Από το G20 στη Ρώμη είχε διαφανεί ότι η προσπάθεια ανασυγκρότησης μιας νέας παγκόσμιας συνεργασίας, βασισμένης σε μια νέα συνθήκη πολυμερικότητας (multilateralism), δεν είχε φέρει τους προσδοκώμενους καρπούς, παρά τις προσπάθειες της ιταλικής προεδρίας (Ντράγκι), και εξαιτίας της αντιφατικότητας της αμερικανικής πολιτικής (ακατέργαστο μείγμα εθνικού επι-κυριαρχισμού με επιλεκτικές δόσεις συμμαχιών).Τα αποτελέσματα του G20 (πχ. θέσεις για το κλίμα), αλλα κυρίως η μετέωρη ανασυγκρότηση της νέας διεθνούς «τάξης», επέδρασσαν στις προσπάθειες ανάκαμψης της χαμένης αξιοπιστίας των COP. Οι ηχηρές απουσίες των ηγετών της Κίνας και της Ρωσίας, και στις δυο διασκέψεις, ανέδειξαν την ρευστότητα και την αστάθεια των διεθνών σχέσεων, σε μια ιστορική φάση που, τρεις κρίσεις, κλιματική, υγειονομική, οικονομική, επισωρεύονται, δημιουργώντας ένα εκρηκτικό μείγμα προβλημάτων.
Σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο, η πορεία του «ορυκτού καπιταλισμού» δεν μοιάζει με ανέμελη «βόλτα στο δάσος», παρ’ ότι η πιστοποιημένη ικανότητα προσαρμογής του στις νέες συνθήκες, είναι πάντα αξιοσημείωτη και σχετικά αποτελεσματική. Αυτή την φορά, δεν κινδυνεύει από τις αντιδράσεις των ιστορικών ανταγωνιστών, αλλά από τις συνέπειες του τρόπου λειτουργίας του. Η «φρούρηση» των συμφερόντων των μεγάλων ενεργειακών ομίλων επισημάνθηκε και έγινε αισθητή από την πολυπληθή, άμεση ή έμμεση, εκπροσώπηση (503 άτομα) στη συνδιάσκεψη. Οι περισσότεροι από αυτούς ανήκαν, με τον ένα η άλλο τρόπο, στο ισχυρό λόμπι της Σαουδικής Αραβίας (17% των παγκόσμιων αποθεμάτων πετρελαίου), που «καταφέρνει να ξενερώνει τις αποφάσεις», όπως αναφέρει η Τζένιφερ Μόργκαν της Greenpeace International.
Τελικά, είναι τα περιβαλλοντικά κινήματα ικανά να επιφέρουν ριζική αλλαγή στον τρόπο αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης ή θα κυριαρχήσει η έλλειψη συγκροτημένης οικολογικής ατζέντας στην πολιτική των κομμάτων;
Παρ ότι ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας έχει συνειδητοποιήσει το περιβαλλοντικό πρόβλημα, δεν το θεωρεί θέμα προτεραιότητας και κατά συνέπεια, δεν επιζητεί την συμπερίληψή του στα κομματικά προγράμματα. Μόνο στις τελευταίες γερμανικές εκλογές, το πρόγραμμα των Πράσινων περιλάμβανε συγκεκριμένες προτάσεις συμπεριληπτικής οικολογικής ανάπτυξης, και κατάφερε έτσι να συναντήσει σημαντική εκλογική αποδοχή, αντίθετα με ότι συμβαίνει σε άλλες χώρες που, το χάσμα μεταξύ των λίγων «happy few» και των πολλών, τροφοδότησε μια διάχυτη αδιαφορία για ότι δεν συνδέεται άμεσα με την κοινωνική και οικονομική συγκυρία και σε κάποιες περιπτώσεις, ανέδειξε και μια μορφή επιφύλαξης απέναντι στις ελίτ, στις οποίες κατατάσσουν και τα οικολογικά κινήματά, που, σχεδόν κατηγορούνται ότι απασχολούνται αποκλειστικά με τα περιβαλλοντικά.