Αννέτα Καββαδία

30
03

Αννέτα Καββαδία: Αλαζονεία και εξουσία

Θιασώτες μιας σκληρής νεοφιλελεύθερης πολιτικής, με έντονη τη μυρωδιά του αυταρχισμού, μετέρχονται κάθε πρακτικής που εξυπηρετεί το σκοπό τους χωρίς να ορρωδούν προ ουδενός. Γνωρίζουν καλά πως από την άσκηση έως την κατάχρηση της εξουσίας, η απόσταση είναι μικρή. Και ορμώμενοι από μια αίσθηση παντοδυναμίας, ατιμωρησίας, αλλά και σαφούς ιδεολογικοπολιτικής στάσης, επιλέγουν απολύτως συνειδητά να διολισθήσουν. Η κανονικοποίηση, για παράδειγμα, της αδιαφάνειας στη διαχείριση δημόσιου χρήματος, η αστυνομοκρατική επιβολή αντιφατικών μέτρων για την πανδημία, η προσπάθεια οικοδόμησης μιας κραταιάς αστυνομικής δημοκρατίας, τα εξώδικα εναντίον εφημερίδων και τα εντάλματα σύλληψης εναντίον δημοσιογράφων, είναι στοιχεία απολύτως ενδεικτικά. Προφανώς και η αλαζονεία της εξουσίας, δεν γνωρίζει από κομματικά στεγανά. Κατά τη γνωστή ρήση του λόρδου Άκτον «η εξουσία έχει την τάση να διαφθείρει και η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα». Το μείζον, λοιπόν, είναι να αναγνωρίζει κανείς τα σημάδια. Και να τα απομονώνει εν τη γενέσει τους. Να γίνεται ξεκάθαρο πού αποσκοπεί η ενασχόληση με τα κοινά. Και να υπάρχουν αντιστάσεις. Όπως γράφει ο Κορνήλιος Καστοριάδης στο βιβλίο του «Η άνοδος της ασημαντότητας» (εκδόσεις Ύψιλον/βιβλία): «η αποσύνθεση γίνεται φανερή κυρίως μέσα από την εξαφάνιση των σημασιών και το σχεδόν απόλυτο ξεθώριασμα των αξιών. Και αυτό απειλεί μακροπρόθεσμα την επιβίωση του ίδιου του συστήματος. Όταν δηλώνεται ανοιχτά, όπως γίνεται τώρα στις δυτικές κοινωνίες, ότι η μοναδική αξία είναι το χρήμα, το κέρδος, ότι το υπέρτατο ιδεώδες του κοινωνικού βίου είναι το “πλουτίστε” (και η δόξα της δήλωσης αυτής ανήκει, σ’ ό,τι αφορά τη Γαλλία, στους σοσιαλιστές, οι οποίοι την έκαναν με έναν τρόπο που η Δεξιά δεν είχε τολμήσει να την κάνει), μπορεί να διερωτηθεί κανείς αν είναι ποτέ δυνατόν μια κοινωνία να συνεχίσει να λειτουργεί και να αναπαράγεται μονάχα σ’ αυτή τη βάση».
22
03

Αννέτα Καββαδία: «Επιστροφή» στην πολιτική για τη γενιά της κρίσης;

