Αννέτα Καββαδία

07
06

Αννέτα Καββαδία: «Ρωγμή» στην εικόνα, εκνευρισμός στο Μαξίμου

Την ίδια ώρα, όσο και αν αυτό επιμελώς αποκρύπτεται, το εσωκομματικό τοπίο της ΝΔ θυμίζει καζάνι που βράζει. Δεν είναι μόνο η ξεκάθαρη διαχωριστική γραμμή μεταξύ των τεχνοκρατών του Μαξίμου και των βουλευτών (ενδεικτική η οργή που προκάλεσε στο κυβερνών κόμμα η δήλωση Πατέλη για τα «τεμπέλικα» διδακτορικά). Είναι και η καταψήφιση του νομοσχεδίου για τη συνεπιμέλεια από την Μαριέττα Γιαννάκου και την Όλγα Κεφαλογιάννη. Ή η δημόσια οργή του Κώστα Τζαβάρα (με αφορμή την κατάργηση πανεπιστημιακών τμημάτων στην Ηλεία), η προειδοποίησή του ότι δεν θα είναι εκ νέου υποψήφιος, αλλά και οι απαξιωτικές, φωτογραφικές προς το πρόσωπο του πρωθυπουργού, εκφράσεις («Τι να το κάνω το πτυχίο από το Χάρβαρντ, όταν το αντίστοιχο μορφωτικό επίπεδο είναι μηδέν;», διερωτήθηκε σκωπτικά). Είναι η σαφής, με αφορμή την έξαρση της εγκληματικότητας, δημόσια δυσφορία προς το πρόσωπο του Μιχάλη Χρυσοχοϊδη, στελεχών όπως οι Γιώργος Κουμουτσάκος και Γιώργος Κύρτσος (με τον τελευταίο να ασκεί συχνότατα σκληρή κριτική στη διαχείριση της πανδημίας). Είναι οι σοβαρές, δημόσιες ενστάσεις για το εργασιακό νομοσχέδιο όπως αυτές της εργατολόγου, βουλεύτριας της ΝΔ, Άννας Ευθυμίου. Και φυσικά, είναι το εσωκομματικό «αγκάθι» που ακούει στο όνομα Βόρεια Μακεδονία. Με τον Αντώνη Σαμαρά να καραδοκεί. Ήταν ενδεικτικό το, προ ημερών, πρωτοσέλιδο της «καραμανλικής» «Εστίας» που μιλούσε για απειλή περιθωριοποίησης όποιων βουλευτών διαφοροποιηθούν στην ψηφοφορία για τα μνημόνια που συνδέονται με τη συμφωνία των Πρεσπών. Σε αυτό, λοιπόν, το περιβάλλον, εμφανίστηκε ένα τραγούδι που τάραξε τα νερά. Και υπενθύμισε πως παρά τις φτιασιδωμένες εικόνες, η πραγματικότητα είναι αμείλικτη και δεν μπορεί να κρυφτεί για πολύ. Θα ήταν, ωστόσο, ολέθριο σφάλμα να υποθέσει κανείς πως η έντονη δυσαρέσκεια απέναντι στη ΝΔ, νομοτελειακά ευνοεί τον ΣΥΡΙΖΑ. Θα είναι λάθος να επιχειρηθεί μια ερμηνεία που βλέπει αυτόματη πριμοδότηση της αξιωματικής αντιπολίτευσης από τη διαφαινόμενη πια φθορά της κυβέρνησης. Οι όροι του παλιού δικομματισμού δεν υφίστανται πλέον και η απόσταση που πρέπει να διανυθεί μέχρι την επανάκτηση της εμπιστοσύνης των πολιτών, περνά αναμφίβολα μέσα από διαδικασίες που ουδόλως απαιτούν συνταγές άλλων εποχών. Η ασάφεια ως προς το εκπεμπόμενο στίγμα, η ανακύκλωση φθαρμένων προσώπων (φορέων μιας καταδικασμένης στη συνείδηση των πολιτών πολιτικής), η έλλειψη εμπιστοσύνης σε εκείνα τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά που εκτόξευσαν τη δυναμική του κόμματος, ο δισταγμός στην αναθεώρηση υποχρεωτικών –λόγω της μνημονιακής συγκυρίας– αποφάσεων την εποχή της διακυβέρνησης, η συνεχής υποτίμηση του αντιπάλου, στέλνουν το λάθος μήνυμα. Ναι, η πολιτική της ΝΔ είναι καταστροφική. Μόνο που η αναγκαία ανατροπή της δεν θα έρθει μέσα από τη λογική του «ώριμου φρούτου» ή ομνύοντας στο «μη χείρον βέλτιστον». Το 2021 δεν είναι 1981 και το «ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά», δεν αρκεί…
31
05

