Συνεντεύξεις

22
11

Αλέξης Χαρίτσης: Η κυβέρνηση απευθύνεται σε υπηκόους και όχι σε πολίτες

Αυτό που μας ανησυχεί είναι τι θα σημάνει μια τέτοια εξέλιξη για τον ελληνικό λαό. Ένα ιστορικό πισωγύρισμα θα έχει ανυπολόγιστες συνέπειες σε μία χώρα που μόχθησε τόσο σκληρά για να βγει από τη μνημονιακή επιτροπεία. Για τον λόγο αυτόν και μόνο, ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει και πρέπει να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας πριν φτάσουμε εκεί. Τα καταφέραμε ήδη μία φορά σε εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες. Είμαστε περήφανοι επειδή καταφέραμε να βγάλουμε τη χώρα από τα Μνημόνια, να ρυθμίσουμε το χρέος, να βάλουμε σε τάξη τα δημόσια οικονομικά, οδηγώντας ταυτόχρονα την οικονομία σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και προωθώντας πολιτικές ενίσχυσης του κοινωνικού κράτους. Τώρα όμως το ζήτημα είναι να πατήσουμε στη θετική αυτή παρακαταθήκη και να χρησιμοποιήσουμε την ευνοϊκή διεθνή συγκυρία για το επόμενο βήμα: για μια νέα αρχή για τη χώρα με προοδευτικές πολιτικές και ριζοσπαστικές τομές.
20
11

Σερζ Οντιέ: Οικολογία και Αριστερά

Η μαρξιστική ιδεολογία και ένας ορισμένος ρεπουμπλικανισμός ακολούθησαν τις κυρίαρχες τάσεις του βιομηχανισμού. Μια θέση είναι ωστόσο σήμερα του συρμού στα αντικαπιταλιστικά περιβάλλοντα: ο Μαρξ υποτίθεται ότι ήταν ένας πολύ μεγάλος οικολόγος στοχαστής. Στην πραγματικότητα, ο συγγραφέας του «Κεφαλαίου» γνώριζε τις ζημιές που προκαλεί η βιομηχανική γεωργία και η αντίθεση ανάμεσα στην πόλη και την ύπαιθρο υλοποιούσε γι’ αυτόν τη ρήξη του μεταβολισμού που συνδέει τον άνθρωπο με τη φύση. Είχε τη διαίσθηση της «Καπιταλοκαίνου» εποχής: ο καπιταλισμός θυσιάζει τα πάντα, ακόμα και τη φύση, στην κοντόφθαλμη λογική του κέρδους και του εμπορεύματος. Το να βλέπουμε όμως στον Μαρξ έναν ιδιοφυή οικολόγο ισοδυναμεί με το να υπερτονίζουμε την πρωτοτυπία του σε αυτό το θέμα και κυρίως με το να αποκρύπτουμε τη μαρξιστική παρακαταθήκη του, που είναι ελάχιστα οικολογική. Μια από τις κύριες συμβολές του «επιστημονικού σοσιαλισμού» του Μαρξ και του Ενγκελς βασίζεται ουσιαστικά στην ιδέα ότι η έλευση του κομμουνισμού προϋποθέτει την πλήρη ανάπτυξη του καπιταλισμού και των αντιφάσεών του. Εξού και το παράδοξο εγκώμιο στην αστική τάξη ως αναγκαίο φορέα της «μεγάλης βιομηχανίας» και των «παραγωγικών δυνάμεων». (...) Με την επιτάχυνση της ανάπτυξης εμφανίζονται και οι οικολογικές και πολιτισμικές ζημιές. Το αδιέξοδο του μοντέλου γίνεται φανερό ακόμα και στις υψηλές σφαίρες. Το μαρτυρούν η επιτυχία του βιβλίου του Αμερικανού Τζον Κένεθ Γκαλμπρέιθ «Η κοινωνία της αφθονίας» και ακόμα περισσότερο η απήχηση της «Εκθεσης Meadows» της Λέσχης της Ρώμης για «τα όρια της ανάπτυξης». Η αμφισβήτηση έρχεται και από τα κάτω: οι φοιτητικές εξεγέρσεις εναντίον του πολέμου στο Βιετνάμ μέχρι τον Μάη του ’68 δεν είναι ρητά οικολογικές, αλλά η αντίθεσή τους στον αυταρχισμό, η κριτική τους στο στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα και στην «καταναλωτική κοινωνία» προετοιμάζουν το έδαφος. Μια σφαιρική κριτική του παραγωγικού συστήματος και των βλαβών που προξενεί στη φύση διαδίδεται τότε στην Αριστερά, κριτική που δεν συνοψίζεται πλέον στη διεκδίκηση της αναδιανομής των καρπών της ανάπτυξης. […]
20
11