[Η κυβέρνηση] έχοντας, εδώ κι ένα χρόνο, χρησιμοποιήσει την πανδημία ως άλλοθι, προκειμένου να περάσει όλη την ατζέντα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής της, καταφεύγει σε πρακτικές καθόλου ξένες με την ιδεολογία και την παράδοση της Δεξιάς: βία, καταστολή, αυταρχισμός. Μόνο που τα χτυπήματα πάνω στα σώματα νέων ανθρώπων, δεν θα μένουν ποτέ αναπάντητα. Όχι μόνο από τους ίδιους. Αλλά και από ανθρώπους μεγαλύτερων ηλικιών. Στους οποίους ξυπνάνε μνήμες, τις οποίες ξορκίζουν. Κι όσο στη δημόσια σφαίρα -και με την ανοχή της κυβέρνησης- δικαιολογούνται συμπεριφορές που παραπέμπουν σε άλλες εποχές, όσο συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι της ΕΛΑΣ χαρακτηρίζουν διαδηλωτές σαν «απλυταριό», όσο οι καταγγελίες για ξυλοδαρμούς και σεξουαλικές επιθέσεις από όργανα της ΕΛΑΣ δεν διερευνώνται όπως πρέπει, όσο εξακολουθεί να παρουσιάζεται σαν πετυχημένη η εξώφθαλμη κυβερνητική ολιγωρία στη διαχείριση της πανδημίας, όσο εξακολουθεί να απουσιάζει έστω υποψία αυτοκριτικής ή ανάληψη έστω της παραμικρής ευθύνης, όσο κορυφαία κυβερνητικά στελέχη καταφεύγουν σε μισαλλόδοξα και διχαστικά παραληρήματα, τόσο η οργή θα φουντώνει. Και οι φέροντες αυτή την οργή δεν είναι υποχείρια, ούτε ενεργούμενα καμιάς πολιτικής δύναμης.
15
03

Αννέτα Καββαδία: «Περάστε από το τμήμα δι’ υπόθεσίν σας»

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, και η κυβέρνησή του, δεν μπορούν πια να κρυφτούν πίσω από την ακριβοπληρωμένη ασυλία που τους παρέχουν τα ΜΜΕ. Ο μανδύας του «άριστου» (νεο)φιλελεύθερου κατάντησε πουκάμισο αδειανό, αφού η εμμονική του σχεδόν προσήλωση στον αυταρχισμό -σε συνδυασμό με την ανικανότητα διαχείρισης της πανδημίας, τις τραγικές ελλείψεις στο ΕΣΥ, αλλά και την οικονομική ασφυξία- προκαλεί πλέον ακόμα και τους θιασώτες του γνήσιου φιλελευθερισμού, οι οποίοι δεν μπορούν να δεχθούν ότι ο αστυνομικός χτυπά πια και τη δική τους πόρτα. Η Νέα Σμύρνη και το Χαλάνδρι δεν είναι, άλλωστε, τα κατασυκοφαντημένα Εξάρχεια, για να μπορεί το παραμύθι να έχει δράκο. Και είναι αυτό ακριβώς που φοβάται ο πρωθυπουργός. Το απολύτως υποκριτικό, λοιπόν, μήνυμά του για αυτοσυγκράτηση και η απεγνωσμένη του προσπάθεια να φορτώσει στους πολιτικούς του αντιπάλους, εν προκειμένω στον ΣΥΡΙΖΑ, την ευθύνη για τη διατάραξη της κοινωνικής ειρήνης, πέρα από το ότι δείχνει ξεκάθαρα την ανησυχία του για το εύρος των κοινωνικών αντιδράσεων, δεν πείθει. Οι κραυγές «πάμε να τους σκοτώσουμε», που ακούγονται ξεκάθαρα σε βίντεο που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο, από άντρες της ομάδας «Δράση», είναι αποτέλεσμα της δικής του πολιτικής και δείχνουν πώς εννοούν τα «λυμένα χέρια», για τα οποία μιλούσαν οι συνδικαλιστές της ΕΛΑΣ δύο μόλις μέρες μετά τις εκλογές του ’19. Και για αυτές τις κραυγές, φέρει ακέραια την πολιτική ευθύνη.
08
03

Αννέτα Καββαδία: Η χαμένη τιμή της (πολιτικής) ευθιξίας

Δεν είναι τυχαία, για παράδειγμα, η σχεδόν εμμονική άρνηση της υπουργού Πολιτισμού να αναλάβει οποιαδήποτε πολιτική ευθύνη στο μείζον θέμα Λιγνάδη. Ή η υπεροπτική και αλαζονική συμπεριφορά της υπουργού Παιδείας έναντι όλων (ακόμα και όταν βοούν, με στοιχεία, οι απευθείας αναθέσεις χιλιάδων ευρω σε τομείς του χαρτοφυλακίου της). Ή οι προκλητικές ανατιμήσεις και οι απευθείας αναθέσεις της ΓΓ Αντεγκληματικής Πολιτικής σε νεοσύστατες εταιρείες, σε άλλες που αλλάζουν το καταστατικό τους λίγες ημέρες πριν υπογράψουν σύμβαση ή ακόμη και σε… παντοπωλείο.  Δεν είναι τυχαία η άνεση «γαλάζιων» στελεχών να παρακάμπτουν πολίτες – ακόμη και παιδιά με αναπηρία – προκειμένου να προηγηθούν στους εμβολιασμούς. Ούτε είναι τυχαία η άνεση του υπουργού Προστασίας του Πολίτη να επιδίδεται στο όργιο βίας και καταστολής στο οποίο αρέσκεται αλλά και να αντλεί μια ιδιότυπη ευχαρίστηση από το να οδηγεί τα πράγματα στα άκρα θέτοντας σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές. Δεν είναι τυχαία η άνεση που επιδεικνύεται στο να μοιράζονται αφειδώς εκατομμύρια μέσα από τις λίστες Πέτσα-Κικίλια. Ούτε είναι τυχαία η επιλογή να υπερτριπλασιαστούν οι αμοιβές της διοίκησης και όσων είναι σε θέση ευθύνης στην ΕΡΤ. Όπως συνέβη και στον ΔΕΔΔΗΕ, με την αύξηση στους μισθούς των γενικών διευθυντών και τη δημιουργία μιας νέας γενιάς golden boys μέσα από τις 11 νεοσυσταθείσες θέσεις διευθυντών. Και φυσικά δεν είναι τυχαία η άνεση με την οποία «ημέτεροι» καταλαμβάνουν επιτελικές θέσεις περιφέροντας ανύπαρκτα ή και πλαστά πιστοποιητικά «αριστείας». Τέτοια παραδείγματα, ων ουκ έστιν αριθμός, φέρουν την προσωπική σφραγίδα του Κυριάκου Μητσοτάκη. Στον οποίον αποτυπώνονται όλα τα αλαζονικά χαρακτηριστικά της πολιτικής ελίτ που κυβερνά. Μιας ελίτ – έτσι όπως σχηματοποιείται στη νεοδημοκρατική διακυβέρνηση – η οποία φέρεται να αντιγράφει επιτυχώς τις πρακτικές του μετεμφυλιακού πελατειακού κράτους. Πλήρως αποκομμένη από την καθημερινότητα των πολιτών, με κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες και τραπεζίτες που ομνύουν στην… υπεροχή της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και ταυτίζουν το προσωπικό τους συμφέρον με το συμφέρον της κοινωνίας και της οικονομίας, με έκδηλη την απαρέσκεια προς ό,τι ξεφεύγει από τη νόρμα της.
28
02

Αννέτα Καββαδία: Μια λεπτή, αόρατη γραμμή

Όσο κι αν φαίνεται απενεργοποιημένο το διαιρετικό σχήμα «Δεξιά-Αντιδεξιά», η Ιστορία έχει αποδείξει πως τις φορές που η Κεντροαριστερά ή η Αριστερά βγήκε στον αφρό, αυτό το σχήμα επανεργοποιήθηκε. [Για την ιστορία, οι πολιτικοί όροι «Δεξιά» και «Αριστερά» γεννήθηκαν μετά τη Γαλλική Επανάσταση του 1789, όταν οι βουλευτές της Εθνοσυνέλευσης που ήταν με τους επαναστάτες κάθισαν στην αριστερή πλευρά της αίθουσας ενώ εκείνοι που υποστήριζαν το παλαιό καθεστώς της μοναρχίας και του ανώτατου κλήρου συγκεντρώθηκαν στη δεξιά πλευρά.] Συχνά-πυκνά αυτός ο διαχωρισμός χαρακτηρίζεται παρωχημένος. Είναι όμως έτσι; Είκοσι μήνες μετά την εκλογική της νίκη, η ΝΔ είναι το ζωντανό παράδειγμα που αποδεικνύει πως όχι μόνο δεν εξέλειπαν οι λόγοι αυτού του διαχωρισμού αντιθέτως η πολιτική που εφαρμόζει επιβεβαιώνει το γιατί αυτός ο διαχωρισμός εξακολουθεί να υφίσταται. Γράφει, το 1991, στον επίλογο του βιβλίου του Πολίτης Χωρίς Πόλη (εκδόσεις Καστανιώτη) ο Γιώργος Βότσης : «αμετανοήτως αριστερά λοιπόν. Από ευαισθησία. Από αγωνία. Από εγρήγορση. Από αγάπη για τον άνθρωπο και τη ζωή. Διότι δεξιά είναι μονίμως η εξουσία – πολιτική εξουσία, εξουσία του πλούτου, των όπλων, της γνώσης, του λόγου». Δεν υπήρχε από την αρχή καμία ψευδαίσθηση πως πολιτική προτεραιότητα της ΝΔ θα ήταν να φροντίσει και να προστατεύσει τους λίγους και εκλεκτούς. Και πως πρώτος στόχος της θα ήταν να φτιάξει το δικό της κομματικό κράτος. Αυτό που, ενδεχομένως, αποτέλεσε έκπληξη ήταν το ότι το κάνει τόσο κραυγαλέα, τόσο ξεδιάντροπα. Πώς, χωρίς καμία απολύτως αναστολή, προχωρά σε νομοθέτηση επιλογών προστασίας της ανομίας και της διαφθοράς «ημετέρων» αλλά και πόσο αναίσχυντα προχωρά στη θεωρητικοποίηση της καταστολής και του αυταρχισμού. Πώς το έλεγε ο Μ.Βορίδης; «Την αναγκαστικότητα του ξύλου και της βίας απέναντι στους πολίτες». Η κατάλυση του κράτους δικαίου (με ορατό τον κίνδυνο του θανάτου) και μια αλαζονική επίδειξη ισχύος –ανάμεικτη με μια διάθεση ρεβανσισμού– στην περίπτωση του απεργού πείνας και δίψας Δημήτρη Κουφοντίνα, η κεντρική κυβερνητική επιλογή να έχει αναχθεί ο υπουργός προστασίας του πολίτη σε ραχοκοκαλιά της κυβέρνησης, η απόπειρα ολοκληρωτικού ελέγχου της ενημέρωσης, η συστηματική αποφυγή ανάληψης οποιασδήποτε πολιτικής ευθύνης – με τελευταίο, κραυγαλέο παράδειγμα την υπόθεση Μενδώνη-Λιγνάδη αλλά και οι προκλητικές για το κοινό αίσθημα πρωθυπουργικές εμφανίσεις εν μέσω πανδημίας, είναι μερικά μόνο από τα παραδείγματα που στοιχειοθετούν το γιατί ο διαχωρισμός Δεξιά-Αριστερά παραμένει ζωντανός. Και γιατί η Αριστερά, εξαιτίας ακριβώς και αυτού του διαχωρισμού, οφείλει να καλλιεργήσει στους πολίτες αντανακλαστικά συλλογικής δράσης, να ακούσει τη φωνή του δρόμου, να μετέχει στους αγώνες και στα κινήματα και να δουλέψει με ρεαλιστικό σχέδιο και προτάσεις για την επόμενη της πανδημίας – πολύ δύσκολη – μέρα.
23
02

Αννέτα Καββαδία: Η στιγμή και ο χρόνος

Το να μιλάει ανοιχτά ο ΣΥΡΙΖΑ για το δικαίωμα και των ομόφυλων ζευγαριών στον πολιτικό γάμο και την τεκνοθεσία, το να διεκδικεί ανοιχτά το δικαίωμα στην ορατότητά τους, είναι στοιχειώδης υποχρέωσή του. Το να αντιστέκεται σθεναρά στην απόπειρα κατάλυσης του κράτους δικαίου, το να μην κλείνει τα μάτια και να μη σιωπά στο ενδεχόμενο θανάτου ενός απεργού πείνας – όποιος και αν είναι αυτός, το να υπερασπίζεται την ισονομία και να μη δέχεται εκπτώσεις, το να αντιδρά όταν αντιμετωπίζεται ο κρατικός μηχανισμός ως ιδιωτικής χρήσεως εργαλείο βασανισμού και θανάτου ενός κρατουμένου που δικάστηκε και καταδικάστηκε για τις πράξεις του, είναι επίσης υποχρέωσή του. Το να είναι ξεκάθαρα οριοθετημένος απέναντι σε ξενοφοβικές κραυγές, χωρίς να υπάρχει στο μυαλό κανενός η έννοια του πολιτικού κόστους, δεν θα έπρεπε καν να συζητιέται. Όπως άλλωστε έλεγε και η Ρόζα Λούξεμπουργκ, παραπέμποντας στον Φερντινάντ Λασσάλ: "η πιο επαναστατική πράξη είναι και θα παραμείνει να λες πάντα δυνατά αυτό που συμβαίνει”.
15
02

Αννέτα Καββαδία: Εξουσία, αλαζονεία και στο βάθος ανασφάλεια

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με τον αέρα των δημοσκοπήσεων -«πειραγμένες» ή μη, είναι μια άλλη συζήτηση- και με την απόλυτη μιντιακή υπεροπλία που του διασφαλίζει ο πακτωλός χρημάτων προς τα ΜΜΕ και οι «προνομιακές» σχέσεις του με επιχειρηματίες του χώρου, θα έπρεπε -θεωρητικά- να αισθάνεται σίγουρος. Είναι όμως έτσι; Οι κινήσεις των τελευταίων ημερών δείχνουν ότι η εικόνα κυριαρχίας του, δειλά μεν, αρχίζει να ρηγματώνεται. Η Ικαρία ήταν ένα μεγάλο πλήγμα για αυτόν, το καθολικό λοκντάουν ομολογία αποτυχίας, η συνεχώς διογκούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια προϊδεάζει για το μέλλον. Σε αυτή ακριβώς τη συγκυρία, τη στιγμή που απαιτείται ένα συγκεκριμένο κοινωνικό πρόταγμα, με ένα λαό φοβισμένο και κουρασμένο, ευεπίφορο σε κάθε λογής επιρροές, η ευθύνη της Αριστεράς είναι ιδιαιτέρως κρίσιμη. Ένα σχέδιο δημιουργίας ευρύτατων δικτύων κοινωνικής προστασίας, που να αφορούν την υγεία, το εισόδημα, την εκπαίδευση, την πρόσβαση στη τεχνολογία -σχέδιο που δεν μπορεί παρά να φέρει την υπογραφή της- οφείλει να είναι η υπ’ αριθμόν ένα προτεραιότητά της. Με θέσεις διαυγείς, ξεκάθαρες, με σαφές ιδεολογικό πρόσημο, που θα αποτελέσουν το αντίβαρο στην ταξική αναλγησία της Δεξιάς. Χωρίς να μπαίνει στη λογική του «ώριμου φρούτου» και χωρίς να επενδύει στην υποτίμηση του αντιπάλου και στη στείρα αντιδεξιά ρητορική -πρακτική που, άλλωστε, αποδείχθηκε καταστροφική στο παρελθόν- οφείλει να δώσει ελπίδα, διέξοδο και να εμπνεύσει και πάλι.
31
01

Αννέτα Καββαδία: Τελευταία γραμμή άμυνας

Πώς μπορεί ο πολιτικός που βάλλεται, να υπερασπιστεί το όνομα και την αξιοπρέπειά του όταν είναι σχεδόν αδύνατο, ακόμα και γι΄αυτόν, να αντιμετωπίσει τη λάσπη και τα fake news; Όταν οι μηχανισμοί που είναι επιφορτισμένοι με τον έλεγχο τήρησης της δεοντολογίας, δεν ανταποκρίνονται στο ρόλο τους; Προφανώς η δικαστική οδός οφείλει να είναι η τελευταία γραμμή άμυνας. Υπάρχουν, ωστόσο, στιγμές που δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Και είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο πως για τον Αλέξη Τσίπρα, αυτή δεν ήταν μια εύκολη απόφαση. Την πήρε, άλλωστε, αφού εξαντλήθηκαν όλα τα περιθώρια προκειμένου οι συντάκτες μιας προδήλως ψευδούς και συκοφαντικής είδησης να ανακαλέσουν. Δεν το έκαναν. Ως εκ τούτου, η συνέχεια φάνταζε μονόδρομος. Ζούμε σε μια χώρα που – παρά τις φιλότιμες προσπάθειες «ανώνυμων» δημοσιογράφων να υπηρετήσουν το λειτούργημα με ήθος και αρχές – η ενημέρωση τείνει να γίνει συνώνυμο της προπαγάνδας, της αθλιότητας και του τραμπουκισμού. Σε μια χώρα που το συνδικαλιστικό όργανο των δημοσιογράφων – η πλειοψηφία του ΔΣ, ακριβέστερα αφού η «Συσπείρωση Δημοσιογράφων-Δούρειος Τύπος» εξέφρασε ανοιχτά την αντίθεσή της – με αφορμή τη συγκεκριμένη υπόθεση, υποτάσσεται σε μικροκομματικά παιγνίδια, επιλέγει να κλείσει τα μάτια στο απολύτως ελεγχόμενο και προκλητικά μονοφωνικό μιντιακό τοπίο και προσπερνά το δικό του μερίδιο ευθύνης στη συνεχιζόμενη απαξίωση του κλάδου. Μόνο που η ποιότητα της ενημέρωσης – ευθύνη, πρωτίστως, των λειτουργών της να την προστατεύσουν - χαρακτηρίζει την ποιότητα της ίδιας της Δημοκρατίας. Και με εκφρασμένη τη βούληση της κυβέρνησης να χτυπήσει αλύπητα κάθε είδους δικαιώματα, είναι αξιακό και πολιτισμικό χρέος όλων – και όχι μόνο των δημοσιογράφων - να ορθώσουν ανάστημα.
17
01

Αννέτα Καββαδία: Στον αστερισμό του διαλόγου

Γίνεται εύκολα αντιληπτό πως αυτή η κουλτούρα εξαντλητικού ενίοτε διαλόγου, ξενίζει. Ειδικά όταν η πολιτική μήτρα ανθρώπων που συναποτελούν το σώμα ενός πολιτικού οργανισμού, είναι διαφορετική. Κι εδώ χρειάζεται δουλειά. Δουλειά ώσμωσης. Προκειμένου να γίνει κατανοητή μια πολύ βασική παραδοχή: πως το διάβασμα της συγκυρίας, οι ιεραρχήσεις πολιτικών δράσεων/κινήσεων και η συνεκτίμηση των πιθανών επιπτώσεών τους, συνιστούν πολιτικές επιλογές που όταν κατατίθενται δημόσια δεν επιδέχονται πολλών παρερμηνειών. Κι αυτή είναι, πρωτίστως, ευθύνη των ηγεσιών. Γιατί αυτές θα στείλουν το μήνυμα – σε συνοδοιπόρους διαφορετικής πολιτικής κουλτούρας και νοοτροπίας – πως η ελευθερία της συζήτησης, η κριτική και η ζύμωση, η απόρριψη της προσωπολατρείας ως έννοιας και πρακτικής εντελώς ξένης στην κουλτούρα και την παράδοση της Αριστεράς, η αντίσταση στη σιωπή και στη μονολιθικότητα και η αποδαιμονοποίηση της «άλλης» άποψης, είναι δείγματα υγείας και ζωντάνιας. Γιατί μπορεί σε άλλου τύπου κόμματα η «ενός ανδρός αρχή» να ήταν ο κανόνας, όπως έγραφε όμως τον Σεπτέμβρη του ’19 σε άρθρο του στην Αυγή ο Τάσος Τρίκκας : «ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τη δική του ιστορία. Είναι σάρκα και πνεύμα της Αριστεράς. Εκείνης που έχει τις μακριές, βαθιές ρίζες της στην Εθνική Αντίσταση. Της Αριστεράς που συνειδητοποίησε τα αδιέξοδα του εμφυλίου στα οποία είχε παγιδευτεί. Της Αριστεράς που επέλεξε το δρόμο του σοσιαλισμού με δημοκρατία και ελευθερία και εμπλουτίστηκε στην πορεία της από άλλα συγγενή ιδεολογικά ρεύματα. Αλλά η παράδοση της σοσιαλδημοκρατίας, τής ήταν και τής είναι ξένη». Κανέναν, λοιπόν, ποτέ δεν έβλαψε ο διάλογος. Και κανείς δεν έχει λόγο να τον φοβάται. Γιατί δημοκρατία σημαίνει, μεταξύ άλλων, και διαφάνεια. Και διαφάνεια σημαίνει ανάληψη ευθύνης. Ίσως όμως εκεί να έγκειται η δυσκολία για τους… διαπρύσιους αρνητές του διαλόγου. Είναι άλλωστε πολύ πιο εύκολη η επίδοση, απλώς, διαπιστευτηρίων «νομιμοφροσύνης»…
11
01