Αννέτα Καββαδία: Η δύναμη του δρόμου

Αναμφίβολα τα κόμματα, από τη γέννησή τους και διαχρονικά, είναι φορείς διεκδίκησης της πολιτικής εξουσίας. Το ζήτημα είναι πώς αντιλαμβάνεσαι ως πολιτικός χώρος τη σχέση σου με τις κοινωνικές τάξεις και ομάδες που θέλεις να εκπροσωπείς και αν εξακολουθείς να πιστεύεις πως ο δρόμος είναι μέσο για την πολιτική σύγκρουση που μετατρέπει τον λαϊκό παράγοντα σε ρυθμιστή των πολιτικών εξελίξεων. Αν εξακολουθείς να πιστεύεις πως οι κινηματικές διεργασίες διευρύνουν τα όρια του εφικτού για μια αριστερή κυβέρνηση που θέλει να βρίσκεται στο πλάι της κοινωνικής πλειοψηφίας και αν τα κινήματα και οι αγώνες, η ανασυγκρότηση του εργατικού και του νεολαιίστικου κινήματος, η αμφισβήτηση εν τέλει των κυρίαρχων νεοφιλελεύθερων πολιτικών  διά της σύγκρουσης – σε συνδυασμό με την ιδεολογική ηγεμονία - αποτελούν βασικό παράγοντα για τη δεύτερη φορά Αριστερά. Έχοντας απέναντι μια σκληρή, νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση όπως αυτή της ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να ανταποκριθεί στην πρόκληση: να «παντρέψει» την κυβερνητική εμπειρία με όλα όσο τον έκαναν εξαρχής να ξεχωρίσει. Να συμβάλει, στο βαθμό που του αντιστοιχεί, με τα αριστερά, ριζοσπαστικά του χαρακτηριστικά –εμπλουτισμένα πια με πολύτιμη γνώση αν και λαβωμένα από τη διαχείριση μνημονιακών πολιτικών– στην αναγέννηση του «από τα κάτω» κινήματος. Είναι εύκολος αυτός ο στόχος; Όχι. Οφείλει ωστόσο να βγει ξανά στον δρόμο. Με αυτοπεποίθηση αλλά όχι με αλαζονεία, δεκτικός στην κριτική αλλά όχι απολογητικός, με ξεκάθαρο και όχι θολό ιδεολογικό στίγμα. Θα πρέπει στο μίγμα του πολιτικού του αφηγήματος να μην κυριαρχεί ο καθωσπρεπισμός και η θεσμολαγνεία, ούτε να υποκύπτει στις εκ του πονηρού παραινέσεις περί δήθεν «σοβαρού κόμματος που δεν έχει καμιά δουλειά με τους «περιθωριακούς» του δρόμου». Η κυβερνητική θητεία του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να λειτουργεί ως άλλοθι κινηματικής αδράνειας. Παρά τις δεδομένες δυσκολίες, έχει ιστορική υποχρέωση ως κόμμα της Αριστεράς να ενθαρρύνει, να καλύπτει και να δίνει κουράγιο στον κόσμο να κατεβαίνει στον δρόμο. Ειδικά σήμερα που ο διάχυτος φόβος και η τάση συντηρητικοποίησης της κοινωνίας μεγιστοποιεί τις πιθανότητες να παγιωθεί ως κανονικότητα στη συνείδηση των πολιτών η δυστοπική πραγματικότητα της ΝΔ, είναι χρέος της Αριστεράς να βρίσκεται δίπλα τους, στον δρόμο. Να δείχνει πως δεν ξεχνά ότι η ροή της Ιστορίας αλλάζει μέσα από τους αγώνες του λαού και της νεολαίας. Κι εκεί έξω υπάρχει μια πολύχρωμη νέα γενιά που έχει ανάγκη να δώσει το δικό της περιεχόμενο στη σχέση της με την πολιτική, Χαμένοι θα είναι μόνο όσοι δεν καταφέρουν να την ακούσουν.
23
05