Ο Θανάσης Καμπαγιάννης είναι πάντα «με τις μέλισσες» στην υπόθεση της κοινωνικής δικαιοσύνης

Καταγράφεται μια τάση που δεν είναι ελληνική, είναι διεθνής, όπου έχουμε την απομείωση του δημοκρατικού χώρου και των δημοκρατικών θεσμών και τη μετατροπή τους σε ένα κέλυφος, που στο εσωτερικό δεν υπάρχει τίποτα από όσα θα ξεχωρίζαμε ως τους χυμούς της δημοκρατίας. Το διακύβευμα για μια δημοκρατία δεν είναι απλά να υπάρχει ένα κοινοβούλιο που ψηφίζεται κάθε τέσσερα χρόνια αλλά να είναι εγγυημένη η δυνατότητα των πολιτών και των οργανώσεων του κινήματος να ξεδιπλώσουν τη δράση τους, να μπορούν να συγκεντρώνονται, να εκφέρουν λόγο, να υπάρχουν ΜΜΕ που ελέγχουν την εξουσία. Θέτοντας έτσι το ζήτημα της δημοκρατίας είναι σαφές ότι υπάρχει μεγάλο πρόβλημα. Στην Ελλάδα έχουμε μια κυβέρνηση που συνθέτει από τη μια τις πιο ακραίες νεοφιλελευθερες τάσεις, δηλαδή πολιτικές απορρυθμίζουν την εργασία, ιδιωτικοποιούν τον δημόσιο χώρο και από την άλλην, ενστερνίζεται εξαιρετικά νεοσυντηρητικά χαρακτηριστικά. Για παράδειγμα, ο Ποινικός Κώδικας που ψηφίζεται, είναι ο ορισμός της αντιμεταρρύθμισης, αποσκοπεί στην αυστηροποίηση των ποινών, στην περισσότερη φυλακή, στην κατάργηση πετυχημένων μορφών του Ποινικού Δικαίου, όπως η υφ’ όρων απόλυση μόνο και μόνο γιατί αυτό ικανοποιεί υποτίθεται ένα ακροατήριο που θέλει αίμα με όρους ρωμαϊκής αρένας. Καμία σχέση δεν έχει με τον πολίτικο φιλελευθερισμό που φέρει στο κέντρο του τον σωφρονισμό, τον τρόπο που ο κρατούμενος θα αποδοθεί ξανά στην κοινωνία γιατί γεννήθηκε στην κοινωνία, το ίδιο το έγκλημα και οι συνθήκες τέλεσης είναι γεννήματα της κοινωνίας. Δεν μπορούν να εξοβελιστούν δια παντός ή να θανατωθούν, γιατί στο τέλος του ποινικού λαϊκισμού υπάρχει η θανατική ποινή. Αυτά έχουν επιπτώσεις στην ποιότητα της δημοκρατίας. (...) Αυτό που απουσιάζει στη δημόσια συζήτηση είναι το ζήτημα των φυλακών και της κατάστασης τους. Έχει μείνει πίσω και θα πρέπει να το φέρουμε πιο μπροστά. Υπήρξαν περιπτώσεις που βρέθηκε στο επίκεντρο, πχ με την απεργία πείνας του Βασίλη Δημάκη. Είχαμε να κάνουμε με έναν ποινικό κρατούμενο, υπότροπο, ο οποίος, όμως, κατόρθωσε μέσα από τον δικό του δρόμο να μορφωθεί, να σπάσει τον φαύλο κύκλο του εγκλήματος και της φυλακής. Παρ’ όλα αυτά, αντί να τύχει ευεργετικών μέτρων, έτυχε εκδικητικότητας. Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν ο εγκλεισμός ετοιμάζει έναν κρατούμενο για να επανενταχθεί στην κοινωνία ή αν ηγεμονεύεται από τη λογική «κλείσε την πόρτα, πέτα το κλειδί και αστον να σαπίσει». Φυσικά, υπάρχει ανάγκη απόδοσης δικαιοσύνης και έκτισης ποινής, ειδικά στα ειδεχθή εγκλήματα. Η έκτιση ποινής, όμως, θα πρέπει να συνδυάζει τους στόχους της δικαίωσης των θυμάτων, της ειρήνευσης της κοινωνίας και της επιστροφής του κρατούμενου στην κοινωνία. Το αίτημα των μεγαλύτερων ποινών εκπορεύεται σ’ έναν βαθμό από την αντίληψη ότι αυτός που τέλεσε το έγκλημα, το τέλεσε μόνος του και άρα πρέπει να εξοβελιστεί ή να εξοντωθεί. Ενώ αυτό που θα έπρεπε να έχουμε στο μυαλό μας είναι πως το έγκλημα και οι συνθήκες τέλεσης του κυοφορούνται μέσα στην κοινωνία. Είμαστε σε μια φάση γενικευμένης οπισθοχώρησης και αντιδραστικοποίησης. Σ’ αυτό το πλαίσιο, οι αλλαγές που κάνει η κυβέρνηση στερούν από τον κρατούμενο την προσδοκία ότι αφενός θα έχει επαφή με την κοινωνία και αφετέρου θα επιστρέψει στην κοινωνία. Έτσι, γίνεται έρμαιο των εγκληματικών δικτύων που δραστηριοποιούνται εντός της φυλακής. Λειτουργεί το σύστημα της περιστρεφόμενης πόρτας που εν τέλει κάνει την κοινωνία πιο ανασφαλή και με περισσότερο έγκλημα. Η αύξηση των ποινών, λοιπόν, καταλήγει αντιπαραγωγική, καθώς δημιουργεί μια δεξαμενή ανθρώπων που είναι διαρκώς μπλεγμένοι στην πελατεία του ποινικού συστήματος. (...) Κοίταξε, μια Πολιτεία που δεν εξασφαλίζει την πρώτη κατοικία για κάθε άνθρωπο που ζει στην επικράτεια της, του στερεί το βασικότερο δικαίωμα για να ασκήσει τα υπόλοιπα δικαιώματα. Πως θα απολαύσεις οποιοδήποτε αγαθό εάν δεν έχεις ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι σου; Διαβάζοντας το έτσι, κατανοούμε ότι η κατάληψη ενός ακατοίκητου οικήματος προκειμένου κάποιος/οι να το κατοικήσουν, συνιστά πράξη που μπορεί να δικαιωθεί. Το ζήτημα δεν είναι αν πρόκειται για μια νόμιμη ή παράνομη ενέργεια αλλά για μια δίκαιη ενέργεια. Η φιλελεύθερη δημοκρατία, στις καλύτερες στιγμές της, αναγνωρίζει ότι τα έννομα αγαθά έχουν – αυτό που λέμε στη θεωρία – μια επικίνδυνη ζωή, δεν είναι διαφυλαγμένα και τέλος. Όταν αναλαμβάνεις ένα πολιτικό αξίωμα, σημαίνει ότι θέτεις τον εαυτό σου στην πολιτική κριτική που ενίοτε μπορεί να είναι και σκληρή. Το πρόσφατο παράδειγμα με τα τρικάκια στο γραφείο της Γενικής Γραμματέως Αντεγκληματικής Πολιτικής, Σοφίας Νικολάου, είναι χαρακτηριστικό. Το δικαστήριο αθώωσε τους ανθρώπους που κατηγορούνταν ότι πέταξαν τα τρικάκια με αυτήν την επιχειρηματολογία, ότι η φιλελεύθερη δημοκρατία οφείλει να ανεχτεί τέτοιου είδους ακτιβιστικές ενέργειες. Εμείς, σαν ριζοσπάστες δικηγόροι, παρότι οραματιζόμαστε τον κοινωνικό μετασχηματισμό, περιφρουρούμε και υπενθυμίζουμε τις καλύτερες στιγμές της φιλελεύθερης δημοκρατίας προκειμένου να αποφευχθεί η παρανομοποίηση των κοινωνικών δράσεων.
18
11

Πέτρος Κασιμάτης: Ο Κυριάκος Μητσοτάκης απέρριψε όλα μας τα αιτήματα

Τον κ. υπουργό [Άδωνις Γεωργιάδης] πραγματικά δεν τον προλαβαίνουμε. Ο ίδιος δήλωσε πως «είναι αχαριστία να ζητάει επιπλέον χρήματα η εστίαση». Είναι λυπηρό και απογοητευτικό ο καθ' ύλην αρμόδιος υπουργός να κάνει τέτοιες απαξιωτικές δηλώσεις για έναν κλάδο που αριθμεί σχεδόν 84.000 επιχειρήσεις και απασχολεί άμεσα σχεδόν 400.000 και έμμεσα σχεδόν 1.000.000 εργαζόμενους. Η στήριξη που έχει δοθεί στην εστίαση είναι πολύ φτωχή. Αφορά κυρίως δάνεια τα οποία θα πρέπει να επιστραφούν από επιχειρήσεις που υπολειτουργούν εδώ και δύο χρόνια. Επίσης, από τον Ιούλιο και ενώ ισχύουν ακόμα περιοριστικά μέτρα που αφορούν τη λειτουργία των επιχειρήσεων, η στήριξη της Πολιτείας έχει αποσυρθεί πλήρως. Σε όλα αυτά τα οικονομικής φύσεως εμπόδια έρχονται να προστεθούν πλήθος αμφιλεγόμενα μέτρα χωρίς κανένα εμφανές όφελος για την προστασία της δημόσιας υγείας. Η απάντησή μας, λοιπόν, θα ήταν να είναι πιο μετρημένος ο κύριος υπουργός και να μην απευθύνεται με τέτοια απαξίωση σε έναν κλάδο τόσο σημαντικό για την ελληνική οικονομία. Τέλος, θα τον συμβουλεύαμε να εξετάσει τα μέτρα στήριξης που έχουν δοθεί στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης για να καταλάβει πόσο ελλιπής είναι η συνεισφορά του στη θεσμική του θέση.
18
11

Ο Δημήτρης Παπαχρήστος νιώθει ακόμη χρεωμένος στους νεκρούς του Πολυτεχνείου

«Κανέναν μήνυμα του Πολυτεχνείου δεν συγκαλύφθηκε. Δεν μπορούν να το κάνουν, είναι πάνω απ’ αυτούς, πάνω απ’ όλους μας. Κανείς και καμία δεν μπορεί να το ακουμπήσει. Δεν προδίδεται το Πολυτεχνείο, γιατί δεν έχει ιδιοκτήτες. Είναι ένα κτίριο που κουβαλάει την ψυχή και τη ζωή όσων πέρασαν και θα περάσουν από αυτό, θα δείχνει πάντα τη συνέχεια του αγώνα. Δεν είναι μνημείο, είναι το σπίτι της μνήμης και η μνήμη είναι η ζώσα μας ύπαρξη, αντιστέκεται στη φθορά του χρόνου και σε κάθε μορφή εξουσίας, ας το πάρουν χαμπάρι. Τίποτα που υπήρξε αληθινά δεν μπορεί να χαθεί. Η γενιά του Πολυτεχνείου, υπάρχει ηλικιακά μόνο. Στην Αθήνα εκείνον τον καιρό ήταν 70.000 φοιτητές και εκεί μέσα βρεθήκαμε 5.000. Δεν λέω ότι οι άλλοι ήταν εναντίον μας, όμως ήθελε τόλμη να κλειστείς εκεί μέσα χωρίς να ξέρεις αν θα ξαναβγείς. Καλά κάνουν και επιτίθενται στα μηνύματα του Πολυτεχνείου, αυτή είναι η δουλειά τους. Μπορεί να απαντήσει όμως κάποιος απ’ όλους αυτούς, τι έχει αλλάξει σήμερα στην Παιδεία ή στην Υγεία, να απαντήσουν έστω αν έχουμε πραγματική Ελευθερία; Το παραμύθι που αναμασά η εξουσία, είναι ότι η γενιά του Πολυτεχνείου ξεπουλήθηκε. Πέντε-δέκα άνθρωποι ήμασταν όλοι κι όλοι εκεί δηλαδή; Με ρωτάς για τη Μαρία Δαμανάκη. Μέχρι το ‘74 μπορώ να πω μόνο καλές κουβέντες για όλες κι όλους, γιατί βάλαμε το κεφάλι μας στον ντορβά, πώς να το κάνουμε τώρα; Οι επιλογές που έγιναν μετά το ΄74 και μετά είναι προσωπική ευθύνη του καθένα και της κάθε μίας. Όταν όμως γίνεσαι δημόσιο πρόσωπο και κουβαλάς αυτή την ιστορία, το μόνο που καταφέρνεις είναι να κάνεις ζημιά και σ’ αυτό που έκανες. Μ’ αυτήν την έννοια, η δική μου επιλογή δεν ήταν μετά το Πολυτεχνείο, ήταν η πολιτική μου θέση απ’ την αρχή. Θέλαμε να αλλάξουμε τον κόσμο και να χωράει κι άλλους κόσμους μέσα του. Δεν συμβιβαζόμασταν με τίποτα λιγότερο. Προσωπικά, οι νεκροί δεν με άφησαν να γίνω κάτι άλλο, νιώθω χρεωμένος σε εκείνους. Με παρακάλαγαν να γίνω υπουργός και βουλευτής, δεν με ενδιέφερε ποτέ. Κάποτε μου είπε κάποιος πως ό,τι κάναμε εκείνη την εποχή ήταν μάταιο. Του είπα πως εγώ δεν είμαι χριστιανός ορθόδοξος και πως τα ματαιότης ματαιοτήτων είναι για εκείνους που θα πάνε στον άλλον κόσμο. Εγώ πιστεύω ότι είναι προτιμότερο να αγωνίζεται κανείς ακόμη και μάταια, παρά να ζει μάταια. Δεν υπάρχει για μένα απογοήτευση, γιατί όποιος αγωνίζεται δεν έχει καιρό να απογοητευτεί».
18
11

Αλέξης Χαρίτσης: Επιχειρούν να πείσουν τους πολίτες ότι δεν ισχύει αυτό που βιώνουν

Και στην οικονομία, νομίζω, βρισκόμαστε μπροστά σε μια συνειδητή επιλογή της κυβέρνησης, να εξωραΐζει διαρκώς την πραγματικότητα. Επιχειρούν να πείσουν τους πολίτες ότι δεν ισχύει αυτό που βιώνουν, ισχύει κάτι άλλο. Ο πολίτης, πχ, ακούει για δισ. από το Ταμείο Ανάκαμψης (ΤΑ) και τα άλλα χρηματοδοτικά προγράμματα και την ίδια στιγμή βιώνει τεράστιο πρόβλημα ρευστότητας για τις μεσαίες – μικρές επιχειρήσεις, λόγω πλήρους απουσίας στήριξης από το τραπεζικό σύστημα, τεράστια νέα υπερχρέωση και εκρηκτικές ανατιμήσεις. Όλο αυτό το αφήγημα επιτυχίας καταρρέει από την ίδια την πραγματικότητα. (...) Έχουμε προτείνει εδώ και μήνες ένα πακέτο μέτρων αναχαίτισης της ακρίβειας. Πρώτον, μια σοβαρή προσπάθεια ρύθμισης και ελέγχου των αγορών που λειτουργούν με όρους αισχροκέρδειας, κυρίως στην ενέργεια και το εμπόριο. Υπήρχαν προτάσεις ακόμη και από τη ΡΑΕ (Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας) για έλεγχο της χονδρεμπορικής αγοράς ενέργειας. Η Κυβέρνηση τις αγνόησε. Δεύτερον, στοχευμένη ελάφρυνση φορολογικών υποχρεώσεων, όπως ο ειδικός φόρος κατανάλωσης σε ενεργειακά προϊόντα. Τρίτον, να αναπτυχθούν/να εφαρμοστούν ειδικά προγράμματα, όπως προτείνει η ΕΕ, στήριξης αυτών που θίγονται περισσότερο, (ευάλωτα νοικοκυριά, μεσαίες – μικρές επιχειρήσεις, ενεργοβόρες βιομηχανίες). Τέταρτον, η αύξηση του κατώτατου μισθού θα προστατεύσει τους πιο ευάλωτους και θα ενισχύσει το διαθέσιμο εισόδημά τους.
18
11

