Macro

Στέφανος Δημητρίου: Προγραμματική ανασύνθεση της πολιτικής

Αυτό που πρωτίστως θα πρέπει να υπερασπιστεί η Αριστερά, ο ΣΥΡΙΖΑ και οι δυνάμεις, κοινωνικές και πολιτικές, με τις οποίες θα συνεργασθεί είναι η δημόσια σφαίρα. Αυτή η υπεράσπιση θα είναι αποτέλεσμα μίας στρατηγικού χαρακτήρα μεταρρυθμιστικής πολιτικής, η οποία θα αποσκοπεί και στα μεσαία –ό, τι και να σημαίνει αυτό σήμερα – και τα χαμηλότερα στρώματα, τα οποία, όλο και περισσότερο, υποαντιπροσωπεύονται πολιτικώς, άρα εξωθούνται στο περιθώριο της δημόσιας σφαίρας. Η υπερδεκαετής οικονομική και κοινωνική κρίση, σε συνδυασμό με την ολετήρια πανδημία, έχει φέρει ήδη σε σύγκλιση αυτά τα στρώματα. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να προκριθεί η πολιτική που θα αποσκοπεί στο να εξασφαλίσει τις οικονομικές προϋποθέσεις για την αναπαραγωγή τους, καθώς και να εγγυηθεί τις προϋποθέσεις για την κοινωνική τους προστασία.

Πρόταση μεταρρύθμισης της καθημερινότητας
Πρόκειται για μία συνεκτική προγραμματική πρόταση που θα συνδυάζει οικονομική ανάπτυξη με κοινωνική δικαιοσύνη. Θα είναι μια προγραμματική, μεταρρυθμιστική πολιτική, ικανή να μεταρρυθμίσει την καθημερινότητα των ανθρώπων. Αυτό είναι το κυρίως ζητούμενο: το πώς ζουν οι άνθρωποι, το πώς μπορεί να αλλάξει η καθημερινότητά τους. Η αναδιοργάνωση της δημόσιας σφαίρας δεν είναι πλέον εφικτή, χωρίς ένα σαφές πρόγραμμα ανασυγκρότησης και ανάπτυξης της χώρας. Η σύγκρουση θα γίνει με τον κυνικό, κερδαλέο, αντικοινωνικό ατομισμό, που προκύπτει και αναπαράγεται μέσα από το στρεβλό μοντέλο ανάπτυξης της χώρας. Μια τέτοια μεταρρύθμιση θα αποσκοπεί στο να διαμορφώσει – και βαθμηδόν να εδραιώσει – μία αντίληψη και συναφή νοοτροπική στάση κοινωνικής συνυπευθυνότητας και αλληλεγγύης, χωρίς τις οποίες είναι ανέφικτη η ζητούμενη και απαιτητέα αξιακή ανατίμηση της δημόσιας σφαίρας, της αναγκαιότητας και της θεμελιώδους αξίας της για την κοινωνία και τη Δημοκρατία.
Η δημόσια σφαίρα είναι το δημόσιο πρόσωπο όλων των πολιτών. Περιλαμβάνει τις λειτουργίες του κράτους, των θεσμών, αλλά και της δημόσιας ηθικότητας, που οδηγεί στο να κατανοήσουμε ότι η εκτεταμένη διαφθορά, από την οποία κατατρύχεται το πολιτικό σύστημα, η δημόσια διοίκηση και ένα πάρα πολύ μεγάλο μέρος της κοινωνίας, είναι θανάσιμος εχθρός της Δημοκρατίας και πολύτιμος αρωγός της Άκρας Δεξιάς. Οι ταξικές συνέπειες προκύπτουν από το ότι ο ιδιωτικός πλουτισμός συνδέεται με την εκτεταμένη διαφθορά, την επέκταση των ιδιωτικών συμφερόντων στην επικράτεια της πολιτικής και την άλωση της τελευταίας από τα πρώτα. Επίσης και η κραταίωση αντίστοιχης νοοτροπίας, ώστε τα ανωτέρω να θεωρούνται αυτονόητα, έχει αποτέλεσμα να μεταβιβάζονται στη δημόσια σφαίρα όλες οι συνέπειες που επέρχονται από το πώς ενεργεί μια κερματισμένη κοινωνία ιδιωτών, οι οποίοι αντιλαμβάνονται τη δημόσια σφαίρα ως πεδίο προς λεηλασία. Έτσι, όμως, ο δημόσιος πλούτος δεν επενδύεται στην πραγματική οικονομία, την παραγωγή και την ανάπτυξη, αλλά προστίθεται στο κεφάλαιο μιας αντιπαραγωγικής, οικονομικής ολιγαρχίας. Το αποτέλεσμα είναι ο πλούτος των λίγων να επιφέρει δημόσια φτώχεια, διότι η αντιπαραγωγική επιχειρηματικότητα, καθώς και το συναφές πλέγμα των ιδιωτικών συμφερόντων, τα οποία συνδέονται με τη δαιδαλώδη γραφειοκρατική πολυνομία της δημόσιας διοίκησης, αναρριχάται ως παρασιτικός κισσός στον κορμό του κράτους και τον απομυζά. Η νεοφιλελεύθερη πολιτική ενισχύει όλα τα παραπάνω. Γι’ αυτό και είναι επικίνδυνα αντιδημοκρατική και αντικοινωνική. Ριζοσπαστική θα είναι η πολιτική που θα θέσει προγραμματικό της στόχο τη δημοκρατική μεταρρύθμιση όλων αυτών. Αλλιώς το αίτημα για κοινωνική δικαιοσύνη θα φύγει από τη δικαιοδοσία της πολιτικής και θα υπαχθεί στην αρμοδιότητα των ευχελαίων.
Προϋπόθεση ένα ισχυρό κράτος
Πώς, όμως, είναι εφικτή η αναδιοργάνωση της δημόσιας σφαίρας, σύμφωνα με έναν γνώμονα δημόσιας πολιτικής αρετής; Αυτό σημαίνει ευθεία αντιμετώπιση δομικών προβλημάτων (π.χ. πρέπει να αυξάνονται τα ελλείμματα, προκειμένου να ασκηθεί μία φιλολαϊκή πολιτική, ή να αντιμετωπίζονται οι κοινωνικές ανισότητες με την προοδευτική φορολόγηση του πλούτου;). Τέτοια πολιτική, ικανή να αντιμετωπίσει δομικά προβλήματα και να προχωρήσει σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, προϋποθέτει οικονομική ανάπτυξη. Αυτή, για να επιτευχθεί, προϋποθέτει ισχυρό και αποτελεσματικό κοινωνικό κράτος, που θα παρέχει κοινωνικές υπηρεσίες, οι οποίες θα υπερβαίνουν τον στόχο του ελαχίστου εγγυημένου εισοδήματος. Μόνο χώρες με ισχυρό κράτος και αποτελεσματική δημόσια διοίκηση επιτυγχάνουν κοινωνικά δίκαιη οικονομική ανάπτυξη. Αυτό δεν είναι κρατισμός. Είναι προϋπόθεση για μια δίκαιη και ανεπτυγμένη κοινωνία. Έτσι, απαιτείται και μία αποτελεσματική γραφειοκρατία. Όταν δεν υπάρχει αποτελεσματική, ως προς την υπηρέτηση των πολιτών, γραφειοκρατία, τότε υποφέρουν οι κοινωνικώς ασθενέστεροι. Πλήττεται, όμως, και το πολιτικό σύστημα και το πολίτευμα, εφόσον ταυτίζονται –καλώς ή κακώς- με τις λειτουργίες του κράτους, άρα και με την αντικοινωνική γραφειοκρατία, που εξυπηρετεί μόνο την αυτοαναπαραγωγή της.
