ΣΥΡΙΖΑ

Η ιδιαιτερότητα του ΣΥΡΙΖΑ

«Ο ΣΥΡΙΖΑ ευθύνεται ως κόμμα όχι μόνο για την αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησής του αυτά τα δύο χρόνια, αλλά και γιατί συνειδητά αποπροσανατόλισε, χειραγώγησε, ακινητοποίησε τον λαό», είπε μεταξύ άλλων ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας στο 20ό Συνέδριο του κόμματός του.

Με αφορμή τους μελαγχολικούς συνειρμούς (του τύπου: «Μια απ’ τα ίδια…») που μου προξένησαν αυτά τα λόγια, έκατσα κι έκανα κάποιες σκέψεις που αφορούν την ιδιαιτερότητα του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμματος της Αριστεράς.

Είναι γνωστό πως οι ιστορικές καταβολές των κυριότερων δυνάμεων που συναποτελούν τον ΣΥΡΙΖΑ εντοπίζονται στις δύο μεγάλες διασπάσεις του ΚΚΕ – στη διάσπαση του 1968 και σε εκείνην του 1991.

Οπως μαρτυρούν και οι συγκεκριμένες χρονολογίες, οι εν λόγω διασπάσεις δεν ήταν βέβαια άσχετες με τις αντίστοιχες συγκυρίες.

Η πρώτη έγινε στις συνθήκες επανέναρξης της κατάστασης άγριας παρανομίας που επικράτησε για την ελληνική Αριστερά στο σύνολό της με την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του 1967, και η δεύτερη προφανώς σχετίστηκε άμεσα με την «υπαρξιακή κρίση» που γνώρισε η Αριστερά σε παγκόσμιο επίπεδο με την κατάρρευση των καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού».

Η πολιτική γενεαλογία του σημερινού κόμματος της ελληνικής ριζοσπαστικής Αριστεράς θα έλεγα όμως ότι συνδέεται με ολόκληρη την πορεία του ελληνικού αριστερού κινήματος τουλάχιστον από την εποχή του εμφυλίου πολέμου.

Στην αρένα της κοινωνικής και πολιτικής διαμάχης, οι ταυτότητες των συλλογικών φορέων συγκροτούνται σε μεγάλο βαθμό αντιπαραθετικά αν όχι συγκρουσιακά.

Κάτι τέτοιο ισχύει και για τις ίδιες τις κοινωνικές τάξεις: η αστική και η εργατική τάξη δεν ορίζονται μόνον επί τη βάσει της θέσης τους στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, αλλά και ανάλογα με τη μεταξύ τους αντιπαλότητα όπως αυτή δομείται στην ιδεολογικο-πολιτική σφαίρα.

Πόσο μάλλον στην περίπτωση των πολιτικών κομμάτων: οι ιδεολογικο-πολιτικές επιλογές που τα ιδρύουν συμβάλλουν προσδιοριστικά και εξ ορισμού στην αυτοσυγκρότησή τους επί τη βάσει διαφοροποιήσεων και αντιθέσεων που τα περιχαρακώνουν και τα διακρίνουν από άλλα κόμματα.

Είναι σημαντικό ωστόσο να κατανοήσουμε ότι, μακροπρόθεσμα, οι διαδικασίες συγκρότησης και απόκτησης συλλογικής ιδεολογικής ταυτότητας κατά μέγα μέρος επισυμβαίνουν ερήμην της συνειδητής βούλησης των ατομικών υποκειμένων.

Στην Ελλάδα, οι μακροχρόνιες συνθήκες συγκρότησης των φορέων της λεγόμενης «ανανεωτικής» και κατόπιν «ριζοσπαστικής» Αριστεράς σημαδεύτηκαν σε τεράστιο βαθμό από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό του σταλινισμού – αρχικά του «κανονικού» και κατόπιν του «μετασταλινικού» σταλινισμού.

Η ανανεωτική και ριζοσπαστική Αριστερά στην Ελλάδα ωρίμασε μέσα από μια πολύμορφη και ασύμμετρη πάλη όχι μόνο με το αστικό καθεστώς, αλλά και με τις πολλαπλές εκφάνσεις της εγχώριας και διεθνούς σταλινικής γραφειοκρατίας.

Η ασυμμετρία των αντισταλινικών αγώνων συνίστατο πρώτα και κύρια στο ότι δεν επρόκειτο βέβαια για διαμάχη με τον ταξικό αντίπαλο, αλλά για την τραυματική προσπάθεια αποσύνδεσης από συντρόφους μέχρι τότε στον αντικαπιταλιστικό αγώνα.

Πράγμα το οποίο είχε ως αναπόφευκτη συνέπεια τούτη η αποκοπή να μην είναι πλήρης – οι απόηχοι της εν λόγω «μη πληρότητας» ελλοχεύουν σε νοοτροπίες και πρακτικές που συναντάμε και στις μέρες μας.

Θα ήταν λάθος να εντάξουμε την πορεία που οδήγησε στη δημιουργία του ΣΥΡΙΖΑ στο ευρύτερο ρεύμα του «ευρωκομμουνισμού», και τούτο για δύο λόγους.

Ο πρώτος είναι ότι κάθε εθνική Αριστερά έχει ούτως ή άλλως τη δική της ιδιαίτερη ιστορία – όπως μαρτυρούν και οι σημαντικές διαφορές μεταξύ δύο εκ των κυριότερων κομμάτων του «ευρωκομμουνισμού»: του ιταλικού και του γαλλικού.

Και ο δεύτερος είναι πως ειδικά η ελληνική ριζοσπαστική Αριστερά μάλλον έχει μια ιδιαιτερότητα που προσδιορίζει τον χαρακτήρα της κατά τρόπο μοναδικό.

Είναι από τις περιπτώσεις όπου η ιστορία παίζει καθοριστικό ρόλο ως προς τη συγκρότηση της πολιτικής ταυτότητας.

Η ιστορικο-πολιτική σημασία του ΚΚΕ έχει δύο πλευρές.

Το ΚΚΕ, ως «επίσημος» φορέας της ιστορίας του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος, αποτελεί τη ζωντανή υπενθύμιση της οξύτατης μορφής που έχουν προσλάβει οι ταξικοί αγώνες στην όχι και τόσο παλαιά ελληνική ιστορία.

Ταυτόχρονα όμως, είναι το «αρνητικό είδωλο» της ριζοσπαστικής Αριστεράς, υπό την έννοια ότι η τελευταία αυτοπροσδιορίζεται ως προς τον αντισταλινικό της χαρακτήρα σε αντιδιαστολή με το ΚΚΕ.

Το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα δεν αυτοδιαλύθηκε όπως συνέβη σε άλλες χώρες.

Από τις διασπάσεις του κομμουνιστικού κινήματος στην Ελλάδα προέκυψαν αφ’ ενός ένα «ζωντανό μουσείο Μπελογιάννη» και αφ’ ετέρου μια υπαρκτή και υπολογίσιμη αντισταλινική Αριστερά, η οποία προσπαθεί τουλάχιστον να παραμείνει και αντικαπιταλιστική.

Η ιδιαιτερότητα της δεύτερης συνίσταται ακριβώς στο τεράστιας σημασίας στοίχημα να αποδειχτεί ότι η συνύπαρξη και των δύο «αντι-» είναι εφικτή.

Ο Κύρκος Δοξιάδης είναι καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών