Όλγα Στέφου

13
07

Είναι απαρτχάιντ;

Αφενός, πολύ ωμά η κοινωνία έχει τόσο εξαντληθεί από τα μέτρα, από την κλεισούρα, την ανέχεια, η εστίαση έχει τόσο λαβωθεί, έρχονται και οι τουρίστες, ποιος μαγαζάτορας πιστεύουμε ότι θα τηρήσει τα ούτως ή άλλως ανόητα μέτρα; Ανόητα, βεβαίως, γιατί, όπως και τα προηγούμενα, δεν αντιμετωπίζουν το πρόβλημα. Γιατί το πρόβλημα δεν είναι πως αν εγλωσσιάζονται οι εμβολιασμένοι με τους ανεμβολίαστους θα κολλήσουν τύφο, καλαζάρ και κόβιντ. Το πρόβλημα είναι ότι δεν έχουμε νοσοκομεία. Και πράγματι, επί της ουσίας νοσοκομεία δεν υπάρχουν. Γιατροί, νοσηλευτές, κλίνες, μάσκες, αυτά δεν υπάρχουν. Δεν έχουμε δημόσιο σύστημα υγείας, έχει εξαθλιωθεί. Έχει κουραστεί, τα έχει παίξει. Λαβώθηκε ακριβώς όσο έπρεπε, ώστε να προχωρήσουν μαζικά οι ιδιωτικοποιήσεις μετά την πανδημία. Αλλά πέραν τούτου: Ποιο μπαρ, σε ποια πόλη, σε ποιο νησί θα ελέγξει πιστοποιητικά εμβολιασμού; Αυτοί οι άνθρωποι προσπαθούν να βγάλουν τα σπασμένα ολόκληρης χρονιάς, θαρρεί κανείς ότι θα διώξουν κόσμο; Δεν θα διώξουν. Κι όταν θα έρθει εκείνη η ώρα του Σεπτεμβρίου να γίνει ο απολογισμός, δεν θα φταίει πια «το ερωτικό καλοκαίρι των νέων», όπως έφταιγε πέρυσι. Θα φταίει κάτι άλλο. Οι «ανεύθυνοι», γενικώς. Αλλά για το πάπλωμα δεν θα γίνει κουβέντα, ούτε τώρα. Κι έτσι είναι τα πράγματα, αφού έχουν αποτύχει με κάθε τρόπο πιθανό κι απίθανο, τώρα θα μας βάλουν να σκοτωθούμε μεταξύ μας. Ήδη φωνάζουμε οι εμβολιασμένοι πως θα μας πεθάνουν οι άλλοι. Όχι ότι δεν έχουμε μπλέξει και με δαύτους, με τις φανφάρες τις επικίνδυνες και τη βλακεία, σαφώς και έχουμε μπλέξει. Αλλά οι μεγάλες ευθύνες της διάδοσης του ιού δεν βρίσκονται σε όσους δεν εμβολιάζονται. Όσοι δεν έχουν εμβολιαστεί είναι πιο πιθανό να πεθάνουν, στην πραγματικότητα.
12
06

Επιτέλους, θα πάρουμε ανάσα

Αυτά κάνουμε εμείς οι αριστεροί, γκρινιάζουμε. Η ανάπτυξη μας φταίει, που θέλουν να πάρουν Στρέφη και Φιλοπάππου και να τα δώσουν σε ιδιώτες κι αυτό μας φταίει, που κατούρησε η κάμπια το γκαζόν στην Ομόνοια κι αυτό μας φταίει, μας φταίει κι η ηχορύπανση, μας φταίει και το σπασμένο το πεζοδρόμιο, γι’ αυτό τα παλιά τα χρόνια μας έστελναν εξορία. Επειδή δεν άντεχαν που γκρινιάζαμε. Ας πούμε, η χούντα έκανε δρόμους και σίγουρα κάποιος αριστερός θα γκρίνιαζε που είχαν διαλυθεί προϋπολογισμοί και ασφαλιστικά ταμεία, για παράδειγμα. Ή που δεν είχαμε δημοκρατία, υπάρχει κι αυτή η πιθανότητα. Έτσι γέμισε η Μακρόνησος κι η Γυάρος, τι νομίζατε, ότι είχαν κανένα άχτι; Και τώρα γκρινιάζω, 700 λέξεις τώρα μόνο γκρινιάζω. Στο κάτω κάτω, για τα τρυπάνια υπάρχουν ωτοασπίδες, για το χαμένο πράσινο, ε, ας φτιάξουμε ομάδες εθελοντικές να δώσουμε στο δήμαρχό μας τα κατάλληλα λιπάσματα, μην πιάσει και το μεταλλικό το φίλτρο καμιά κάμπια κι έχουμε δράματα, για τα πάρκα που δεν έχουμε, ε, ας φυτέψουμε και καμιά γλάστρα στο μπαλκόνι και για τους ανάπηρους, ε, ας μείνουν σπίτι. Κι άμα πεινάσουν, ας τηγανίσουν κι ένα αυγό.
09
06