Το κοινωνικό κράτος συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη, ώστε να υπάρξει ενίσχυση και αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων, καθώς και μείωση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων. Αυτό, όμως, σημαίνει και αναθεώρηση και αναξιολόγηση του ρόλου και της λειτουργίας των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, οι οποίες δεν θα πρέπει να κρίνονται μόνο με βάση το καθεστώς της ιδιοκτησίας τους, αλλά και με βάση την αποτελεσματικότητα της λειτουργίας τους, ώστε να διασφαλίζεται η ποιότητα υπηρεσιών προς όλους. Δεν υπάρχει ίση μεταχείριση όλων, χωρίς ακώλυτη πρόσβαση στα δημόσια αγαθά, τα οποία αποτελούν αντικείμενο τέτοιων επιχειρήσεων. Αυτός είναι ο κοινωνικός ρόλος τους. Συνεπώς, η αναδιοργάνωση της δημόσιας σφαίρας συμβαδίζει με την ανασυγκρότηση του κοινωνικού κράτους. Έτσι, η προοπτική του δημοκρατικού σοσιαλισμού θα αποτυπώνεται στην παρούσα πολιτική. Θα πρέπει, λοιπόν, να αντιμετωπισθούν οι κοινωνικές ανισότητες μέσα από τη ριζική, δημοκρατική μεταρρύθμιση των δομών που τις προκαλούν. Είναι μια ριζοσπαστική πολιτική που θα αποσκοπεί στη θεσμική ανανέωση και την κοινωνική ολοκλήρωση της Δημοκρατίας, με γνώμονα την αρχή της κοινωνικής δικαιοσύνης. Η πολιτική για την ανασυγκρότηση της δημόσιας σφαίρας είναι προϋπόθεση για την επανεύρεση του κοινού νοήματος της πολιτικής και του «εμείς», που σπαράσσεται από τους ανταγωνισμούς των «εγώ», με αποτέλεσμα τη γενικευμένη ανομία. Η τελευταία είναι η συνθήκη για τη διαιώνιση της αυθαιρεσίας των ισχυροτέρων, εφόσον οι οικονομικά και κοινωνικά ευάλωτοι δεν θα έχουν τη δυνατότητα να προσφύγουν σε μια κοινωνικά δικαιότερη δημοκρατική πολιτεία. Μόνον εκεί μπορεί να υπάρξει δίκαιη αναδιανομή της πολιτικής ισχύος, γιατί, χωρίς την κοινωνική δικαιοσύνη, απαξιώνεται και η ισονομία, επειδή καταργείται εν τοις πράγμασι η ευνομία.
Ηγεμονικός πολιτικός λόγος
Αυτό όμως μετατρέπει τη δίαυλο, διά της οποίας επιχειρεί την επάνοδό της η Άκρα Δεξιά, σε κεντρική λεωφόρο. Η ανασύσταση της δημόσιας σφαίρας θα πρέπει να αποτελέσει μείζονα προγραμματικό στόχο της ζητούμενης προγραμματικής προοδευτικής διακυβέρνησης, ώστε να οργανωθεί ένα μεταρρυθμιστικό πολιτικό ρεύμα, που θα είναι κοινωνικά πλειοψηφικό, προκειμένου να στηρίξει τέτοια ριζοσπαστική πολιτική. Θα είναι μια προγραμματική κυβερνητική πολιτική ικανή να προσδιορίζει τη διάταξη των ζητημάτων που θα συναποτελούν την πολιτική ατζέντα και δεν θα διαμορφώνεται η ίδια ως απάντηση στις κινήσεις της Ν.Δ. Γι’ αυτό, από τώρα, ως αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να απεγκλωβιστεί από το να σχολιάζει και να καταγγέλλει, όπως ορθώς κάνει, την κυβερνητική πολιτική, αλλά να αντιπροτείνει την πολιτική του δικού του πλήρους και συγκροτημένου προγραμματικού σχεδίου για τα επόμενα χρόνια. Έτσι θα ανακτήσει την τρωθείσα αξιοπιστία του.
