Το κύριο ερώτημα που ταλανίζει εδώ και πολύ καιρό το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ είναι αν πρέπει να μείνει αριστερό κόμμα ή αν πρέπει να μετεξελιχθεί σε κεντροαριστερό κόμμα. Φρονώ ότι σε ιδεολογικό επίπεδο πρέπει να παραμείνει αριστερό, αλλά σε πολιτικό επίπεδο πρέπει να συμπεριλάβει όλο τον κεντροαριστερό χώρο. Οι αντιμαχόμενοι κάνουν από ένα λάθος ο καθείς. Οι μεν, οι οποίοι θεωρούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να μετασχηματιστεί σε κεντροαριστερό κόμμα, ξεχνούν α) ότι εκεί δεν κατοικοεδρεύουν ιδέες ικανές να λύσουν σύγχρονα προβλήματα (διευρυνόμενες και αντιπαραγωγικές ανισότητες, ασυμμετρία μεταξύ γνωσιακών προσόντων των εργαζομένων και «σκατοδουλειών»/shitjobs, κλιματική αλλαγή, αυξανόμενος αριθμός μεταναστών χωρίς ίσα δικαιώματα στις κοινωνίες υποδοχής, ασυμμετρία μεταξύ διαδικτυακής οριζοντιότητας και απαρχαιωμένης κάθετης πολιτικής δομής, ανάγκη για νέες ταυτίσεις και ταυτότητες σε έναν κατακερματισμένο εργασιακό και κοινωνικό χώρο, κ.λπ.) και β) ότι ο κεϋνσιανισμός που εφάρμοσε ο ΣΥΡΙΖΑ μετά την έξοδο από τα μνημόνια, μπορεί να είναι χρήσιμος για την άμυνα της κοινωνίας, αλλά δεν μπορεί να ενθουσιάσει κανένα, και άρα να κινητοποιήσει κόσμο στον αγώνα ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό και τον αυταρχισμό, καθώς και να αναπτύξει νέα πολιτικά και πολιτιστικά οράματα. Οι δε, οι οποίοι θεωρούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να παραμείνει αριστερό κόμμα, παραγνωρίζουν τη σημασία των εξής δεδομένων: το σημαίνον «κέντρο» καθησυχάζει τους ανθρώπους α) που είναι μετριοπαθείς στις απόψεις τους, που προτιμούν να ακούν όλες τις πλευρές πριν αποφασίσουν, που ζυγίζουν υπέρ και κατά, που δεν πιστεύουν στις απόλυτες αλήθειες, β) που νοιώθουν πιο καλά με την ιδέα ότι αποτελούν κάποιον «μέσο όρο», ότι είναι «κανονικοί», ότι δεν είναι «ακραίοι», ότι αποτελούν τον κορμό της κοινωνίας, ότι δεν είναι σε πόλεμο με το άλλο μισό της, που σε τελική ανάλυση δεν θέλουν να σηκώσουν τα ψυχολογικά βάρη ενός συμβολικού εμφυλίου πολέμου, γ) που είναι ηλικιωμένοι και άρα αξιοδοτούν την ασφάλεια και τη σταθερότητα έναντι της ριζοσπαστικής ρητορικής που υπόσχεται, χωρίς να μπορεί να εγγυηθεί, γρήγορες και μεγάλες αλλαγές (και μην το ξεχνάμε: η ελληνική κοινωνία έχει γεράσει δημογραφικά και συνεχίζει να γερνάει). Με βάση αυτές τις διαπιστώσεις, θεωρώ πως καμία από τις εκατέρωθεν πολιτικές εκτιμήσεις δεν πρέπει να εκφέρεται ωσάν να ήταν η πλέον σωστή, και ότι η αναγνώριση της μερικότητας των εν λόγω απόψεων θα έπρεπε να οδηγήσει σε μια ειλικρινή αλληλοκατανόηση και συνεννόηση. Ομοίως, όσον αφορά την επικείμενη διεύρυνση μέσω της Προοδευτικής Συμμαχίας, κανείς δεν μπορεί να παραγνωρίσει ότι μόνο το ¼ περίπου του κοινωνικού σώματος ταυτίζεται με αμιγώς αριστερές αξίες, και άρα δεν επαρκεί για την εκλογική νίκη. Κανείς, όμως, δεν μπορεί να παραγνωρίσει ότι μεγάλο μέρος των στελεχών του πάλαι ποτέ κραταιού κεντροαριστερού χώρου έχουν αποδειχθεί αριβίστες της πολιτικής και διεφθαρμένοι, και άρα η ηγεσία θα πρέπει να περιορίσει τις μεταγραφές που θυμίζουν πολιτικές συναλλαγές. Τα παθήματα της περασμένης δεκαετίας πρέπει να γίνουν μαθήματα.