Δανάη Κολτσίδα

28
12

Δανάη Κολτσίδα: Κίνημα Αλλαγής: Συμβαίνει, αλήθεια, κάτι εδώ;

Η επικοινωνιακή δυναμική που δημιούργησε η νέα ηγεσία σύντομα θα συναντήσει την πολιτική πραγματικότητα – ήδη ένα δείγμα γραφής είδαμε στη συζήτηση του προϋπολογισμού, όπου εκτός του ελλείμματος κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης, καταγράφηκε και ο ενθουσιώδης και ασφυκτικός εναγκαλισμός της νέας ηγεσίας από την κυβέρνηση. Η εξαγγελλόμενη ανατροπή της δυναμικής μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ δεν αποτυπώθηκε στις πρώτες μετεκλογικές δημοσκοπήσεις, παρά τη μιντιακή προσπάθεια δημιουργίας κλίματος δήθεν «πανικού» στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ούτε είναι πολύ πιθανή, καθώς τα κομματικά συστήματα δεν είθισται να βιώνουν μεγάλες ανατροπές κάθε λίγα χρόνια. Βέβαια, αυτό δεν πρέπει να αποτελέσει στοιχείο εφησυχασμού ή να δημιουργήσει αισθήματα αυτάρκειας στον ΣΥΡΙΖΑ. Όσα ειπώθηκαν για την ανάγκη διαμόρφωσης μιας σύγχρονης αριστερής ταυτότητας και για τη συνάντηση με τα νέα κοινωνικά υποκείμενα ισχύουν, τηρουμένων των αναλογιών, και για αυτόν. Και το επικείμενο συνέδριό του θα είναι, προς την κατεύθυνση αυτή, βαρόμετρο και πεδίο δόξης λαμπρό.
27
10

Δανάη Κολτσίδα: Πώς φτάνουμε στο Πέραμα;

Πρώτα και κύρια με μπόλικο θεσμικό, συστημικό ρατσισμό. Από αυτόν που βλέπει στους Ρομά ή σε άλλες μη αρεστές κοινωνικές ομάδες, είτε βάσει φυλής, εθνικής καταγωγής, θρησκείας, είτε βάσει ταυτότητας φύλου, πολιτικών πεποιθήσεων κ.ο.κ., ανθρώπους δεύτερης κατηγορίας, ζωές που μετράνε λιγότερο. Από αυτόν που πρώτα αποκλείει και μετά στοχοποιεί. Αυτός ο θεσμικός, συστημικός ρατσισμός είναι η βάση κάθε προκατάληψης, profiling και διακρίσεων στη μεταχείριση υπόπτων, κατηγορουμένων κ.λπ. Δεύτερον, με το πολιτικό σήμα που στέλνεται με τα σχετικά για τα "λυμένα χέρια" της αστυνομίας, με τη θεσμική κάλυψη (και ενίοτε συγκάλυψη) περιστατικών αυθαίρετης και παράνομης συμπεριφοράς των αστυνομικών οργάνων, με την επίσκεψη του αρμόδιου υπουργού στους υπό διερεύνηση αστυνομικούς, με το τουίτ του έτερου υπουργού της κυβέρνησης που προεξοφλούσε το "καλώς έχειν" κ.ο.κ. Και τρίτον, με τις θεμελιώδεις θεσμικές επιλογές ως προς τη δομή και το προσωπικό της ΕΛΑΣ. Αρκεί κανείς να αναρωτηθεί ποιες υπηρεσίες είναι αυτές που συνήθως εμπλέκονται σε υποθέσεις αυθαιρεσίας, παράνομης βίας, υπέρβασης εξουσίας κ.λπ., πότε και με ποιο σκεπτικό (ανα)συστήθηκαν και πώς στελεχώνονται, τι διαφορές έχει η εκπαίδευση και το καθεστώς των αστυνομικών και των ειδικών φρουρών κ.ο.κ. Ασφάλεια σε μια δημοκρατική κοινωνία σημαίνει αστυνομία με υψηλού επιπέδου εκπαίδευση, με αυστηρούς κανόνες, με λογοδοσία και διαφάνεια. Η συζήτηση για την ασφάλεια όχι απλώς δεν είναι αντιπαραθετική προς τα δικαιώματα, αλλά δεν μπορεί να γίνει χωρίς να συμφωνήσουμε στα βασικά: Ότι όλες οι ζωές μετράνε το ίδιο.
19
10

Δανάη Κολτσίδα: Ερευνώντας τις έρευνες

Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ζούμε σε μία περίοδο που όλο και συχνότερα η νομιμοποίηση των πολιτικών αποφάσεων δεν γίνεται στη βάση δημοκρατικών σταθμίσεων, αλλά με την επίκληση επιστημονικών δεδομένων και ευρημάτων. Με αυτή την έννοια, η συζήτηση για τις δημοσκοπήσεις είναι μια πλευρά μόνο –αν και πολύ ουσιαστική– της συζήτησης συνολικά για τη σχέση πολιτικής και επιστήμης στη σημερινή δημοκρατία. Παραδοσιακά, η δημοκρατία απαιτούσε πολίτες που να μπορούν να κρίνουν τις πολιτικές απόψεις και αποφάσεις. Σήμερα αυτό σημαίνει επιπλέον και να μπορούν να ελέγξουν την εγκυρότητα των επιστημονικών δεδομένων που τους παρουσιάζονται και, κυρίως, να εξάγουν από αυτά τα δικά τους πολιτικά συμπεράσματα με κριτικό τρόπο. Το να διασφαλίσουμε συλλογικά τους θεσμικούς, πολιτικούς, επιστημονικούς, επικοινωνιακούς και οικονομικούς όρους ώστε να γίνει αυτό εφικτό είναι ουσιώδες για τη λειτουργία της σημερινής δημοκρατίας.
19
09

