Τη συνέντευξη πήρε ο Παύλος Κλαυδιανός
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος χαρακτήρισε την τρέχουσα διαπραγμάτευση ως την πιο κρίσιμη στιγμή μετά τον Ιούλιο του 2015. Είναι όντως έτσι και γιατί; Προχώρησε μάλιστα σε αρκετά αυστηρές παρατηρήσεις για τη στάση τόσο των ευρωπαϊκών θεσμών όσο και του ΔΝΤ.
Ο Ευκ. Τσακαλώτος είναι ο υπουργός Οικονομικών και ταυτοχρόνως ο συντονιστής της διαπραγματευτικής ομάδας. Οι δηλώσεις και οι ομιλίες του είναι και μηνύματα με παραλήπτες εντός και εκτός, αποτελούν δηλαδή μέρος της διαπραγματευτικής στρατηγικής της ελληνικής κυβέρνησης.
Ως τώρα αυτό που εξέπεμπαν οι αξιωματούχοι της κυβέρνησης ήταν συγκρατημένη αισιοδοξία για τη διαπραγμάτευση. Ήταν τακτική ή αυτό εκτιμούσαν;
Δεν θεωρώ ότι η σημερινή εκτίμηση δηλώνει απαισιοδοξία, απλώς λαμβάνει υπόψη τις εσωτερικές ευρωπαϊκές αντιφάσεις και τις διεθνείς αβεβαιότητες. Έχουν συμβεί πολλά σε λίγους μήνες με αποτέλεσμα οι προβλέψεις να είναι πια επισφαλείς. Ας θυμηθούμε ότι το 2015 το Grexit και το κλείσιμο της «αριστερής παρένθεσης» ένωνε τις ευρωπαϊκές ελίτ, ενώ σήμερα στον καμβά έχουν προστεθεί η προσφυγική κρίση, η πολιτειακή κρίση στην Τουρκία, οι διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό, ο Τραμπ και το Brexit, η κρίση των τραπεζών -χθες της Ντόιτσε Μπανκ, σήμερα των ιταλικών τραπεζών-, οι εκλογικές αναμετρήσεις σε μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες υπό την απειλή του ακροδεξιού ρεύματος. Με αυτή την έννοια το 2016 δεν μοιάζει με το 2015.
Η θεσμική υπόσταση της ΕΕ είναι σε αποδρομή
Αύριο είναι το Γιούρογκρουπ, αρκετά αδιαφανές ως προς το αποτέλεσμά του. Όλα δείχνουν όμως ότι, παρά τις διαφωνίες, έχει συμφωνηθεί από τους δανειστές να πιεστεί η ελληνική κυβέρνηση -ενδεχομένως και να υποχρεωθεί- να πάρει νέα μέτρα. Μπορεί η ελληνική πλευρά να σπάσει αυτό τον κλοιό; Έχει συμμάχους;
Η κυβέρνηση βρίσκεται υπό διαρκή πίεση και όχι μόνο λόγω της 2ης αξιολόγησης. Το καθεστώς της επιτήρησης εργάζεται με βάση τα πιο σκληρά εγχειρίδια του νεοφιλελευθερισμού· τα τεχνικά κλιμάκια, για παράδειγμα, δεν καταλαβαίνουν από πολιτική, κόβουν και ράβουν με βάση τη νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία. Από την άλλη, αντίρροπες δυνάμεις αναπτύσσονται στο μέτωπο της αντιλιτότητας, στο οποίο εντάσσεται όχι μόνο ο ευρωπαϊκός Νότος αλλά και πολιτικές δυνάμεις στο Βορρά, δυνάμεις που συνειδητοποιούν ότι η οικονομική στασιμότητα απειλεί και τις ίδιες, την ίδια στιγμή που η λιτότητα και οι ανισότητες διαβρώνουν τα πολιτικά συστήματα των χωρών τους και υπονομεύουν τις κοινωνικές τους εκπροσωπήσεις. Με αυτή την έννοια, η κυβέρνηση προσέρχεται με κάποια ατού στη διαπραγμάτευση.
Πώς συνδέεται το πιθανό «όχι» στο δημοψήφισμα της Ιταλίας με τη διαπραγμάτευση στο Γιούρογκρουπ; Γενικά ποιοι οι πιθανοί προσανατολισμοί των ευρωπαϊκών εξελίξεων και πώς επηρεάζεται το σχέδιο της Αριστεράς για την Ευρώπη κατά τη γνώμη σου;
Το όχι στο ιταλικό δημοψήφισμα θα είναι ένα ακόμα συμβάν πολιτικής ανυπακοής των λαϊκών στρωμάτων απέναντι στους ισχυρισμούς των ελίτ· το ερώτημα ωστόσο που τίθεται είναι αν τα πολιτικά συστήματα -των ευρωπαϊκών θεσμών συμπεριλαμβανομένων- έχουν πλέον τη δυνατότητα να αφουγκραστούν τη λαϊκή αποδοκιμασία και να αλλάξουν πολιτική ή αν θα συνεχίσουν αμέριμνα την ίδια, βαθαίνοντας την κρίση τόσο της πολιτικής, όσο και των θεσμών αντιπροσώπευσης, δηλαδή της ίδιας της δημοκρατίας. Από αυτή τη σκοπιά, η θεσμική υπόσταση της Ε.Ε. είναι σε αποδρομή και μη υπερασπίσιμη από την πλευρά της Αριστεράς. Το στοίχημα για την ευρωπαϊκή Αριστερά είναι αν μπορεί να προτείνει ένα πειστικό σχέδιο επανίδρυσης της Ευρώπης σε αντιπαράθεση τόσο με την ακροδεξιά δημαγωγία των εθνικών περιχαρακώσεων και της αντιμεταναστευτικής μισαλλοδοξίας, όσο και με τα σχέδια των ελίτ για ολιγαρχική μετάλλαξη της Ε.Ε. υπό τη διεύθυνση των αγορών.
Σταθερή στάση χωρίς υποχωρήσεις
Πώς πρέπει να αντιδράσει η κυβέρνηση αν επιμείνουν οι θεσμοί σε νέα μέτρα; Τι περιθώρια έχει ή μπορεί να βρει;
Το πολιτικό κλίμα στο εσωτερικό είναι δυσμενές, παρά το ότι η αντιπολίτευση είναι πλέον διαιρεμένη.
Η κυβέρνηση δεν πρέπει και δεν μπορεί να πάρει νέα μέτρα, πόσο μάλλον όταν τα ψηφισμένα μέτρα έχουν και αυριανές επιπτώσεις. Τα περιθώρια είναι δεδομένα, επιτρέπουν, όμως, μια σταθερή στάση χωρίς υποχωρήσεις. Το κλίμα στο εσωτερικό είναι δυσμενές και αυτό δεν έχει να κάνει με την αντιπολίτευση, η οποία δεν καταφέρνει να πλασάρει μια νέα αφήγηση και να διευρύνει έτσι την εκλογική της επιρροή πέρα από τα παραδοσιακά της ακροατήρια. Το πρόβλημα είναι ότι αδυνατίζουν οι δεσμοί του ΣΥΡΙΖΑ με εκείνα τα κοινωνικά στρώματα -κυρίως τα λαϊκά- που τον στήριξαν και σήμερα, καθώς αισθάνονται τις προσδοκίες τους να διαψεύδονται, οδηγούνται εκτός πολιτικής.
Αυτή η διαίρεση της αντιπολίτευσης πού οφείλεται κατά τη γνώμη σου; Ειδικά ο χώρος του κέντρου πώς θα προσανατολισθεί;
Η πρόσδεση του κεντρώου χώρου, και ιδιαίτερα του ΠΑΣΟΚ, στη ΝΔ επιτάχυνε τις φυγόκεντρες τάσεις από κοινωνικά στρώματα που παραδοσιακά εκπροσωπούσαν, με ορατό κίνδυνο την πολιτική τους εξαφάνιση, παρά το συγκριτικό τους πλεονέκτημα σε παραδοσιακούς χώρους κοινωνικών εκπροσωπήσεων, όπως τα συνδικάτα, η αυτοδιοίκηση και οι επαγγελματικές ενώσεις. Το στρατηγικό δίλημμα για το ΠΑΣΟΚ, αλλά και συνολικά για την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, είναι αν θα διαρρήξουν τη συμμαχία τους με τις συντηρητικές δυνάμεις και εντέλει με το νεοφιλελευθερισμό, αναζητώντας νέες συμμαχίες με την Αριστερά και την Οικολογία ή θα παραμείνουν ως αστερισμός στο πλαίσιο της κεντροδεξιάς επί ποινή, όμως, εξαφάνισης από τον πολιτικό συσχετισμό. Το πρόβλημα του επαναπροσδιορισμού επιτείνεται από το γεγονός ότι οι παραδοσιακοί διανοούμενοι του κεντρώου χώρου έχουν προσχωρήσει στη σκληρότερη νεοφιλελεύθερη εκδοχή, στο «ακραίο κέντρο».
Με συλλογικό σχεδιασμό και διαβούλευση
Ασκείται κριτική στην κυβέρνηση ότι συχνά ο λόγος που εκφέρει, η περιγραφή των οικονομικών εξελίξεων ιδίως, διαμορφώνουν ένα είδος success story. Έχει βάση αυτό, υπάρχει κίνδυνος, στις υπάρχουσες συνθήκες, να υποπέσει σε τέτοια κατάσταση η κυβέρνηση;
Ο κίνδυνος είναι υπαρκτός. Παραδείγματος χάρη, μια γραμμική ανάλυση των οικονομικών εξελίξεων χωρίς ποιοτική ανάλυση μπορεί να θριαμβολογεί για την επιστροφή σε μια εφικτή ανάπτυξη 2,8% το 2017 -πολύ σημαντικός στόχος για τα δημόσια οικονομικά- χωρίς, όμως, να εξετάζει αν πρόκειται για άνεργη ανάπτυξη, χωρίς νέες θέσεις εργασίας, χωρίς αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου ή χωρίς να δίνει πολύ σημασία αν διευρύνεται ακόμη περισσότερο το πρεκαριάτο, δηλαδή η επισφαλής εργασία.
Πολλοί στο κόμμα ασκούν κριτική και αναρωτιούνται πώς σ’ έναν τομέα όπου η κυβέρνηση είχε σαφές συγκριτικό πλεονέκτημα, όπως οι νόμιμες τηλεοπτικές άδειες, τελικά δεν υπήρξε συνολικά επιτυχές αποτέλεσμα. Με την ευκαιρία, οι πρόσφατες εξελίξεις στην ΕΡΤ, με την αποπομπή ενός άξιου δημοσιογραφικού στελέχους της, δείχνει ότι και σ’ αυτό τον τομέα υπάρχει σαφές πρόβλημα με τις επιλογές που έγιναν.
Πολλά λάθη θα είχαν αποφευχθεί, λάθη άγνοιας και αλαζονείας, αν είχε λειτουργήσει ο συλλογικός πολιτικός σχεδιασμός και η συλλογική διαβούλευση. Αποτύχαμε σε πολλές περιπτώσεις επιλογής των κατάλληλων ανθρώπων, διότι δεν δώσαμε εμπιστοσύνη στους θεσμούς πολιτικής διαβούλευσης. Η κυβέρνηση διαθέτει τα κατάλληλα συντονιστικά όργανα, το ΚΟΙΣΟΙΠ, το ΚΟΙΣΚΟΙΠ, το ΚΥΣΕΑ. Το κόμμα το ίδιο έχει τα τμήματα της ΚΕ και τις νομαρχιακές επιτροπές, η Κοινοβουλευτική Ομάδα έχει τις ΕΠΕΚΕ, με λίγα λόγια διαθέτουμε εκείνα τα συλλογικά όργανα που δύνανται να μας προστατεύουν από νομοθετικές αστοχίες ή προβληματικές επιλογές ανθρώπων.
Πώς προχωράει το κυβερνητικό έργο; Στις οργανώσεις εντοπίζονται κενά, από τα πιο απλά, όπως γιατί καθυστερεί η επιδότηση για το πετρέλαιο θέρμανσης, ή ότι έπρεπε να πέσουν χιόνια για να μετακινηθούν οι σκηνές των προσφύγων, έως τη μη αξιοποίηση του GPS στην πάταξη του λαθρεμπορίου καυσίμων ή τη γενίκευση της καθιέρωσης του πλαστικού χρήματος.
Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. Υπάρχουν ολιγωρίες, υπάρχει αδικαιολόγητη ανοργανωσιά, υπάρχει μια δυσκίνητη και μερικές φορές εχθρική δημόσια διοίκηση, δεν υπάρχει ένα σαφές και δεσμευτικό πλαίσιο προτεραιοτήτων. Από την άλλη νομοθετούμε υπό καθεστώς επιτήρησης και διαπραγμάτευσης για το καθετί. Νομοθετούμε μνημονιακές υποχρεώσεις μέσα από μια συνεχή διαπραγμάτευση, για να βελτιώσουμε ανορθολογικές δεσμεύσεις, τις οποίες είχαν εγκρίνει οι προηγούμενες κυβερνήσεις.
Τελικά, τι περιθώρια υπάρχουν, μετά την εμπειρία ενός έτους, για την υλοποίηση του παράλληλου προγράμματος; Αξιοποιούμε τα υπάρχοντα περιθώρια, προσκρούουμε σε αδράνειες ή εμποδίζεται η κυβέρνηση από τους δανειστές; Είδαμε τα σχετικά με το υπουργείο Παιδείας, που δεν ήταν καθόλου δημοσιονομικό ζήτημα.
Το ζήτημα είναι να διευρύνουμε τα περιθώρια, γιατί υπάρχουν όλες μαζί και κάθε μία ξεχωριστά οι δυσκολίες που αναφέρατε. Να διευκρινίσουμε βέβαια ότι τα Μνημόνια δεν είναι απλά ένα ζήτημα δημοσιονομικής προσαρμογής, είναι ένα σύστημα αλλαγής του κράτους και της οικονομίας σε νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση. Με αυτή την έννοια, κάθε αλλαγή είναι και μια στιγμή έντασης με τους εκπροσώπους των δανειστών. Τα περιθώρια για την άσκηση αριστερής πολιτικής πάντα υπάρχουν, ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές, και όχι μόνο στο πεδίο των ελευθεριών, αλλά και στην καρδιά του κοινωνικού ζητήματος: η πρόσβαση των ανασφάλιστων στο δημόσιο σύστημα υγείας, η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, το κοινωνικό εισόδημα αλληλεγγύης για το 2017, η εθνική σύνταξη το 2018 είναι μέτρα ενός παράλληλου προγράμματος που μπορούμε να πολλαπλασιάσουμε.
Ευχάριστη έκπληξη το συνέδριο, λάθος ο ανασχηματισμός
Το συνέδριο έδωσε έναν προωθητικό προσανατολισμό για το κόμμα. Κινήθηκε μακριά από διάφορες εικασίες που εμφανίστηκαν σε δημοσιεύματα για ρεαλιστική στροφή, προσαρμογή κτλ. Ο ανασχηματισμός που ακολούθησε υπηρέτησε αυτή την εξέλιξη; Ασκήθηκε κριτική επ’ αυτού.
Το συνέδριο ήταν μια ευχάριστη έκπληξη, ακόμα και για όσους από μας παρακολουθούμε από κοντά τον παλμό των κομματικών οργανώσεων. Όλοι φοβόμαστε το ενδεχόμενο μιας πραγματιστικής προσαρμογής των ανθρώπων του κόμματος, μιας κυβερνητικής προσαρμογής, η οποία θα αφαιρούσε τα οραματικά στοιχεία και την ιδεολογία. Διαψευστήκαμε ευχάριστα. Ήταν ένα ζωντανό συνέδριο αριστερών, ανδρών και γυναικών, με αγωνίες για το μέλλον της Αριστεράς σε συνθήκες καπιταλιστικής βαρβαρότητας. Έχω παρακολουθήσει πολλά συνέδρια και μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι ήταν το μοναδικό που οι σύνεδροι προτιμούσαν την αίθουσα των ομιλιών και όχι τους διαδρόμους. Ήταν επίσης ένα συνέδριο «αντιιεραρχικό» και όχι ένα συνέδριο κομματικών στρατών. Όλα τα παραπάνω αποτυπώθηκαν τόσο στις διαδικασίες και την πολιτική απόφαση, όσο και στη σύνθεσή των οργάνων. Ο ανασχηματισμός από την άλλη ήταν ένα τεράστιο λάθος, με λάθος επικοινωνιακό στίγμα προσαρμογής στα κέντρα εξουσίας, με λάθη στην επιλογή ανθρώπων, με λάθη στην έξοδο εμβληματικών προσώπων του στελεχιακού μας δυναμικού. Ακόμα και τη σωστή επιλογή για ανανέωση του στελεχιακού μας δυναμικού με τη νέα γενιά, την υπονομεύσαμε με τις αστοχίες των γενικότερων επιλογών, εμφανίζοντάς την ως καθεστωτική επιλογή.
Πηγή: Εποχή