Έχει χρώμα ο βιασμός;

«Αυτοί που θέλουν να ενσωματωθούν, βίασαν». Είναι το κυρίαρχο επιχείρημα του ρατσιστικού μπλοκ, έγινε μέχρι και τίτλος σε ορισμένα sites. Αυτό το θύμα δεν είναι τυχερό, στην πραγματικότητα, γιατί δεν λαμβάνει απολύτως καμία υποστήριξη, λαμβάνει μόνο την αναγνώριση τους συμβάντος πέραν αμφιβολιών, αφού οι δράστες ήταν Πακιστανοί. Όπως είπε και η ίδια, όμως, εξηγώντας την απόλυτη παθογένεια της ελληνικής κοινωνίας: «Ήταν μία παραλία γεμάτη και δεν ήρθε κανένας να με βοηθήσει». Ήταν μία παραλία γεμάτη, λοιπόν, που απλώς κοιτούσε. Στην αρχή, τουλάχιστον. Κοιτούσε. Τον εξευτελισμό και το ψυχικό τραύμα της κοπέλας που της έσκιζαν τα ρούχα και τη βιντεοσκοπούσαν, δεν έτρεξε να το προλάβει κανένας. Άραγε, πόσοι από τους αυτόπτες μάρτυρες να καταδικάζουν οργισμένοι αυτήν την στιγμή; Η κοπέλα, που βίωσε μία αγριότητα από αυτές που αφήνουν σημάδι για πάντα, ναι, αναγνωρίζεται ως θύμα. Μακάρι οι θύτες να τιμωρηθούν όπως προβλέπει η νομοθεσία. Αλλά γενικώς τα θύματα κακοποίησης, παρενόχλησης και βιασμού, δε λαμβάνουν υποστήριξη. Η κοπέλα από τη Νέα Σμύρνη δέχτηκε επίθεση για τα ρούχα που φορούσε. Οι γυναίκες του ελληνικού #metoo, πέρασαν από κόσκινο. Τα θύματα του βιασμού, ειδικά όσων βιασμών συμβαίνουν μέσα στο σπίτι, συνήθως δε θα δικαιωθούν. Ούτε θα λάβουν υποστήριξη. Θα ερωτηθούν αν προκάλεσαν, ή θα περάσουν στη σφαίρα των ξεχασμένων ιστοριών, ειδικά αν ο θύτης έχει… πρόσωπο στην κοινωνία. Είτε αν το πρόσωπο είναι νέο, όμορφο και πλούσιο, είτε αν είναι πρόσωπο εξουσίας. Ας μην ξεχνάμε την υπόθεση Λιγνάδη, στο κάτω-κάτω, τη σιωπή τόσων ετών, τα τόσα θύματα. Ας κρατήσουμε την δήλωση του θύματος: «Γεμάτη παραλία και δεν ήρθε να βοηθήσει κανένας». Έχει ξεσηκωθεί το ίντερνετ κι ο ακροδεξιός εσμός, αλλά την στιγμή της επίθεσης, το κορίτσι ήταν αβοήθητο. Επειδή την κοιτούσαν μεν, αλλά δεν πήγε να την βοηθήσει κανένας. Αυτή είναι, συνοπτικά, η πραγματικότητα των θυμάτων των σεξουαλικών επιθέσεων, η αορατότητα. Εκτός κι αν, φυσικά, σε κακοποιήσει μετανάστης.
24
05

Τρεις ιστορίες για τη συνεπιμέλεια

Είναι όλοι οι πατεράδες κακοποιητές και ανίκανοι να μεγαλώσουν ένα παιδί. Όχι, βέβαια. Γι’ αυτό και υπάρχει η συνεπιμέλεια ως επιλογή ανάμεσα στα χωρισμένα ζευγάρια. Θα πούνε ότι η πικρόχολη μάνα στερεί τα παιδιά από τον πατέρα, θα το πούνε και θα έχουν παταγωδώς άδικο. Αλλά η συνεπιμέλεια του Τσιάρα ανοίγει τον δρόμο όχι στους καλούς πατεράδες, αλλά στους πατεράδες που δεν θα είχαν απολύτως καμία πιθανότητα μπροστά στο δικαστήριο. Αν σας ενδιαφέρει το δικαίωμα του παιδιού, τότε προφυλάξτε το.
12
04

Όλγα Στέφου: «Γυναικοκτονία» λέγεται

Για κάθε φορά που μας άρπαξαν από τους καρπούς και μας έριξαν στο πάτωμα. Ή που μας έσφιξαν τον λαιμό. Για κάθε μας βιασμό. Κάθε φορά που μας μελάνιασαν το σώμα. Που μας έκαναν να φοβηθούμε. Που μας εξευτέλισαν. Που μας μάτωσαν. Κάθε φορά που κάποια από εμάς δεν επέζησε να πει την ιστορία που της διέλυσε την καρδούλα της, γίνεται κομμάτια η δική μας για όλες τις φορές που εμείς ζήσαμε. Θα μπορούσαμε να είχαμε πεθάνει. Και τότε, απέναντι στο δίκιο της ψυχής του νεκρού ανθρώπου, θα έλεγαν ότι το έγκλημα έγινε από πάθος. Κανένα πάθος. Το έγκλημα έγινε από δολοφόνο. Λένε πως τη γυναίκα δεν πρέπει να τη χτυπάνε ούτε με τριαντάφυλλα. Λένε τέτοιες αηδίες, για να μας υπενθυμίζουν ότι είμαστε εύθραυστες και ζούμε επειδή έχουμε την τύχη να μας προστατεύουν, μέχρι να μη μας προστατέψουν πια. Λοιπόν, δεν είμαστε εύθραυστες, είμαστε οργισμένες. Και τα τριαντάφυλλα να τα βάλετε στον κώλο σας.
23
03

Όλγα Στέφου: Κι αν η μαμά μου δεν ήθελε να με κρατήσει;

Φταίμε επειδή στη εξίσωση δεν ήταν ποτέ η γυναίκα. Σκεφτείτε το, δεν είναι η γυναίκα το θέμα. Είναι η επιλογή της γυναίκας, αν κυοφορεί ένα “υγιές” έμβρυο. Αλλιώς, είναι επιλογή των γιατρών. Είσαι υγιές; Βγαίνεις από τη μήτρα. Έχεις σύνδρομο Down; Λυπούμαστε, χάσατε. Τώρα, αν στην πορεία σας προκύψει ανάπηρο, αυτιστικό, ή του κοπεί κανά πόδι σε κανά τροχαίο, λυπάμαι, χάσατε. Τα έχει αυτά η ζωή, δεν τα έχει ο προγεννητικός έλεγχος, βέβαια. Την ρώτησα τη μαμά μου, την ρώτησα αν θα έκανε άμβλωση σε περίπτωση που το έδειχνε ο προγεννητικός ένα σύνδρομο Down. “Χωρίς δεύτερη σκέψη”, είπε. “Κι αν έδειχνε σκλήρυνση κατά πλάκας;”. Κι η μαμά στεναχωρήθηκε πολύ. Πιθανότατα γιατί κι η ίδια ξέρει ότι οι γιατροί θα προέτρεπαν σε έκτρωση.  Γιατί η μαμά μου είναι γυναίκα. Κι είτε με κρατούσε, είτε όχι, ο πρώτος και ο τελευταίος λόγος ανήκει στη γυναίκα και στο σώμα της. Ούτε στον γιατρό, ούτε στο έμβρυο, οπωσδήποτε όχι στους υπέρ της αγέννητης ζωής ακροδεξιούς. Ανήκει μόνο στη γυναίκα. Καλό θα ήταν να το φέρουμε με τρόπο στους γιατρούς: Είμαστε μια κοινωνία ρατσιστική, συντηρητική, ευγονική.  Κι εγώ, με το χέρι στην καρδιά, τα γράφω όλα αυτά πλέον στα 30 μου, που γεννήθηκα, μεγάλωσα κι η γνώμη μου έχει σημασία. Τα γράφω ως άνθρωπος που έζησε και ζει. Όχι ως πρώην έμβρυο. Όσο δεν είχα γεννηθεί, δεν υπήρχα, ήμουν ένα ψάρι σε μία μήτρα. Και τότε ο λόγος έπεφτε μόνο στο σώμα που με κουβαλούσε.
12
03