Δανάη Κολτσίδα: Με αφορμή το #cancel_efood

Πολλή συζήτηση έχει γίνει κατά καιρούς για το τέλος της παραδοσιακής πολιτικής, για την κρίση των πολιτικών κομμάτων, την κρίση του συνδικαλισμού και ούτω καθεξής. Όλα αυτά ισχύουν, φαίνεται όμως ότι υπάρχει και ένα δια-γενεακό ζήτημα πρόσληψης των πραγμάτων. Σε πάρα πολλές έρευνες σχετικά με τους νέους και την πολιτική διαπιστώνεται ότι υπάρχουν συμπεριφορές και δράσεις που οι νέοι και οι νέες αντιλαμβάνονται πολιτικές, ακόμη και αν αυτό δεν γίνεται κατανοητό ως τέτοιο από τις μεγαλύτερες γενιές ή από τους παραδοσιακούς τρόπους περιγραφής και μέτρησης των πολιτικών φαινομένων. Ένα τέτοιο φαινόμενο ζήσαμε στην Ελλάδα χθες : Η διαγραφή του λογαριασμού σε μια ψηφιακή πλατφόρμα, η αρνητική κριτική στο Google Play ή στο Apple Store, η ανάρτηση με το hashtag #cancel_efood θεωρήθηκε – και ήταν – πολιτική πράξη υπεράσπισης των εργασιακών δικαιωμάτων των 115 ανθρώπων που βρέθηκαν αντιμέτωποι με τον κίνδυνο βίαιης επισφαλειοποίησης και προσέλαβε μαζικά χαρακτηριστικά, ήταν δε νικηφόρα. Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη. Στην ετήσια έρευνα του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς Νεολαία. Συνήθειες, αντιλήψεις και πολιτική συμπεριφορά, εκτός των παραδοσιακών μορφών πολιτικής κινητοποίησης, μεγάλο ποσοστό ερωτώμενων 17-34 ετών δήλωσε ότι θα συμμετείχε σε συλλογή υπογραφών (42%) ή σε μποϊκοτάζ προϊόντων. Εξάλλου – και αυτό το ξέρει πολύ καλά το μάρκετινγκ, όπως αποτυπώθηκε λ.χ. στη διαφημιστική καμπάνια ενός κατεξοχήν νεανικού πακέτου κινητής τηλεφωνίας – βασικό χαρακτηριστικό της νεότητας είναι το «εδώ και τώρα». Οι μικροί αγώνες, όπως ο χθεσινός, μπορεί να μην ανατρέπουν το σύστημα, μπορεί να μην καταργούν τους νόμους, όμως μπορούν να είναι νικηφόροι, εδώ και τώρα. Πρέπει να αναρωτηθούμε σοβαρά γιατί μόλις πριν λίγους μήνες – στη «μητέρα των μαχών» απέναντι στο εργασιακό νομοσχέδιο Χατζηδάκη – η αντίδραση υπήρξε πολύ πιο χλιαρή από τον χθεσινό «χαμό» με αφορμή ένα περιστατικό σε μία μόνο εταιρία, τη στιγμή που τα διακυβεύματα ήταν παρόμοια. Να δούμε πόσο ο πολιτικός λόγος που διατυπώνεται από τους συγκροτημένους θεσμούς (συνδικάτα, κόμματα κ.λπ.) ακουμπάει στις εμπειρίες, στις ζωές και στις αγωνίες εκείνων στους οποίους απευθύνεται. Στην αναζήτηση νέων μεγάλων αφηγήσεων ή νέων κοινωνικών υποκειμένων που θα γίνουν οι φορείς της πολιτικής ανατροπής, καμιά φορά η παραδοσιακή Αριστερά φαίνεται να μην μπορεί να δει αυτό που συμβαίνει κυριολεκτικά κάτω απ’ τη μύτη της και, στην πραγματικότητα, από δικούς της με την ευρεία έννοια ανθρώπους – μέλη της, ψηφοφόρους της και αυτούς τους οποίους υποτίθεται επιδιώκει να εκπροσωπήσει. Ναι, τα συνδικάτα πρέπει να μαζικοποιηθούν, όπως και τα κόμματα – γιατί σε τελική ανάλυση οι αγώνες συνενώνονται και πολιτικοποιούνται εκεί. Όμως φαινόμενα όπως ο ψηφιακός ακτιβισμός και κινήματα όπως το καταναλωτικό θα έπρεπε εδώ και πολύ καιρό να έχουν πάψει να θεωρούνται δευτερεύοντα. Αν οι άνθρωποι πολιτικοποιούνται μέσα από τις εμπειρίες τους, οι γενιές που βρίσκονται ή που έρχονται σήμερα στο προσκήνιο πολιτικοποιούνται (και) μέσα από τις διαδικασίες όπως η χθεσινή. Διαδικασίες καθόλου μακρινές από τη δική τους σκληρή εργασιακή και άλλη πραγματικότητα. Ρόλος των συνδικάτων και των κομμάτων θα ήταν να κατανοήσουν τις διαδικασίες αυτές και να συνδεθούν μαζί τους, κυρίως όμως το στοίχημα θα ήταν να τις πολιτικοποιήσουν και να τις βοηθήσουν να νικήσουν: Μετά τη χθεσινή διαδικτυακή πρωτοβουλία που ανάγκασε την efood να ανακαλέσει το σχεδιασμό της, θα περίμενε κανείς το συνδικαλιστικό κίνημα να αξιοποιήσει την κοινωνική δυναμική και να αναδείξει το ζήτημα αντίστοιχων πρακτικών σε άλλες εταιρίες, να προκηρύξει απεργία σε αυτές και να ζητήσει από τους ανθρώπους που εκδήλωσαν την αγανάκτησή τους βάζοντας ένα αστεράκι στο efood app να πάνε ένα βήμα πιο πέρα και να συμβάλουν στην περιφρούρησή της. Θα περίμενε κανείς οι κοινοβουλευτικές ομάδες των κομμάτων τις Αριστεράς να καταθέσουν πρόταση νόμου – γιατί όχι και κοινή; – που να αξιοποιεί τις επεξεργασίες άλλων χωρών και να διαμορφώνει ένα θεσμικό πλαίσιο προστασίας απέναντι στην εργασιακή επισφάλεια και τις καταχρηστικές εργοδοτικές πρακτικές.
10
09