Αννέτα Καββαδία: Αποκρουστικό μεν, σχέδιο δε…

Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας ότι ο άνθρωπος (Μ. Βορίδης) που δυόμισι χρόνια πριν έλεγε ανοιχτά πως «πρέπει να υπάρξει στρατηγική ήττα των ιδεών της Αριστεράς για να μην ξαναβρεθεί στην εξουσία με οποιαδήποτε μορφή της» και πως «ο Κυριάκος Μητσοτάκης πρέπει να κάνει παρεμβάσεις στο κράτος και στους θεσμούς για να μην ξαναέρθει η Αριστερά στην εξουσία, γιατί οι ιδέες της είναι ελαττωματικές», βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο τιμόνι του υπουργείου Εσωτερικών και είναι αυτός που θα προετοιμάσει τον κρατικό μηχανισμό για τις επόμενες εκλογές, όποτε και αν αυτές γίνουν. Όπως δεν πρέπει να ξεχνάμε τις προαναγγελθείσες διώξεις εις βάρος εν ενεργεία δικαστικών που ερευνούσαν υποθέσεις διαφθοράς. Ή την καθολική, μονολιθική επικράτηση του κυβερνητικού αφηγήματος στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, με τη λασπολογία, τα fake news και την εξαφάνιση της αντιπολίτευσης να δίνουν το στίγμα. Ή την ιδιοκτησιακή αντίληψη για το κράτος και τη μετατροπή του σε όχημα εξυπηρέτησης συγκεκριμένων συμφερόντων, με αποκλειστικά κριτήρια την κομματική ή/και πελατειακή ταύτιση και την εδραίωση της πολιτικής παντοδυναμίας του κυβερνώντος κόμματος. Και φυσικά, τη συνεχή διολίσθηση προς τον αυταρχισμό με απώτερο στόχο την εγκαθίδρυση ενός αισθήματος φόβου που θα λειτουργήσει, εκτιμούν οι κυβερνώντες, αποτρεπτικά ελαχιστοποιώντας τις πιθανότητες δημιουργίας κινημάτων διεκδίκησης και αντίστασης εκ μέρους των πολιτών. Απέναντι στο ξεκάθαρο αυτό σχέδιο της κυβέρνησης, η Αριστερά οφείλει να βρει βηματισμό. Η συνεχής υποτίμηση του αντιπάλου, η μονοδιάστατη επένδυση στο αντιδεξιό σύνδρομο και η καθυστέρηση στην αποσαφήνιση του σχεδίου της, δεν βοηθούν. Ο χρόνος και οι ανάγκες πιέζουν, η κοινωνία υποφέρει, αγωνιά και αναζητά διέξοδο. Μια διέξοδο που είναι χρέος της Αριστεράς να την προσφέρει.