Αυτό που στις περιστάσεις είναι κυριολεκτικά συγκλονιστικό είναι ακριβώς το κοινό όλων αυτών των μαζικών –συχνά εξεγερσιακών– κινημάτων που ξεσπούν σ’ ένα τόσο μεγάλο γεωγραφικό εύρος στον πλανήτη. Ποιο είναι αυτό; Μα τι άλλο από την τρέχουσα καταστρεπτική φάση του καπιταλισμού.
Μόνο το 2018 οι 26 πιο πλούσιοι δισεκατομμυριούχοι κατείχαν τον ίδιο πλούτο με αυτόν του φτωχότερου μισού του παγκόσμιου πληθυσμού. Αποκαλυπτική είναι επίσης η δυναμική του φαινομένου: τη χρονιά που μας πέρασε οι δισεκατομμυριούχοι αυτοί αύξαιναν τον πλούτο τους κατά 2,5 δισ. δολ. την ημέρα, ενώ τα εισοδήματα των 3,5 δισ. φτωχότερων μειώνονταν κατά 500 εκατ. δολ. την ημέρα (στοιχεία Oxfam).
Εδώ λοιπόν έγκειται το κοινό: στον απόλυτα αντιδραστικό χαρακτήρα του καπιταλισμού που, για να επιβιώσει, διατείνεται πως προϋπόθεση της «ανάπτυξης» είναι ο οικονομικός στραγγαλισμός ολοένα και περισσότερων κοινωνικών ομάδων και η κοινωνική εξίσωση προς τα κάτω σε συνδυασμό με διεύρυνση του διευθυντικού δικαιώματος της εργοδοσίας (ένα μοτίβο με το οποίο καθημερινά βομβαρδιζόμαστε και στην Ελλάδα).
Δεν είναι διόλου παράξενο ότι, παρά τις ειδικές συνθήκες και τις επιμέρους διαφορές στα μοντέλα διακυβέρνησης της κάθε χώρας, οι άνθρωποι εξεγείρονται. Εχουμε μια παγκόσμια ενεργοποίηση του δήμου, μεγαλύτερη από εκείνη της δεκαετίας του 1960 και της πιο πρόσφατης του 2010, που είδε το φως με τις καταλήψεις των πλατειών στον αραβικό κόσμο, τα κινήματα «Occupy» και όλα εκείνα τα ρεύματα αμφισβήτησης που έμελλε να καταγραφούν ως «κινήματα ενάντια στη λιτότητα» ή/και «κινήματα για τον εκδημοκρατισμό». Ενεργοποιείται και πάλι η νεολαία (και κυρίως οι νέες γυναίκες), η γενιά εκείνη που εισήλθε ή ενηλικιώθηκε στην αγορά εργασίας σε συνθήκες κατάρρευσης της νεοφιλελεύθερης ορθοδοξίας και της εγκαθίδρυσης του δόγματος της φρενήρους ανισότητας.
Στις μαζικές διαδηλώσεις ενάντια στην αύξηση του εισιτηρίου στα μέσα μαζικής μεταφοράς στη Χιλή και στις εξίσου μαζικές κινητοποιήσεις ενάντια στην αύξηση του φόρου σε εφαρμογές κινητών όπως το WhatsApp στη Βηρυττό, μπορεί κανείς να δει τη γενιά των εργαζομένων της κρίσης, της επισφαλούς εργασίας και των προσβλητικών στάτους επιβίωσης, τη γενιά των σπασμένων ονείρων.
Εξαιρετικά σημαντικό είναι επίσης ότι, στις περισσότερες περιπτώσεις, παρακάμπτονται οι παραδοσιακοί (αλλά και οι νεότεροι) σχηματισμοί της Αριστεράς και των συνδικάτων – όλων εκείνων που το προηγούμενο διάστημα, μόνο και μόνο για να κρύψουν το δικό τους πολιτικό έλλειμμα, αποφαίνονταν ότι «ο κόσμος δεν τραβάει».