Δανάη Κολτσίδα: Αυτό το χώμα είναι δικό τους και δικό μας

Ανήκω σε μια γενιά πολύ μακριά από τα "ηρωικά" χρόνια, μακριά ακόμα και από την αίγλη και τον ενθουσιασμό των πρώτων χρόνων της μεταπολίτευσης. Όμως σκέφτομαι και ξανασκέφτομαι όσα έχουν ειπωθεί αυτές τις μέρες. Και δεν μπορώ να συμφωνήσω ότι υπάρχει ένας Μίκης του "πριν" και ένας του "μετά", ένας της Αντίστασης, του Δεκέμβρη, των Λαμπράκηδων, της Χούντας και των πρώτων χρόνων της Μεταπολίτευσης κι ένας άλλος "μετά". Ή τουλάχιστον ότι δύσκολα θα μπορούσε να χτίσει κανείς ένα τείχος που να χωρίζει τους δύο, με όλες τις αντιφάσεις μιας τόσο μεγάλης σε διάρκεια και περιεχόμενο ζωής. Και, τελικά, δεν μπορώ να συμφωνήσω ούτε στο "άλλο ο καλλιτέχνης, άλλο το έργο του", ειδικά σε ένα έργο ζυμωμένο κυριολεκτικά με τη σάρκα και το αίμα του δημιουργού του και τόσο στενά δεμένο με την εποχή του και τους ανθρώπους της. Θα έρθει και η ώρα των αναλύσεων, αλλά ας κρατήσουμε ακόμα, όσο κρατάει το ταξίδι του πλοίου προς την Κρήτη, την ώρα των αναμνήσεων. Κι είναι οι δικές μου αναμνήσεις όλες από αυτή την "αντι-ηρωική", τη "μετά" εποχή... Όμως, δεν υπήρξε μικρός ή μεγάλος αγώνας, μικρή ή μεγάλη αδικία ή ελπίδα που να μην είχε για καμβά τη μουσική του. "Αυτό το χώμα είναι δικό τους και δικό μας"... Και την εποχή των "θερμών επεισοδίων", εγώ έμαθα για ελληνοτουρκική φιλία από τον Θεοδωράκη και τον Λιβανελί. Είδα πρώτη φορά το "τριεθνές" στις Πρέσπες σε μια από τις πολλές συναυλίες του - κι αυτό, αυτή την ανάμνηση κράτησα κι αργότερα, όταν περίπου 20 χρόνια μετά εκείνος βρέθηκε απέναντί μας. Κι ήταν κάπου εκεί στην εφηβεία, την εποχή του "εκσυγχρονισμού", όταν κλείνοντας τον τελευταίο τόμο των "Δρόμων του Αρχαγγέλου", της - ας πούμε - αυτοβιογραφίας του, απέκτησα ένα μόνιμο ερωτηματικό : άραγε εμείς, εγώ θα μπορούσα να κάνω τα ίδια, να αντέξω τα ίδια; Κι έγινε από τότε το μέτρο του φρονήματος. Και φάγαμε μαζί τα χημικά εκείνον τον τρομερό Φλεβάρη του 2012. Ο Θεοδωράκης και ο Γλέζος μέσα σε όλους μας. Κι εκείνη τη βραδιά του "μαύρου" το 2013, μαζί με χιλιάδες άλλους ξελαρυγγιαζόμουν: "Μη παρακαλώ σας, μη λησμονάτε τη χώρα μου". Κι είδα τον Μίκη να ετοιμάζει επιτόπου μια χειρόγραφη παρτιτούρα του "Επέσατε θύματα" και να το αφιερώνει στους εκτελεσμένους του Εμφυλίου στην περιοχή, στη συναυλία που έγινε στο θέατρο Γης στη Θεσσαλονίκη το 2001. Είδα σε όλη την εφηβεία μου σε διάφορα μέρη της Ελλάδας τον Μίκη να τραγουδάει ώρες, μετά το τέλος του επίσημου προγράμματος κάθε συναυλίας, μόνος. Κι ούτε εκείνος ούτε το κοινό να μη λέει να φύγει. Σαν πρωθιερέας μιας "σύναξης μυστικής". "Είμαστε δυο, είμαστε τρεις, είμαστε χίλιοι δεκατρείς"... Είδα τον Μίκη να πετάει κυριολεκτικά, έχοντας φύγει μακριά από μας, από το κοινό του κι από το ίδιο το σώμα του. Όπως, καλή ώρα, εκείνο το επιβλητικό βράδυ στην Επίδαυρο στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Δεν έχει σημασία πόσοι "επίσημοι" βρισκόταν στις κερκίδες - και βρισκόταν πολλοί, υπουργοί και πρωθυπουργοί και "διασημότητες" της εποχής κάθε φορά. Τους όρους τους έβαζε πάντα, σε τελική ανάλυση, αυτός και ο λαός του. Κι έκλεισα βραδιές σε φοιτητικά στέκια και νυχτέρια σε σπίτια με τη διαβεβαίωση πως "όταν σφίγγουν το χέρι, ο ήλιος είναι βέβαιος για τον κόσμο". Ή με το πείσμα πως "εμείς θα ζήσουμε κι ας είμαστε φτωχοί". Έκανα πρωτοχρονιά τραγουδώντας στο ξημέρωμα της νέας μέρας "κλεισμένα βλέφαρα και τα ματόκλαδά σου χαράζαν το νερό". Και περπάτησα στους δρόμους του Παρισιού την άνοιξη του 2008 και έκανα ένα ταξίδι πίσω 40 χρόνια, όταν έφτασε τυχαία στ' αυτιά μου το "ποιος τη ζωή μου, ποιος την κυνηγά". Και περπάτησα και στους δρόμους της Λάρισας, Σάββατα απόγευμα, εκεί στα τέλη της δεκαετίας του '90, μια παρέα κοριτσιών που μονολογούσε: "Λύνει αέρας τα στοιχεία και βροντή προσβάλλει τα βουνά / μοίρα των αθώων πάλι μόνη να 'σαι στα στενά". Βλέπεις, έπρεπε να ξέρουμε απ' έξω όλο το Άξιον Εστί, γιατί την ώρα που τον είχαμε μπροστά μας στη σκηνή, μας έπαιρνε μαζί του και δεν είχαμε μάτια και μυαλό για παρτιτούρες. Και περπάτησα χιλιόμετρα, πολλά χιλιόμετρα μες στα χρόνια, πάντα με τη δική του μουσική να δίνει το ρυθμό. Και την προηγούμενη Πέμπτη, μόλις προσγειώθηκε το αεροπλάνο στη Βιέννη κι άνοιξα το τηλέφωνό μου μαθαίνοντας τα νέα, ήταν σαν να έχασα κάποιον πολύ δικό μου, ένα κομμάτι της ζωής μου που υπήρχε εκεί από πάντα. Κι όταν ξεκίνησε η συνεδρίαση, με εκπροσώπους αριστερών οργανώσεων από όλη την Ευρώπη, τα είχα ακόμη χαμένα και δεν βρήκα τα λόγια να μεταφέρω την είδηση του θανάτου του. Κι είδα να παίρνει το λόγο ο αγαπημένος, ο πολύτιμος σύντροφος από την Αυστρία και να το ανακοινώνει στην ομήγυρη δακρυσμένος, συμπληρώνοντας : "Δεν μπορείτε να καταλάβετε τι σημαίνει ο Μίκης Θεοδωράκης για τους αριστερούς της γενιάς μου". Και της δικής μας, σύντροφε. Και όλων. Αι γενεαί πάσαι. Και "πριν" και "μετά" και εις τους αιώνας των αιώνων. Το έργο κι ο δημιουργός του.
08
09

