Macro

Αννέτα Καββαδία: Εσείς κυβερνάτε, εσείς λογοδοτείτε

«Βγάλτε τον Μητσοτάκη από το κάδρο των ευθυνών. Των όποιων ευθυνών. Να είναι παρών μόνο σε θετικό περιβάλλον. Μακριά από οτιδήποτε αρνητικό». Αυτή είναι η ρητή εντολή των αμερικανών επικοινωνιολόγων του Μεγάρου Μαξίμου και αυτή η επιχείρηση βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Στόχος, ένας πρωθυπουργός «αλώβητος», «ατσαλάκωτος», που «δεν ξέρει αλλά όταν μαθαίνει είναι άτεγκτος», που «κρατά γερά το τιμόνι της χώρας στη δύσκολη διεθνή συγκυρία».
 
Έχουν τα μέσα να το κάνουν; Ναι, με δεδομένη μάλιστα την αμέριστη στήριξη της πλειονότητας των ΜΜΕ. Είναι προδιαγεγραμμένη η επιτυχία τους; Σαφώς και όχι.
 
Από τη διαχείριση της ακρίβειας και τις συνεχείς ανατιμήσεις μέχρι την υπόθεση των υποκλοπών και το απόρρητο(!) πόρισμα της εξεταστικής επιτροπής της Βουλής, από τη διαχείριση της πανδημίας, τις χιλιάδες θανάτους και την πλήρη αποδυνάμωση του ΕΣΥ μέχρι την κωμωδία των συνεχών εγκαινίων του Ελληνικού, από την εκκωφαντική σιωπή για τους νεκρούς και τις καταστροφές στο Ηράκλειο μέχρι την πλήρη απουσία ενσυναίσθησης μπροστά στην εικόνα στελεχών του (Μιχαηλίδου-Θεοχάρης) να ξεκαρδίζονται στα γέλια την ημέρα του «λευκού μπαστουνιού» (κατά την προσομοίωσή τους με τυφλούς συμπολίτες μας), από την υποβάθμιση της καταγγελίας 19χρονης για ομαδικό βιασμό μέσα στο ΑΤ Ομόνοιας σε «κατάχρηση οργάνου της τάξης εις βάρος πολίτη», ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι αδύνατο να μπορέσει να μείνει εκτός κάδρου. Όχι μόνο εξαιτίας του πρωθυπουργοκεντρικού χαρακτήρα του πολιτεύματός μας. Αλλά και γιατί –πώς να το κάνουμε;– δεν μπορεί να πιστώνεται μόνο τα καλά και να νίπτει τας χείρας του για οτιδήποτε στραβό.
 
 
Υπόκωφος, αλλά υπαρκτός θυμός
 
Δεν ξέρω πόσο το έχουν αντιληφθεί στο Μέγαρο Μαξίμου, αλλά η κοινή γνώμη «βράζει». Ακόμα κι αν αυτή η δυσφορία δεν εκπέμπεται, προς το παρόν, δυνατά. Εκατομμύρια πολίτες προετοιμάζονται για έναν από τους πιο δύσκολους χειμώνες, που θα βρει χιλιάδες νοικοκυριά να αδυνατούν να αντεπεξέλθουν ακόμη και στις πιο στοιχειώδεις ανάγκες. Ο πρωθυπουργός και το επιτελείο του, δημιουργοί αλλά και διαχειριστές της κρίσης, ζουν με την ψευδαίσθηση της επιτυχούς διακυβέρνησης επειδή απλώς επιβιώνουν μέρα με τη μέρα. Γι’ αυτούς, η παραμονή του Κυριάκου Μητσοτάκη στον πρωθυπουργικό θώκο υπερισχύει έναντι οποιασδήποτε άλλης αναγκαιότητας. Είναι θέμα πολιτικής θεώρησης, γοήτρου, αλλά και δεσμεύσεων απέναντι σε πολυποίκιλα συμφέροντα. Γι’ αυτό και η προσπάθεια να μείνει στο απυρόβλητο. Γι’ αυτό και η επιστράτευση της «αμερικανικής σχολής» πολιτικής επικοινωνίας, η οποία εστιάζει σε προσωπικά χαρακτηριστικά των πολιτικών μέσα από «αυθόρμητες» καθημερινές στιγμές, με στόχο να αναδειχθεί, ή να διατηρηθεί, το προφίλ του ηγέτη που είναι «ανθρώπινος», «προσιτός» και «αγαπητός» –όχι μόνο από την ελίτ αλλά από τους καθημερινούς ανθρώπους, ιδίως τους πολύ νέους και τους ηλικιωμένους, τόσο στο κέντρο όσο και στην περιφέρεια.
 
