την ανασυγκρότηση και μετασχηματισμό στην παραπάνω κατεύθυνση διότι η θέση στην οποία βρίσκεται σήμερα δεν χαρακτηρίζεται ως αριστερή, με εξαίρεση κάποιες λεπτές αποχρώσεις και κοινωνικές ευαισθησίες.
07
09

ΟΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΡΙΖΑ ΜΕΤΑ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

Στην οικονομία που αποτελεί το καθοριστικό πεδίο για τις σχέσεις εκπροσώπησης των κοινωνικών αιτημάτων στο πολιτικό επίπεδο, οι επιλογές της κυβέρνησης, που θα εκφραστούν όπως πιστεύω και στην ΔΕθ, θα περιλαμβάνουν μέτρα στήριξης και ανακούφισης των κοινωνικών ομάδων που ασφυκτιούν με τη διανομή του πολυδιαφημισμένου πλεονάσματος της φετινής χρονιάς. Η πρόσφατη Κεντρική Επιτροπή, που είχε ως κύριο αντικείμενο την εκλογή νέου γραμματέα, αποτελεί την πιο σημαντική αλλαγή στην παρούσα ιστορική στιγμή ενταγμένη στην προσπάθεια επαναπροσδιορισμού του ΣΥΡΙΖΑ με χαρακτηριστικά κόμματος ριζοσπαστικής αριστεράς. Εάν δεν οργανώσουμε το μέτωπο ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό με κυρίαρχο στόχο την ανάκτηση της εργασίας και τη δημιουργία ευνοϊκών όρων για τη διεξαγωγή αποτελεσματικών κοινωνικών αγώνων με την επαναφορά των θεμελιωδών δικαιωμάτων της εργασίας, το πείραμα του ΣΥΡΙΖΑ θα οδηγηθεί σε τραγωδία. Εάν αυτός ο στόχος επιτευχθεί, η ιδεολογική ηγεμονία θα έχει εξασφαλιστεί και τότε η θέση του «Όσοι πιστοί προσέλθετε» δεν θα αποτελεί απειλή για τα προτάγματα και την Ιδεολογία της αριστεράς. Η απόφαση για την υλοποίηση ενός τέτοιου σχεδίου δεν παραπέμπει στο μακρινό μέλλον, μπορεί και σήμερα να εφαρμοστεί εάν με τις πολιτικές μας επιλογές, τα μέτρα για το κοινωνικό κράτος, τη διευρυμένη επέκταση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, το συνεχή πόλεμο για την ανασφάλιστη και υποδηλωμένη εργασία και την μείωση της ανεργίας καταστήσουμε σαφές στους συνομιλητές μας ότι το μέτωπο ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό με ταξικούς όρους είναι για μας αδιαπραγμάτευτο.
26
04

ΔΙΑΛΟΓΟΣ: ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ…

Ο παραγωγικός μετασχηματισμός της οικονομίας για να είναι δίκαιος θα πρέπει να στοχεύει σε πλευρές του επιθετικού καπιταλιστικού σχηματισμού και όχι απλά στο ανακάτεμα κεφαλαιακών προτεραιοτήτων καπιταλιστικής ανταγωνιστικότητας και εξωστρεφούς προσανατολισμού. Μία τέτοια διαπραγμάτευση όμως με τους δανειστές δεν θα έχει αποτελέσματα εάν δεν γίνεται με όρους ρήξης και ανατροπής, απαλλαγμένης από το φόβο της ήττας σε μία εκλογική αναμέτρηση. Κυρίως πρέπει να τροφοδοτείται από την πεποίθηση πως αν οικοδομηθούν στέρεες και ειλικρινείς σχέσεις με τους «από κάτω» η ελληνική άνοιξη δεν θα αργήσει να γίνει πραγματικότητα.
07
10

Τα φαντάσματα πάνω από την Ευρώπη

Με τα δεδομένα αυτά που ξεδιπλώνονται ήδη μπροστά μας, το αμείλικτο ερώτημα για την αριστερά, τη δική μας αριστερά, την ευρωπαϊκή αριστερά, είναι αν έχουμε επεξεργαστεί ένα πολιτικό σχέδιο αντίστοιχο των αναγκών που οι ιστορικές προκλήσεις επιτάσσουν. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ εξαντλεί τις δυνατότητες που δημιουργούν οι αναταράξεις, αλλά κυρίως η αγωνία των φθαρμένων σοσιαλδημοκρατικών ευρωπαϊκών κομμάτων, να αναζητούν σανίδα σωτηρίας για την πολιτική τους επιβίωση. Η τακτική αυτή όμως, πέρα από μια σχετική χαλάρωση του ασφυκτικού πλαισίου που επιβάλλει το Σύμφωνο Σταθερότητας, αν όλα πάνε κατ’ ευχή, δεν οδηγεί σε ασφαλή μονοπάτια. Η πολυπόθητη ανάπτυξη είναι επισφαλής και οι μνημονιακές δεσμεύσεις μας έχουν τη δική τους δυναμική, ανεξάρτητη από την τύχη του Συμφώνου Σταθερότητας. Το εναλλακτικό σχέδιο για την αριστερά δεν μπορεί να επαφίεται σε συμμαχίες με τα πάσης φύσεως πολιτικά υποκείμενα της κεντροαριστεράς εντός και εκτός Ελλάδας. Αυτό που χρειάζεται η αριστερά είναι η εμπέδωση κοινωνικών συμμαχιών και εκπροσωπήσεων. Για να συμβεί όμως αυτό, εκτός από την ορθή ανάγνωση των κοινωνικών αναγκών, απαιτείται και ένα σχέδιο ρήξης. Αυτό απουσιάζει από τις πολιτικές μας πρωτοβουλίες σήμερα ως κυβέρνηση και κόμμα. Ένα σχέδιο που οριοθετεί με σαφήνεια αφενός τις υποχωρήσεις μας στις διαπραγματεύσεις που βρίσκονται μπροστά μας (στα εργασιακά, για παράδειγμα, να γνωρίζουν όλοι τι θέλουν οι δανειστές, τι απαντάμε εμείς και μέχρι ποιο σημείο θα πάμε). Αφετέρου, το σαφή προσδιορισμό της άρνησης μας να συνεχίζουμε την υλοποίηση ενός αποτυχημένου προγράμματος ες αεί περιμένοντας γενικώς και αορίστως το συνεχώς αναβαλλόμενο ενάρετο κύκλο, ώστε να περάσουμε στην εφαρμογή του δικού μας προγράμματος με κοινωνική μεροληψία, αντι-υφεσιακά μέτρα και ουσιαστική αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου υπέρ των αδύναμων.
  • 1
  • 2