Τέτοια πολιτική θα είναι το περιεχόμενο ενός ηγεμονικού πολιτικού λόγου, ο οποίος θα επιτρέπει στην Αριστερά να ζητήσει την ψήφο των πολιτών, όχι μόνο για να φύγει η κυβερνώσα Δεξιά, αλλά επειδή η σοσιαλιστική Αριστερά, ο ΣΥΡΙΖΑ, έχει προγραμματικό σχέδιο που θα δίνει προοπτική στη χώρα και θα πείθει ότι το κυβερνητικό του σχέδιο μπορεί να εγγυηθεί και κοινωνική προοπτική και ασφάλεια για τους πολίτες, δηλαδή ότι θα μπορεί να διαχειριστεί συνθήκες διακινδύνευσης, οι οποίες, πλέον, συνιστούν κανονικότητα με διάρκεια. Η πολιτική της ασφάλειας, σε συνθήκες πολύμορφων κρίσεων, θα πρέπει να υπάγεται στην αρμοδιότητα ενός κυβερνητικού προγράμματος της Αριστεράς, ώστε να μην αποτελεί δημοκοπικό παρανάλωμα στην εμπρηστική ρητορεία της Άκρας Δεξιάς.
Η Αριστερά θα πρέπει να εγγυηθεί μία προοπτική που θα αποτελεί μέρος ενός ιστορικού προγράμματος για την ανόρθωση της χώρας, ώστε να προστατέψει την κοινωνία από το να επεκτείνεται η λογική της αγοράς σε όλες τις πτυχές της κοινωνίας και του δημόσιου βίου, με αποτέλεσμα να ιδιωτικοποιείται η δημόσια σφαίρα. Μέχρι και πριν από την κρίση, η χώρα μας είχε κάπως θολούς ταξικούς χωρισμούς. Η αναδιανεμητική πολιτική, όμως, σήμερα, είναι όρος, όχι μόνο για τη βιοτική αυτοτέλεια των ασθενέστερων, αλλά και για την πολιτική τους ύπαρξη, για να υπάρξουν ως κατ’ουσίαν πολίτες. Αλλιώς οι ίδιοι θα απαξιώσουν την πολιτική καθεαυτήν, γιατί, μπορεί, τώρα, η κρίση, που επιφέρει η ακρίβεια, να ευνοεί την Αριστερά, αλλά, εάν δεν αντιμετωπιστούν τα παραπάνω, στο πεδίο της δημόσιας σφαίρας, η απαξίωσή της θα οδηγήσει σε νέα κρίση του πολιτικού συστήματος. Τότε, η απαξίωση της ίδιας της δημοκρατικής πολιτικής θα φέρει στην κενή έδρα της δημόσιας σφαίρας την Άκρα Δεξιά.
Ανανοηματοδότηση της διάκρισης Αριστεράς-Δεξιάς
Η διάκριση Αριστεράς-Δεξιάς θα ανανοηματοδοτηθεί και στο πεδίο της κοινωνικής συνύπαρξης. Η Αριστερά θα πρέπει να νοηματοδοτήσει εκ νέου την πολιτική, για να υπερασπιστεί την πολιτική ιδιότητα καθεαυτήν, καθώς και την κανονιστική πρωτοκαθεδρία του πολιτικού δικαιώματος, όχι ως κενού γράμματος, αλλά ως πλήρους νοήματος, χωρίς το οποίο δεν είμαστε πολίτες. Γι’ αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ, ως κόμμα της δημοκρατικής-σοσιαλιστικής Αριστεράς, δηλαδή ως ριζοσπαστικό κόμμα, θα πρέπει να συνδέσει εκ νέου τις θεμελιώδεις αρχές της Αριστεράς με το δημόσιο συμφέρον, τη δημόσια πολιτική αρετή και την κοινωνική ευθύνη, χωρίς την οποία δεν υφίσταται κοινωνική αλληλεγγύη, ώστε να αναδείξει το ηθικό περιεχόμενο μιας πολιτικής που, θα προκρίνει την κοινωνική δικαιοσύνη ως προϋπόθεση για την αξιακή ολοκλήρωση της Δημοκρατίας. Αυτό είναι πιο ξεκάθαρο από όσο φαίνεται: σημαίνει σύγκρουση με τον εσμό των πελατειακών συμφερόντων, που θεωρούν τη δημόσια σφαίρα αποικία της ολιγαρχικής παλινόρθωσης. Σημαίνει εκπροσώπηση μιας κοινωνικής συμμαχίας για την προγραμματική ανασύνθεση της πολιτικής, ώστε να αυτή να μην απολέσει τον δημόσιο χαρακτήρα της.
Ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να απευθυνθεί στους πολίτες με μία σαφή δέσμευση: την ανόρθωση της χώρας. Η χώρα χρειάζεται ανορθωτική πολιτική. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να εξασφαλίσει ευρύτατες συναινέσεις στην κοινωνία. Αυτές οι συναινέσεις είναι αναγκαίες για την προστασία των δημοκρατικών πολιτικών θεσμών από την κρίση νομιμοποίησης από την οποία κατατρύχονται. Αλλιώς, η νέα κρίση του πολιτικού συστήματος μοιάζει αναπόφευκτη, όπως και η άνοδος της Άκρας Δεξιάς. Η προοδευτική διακυβέρνηση θα πρέπει να είναι ριζοσπαστική, άρα να προτάσσει ένα μακράς πνοής μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα για τη χώρα, ένα ανορθωτικό, μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, με κοινωνική δικαιοσύνη. Αυτές οι δύο λέξεις είναι, ίσως, εκείνες που μπορούν να αποσαφηνίσουν τη στρατηγική του πολιτικού, κυβερνητικού προγράμματος: ανόρθωση και κοινωνική δικαιοσύνη. Για να επιδιωχθεί η δεύτερη, θα πρέπει να εξασφαλίζεται και η πρώτη. Αλλά και η πρώτη θα είναι αδύνατη, χωρίς τη δεύτερη, διότι, διαφορετικά, δεν θα υπάρξει η ευρύτατη κοινωνική συναίνεση για τη στήριξη μιας τέτοιας πολιτικής. Μόνο η Αριστερά – αλλά όχι μόνη της η Αριστερά – μπορεί να επιδιώξει την ανόρθωση της χώρας, σε μια πιο δίκαιη, πλουραλιστική κοινωνία. Αυτό απαιτεί μία κυβερνητική πολιτική που θα εμπνέεται από το δημόσιο ήθος, ώστε αυτό να αποτελεί το αξιακό «ταμείο» της δημοκρατικής πολιτείας. Η αριστερή πολιτική θα πρέπει να αποβλέπει στην – προγραμματικής εμβέλειας – αξιακή ανασύνθεση της ίδιας της πολιτικής. Το αίτημα για ανόρθωση και κοινωνική δικαιοσύνη μπορεί να συσπειρώσει μεγάλο μέρος της κοινωνίας, γιατί το ζήτημα είναι ποιες έννοιες, κάθε φορά, κυριαρχούν στη δημόσια σφαίρα. Είναι το αδράχτι που θα υφάνει μια πραγματικά ριζοσπαστική-μεταρρυθμιστική πολιτική, η οποία θα ανανοηματοδοτήσει την αξία της ίδιας της πολιτικής. Αλλιώς μια πιθανή νέα κρίση του πολιτικού συστήματος θα ανοίξει την πόρτα σε αυτόν που είναι απ’ έξω και την ξύνει με τα νύχια του. Έχει ξανασυμβεί.
Ο Στέφανος Δημητρίου είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου.