Ενώ οι περιβαλλοντικές απειλές είναι στην πραγματικότητα εκτός ελέγχου, όπως και η ενεργειακή μετάβαση, ενώ η παραγωγή, οι κοινωνικές υπηρεσίες και η απασχόληση πλήττονται από την ακραία νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση, οι αποτελεσματικές διορθωτικές παρεμβάσεις σε αυτούς τους τομείς δεν μπορεί παρά να έχουν δημόσιο χαρακτήρα και να αποφασίζονται και να διοικούνται από θεσμούς διοίκησης κοινών, δηλαδή αναγκαίων για όλους φυσικών πόρων, υπηρεσιών ή αγαθών. Θέματα όπως η περιφερειακή αντιμετώπιση περιβαλλοντικών ζητημάτων που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή, ή άλλα περιβαλλοντικά προβλήματα, η αποκατάσταση σε περιφερειακό επίπεδο αναγκαίων παραγωγικών δραστηριοτήτων και δυνατοτήτων απασχόλησης, η εξασφάλιση των αναγκαίων κοινωνικών υπηρεσιών, απαιτούν εξειδικευμένες αποφάσεις που δεν μπορούν παρά να υιοθετηθούν με την ενεργό συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών ως κοινές αποφάσεις, και να υλοποιούνται υπό τον έλεγχο των κατάλληλων πολιτικών οργάνων. Μια τέτοια προσέγγιση δεν αποτελεί μια «κινηματική» θεώρηση των πάντων, καθώς ο ρόλος ενός κόμματος της Αριστεράς, όπως και της διοίκησης των δημόσιων και κοινωνικών θεσμών στην περίπτωση μιας εκλογικής της νίκης, αποτελούν εργαλεία της επεξεργασίας και υλοποίησης σχεδίων που επιδιώκουν να εκφράσουν το σύνολο της κοινωνίας, και δεν προκύπτουν απλώς από κινηματικές παρεμβάσεις, και ακόμα λιγότερο από μαζικές διαδηλώσεις.
Η διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο 2015–2019 δεν μπόρεσε να ικανοποιήσει το σύνολο των αναγκών των κοινωνικών τάξεων και ομάδων, τις οποίες είχε υποσχεθεί να εκφράσει. Ο πρώτος λόγος είναι ότι η αναγκαστική διαπραγμάτευση με την τρόικα, ήταν ένας μηχανισμός ταυτόχρονης άντλησης εθνικών πόρων από τους δανειστές και επιβολής νεοφιλελεύθερων πληγμάτων. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η προγραμματική προσέγγιση του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπόρεσε να ξεφύγει από αναποτελεσματικές πλέον αντιλήψεις για κεϋνσιανή αναθέρμανση και φορντιστική ανασυγκρότηση του καπιταλιστικού καθεστώτος. Σήμερα, πλέον, προέχει η συγκρότηση συλλογικών μορφών συσπείρωσης των λαϊκών τάξεων και του κόσμου της εργασίας, με την από κοινού επεξεργασία και υλοποίηση έστω και μερικής εμβέλειας σχεδίων, που σε τοπικό ή τομεακό επίπεδο διαμορφώνουν νέες καθεστωτικές πρακτικές.