Εκείνο που χρειάζεται να υπογραμμισθεί είναι ότι μία ύφεση της τάξεως του 8% για το 2020 είναι πολύ σημαντικό γεγονός για μια οικονομία, όπως η ελληνική, η οποία τα προηγούμενα δέκα έτη είχε απωλέσει περίπου το 25% του ΑΕΠ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα εισοδήματα, την παραγωγική βάση και γενικά για την ευημερία των πολιτών. Η μείωση κατά 8% σε ένα έτος αποτελεί το 1/3 της συνολικής απώλειας των δέκα συναπτών ετών. Πρόκειται για πολύ μεγάλη απώλεια του ΑΕΠ, η οποία σε απόλυτα νούμερα μεταφράζεται αντίστοιχα σε περίπου 15 δισ. ευρώ. Παράλληλα, οι αρνητικές συνέπειες αυτής της μείωσης σε όλα τα μακροοικονομικά μεγέθη είναι μεγάλες. Αναφέρω μόνο την αναμενόμενη αύξηση του λόγου ΔΧ/ΑΕΠ πάνω από το 195% του ΑΕΠ, αλλά και την αύξηση του Γενικού Δημοσιονομικού Ελλείμματος πάνω από το 8%.
Μόνο οι εξελίξεις αυτές δείχνουν μια σημαντικότατη επιβάρυνση της θέσης της ελληνικής οικονομίας και τις δυσκολίες που καλείται να αντιμετωπίσει όταν θα κληθεί να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις που θα υπάρξουν μετά τον περιορισμό της πανδημίας. Παρά τις διαβεβαιώσεις ότι δεν θα υπάρξει επαναφορά των περιορισμών που επιβάλλει το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης για τα έτη 2021 και 2022, οι βαθμοί ελευθερίας της ελληνικής οικονομίας είναι λιγότεροι από τις αντίστοιχες οικονομίες της ευρωζώνης. Ήδη η κυβέρνηση προτίθεται να διαφοροποιήσει μεγάλο μέρος της εξαγγελθείσας οικονομικής πολιτικής της υπό το βάρος των νέων δυσμενών συνθηκών.