Micro

Οι δύο πολιτικές στρατηγικές που συγκρούονται και στην Ελλάδα και στον ευρωπαϊκό χώρο

 

Δεν είμαι απ’ αυτούς που τους ενθουσιάζει ούτε η παράθεση, ούτε η αντιπαράθεση για τα νούμερα. Αντιθέτως, είμαι πολύ προσεκτικός απέναντι σ’ αυτό που λέγεται η βιωμένη πραγματικότητα των πολιτών, το πώς αισθάνονται, το πώς απολαμβάνουν τις συνέπειες της πολιτικής. Δεν θα ισχυριστώ, λοιπόν, ότι ζούμε σε μια ευτυχισμένη κοινωνία, σε μια κοινωνία της ευημερίας και της δικαιοσύνης. Το αντίθετο μάλιστα.

Παρ’ όλα αυτά, όμως, υπάρχουν κάποια νούμερα που είναι ενδεικτικά και εμπεδωμένα στη συνείδηση της πλειοψηφίας των ανθρώπων. Παραλάβαμε την Κυβέρνηση της χώρας το 2015 με ανεργία στο 27% από 9% το 2008. Η απώλεια του ΑΕΠ ήταν της τάξης του 25%. Η απώλεια των εισοδημάτων ήταν της τάξης του 36%. Ο κατώτερος μισθός μειώθηκε κατά 22% και για τους νέους κατά 32%. Οι μισθοί και οι συντάξεις καταποντίστηκαν και την ίδια στιγμή ο καθένας μπορούσε να διαπιστώσει την παραγωγική διάλυση, τις κλεισμένες επιχειρήσεις, τα κλειστά καταστήματα.

Η σημερινή πραγματικότητα δεν χρειάζεται πολύ μεγάλη ανάλυση. Οι 344.000 νέες θέσεις εργασίας, δηλαδή το ποσοστό της ανεργίας από 27% που πήγε στο 18,6%, είναι σημαντικό δεδομένο για πάρα πολλές χιλιάδες ανθρώπων και οικογενειών. Ο τριπλασιασμός των επιχειρήσεων που ανοίγουν σε σύγκριση μ’ αυτές που κλείνουν δίνει δυνατότητες για δουλειές, δίνει το ενδεχόμενο μιας πιο αισιόδοξης προοπτικής για μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Η μείωση της αδήλωτης εργασίας από το 19,1% το 2014 στο 12,4% δείχνει τη συνειδητή προσπάθεια να συρρικνωθεί αυτό το σκέλος της μαύρης, γκρίζας εργασίας, της αδήλωτης εργασίας και οι στοχευμένες ενεργητικές πολιτικές στον χώρο της εργασίας δείχνουν μια τεράστια προσπάθεια να αντιστρέψουμε τη γενικευμένη τάση στον καπιταλισμό -και ειδικά στον ευρωπαϊκό χώρο- για ελαστικές εργασιακές σχέσεις, για εργασιακή ανασφάλεια.

Θα μπορούσα να παραθέσω κι άλλα στοιχεία για το πώς ερμηνεύουμε αυτήν την κοινωνική αισιοδοξία που μπορεί να δημιουργηθεί μ’ ένα μείγμα διαφορετικής πολιτικής. Παραδείγματος χάρη, αναφέρω την αύξηση της οικοδομικής δραστηριότητας κατά 17,9%, την αύξηση των εξαγωγών και πάει λέγοντας.

Παρ’ όλα αυτά, έχει ενδιαφέρον να δούμε σε γενικές γραμμές, σε αδρές γραμμές ποιες είναι οι δύο πολιτικές στρατηγικές που συγκρούονται και στην Ελλάδα και στον ευρωπαϊκό χώρο. Οικονομολόγοι μιλάνε για τα οικονομικά της προσφοράς από τη μια μεριά και από την άλλη μεριά για τα οικονομικά της ζήτησης. Τα οικονομικά της προσφοράς επιχειρούν με μοναδική αξία τη βελτίωση των κερδών των επιχειρήσεων να δημιουργήσουν το πλαίσιο για αύξηση των κερδών και όταν με το καλό γίνει αυτό, όπως λέει και η Νέα Δημοκρατία, τότε θα μοιράσουμε την πίτα. Έλα ντε όμως που η ίδια η πραγματικότητα τούς διαψεύδει. Και στον κόσμο ολόκληρο και στην Ευρώπη πια μιλάνε για ανάπτυξη χωρίς εργασία, για αύξηση των ποσοστών του ΑΕΠ, για αύξηση των κερδών των επιχειρήσεων και η κοινωνία όχι μόνο δεν εισπράττει τίποτα, αλλά την ίδια στιγμή έρχεται σε πιο μεγάλη κοινωνική κρίση και αντιδρά με όποιον τρόπο μπορεί.