Δανάη Κολτσίδα: Τα πρόσωπα και οι πολιτικές

Όλες οι διαχρονικές μελέτες των κοινοβουλευτικών και κυβερνητικών ελίτ, για τη χώρα μας και διεθνώς, αποκαλύπτουν μια σταδιακή μεταβολή των χαρακτηριστικών τους και μια συνακόλουθη μεταβολή των κριτηρίων βάσει των οποίων αναδεικνύονται οι βουλευτές και (πολύ περισσότερο) οι υπουργοί. Η ιδέα περί του "κατάλληλου ανθρώπου για τη δουλειά" δεν είναι διόλου αθώα. Χωρίς κανείς να φτάσει να ισχυριστεί ότι οι υπουργοί δεν πρέπει να είναι άνθρωποι ικανοί, με γνώσεις, με εμπειρίες - ειδικά σε έναν σύνθετο κόσμο - η λογική του τεχνοκράτη ή του καλύτερου διαχειριστή αποκρύπτει ότι πρώτα και πάντα ο ρόλος του υπουργού είναι πολιτικός. Κι επειδή σε συνθήκες κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού ως δήθεν "κοινού τόπου", πολιτικό θεωρείται μόνο ό,τι τον αμφισβητεί, η αποπολιτικοποίηση της κυβέρνησης σημαίνει, τελικά, διατήρηση και αναπαραγωγή του (νεοφιλελεύθερου) stauts quo. Φαινόμενα όπως η υπουργοποίηση του κ. Στυλιανίδη (πρέπει να) μας απασχολούν. Είναι ενδεικτικά της τάσης γενίκευσης του εταιρικού μοντέλου σε βάρος της λαϊκής κυριαρχίας. Της διαμόρφωσης μιας υπερεθνικής "διευθυντικής τάξης", μιας ομάδας managers που πέρα από σύνορα και δημοκρατικές αποφάσεις των λαών "από κάτω", θα γίνονται με την ίδια άνεση μέλη ΔΣ μεγάλων πολυεθνικών, θα ηγούνται διεθνών οργανισμών και θα κυβερνούν οποιαδήποτε χώρα χρειαστεί, αδιακρίτως, γιατί "αυτοί ξέρουν". Το πρόβλημα, λοιπόν, με τον κ. Στυλιανίδη δεν είναι ότι δεν έχει την ελληνική ιθαγένεια, είναι ότι δεν ήταν μέχρι χθες μέρος της ελληνικής κοινωνίας και κατ' επέκταση της ελληνικής πολιτικής ζωής (κάτι που δεν ίσχυε για άλλους κυπριακής καταγωγής πολιτικούς, και μάλιστα ανεξάρτητα από το νομικό ζήτημα - αλλά όχι τυπικό - της κτήσης της ιθαγένειας). Η επιλογή αυτή δεν έχει τίποτα το διεθνιστικό. Αντίθετα, είναι μια ένδειξη του πώς, την ίδια ώρα που στην πολιτική συμμετοχή των "από κάτω" τίθενται όλο και περισσότερα εμπόδια, οι "από πάνω" έχουν εισιτήριο διαρκείας σε ένα hop on-hop off κυβερνητικό λεωφορείο γυρνώντας τον πλανήτη.
24
07

