Υποτιμώντας τις επιπτώσεις των μέτρων στην εσωτερική ζήτηση, της οποίας η διατήρηση αποτελούσε το ένα από τους δύο κύριους πυλώνες της εναλλακτικής πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς και τη σημασία ενός προγράμματος μαζικού εσωτερικού τουρισμού, που θα αντιστάθμιζε σε κάποιο βαθμό την προβλεπόμενη μεγάλη μείωση της τουριστικής κίνησης από το εξωτερικό, η κυβέρνηση «θερίζει σήμερα αυτά που έσπειρε». Μετά τα δραματική μείωση των τουριστικών εισπράξεων και λόγω της συνεχιζόμενης υποχώρησης της ιδιωτικής κατανάλωσης και των επενδύσεων -τάσεις που θα επιδεινώσει η αβεβαιότητα που δημιουργεί σε καταναλωτές και επενδυτές το δεύτερο κύμα πανδημίας- ο κίνδυνος εκτίναξης της ανεργίας είναι πλέον ορατός και οδήγησε στην εξαγγελία των αντίστοιχων μέτρων από τον πρωθυπουργό στη Θεσσαλονίκη: μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες, πρόγραμμα επιδότησης ασφαλιστικών εισφορών για τη δημιουργία 100 χιλιάδων θέσεων εργασίας, «μεταρρύθμιση» της αγοράς εργασίας με άξονες την περαιτέρω ευελιξία της εργασίας, ώστε να συμβάλλει στη δημιουργία θέσεων εργασίας, και την αλλαγή του απαρχαιωμένου συνδικαλιστικού νόμου 1264/1982. Ο κ. Βρούτσης παρουσίασε πιο λεπτομερειακά τις παραπάνω εξαγγελίες και κατέθεσε την περασμένη Τετάρτη στη Βουλή τροπολογία για το νέο πρόγραμμα απασχόλησης.
Όλες οι θεσμικού χαρακτήρα εξαγγελίες διαπνέονται από την ίδια νεοφιλελεύθερη λογική που αποτυπώθηκε και στα δύο πρώτα Μνημόνια όσον αφορά τις «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις της αγοράς εργασίας», που η έκθεση Πισσαρίδη αναφέρει ρητά ότι ήταν αργές και η πρόοδός τους έμεινε ημιτελής. Εξ ου και η προσπάθεια της κυβέρνησης, από την επαύριον των εκλογών του Ιουλίου του 2019, να ολοκληρώσει επί τέλους τις θεσμικές «εκκρεμότητες» του δευτέρου Μνημονίου ως προς τη ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, τις οποίες διαπραγματεύτηκαν και ανέτρεψαν οι κυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ. Ο αναπτυξιακός νόμος του περασμένου Σεπτεμβρίου έθεσε τα εμπόδια όχι μόνο για να μην ανακάμψουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, αλλά και για να αποδυναμωθούν και οι υπάρχουσες. Το νέο Labor Reform του κ. Βρούτση, που θα περιλαμβάνεται στο σχετικό σχέδιο νόμου που θα κατατεθεί τον Οκτώβριο στη Βουλή, θα περιλαμβάνει καταρχήν τις δύο βασικές προτάσεις της Επιτροπής Πισσαρίδη: τον εξορθολογισμό στη χρήση και τη μείωση του κόστους των υπερωριών, καθώς και τη διευκόλυνση των επιχειρήσεων να απολύουν. Επίσης, εικάζουμε ότι θα περιλαμβάνει τις αλλαγές στη λειτουργία των συνδικάτων που μετ’ επιτάσεως ζητούσε το ΔΝΤ από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και δεν μπόρεσε να επιτύχει (απαρτίες συνελεύσεων, απόφαση απεργίας, άδειες συνδικαλιστών, κ.λπ.). Θυμίζουμε ότι τα δύο πρώτα Μνημόνια, κυρίως όμως το δεύτερο, ήθελαν να κλείσουν οριστικά το «κεφάλαιο» ελληνικά συνδικάτα, απογυμνώνοντάς τα από όλα τα θεσμικά υποστυλώματα της δύναμής τους με σκοπό την πλήρη περιθωριοποίησή τους και την πλήρη εξατομίκευση των εργασιακών σχέσεων ή, το πολύ-πολύ, την επιβολή διαπραγματεύσεων σε επίπεδο επιχείρησης. Κανένα από αυτά τα μέτρα την περίοδο 2010-2014 δεν αντιμετώπιζε την ανεργία που προκαλούσε η ελεύθερη πτώση της οικονομικής δραστηριότητας και της απασχόλησης μέσα από το καθοδικό σπιράλ λιτότητας-ύφεσης - λιτότητας. Ούτε σήμερα μπορεί να το κάνει, γιατί ούτε το εργατικό κόστος στην Ελλάδα είναι πλέον υψηλό ούτε αποτελεί αιτία της ανεργίας.