Η πίεση όμως είναι αφόρητη. Το σκηνικό άγριο και άναρχο. Και ο στοιχειωδώς κοινός –όπως θα έπρεπε να είναι– παρονομαστής αξιών και δημόσιας συμπεριφοράς, γκρεμίζεται καθημερινά. Η κυβέρνηση της ΝΔ, και προσωπικά ο πρωθυπουργός, έχουν τεράστια ευθύνη. Ευθύνη γιατί είναι η πολιτική που πρεσβεύουν, και υλοποιούν, που διευρύνει τις ανισότητες, εντείνει τη φτώχεια, ενισχύει την περιθωριοποίηση. Ευθύνη γιατί «κανονικοποιούν» τη συνεχή έκπτωση αρχών και αξιών. Ευθύνη γιατί κλείνουν το μάτι στην ασυδοσία και αφήνουν ανεξέλεγκτους – όταν δεν τους υποδαυλίζουν – τους μηχανισμούς του «βαθέος» κράτους. Ευθύνη για την καταστολή του λαϊκού κινήματος και την περιστολή δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών των πολιτών.
 
 
Ευθύνη που δεν κρύβεται
 
Κι αυτή η ευθύνη δεν κρύβεται. Ούτε με τις εμφανίσεις του πρωθυπουργού σε προσεκτικά φιλοτεχνημένα και σκηνοθετημένα χάπενινγκ – άλλοτε με πολλά υποσχόμενους επενδυτές, άλλοτε για την εξαγγελία κάποιας φαντεζί ψηφιακής καινοτομίας, σπανιότερα στον τόπο κάποιας καταστροφής – ούτε με την επίδειξη δύναμης (βλ. εφαρμογή του δόγματος «νόμος και τάξη») απέναντι σε μια κοινωνία την οποία, δε χωράει αμφιβολία, έχει καταφέρει να τρομοκρατήσει και να συντηρητικοποιήσει, ούτε με την παλιά, φθηνή πελατειακή συνταγή που αντιλαμβάνεται τους πολίτες/ψηφοφόρους ως εύπιστους, αφελείς και παραιτημένους.
 
Βρισκόμαστε στα τέλη του 2022 και όχι στο 2019. Η κυβέρνηση της ΝΔ αναμετράται πια με τον εαυτό της και τα πεπραγμένα της. Και η επίκληση των έργων και των ημερών της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ – ως το αντίπαλο δέος – πολύ απλά, δεν πιάνει. Οι πολίτες ζητούν απαντήσεις και απαιτούν λύσεις από την κυβέρνηση που βρίσκεται στο τιμόνι της χώρας εδώ και τρία χρόνια. Και όσο δεν τις παίρνουν, ο θυμός μεγαλώνει. Όταν έρθει λοιπόν η ώρα, ο ψηφοφόρος θα ζητήσει το λογαριασμό και θα ρωτήσει δύο πράγματα: «εσύ τι έκανες για τη βελτίωση της δικής μου ζωής και καθημερινότητας;» και δεύτερον «τι θετικό πέτυχες για τα κρίσιμα προβλήματα της χώρας;». Και καθ΄ οδόν προς την κάλπη, θα πρέπει όλοι να μπορούν να συγκρίνουν τις δύο διαφορετικές πολιτικές προτάσεις και πρακτικές.
 
Φυσικά, δε χωράει αμφιβολία ότι ισχυρά συμφέροντα έχουν επενδύσει πολλά στην επανεκλογή της ΝΔ. Φυσικά και είναι ξεκάθαρο ότι μια δεύτερη θητεία Μητσοτάκη σημαίνει ακόμη λιγότερη δημοκρατία, ακόμη περισσότερο παρακράτος, ακόμη μεγαλύτερη ανακατανομή του πλούτου προς όφελος των οικονομικά ισχυρών, ακόμη μεγαλύτερη ιδιοκτησιακή αντίληψη για τη χώρα.
 
Από την άλλη, είναι επίσης ξεκάθαρο ότι από μόνη της η αντιδεξιά λογική, και κατ’ επέκταση ψήφος, δεν αρκεί για να οδηγήσει σε ανατροπή των σημερινών πολιτικών συσχετισμών. Η πειστική εναλλακτική προϋποθέτει επεξεργασίες με ξεκάθαρη στόχευση, ταξικό πρόσημο, σαφή αριστερή οπτική. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ανάγκη τη θετική ψήφο των πολιτών, δεν μπορεί να του αρκεί ο ρόλος του υποδοχέα της αντιδεξιάς ψήφου. Γι’ αυτό και η ευθύνη όλων μας είναι τεράστια.
Αννέτα Καββαδία