Δανάη Κολτσίδα: «Ούτε μία λιγότερη», αλλά πώς;

Αυτή τη στιγμή, χάρη στην επιμονή και στους αγώνες των γυναικών, ιδιαίτερα των νεότερων που βγαίνουν με δύναμη στο προσκήνιο, αλλά και χάρη στην αλλαγή νοοτροπιών που επέρχεται και με την πάροδο των γενεών, έχει επιτευχθεί κάτι πολύ σημαντικό : το φαινόμενο της έμφυλης βίας έχει πάψει πια να είναι ένα δευτερεύον ζήτημα, ένα αντικείμενο της «soft» πολιτικής που θεωρείται ότι απασχολεί μόνο κάποιες φεμινίστριες και μερικές οργανώσεις δικαιωμάτων – γι’ αυτό εξάλλου ενεργοποιεί συντηρητικά αντανακλαστικά και παράγει σημαντική αντίδραση. Οι μαζικές αυθόρμητες κινητοποιήσεις στα Πετράλωνα και στην Ηλιούπολη που οργανώθηκαν τις τελευταίες μέρες, η πλημμυρίδα των αντιδράσεων, κυρίως μέσω των social media στις επάλληλες υποθέσεις έμφυλης βίας και γυναικοκτονιών του τελευταίου διαστήματος, αλλά και οι εμπειρίες από άλλες χώρες στη Λατινική Αμερική, στην Ευρώπη και αλλού, δείχνουν ότι πλέον η διάσταση του φύλου και ιδίως η στάση απέναντι στην έμφυλη βία αποτελεί βασική συνιστώσα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Γυναίκες και άλλες θηλυκότητες θύματα έμφυλης βίας διεκδικούν ορατότητα, αναγνώριση, ισότητα, δικαίωση και κυρίως λύση. Πάνω σ’ αυτές τις διεκδικήσεις διαμορφώνονται πολύχρωμες και δυναμικές κοινωνικές συμμαχίες ικανές να φέρουν μεγάλες αλλαγές. Ήδη, ότι συζητάμε για το θέμα αυτό, είναι η πρώτη και ίσως αποφασιστική μεγάλη αλλαγή.
28
04

Δανάη Κολτσίδα: Ακαταδίωκτο. Για ποιον και με ποιον σκοπό;

Πρώτον, κανείς δεν ετοιμαζόταν να ασκήσει διώξεις κατά της επιτροπής των λοιμωξιολόγων. Η ελληνική κοινωνία έχει δείξει μεγάλη εμπιστοσύνη στους ειδικούς – και η κυβέρνηση αυτό το γνωρίζει πολύ καλά, αφού εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο και ενίοτε με χυδαίους όρους το κύρος τους για να αντλήσει ίδια επικοινωνιακά και πολιτικά οφέλη. Η ελληνική κοινωνία, αντίθετα, σέβεται τους ειδικούς, ένιωσε ευγνωμοσύνη για την παρέμβασή τους, χάρη στην οποία το έγκαιρο lockdown πέρυσι τον Μάρτιο απέτρεψε το ξέσπασμα ενός σφοδρού πρώτου κύματος στην Ελλάδα και τους επιβράβευσε με υψηλά ποσοστά δημοφιλίας και αναγνώρισης. Και στο πολιτικό επίπεδο εξάλλου, η αντιπολίτευση από την πρώτη στιγμή στοιχήθηκε πίσω τους και δήλωσε ρητά τη στήριξή της προς τους ειδικούς. Δεύτερον, ακόμα και αν κάποιος ζητούσε την ποινική δίωξη των μελών της επιτροπής των εμπειρογνωμόνων, πολύ δύσκολα θα ευδοκιμούσε μια υπόθεση εναντίον κάποιου για την παροχή επιστημονικής γνώμης. Αντίθετα, η παροχή ασυλίας είναι αυτή που δημιουργεί την – ελπίζουμε εσφαλμένη – πεποίθηση ότι «κάτι δεν πάει καλά» με τις εισηγήσεις της επιτροπής και θα δώσει τροφή σε κάθε είδους συνωμοσιολογία, ενώ θα πλήξει ανεπανόρθωτα την εμπιστοσύνη της κοινωνίας προς τους ειδικούς. Κυρίως, γεννά ερωτηματικά αν ο βασικός στόχος ήταν να προστατευτούν οι ειδικοί από ποινικές διώξεις ή να εμποδιστούν από το να καταθέσουν ως μάρτυρες σε βάρος κυβερνητικών ή υπηρεσιακών παραγόντων. Που επίσης, κάποιοι εξ αυτών, περιλαμβάνονται στον κύκλο όσων πήραν ασυλία. Τρίτον, σε κάθε περίπτωση, η κατ’ εξαίρεση ποινική ασυλία (πολύ περισσότερο η απαγόρευση να εξεταστεί κάποιος ακόμα και ως μάρτυρας) παραβιάζει τον πυρήνα της αρχής της ισότητας ενώπιον του νόμου. Γι’ αυτό και όπου αναγνωρίζεται, πρέπει να αναγνωρίζεται με φειδώ και όταν αιτιολογείται από μία αυστηρή στάθμιση εννόμων αγαθών. Για τον ίδιο λόγο εξάλλου, ακόμα και η πολιτειακή και πολιτική ηγεσία της χώρας, οι υπουργοί και οι βουλευτές, που χειρίζονται όλες τις δημόσιες υποθέσεις, περιλαμβανομένων και κρίσεων, δεν έχουν ακαταδίωκτο, αλλά κάποιες επιπλέον ασφαλιστικές δικλείδες για να τους προστατεύουν από κακόβουλες πολιτικές διώξεις. (Μεγάλη ιστορία και το δικό τους θεσμικό πλαίσιο, αλλά ας το αφήσουμε προς το παρόν). Τέταρτον, φτάνουν όλες αυτές οι υποθέσεις στα ακροατήρια; Ή πολύ περισσότερο σε καταδίκες; Εμποδίζονται, με άλλα λόγια, οι δημόσιοι λειτουργοί που δεν παρανομούν, αλλά απλώς στοχοποιούνται από κακόβουλους πολίτες, να κάνουν τη δουλειά τους; Προφανώς και όχι. Η ίδια η ποινική διαδικασία έχει όλες τις δικλείδες που απαιτούνται ώστε προφανώς αβάσιμες ή ψευδείς μηνύσεις να μην φτάνουν ποτέ ούτε στην άσκηση ποινικής δίωξης ούτε, πολύ περισσότερο, σε δίκη ή καταδίκη. Όλα ως εξειδίκευση του θεμελιώδους τεκμηρίου της αθωότητας, που επιβάλλει σειρά προϋποθέσεων πριν φτάσει ένας άνθρωπος στη θέση του κατηγορουμένου, πριν βρεθεί ενώπιον δικαστηρίου και τελικά πριν καταδικαστεί. Πέμπτον, και τελευταίο. Σήμερα έχουμε ενώπιόν μας ένα δεδομένο. Με βάση τα στοιχεία του ΕΟΔΥ: περισσότεροι από 10.000 συνάνθρωποί μας έχουν χάσει τη ζωή τους εξαιτίας της πανδημίας. Ο αριθμός όσων κέρδισαν τη μάχη με τη ζωή, αλλά θα μείνουν με μόνιμες βλάβες της υγείας τους είναι άγνωστος. Οι συνέπειες της πανδημίας και της διαχείρισής της στην οικονομική και κοινωνική ζωή ανυπολόγιστες – αλλά ας μην τις υπολογίσουμε καν.
15
04

Δανάη Κολτσίδα: «Εμείς ο λαός». Αλλά ποιοι είμαστε «εμείς»;

Οι συμπατριώτες μας που έχουν οργανώσει αλλού τη ζωή τους δεν «καίγονται» να ψηφίσουν για τα ελληνικά πολιτικά πράγματα. Ενώ εκείνοι που πράγματι διατηρούν δεσμούς ή και οικονομικά συμφέροντα στη χώρα, πιθανόν θα επιλέξουν να ταξιδέψουν στην Ελλάδα, ώστε να συνδυάσουν την άσκηση του εκλογικού τους δικαιώματος και με τη διεκπεραίωση άλλων υποθέσεών τους, τη συνάντηση με τους οικείους τους και ούτω καθεξής. Όλη λοιπόν η πρόσφατη πρωτοβουλία, δεν είναι παρά ένας τακτικισμός. Που έχει στόχο να προστατέψει επικοινωνιακά την κυβέρνηση – που τόσο είχε επενδύσει στο θέμα αυτό – από τον κίνδυνο ενός φιάσκου. Γι’ αυτό εξάλλου και ο αρμόδιος υπουργός δεν συγκάλεσε τη Διακομματική Επιτροπή που προβλέπει ο νόμος, για να ενημερώσει τα κόμματα για την πορεία των αιτήσεων – και ενδεχομένως να θέσει υπόψη τους τον προβληματισμό του – αλλά επιχείρησε έναν επικοινωνιακό αιφνιδιασμό, σε αντίθεση με ό,τι έχει συμβεί μέχρι σήμερα. Μέχρι σήμερα η σχετική συζήτηση είχε πραγματοποιηθεί οργανωμένα και θεσμικά, ιδίως επί της προηγούμενης κυβέρνησης, και μάλιστα σε δύο επίπεδα. Πρώτον, στο πλαίσιο ειδικής επιτροπής που συστήθηκε με νόμο, με τη συμμετοχή επιστημόνων, στελεχών της διοίκησης, εκπροσώπων της Γ.Γ. Απόδημου Ελληνισμού, της Ε.Γ. Ιθαγένειας και του Συνηγόρου του Πολίτη, προερχόμενων από όλο το πολιτικό φάσμα, η οποία κατέληξε σε συγκεκριμένο και τεκμηριωμένο πόρισμα. Και δεύτερον, στο πλαίσιο της διαδικασίας συνταγματικής αναθεώρησης, σε δύο κοινοβουλευτικές θητείες και υπό διαφορετικές κυβερνήσεις. Συνεχίστηκε επίσης και πριν την ψήφιση του ισχύοντος ν. 4648/2019, ο οποίος αποτέλεσε προϊόν συζήτησης και αμοιβαίων συμβιβασμών στο πλαίσιο επάλληλων διακομματικών συναντήσεων και υπερψηφίστηκε από εντυπωσιακά ευρεία πλειοψηφία – σχεδόν ομοφωνία στη Βουλή. Η τελευταία αυτή πρωτοβουλία, λοιπόν, όχι μόνο αδικεί τους συμπατριώτες μας στο εξωτερικό, τους οποίους εργαλειοποιεί με επικοινωνιακούς σκοπούς. Αλλά αναιρεί το προηγούμενο κεκτημένο συναίνεσης στο θέμα αυτό και δυναμιτίζει τη θεσμική και πολιτική εμπιστοσύνη. Κυρίως, όμως, υπονομεύει τις προϋποθέσεις και τις βάσεις ενός ουσιαστικού διαλόγου που θα έπρεπε να κάνουμε ως κοινωνία – και μάλιστα στο ορόσημο των 200 χρόνων από την επανάσταση που αποτέλεσε την απαρχή της δημιουργίας του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Ενός διαλόγου που θα έπρεπε να συμπεριλάβει και ζητήματα γρήγορης και εύκολης απόδοσης ιθαγένειας στους ανθρώπους που ζουν στη χώρα μας και μοιράζονται τις τύχες μας, αλλά και άλλων τρόπων ουσιαστικής συμμετοχής των μεταναστών στην κοινωνική και πολιτική ζωή και πριν την απόδοση ιθαγένειας. Και φυσικά, το θέμα της διαμόρφωσης μιας σοβαρής πολιτικής για τη διασπορά και ουσιαστικών σχέσεων με αυτή. Ένας τέτοιος διάλογος θα έπρεπε, παραφράζοντας το προοίμιο του αμερικανικού συντάγματος, να ξεκινήσει ως εξής : «Εμείς ο λαός». Αλλά ποιοι είμαστε «εμείς»;