Γι’ αυτό ακριβώς βλέπουμε όλη αυτήν την περίοδο να αναπτύσσονται αγώνες που έξω από την αρχική πρόθεση, στην πραγματικότητα δείχνουν αυτό το τεράστιο έλλειμμα κοινωνικής πολιτικής που υπάρχει και την αύξηση των ανισοτήτων που υπάρχει.

Από την άλλη μεριά, η δική μας πολιτική στηρίζεται σ’ αυτό που λέμε αύξηση της ζήτησης. Γνωρίζουμε, δηλαδή, και θεωρητικά αλλά και εμπειρικά ότι χωρίς αύξηση της λαϊκής κατανάλωσης δεν υπάρχουν δουλειές, δεν υπάρχουν επενδύσεις. Κανείς δεν μπορεί να τοποθετεί επενδυτικά σχέδια όταν ξέρει ότι η λιτότητα έχει εξανεμίσει οποιαδήποτε δυνατότητα αγοράς. Την ίδια στιγμή που η προσπάθειά μας στοχεύει στη ζήτηση, προσπαθεί να καλύψει ένα κενό δεκαετιών, την απουσία κοινωνικού κράτους, κράτους πρόνοιας.

Γνωρίζετε όλοι ότι το βασικό μας επιχείρημα και τα στοιχεία που δείξαμε, έτσι ώστε να πείσουμε προφανώς όχι το ΔΝΤ, αλλά τους Ευρωπαίους ομολόγους, ήταν ότι η σύνταξη στην ελληνική οικογένεια δεν καλύπτει μόνο μια συνταξιοδοτική ανάγκη, αλλά καλύπτει όλο το προνοιακό σκέλος που απουσιάζει από το κράτος.

Με αυτήν την έννοια, τα μέτρα που πήραμε, που τα είπε η Θεανώ Φωτίου πολύ πιο αναλυτικά, έχουν να κάνουν με την καθολική πρόσβαση στη δημόσια υγεία και ειδικά των ανασφάλιστων, οι οποίοι ήταν αποκλεισμένοι, έχουν να κάνουν με την πρόσληψη εκπαιδευτικών, έχουν να κάνουν με την πρωτοβάθμια υγεία, έχουν να κάνουν με τα σχολικά γεύματα, τα επιδόματα παιδιών, ενοικίου, θέρμανσης, το ΚΕΑ, το μεταφορικό ισοδύναμο, που εκτός από το κομμάτι της κοινωνικής αλληλεγγύης έχουν και ένα κομμάτι οικονομικής ανάπτυξης, οικονομικής δυνατότητας.

Επειδή έχω ελάχιστο χρόνο, θέλω να κάνω μια μικρή παρατήρηση. Είπα προηγουμένως ότι δεν υπάρχει η δυνατότητα, η προσδοκία, για μεγάλες επενδύσεις σε μια εποχή καπιταλιστικής κρίσης. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά της καπιταλιστικής κρίσης; Είναι ότι υπάρχουν «σταθμευμένα» κεφάλαια, που δεν παίρνουν το ρίσκο της παραγωγικής επένδυσης, αντιθέτως προτιμούν να «παρκάρονται» με ελάχιστο επιτόκιο σε κάποιες μεγάλες τράπεζες ή να παίζουν στο κομμάτι της χρηματιστηριακής αγοράς. Με αυτό το δεδομένο, λοιπόν, εμείς έπρεπε να επινοήσουμε νέα εργαλεία για την ανάπτυξη.

Μας λένε οι συνάδελφοι της Αντιπολίτευσης, ναι, αλλά μειώσατε το πρόγραμμα των δημοσίων επενδύσεων. Την ίδια στιγμή, όμως, ξεχνούν να πουν ότι αναπτύξαμε και ψάχνουμε καινούργια χρηματοδοτικά εργαλεία, για να μπορέσουμε ακριβώς να δημιουργήσουμε εκείνη την επένδυση που δεν μπορεί να αναλάβει ο ιδιωτικός τομέας.

Λέμε, λοιπόν, δεν είναι μόνο το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, είναι τα συγχρηματοδοτούμενα, είναι το ΕΣΠΑ, είναι η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, είναι το Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων, που συνολικά σ’ αυτήν την τριετία προσέφεραν στην ελληνική οικονομία γύρω στα 13 δισεκατομμύρια. Με αυτήν την έννοια, όταν θέλεις να κάνεις στρατηγικό σχεδιασμό, οφείλεις να αξιοποιείς οποιαδήποτε δυνατότητα σου δίνει ένα ολόκληρο πλέγμα και σύστημα εξουσιών και την ίδια στιγμή να αναπτύσσεις εκείνες τις φιλικές δυνάμεις, για να πάτε μαζί το σχέδιο.