Όλγα Στέφου: «Αρσακειάς», η υπογραφή ενός δράματος

Σαν τα αστυνομικά μυθιστορήματα. Το έγκλημα το έκανε ο διευθυντής στο σχολείο. Διακόσιοι ογδόντα και πέντε απόφοιτοι του Αρσακείου υπέγραψαν επιστολή, κατά την οποία αποκαλύπτονται συστηματικά βασανιστήρια μαθητών. Βασανιστήρια ψυχολογικής φύσης -το καθεστώς του τρόμου έχει ισχύ πολυβόλων- και, φυσικά, σωματικής, αφού ευθαρσώς αναφέρουν ότι πολλοί -υπερβολικά πολλοί μαθητές έπεσαν θύματα παρενόχλησης και κακοποίησης από τους εκπαιδευτικούς τους. Και τι έκανε ο Μπαμπινιώτης; Διέταξε παραπομπή στην Εισαγγελία. Σου λέει, θέση δεν πήρε όσο συντελούταν το έγκλημα, θα πάρει τώρα; Αν κριθεί από την Εισαγγελία ότι “οι αβάσιμες και γενικές” κατηγορίες ευσταθούν, τότε ναι, τότε να το εξετάσει το ζήτημα. Αλλιώς σίγα και τα ωά, το ξέρετε το σκίτσο με τις τρεις μαϊμούδες, άλλωστε. Ούτε είδε, ούτε άκουσε, ούτε κι ελάλησε ουδείς. Μηδείς. Κανένας.
11
02

Όλγα Στέφου: Για την Αριστερά του παρελθόντος

Τώρα κοιτάζω το παρελθόν μας, γιατί εκεί βρίσκεται η ρίζα μας. Νιώθω την οργή ακόμα κι από το μπαλκόνι του σπιτιού μου τούτες τις μέρες που απαγορεύεται να μιλάμε ο ένας με τον άλλον, όπως πριν. Κι εφόσον λύσεις για τα μαγειρεία του μέλλοντος δεν υπάρχουν, θα υπάρχουν πάντοτε οι ταυτότητες του παρελθόντος. Τότε νικήσαμε, γιατί δεν ξέραμε ότι οδεύουμε προς μία νίκη. Τώρα, που οι νομοτέλειες είναι πάντοτε ρευστές, θα υποθέσω μόνο κάτι. Αν είναι να νικήσουμε ξανά, αυτό θα γίνει πάλι όταν αυθόρμητα, ορμέμφυτα βρεθούμε στη σωστή πλευρά της ιστορίας. Εκεί που οι ανάγκες είναι πραγματικές κι οι συσχετισμοί της δύναμης υπάρχουν ανάμεσα στη ζωή και στην κατάργηση της αξίας της. Όλα στο τέλος θα πάνε κάπου κι όπως πάντα, "η νεκροψία θα δείξει". Να φροντίσουμε να είμαστε με τους ζωηρούς, μονάχα.
26
01

Γιατί δεν μας πρόσεξαν οι μαμάδες μας;

Θύμωσα λίγο. Γιατί δε μας προστάτεψαν; Γιατί δε μας είπαν τις δικές τους ιστορίες;  Δε θα κρύψω ποτέ την δική μου από τα κορίτσια που θα μεγαλώνω. Θα ξέρουν τι γίνεται, πώς γίνεται και πώς μπορεί να το αποφύγουν. Όμως, όσο πλησιάζω στη διαπίστωση, τόσο μαυρίζει η ψυχή μου. Οι μαμάδες μας ήταν πιο μόνες. Πιο "βουβές". Οι μαμάδες μας πιθανότατα δεν θα περίμεναν ποτέ ότι θα σηκωθεί χέρι πάνω στις κόρες τους, ότι θα είχαν την ίδια "ατυχία". Οι γυναίκες που μας μεγάλωσαν, οι θείες, οι γιαγιάδες, άφηναν μόνο υπονοούμενα. Ποτέ για τον εαυτό τούς, μόνο για εμάς. Μη μας κοροϊδέψει κανένας, μη μας αποπλανήσει. Αόριστα. Ας πούμε, ένα βράδυ που γυρίζουμε στο σπίτι. Μόνο αόριστα. Τι θα γινόταν στο ίδιο μας το σπίτι όταν θα μεγαλώναμε, δεν μας το είπαν. Ο σύντροφός σου που σε βιάζει, ο φίλος, ίσως. Αυτά δε μας τα είπαν. Ούτε κι ήταν γενικευμένη παραδοχή ακόμα τότε ότι ναι, ένας ερωτικός σύντροφος μπορεί και να γίνει βιαστής. Εχθροί ήταν μόνο οι νύχτες και αυτό που θα μας έριχνε κανείς στο ποτό μας.