Η ΝΔ αύξησε τα χρέη της και λόγω των συνεχών μετρήσεων κοινής γνώμης και ερευνών σε focus groups, ώστε να έχει έγκαιρη και πλέρια πληροφόρηση. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να κάνει το ίδιο, αλλά χρειάζεται εξίσου καλή ενημέρωση για τα τεκταινόμενα στην κοινωνία, καθώς και συσσώρευση κοινωνικής γνώσης και τεχνογνωσίας. Οι ψηφιακές πλατφόρμες είναι ένας κατάλληλος τρόπος για την εμπλοκή πολλών ανθρώπων, ακόμα και με μικρή διαθεσιμότητα χρόνου, και με το μικρότερο κόστος. Η πανδημία εξοικείωσε όλο τον κόσμο με παρόμοιες διαδικασίες (online εκδηλώσεις, συνεδριάσεις, συνεννοήσεις, συντακτικές επιτροπές, συλλογικές συγγραφές κειμένων), ενώ τα social media έχουν αποδείξει ότι είναι το πλέον προσφιλές μέσο της κοινωνικής αντιπολίτευσης. Θα μπορούσε, λοιπόν, ο i-syriza να εξελιχθεί σε βασικό κόμβο διαβούλευσης των μελών και των φίλων του ΣΥΡΙΖΑ για όλα τα ζητήματα (να πάψει, δηλαδή, να λειτουργεί σαν κομματικό ενημερωτικό site). Και για να μπορεί μια τέτοια διαδικασία να είναι παραγωγική και όχι χαοτική, θα μπορούσε να οργανώνεται ψηφιακά από τα υπάρχοντα Τμήματα του κόμματος, τα οποία να συντονίζουν τη διαβούλευση μεταξύ μελών και φίλων του ΣΥΡΙΖΑ που αναζητούν τρόπο συνεισφοράς και συμμετοχής στην εκπόνηση προοδευτικών ριζοσπαστικών πολιτικών. Έτσι, και ο ΣΥΡΙΖΑ θα αντλεί από τη δημοκρατική κοινωνία και η τελευταία θα αποκτά φωνή μέσω της άμεσης συμμετοχής. Έπειτα, το μέτρο αυτό, μιας και δεν αφορά την ανάδειξη εκπροσώπων στα όργανα, δεν συνιστά κίνδυνο «πασοκοποίησης».
Είναι εν πολλοίς αποδεκτό ότι οι τοπικές οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ελκυστικές για τους νεότερους/ες και για πολίτες προερχόμενους από άλλους χώρους. Δεν τους ενδιαφέρουν οι ατέρμονες συζητήσεις για κεντρικοπολιτικά ζητήματα που δεν οδηγούν σε κάποια παρέμβαση με σημασία. Αντιθέτως, τους ενδιαφέρουν περισσότερο τα τοπικά ζητήματα, τα ζητήματα τοπικής ανάπτυξης, πάνω στα οποία μπορούν να έχουν πράγματι γνώμη, χρήσιμη και ισότιμη. Αν, λοιπόν, οι τοπικές οργανώσεις λειτουργούν πιο πολύ ως δημοτικές παρατάξεις και λιγότερο ως πολιτικά καφενεία, τότε θα προσελκύουν περισσότερο πολίτες με ανησυχίες και λιγότερο θεσιθήρες. Αν λειτουργούν ως πρόπλασμα θεσμών τύπου «συμμετοχικού προϋπολογισμού», τότε θα λειτουργούν ως σχολεία συμμετοχικής δημοκρατίας, διαβούλευσης και συναπόφασης, και όχι πεδίο προβολής υποψηφίων εν αναμονή. Στο πλαίσιο αυτό, η εγγραφή σε μια τοπική δεν θα έπρεπε να έχει άλλη προϋπόθεση από τη μη συμμετοχή στην ΠΑΣΚΕ, την ΠΑΣΠ ή δημοτικά σχήματα του ΠΑΣΟΚ. Κάπου εκεί, όμως, θεωρούμε ότι πρέπει να εξαντλούνται οι δικλείδες ασφαλείας απέναντι στους κινδύνους «πασοκοποίησης», γιατί μετά μπαίνουμε στην επικράτεια του αντιπαραγωγικού κομματικού face control, που δεν κατανοεί ότι απέχει ένα βήμα από το σεχταρισμό της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς ή του αναρχικού χώρου.
Στο θέμα αυτό η Αριστερά ιστορικά μοιράζεται με τη Σοσιαλδημοκρατία τα ίδια προβλήματα: ο σιδερένιος νόμος της ολιγαρχίας ζει και βασιλεύει στην Αριστερά και η «πασοκοποίηση» δεν θα ερχόταν να προσφέρει τίποτα στην ενδογενώς αναπτυσσόμενη παθογένεια της Αριστεράς. Δεν θα πούμε πολλά, μιας και σχετικά μέτρα έχουν προταθεί (και θεσμοθετηθεί κάποιες φορές) χωρίς το παραμικρό αποτέλεσμα. Περιορισμένες θητείες, αυξημένες ποσοστώσεις, εναλλαγή στις θέσεις, διαρκής ανανέωση πολιτικού προσωπικού. Αν δεν εφαρμόζονται αυτά τόσα χρόνια, σίγουρα κάποιοι αριστεροί/ες ευθύνονται, δεν θα έρθουν οι ΠΑΣΟΚοι να αλλοιώσουν τον πολιτισμό μας.
Δεν ξέρουμε αν οι παραπάνω προτάσεις θα τύχουν καλής αποδοχής, όμως είμαστε σίγουροι ότι η διεύρυνση πρέπει να γίνει πάση θυσία, για δύο λόγους: αφενός γιατί τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε ως κοινωνία είναι πολύ μεγάλα και επείγοντα, γι’ αυτό χρειάζεται συστράτευση όλης της δημοκρατικής κοινωνίας, και αφετέρου γιατί δεν είναι δυνατόν μια διόλου αξιοκαταφρόνητη μερίδα της εκλογικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ να συνδέεται επί πολλά ακόμα χρόνια μόνο μέσω του προέδρου του. Γιατί πλέον έχει γίνει σαφές ότι, αν αυτή τη στιγμή αποχωρούσε ο Τσίπρας από πρόεδρος, θα αδυνάτιζε η σύνδεση εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών με αναφορά στη σοσιαλδημοκρατία με το κόμμα εκλογικής τους προτίμησης.