Σουζάνα Καμούσο: Η ανάκαμψη της εργασίας γίνεται σε συνθήκες επισφάλειας

Στο επόμενο διάστημα θα πρέπει να αντιμετωπίζουμε σημαντικές κρίσεις. Μας το έδειξαν οι ανεπαρκείς και ελάχιστες αποφάσεις που πήραν για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, την πορεία εξόδου από τον άνθρακα. Αυτές θα έχουν διαφορετικές επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή οικονομία. Όταν συζητάμε με τα συνδικάτα της Ανατολικής Ευρώπης και μερικώς με αυτά των Βαλκανίων και τους μιλάμε για την έξοδο από τον άνθρακα μας κοιτούν άσχημα. Υπάρχουν μεγάλα προβλήματα, που τα αντιμετωπίζει και το περιβαλλοντολογικό κίνημα. Δεν είναι εύκολο να οικοδομήσουμε μια σχέση ανάμεσα στις αναγκαίες επιλογές που πρέπει να γίνουν για να αντιμετωπίζουμε την κλιματική αλλαγή και τις προοπτικές της εργασίας, τις απαντήσεις που θα πρέπει να δώσουμε στους εργαζόμενους που εργάζονται σε αυτούς τους τομείς. Υπάρχει μεγάλη δυσκολία να δημιουργηθεί μια σχέση, ένας δεσμός. Πως όμως θα κάνουμε μια πράσινη μετάβαση, πώς θα αντιμετωπίσουμε την κλιματική αλλαγή, χωρίς να έχουμε κοινωνική δικαιοσύνη; Στο τέλος θα αυξηθούν οι κοινωνικές ανισότητες. Σε πολλές χώρες φοβάμαι ότι κυοφορείται μια λογική κλεισίματος. Από ορισμένες χώρες μας λένε ότι εσείς τα βλέπετε εύκολα γιατί έχετε τους οικονομικούς πόρους, εναλλακτικούς και ανανεώσιμους ενεργειακούς πόρους, ενώ εμείς αντιμετωπίζουμε μια καταστροφική κατάσταση, υψηλά ποσοστά ανεργίας και υψηλά ποσοστά φτώχειας και ακραίας φτώχειας. Τόσο στη G20, την COP26, αλλά και στα κινήματα, πρέπει να υπάρχει μια προοπτική για αυτούς τους ανθρώπους, γιατί διαφορετικά η αποκαλούμενη πράσινη μετάβαση αποτελεί μια απάτη. Υπάρχουν ταυτόχρονα πολλά στοιχεία και το γεγονός ότι η πανδημία επιδείνωσε περαιτέρω τις ανισότητες και το βλέπουμε ακόμη και σήμερα με το νέο κύμα της και τις ιδιαίτερα αρνητικές συνέπειες που προκαλεί σε μια σειρά χώρες. Οι πιο πλούσιες χώρες, που βρίσκονται σε καλύτερη οικονομική και κοινωνική κατάσταση, θα έπρεπε να είχαν μεγαλύτερο θάρρος για να προωθήσουν τις αλλαγές από το να υπερασπίζονται το μοντέλο τους. Μέσα στο νέο γεωπολιτικό σενάριο και την κρίση δεν νομίζω ότι μπορεί κάποιος να κλείσει τα σύνορα και να νομίζει ότι μπορεί να απομονωθεί για να προστατευθεί. Τα συνδικάτα πρέπει να έχουν το θάρρος να κάνουν αυτές τις αναλύσεις, γιατί οι εθνικισμοί δεν προσέφεραν ποτέ κάτι θετικό στους εργαζόμενους, παρόλο που εμφανίζονται ως σωτήριες λύσεις. Κλείνοντας τα σύνορα δεν θα σωθεί κανείς, αλλά αντίθετα θα βαδίσει στο θάνατό του. Οι εργαζόμενοι και τα συνδικάτα έχουν ανάγκη την αλληλεγγύη και την κοινή δράση τους σε όλα τα επίπεδα για να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις. Τα απλοποιημένα συνθήματα των εθνικισμών διευκολύνουν έναν εύκολο προσηλυτισμό, αλλά εμείς πρέπει να εργαστούμε μέσα στους χώρους εργασίας για να υπενθυμίσουμε στους εργαζόμενους ότι η αντιπαράθεση γίνεται με τους έχοντες και κατέχοντες και όχι εναντίον των ομοίων τους.
16
11

Βασίλης Κωστάκης: Η καινοτομία στην υπηρεσία της κοινότητας

“Πρώτον η τεχνολογία δεν είναι ουδέτερη. Η τεχνολογία έχει πάντα μία πολιτική κατεύθυνση, είτε αυτό διατυπώνεται ξεκάθαρα στον κώδικα της τεχνολογίας ή στα συμφέροντα που χρηματοδοτούν την ανάπτυξη ενός τεχνολογικού προϊόντος, είτε αυτά είναι υπόρρητα. Δηλαδή δεν το ξέρουμε όμως συνειδητά ή όχι αυτοί που σχεδίασαν, χρηματοδότησαν ένα συγκεκριμένο τεχνολογικό εργαλείο είχαν κάποιους σκοπούς. Λοιπόν είναι βασικό να καταλάβουμε ότι οποιοδήποτε ατζέντα πολιτική είτε είναι αριστερή δεξιά ή κάτι ενδιάμεσο, πρέπει να έχει μία αντίληψη και ένα σύνολο προτάσεων για το ποια τεχνολογική ανάπτυξη θέλουμε”. Για παράδειγμα το διαδίκτυο και ο παγκόσμιος ιστός. Αυτό δεν είναι μία τεχνολογία, είναι ένα άθροισμα πολλών τεχνολογιών και καινοτομιών που έχουν λάβει όλα τα χρόνια, χρηματοδοτήθηκε αρχικά από ένα ίδρυμα του στρατού των ηνωμένων πολιτειών, στη συνέχεια πήραν την τεχνολογία αυτή γιατί δεν ήτανε πατενταρισμένη, ήταν ανοιχτή και την αξιοποίησαν οι επιστήμονες, για να μοιράζονται γνώσεις ανά τον κόσμο, στη συνέχεια μπήκαν οι χακεράδες μέσα, και έκαναν τα δικά τους ωραία, στη συνέχεια μπήκαν οι εταιρείες οι οποίες αξιοποίησαν την τεχνολογία αυτή για κερδοσκοπικούς σκοπούς κλπ. Συνεπώς αυτό το άθροισμα των τεχνολογιών που ονομάζουμε σήμερα διαδίκτυο, ήταν ένα πεδίο αγώνα να επηρεάσουν διάφορες ομάδες αυτή τη συγκεκριμένη τεχνολογία. Και έτσι είχαμε ως αποτέλεσμα παραδείγματος χάρη το Facebook από τη μία, και από την άλλη έχουμε τη wikipedia. Το Facebook είναι αυτό που ξέρετε και όλες, όπου ευνοεί την αλληλεπίδραση μεταξύ των ανθρώπων, με μία ομότιμη σχέση, ένα peer to peer δίκτυο, όπου ο καθένας και η καθεμία συνεισφέρει ό,τι θέλει, πάνω σε μία παγκόσμια πλατφόρμα ταινία και ο καθένας και η καθεμία καταναλώνει ό,τι θέλει. Βίντεο φωτογραφίες σχόλιο κλπ. Και έτσι δημιουργείται μία αξία την οποία την καρπώνεται αυτή η εταιρική ιεραρχία του Facebook. Αλλάζει όποτε θέλει τους όρους. Από την άλλη πλευρά έχεις τη wikipedia. Που είναι μία εγκυκλοπαίδεια η οποία παράγεται από τα κάτω, από τον καθένα και την καθεμία που συνεισφέρει αυτό που θέλει και αυτό που ξέρει, και όποιος ή όποια θέλει διαβάζει ένα λήμμα που υπάρχει στη wikipedia. Ποιος θα μας το έλεγε το 2001 που ξεκίνησε η wikipedia ότι θα κατάφερνε να βγάλει εκτός αγοράς την αντίστοιχη εγκυκλοπαίδεια της microsoft, που υπήρχε από το 1993, και μετά από λίγα χρόνια θα έβγαζε εκτός τυπογραφείου την εγκυκλοπαίδεια μπριτάνικα, μετά από 250 χρόνια”. Που είναι ένα εγχείρημα που δεν οργανώνεται με σκοπό τη μεγιστοποίηση του χρηματικού κέρδους, στο Facebook έχουμε μεγιστοποίηση χρηματικού κέρδους, για τους μετόχους της εταιρείας, στη wikipedia δεν το έχουμε.
15
11

Γιάννης Μπασκόζος: «Η κυβερνητική πολιτική “ελευθερίας” ήταν εντελώς λαθεμένη»

Φαίνεται ότι η επέκταση της υποχρεωτικότητας πέρα των υγειονομικών και σε άλλες επαγγελματικές κατηγορίες, στις οποίες οι πολίτες βρίσκονται εκτεθειμένοι σε κοινωνικές επαφές, μπορεί να είναι χρήσιμη. Η πιθανή υποχρεωτικότητα όμως πρέπει πάντα να επιτυγχάνεται με πολιτικές πειθούς και διασφάλιση της συναίνεσης της κοινωνίας. Αναφέρω χαρακτηριστικά ως παραδείγματα την αστυνομία, το στρατό, τους ιερείς, τους εν γένει δημοσίους υπαλλήλους που έρχονται σε επαφή με το κοινό και τους υπαλλήλους των σούπερ μάρκετ. Σε ο,τι αφορά το πιστοποιητικό, αν θεωρήσουμε ότι έχει χρησιμότητα, θα πρέπει να αφορά πραγματική εμβολιαστική κάλυψη. Με βάση τα δεδομένα που παρέθεσα, το πιστοποιητικό δεν έχει καμία αξία αν έχει παρέλθει εννιάμηνο. Αρα οφείλει να ανανεώνεται με βάση την πραγματική εμβολιαστική κάλυψη.
15
11

Ανδρέας Ξανθός: Η κυβερνητική γραμμή είναι επιδημιολογικά απολύτως λάθος

Η δραματική επιδείνωση της πανδημικής κρίσης απαιτεί διακομματική συνεννόηση και κοινωνικές συναινέσεις. Μπροστά στη κρίση εμπιστοσύνης ενός σημαντικού τμήματος της κοινωνίας απέναντι στην κυβέρνηση, στην Πολιτεία, στους θεσμούς και στην Επιστήμη, έχουμε ανάγκη ένα αξιόπιστο restart στα πάντα. Στην υγειονομική στρατηγική, στην επιστημονική εποπτεία, στην πολιτική και επικοινωνιακή διαχείριση. Το κύρος και η αξιοπιστία των εμπειρογνωμόνων πρέπει να περιφρουρείται από όλους μας. Και από τούς ίδιους. Πρωτίστως όμως από την κυβέρνηση, η οποία απαξιώνει και «εργαλειοποιεί» συστηματικά την Επιτροπή. Δεν διασφάλισε ούτε διαφάνεια και πρόσβαση στα πρακτικά των συνεδριάσεων της, ούτε δήλωση σύγκρουσης συμφερόντων των μελών, ούτε έγκαιρη γνωμοδότηση της στις κρίσιμες φάσεις. Συνήθως η κυβέρνηση ζητούσε την εκ των υστέρων «νομιμοποίηση» των δικών της πολιτικών επιλογών. Δημιούργησε «στεγανά» και πολλαπλά κέντρα διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης, έδωσε επιστημονικό ρόλο που δεν της ανήκε στην Πολιτική Προστασία, έχει μετατρέψει το Μαξίμου σε κέντρο επιδημιολογικής επιτήρησης και παρέμβασης.