Αννέτα Καββαδία: Αλαζονεία και εξουσία
Θιασώτες μιας σκληρής νεοφιλελεύθερης πολιτικής, με έντονη τη μυρωδιά του αυταρχισμού, μετέρχονται κάθε πρακτικής που εξυπηρετεί το σκοπό τους χωρίς να ορρωδούν προ ουδενός. Γνωρίζουν καλά πως από την άσκηση έως την κατάχρηση της εξουσίας, η απόσταση είναι μικρή. Και ορμώμενοι από μια αίσθηση παντοδυναμίας, ατιμωρησίας, αλλά και σαφούς ιδεολογικοπολιτικής στάσης, επιλέγουν απολύτως συνειδητά να διολισθήσουν. Η κανονικοποίηση, για παράδειγμα, της αδιαφάνειας στη διαχείριση δημόσιου χρήματος, η αστυνομοκρατική επιβολή αντιφατικών μέτρων για την πανδημία, η προσπάθεια οικοδόμησης μιας κραταιάς αστυνομικής δημοκρατίας, τα εξώδικα εναντίον εφημερίδων και τα εντάλματα σύλληψης εναντίον δημοσιογράφων, είναι στοιχεία απολύτως ενδεικτικά.
Προφανώς και η αλαζονεία της εξουσίας, δεν γνωρίζει από κομματικά στεγανά. Κατά τη γνωστή ρήση του λόρδου Άκτον «η εξουσία έχει την τάση να διαφθείρει και η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα». Το μείζον, λοιπόν, είναι να αναγνωρίζει κανείς τα σημάδια. Και να τα απομονώνει εν τη γενέσει τους. Να γίνεται ξεκάθαρο πού αποσκοπεί η ενασχόληση με τα κοινά. Και να υπάρχουν αντιστάσεις.
Όπως γράφει ο Κορνήλιος Καστοριάδης στο βιβλίο του «Η άνοδος της ασημαντότητας» (εκδόσεις Ύψιλον/βιβλία): «η αποσύνθεση γίνεται φανερή κυρίως μέσα από την εξαφάνιση των σημασιών και το σχεδόν απόλυτο ξεθώριασμα των αξιών. Και αυτό απειλεί μακροπρόθεσμα την επιβίωση του ίδιου του συστήματος. Όταν δηλώνεται ανοιχτά, όπως γίνεται τώρα στις δυτικές κοινωνίες, ότι η μοναδική αξία είναι το χρήμα, το κέρδος, ότι το υπέρτατο ιδεώδες του κοινωνικού βίου είναι το “πλουτίστε” (και η δόξα της δήλωσης αυτής ανήκει, σ’ ό,τι αφορά τη Γαλλία, στους σοσιαλιστές, οι οποίοι την έκαναν με έναν τρόπο που η Δεξιά δεν είχε τολμήσει να την κάνει), μπορεί να διερωτηθεί κανείς αν είναι ποτέ δυνατόν μια κοινωνία να συνεχίσει να λειτουργεί και να αναπαράγεται μονάχα σ’ αυτή τη βάση».