Αννέτα Καββαδία: Συμβολικό αξίωμα, ισχυροί συμβολισμοί

Μια δικαστής που προσπαθεί να δείξει ένα ανθρώπινο, δημοκρατικό, προοδευτικό πρόσωπο, φαίνεται να μην μπορεί να υπερβεί την «υποχρέωση» που αισθάνεται έναντι αυτών που την πρότειναν για το αξίωμα. Προκειμένου να μη δυσαρεστήσει την κυβέρνηση της ΝΔ, επιλέγει την ενασχόληση με θέματα «ανώδυνα», αλλά και «δημοφιλή» στην κοινή γνώμη, σιωπώντας, σε βαθμό παρεξηγήσεως, για άλλα στα οποία ο λόγος της θα μπορούσε να κάνει τη διαφορά. Εκτός –πράγμα ακόμη πιο ανησυχητικό– αν μπροστά στη γοητεία του προεδρικού θώκου έχει πλήρως ενσωματώσει μια συγκεκριμένης απεύθυνσης ατζέντα. Που τη θέλει να φωτογραφίζεται μπροστά σε φράχτες, να σιωπά μπροστά σε πολυήμερες απεργίες πείνας, να σβήνει με τρόπο αυταρχικό –όχι από τον προσωπικό της λογαριασμό, αλλά από τους λογαριασμούς της προεδρίας της Δημοκρατίας στο διαδίκτυο– τα σχόλια χιλιάδων πολιτών που ζητούσαν εφαρμογή του νόμου. Είναι δικαίωμα της κυρίας προέδρου να επιλέξει τους δικούς της συμβολισμούς. Με διευρυμένη πλειοψηφία αναδείχθηκε, η ίδια αποφασίζει πώς θα υπηρετήσει το ύπατο αξίωμα. Είναι, όμως, και δικαίωμα όλων να την κρίνουμε. Γιατί όπως επικροτούμε την απόφασή της να επισκεφθεί την οικογένεια της δολοφονημένης Ελένης Τοπαλούδη, όπως την υπερασπιζόμαστε στο «σπάσιμο» του πρωτοκόλλου σε σχέση με τον σύντροφό της, όπως προσπερνάμε την υπερέκθεση της γλυκύτατης γάτας Καλυψώς στα ΜΜΕ και χαμογελάμε με την εικόνα της, άλλο τόσο λυπόμαστε, οργιζόμαστε, ντρεπόμαστε με τη φωτογραφία στο φράχτη που θα στιγματίζει τη θητεία της. Η Κατερίνα Σακελλαροπούλου έχει ευθύνες. Είναι η πρώτη πολίτισσα της χώρας και η πρώτη γυναίκα στην ελληνική ιστορία που έγινε αρχηγός του κράτους και αρχηγός του στρατεύματος. Θα μπορούσε να αποτελέσει παράδειγμα για πολλές γυναίκες, μεγαλύτερες, αλλά κυρίως νεώτερες. Παράδειγμα ουσίας και όχι τύποις. Μένει να αποδειχθεί αν επιθυμεί να ανταποκριθεί στην πρόκληση.
05
05

Αννέτα Καββαδία: Κυνικοί ως το τέλος

Ο κυνισμός της εξουσίας - που δεν πρέπει να συγχέεται με τον πραγματισμό στην εφαρμοζόμενη πολιτική - είναι θρασύς, ωμός, στυγνός, αδιάφορος για την κατάσταση που βρίσκεται αυτός στον οποίο απευθύνεται. Και οι εκφραστές του δεν είναι απλά αναίσθητοι. Είναι επιθετικοί, μισάνθρωποι, αντικοινωνικοί. Αρκεί να είναι καλά οι ίδιοι και το σινάφι τους, αρκεί οι ευθύνες να μην τους ακουμπούν. Το τελευταίο «κατόρθωμα» της κυβέρνησης της ΝΔ - με το ακαταδίωκτο μελών των τριών Επιτροπών Υγείας, μεταξύ αυτών και πολιτικά στελέχη - είναι απολύτως ενδεικτικό της συγκεκριμένης νοοτροπίας. Την ίδια ώρα, ωστόσο, οι κυνικοί αυτοί καριερίστες συνιστούν μια διαρκή υπόμνηση προς την κοινωνία για το πού οδηγείται όταν εκχωρεί τις ευθύνες της, όταν παραδίδεται στην «αυθεντία» της εξουσίας και των ειδικών, όταν αναθέτει τις προσδοκίες της, όταν έχει μόνο ελπίδες αντί για θέσεις, όταν αποθεώνει την ισχύ χωρίς αξίες.  Και το ερώτημα που γεννάται: είναι ο κυνισμός του καριερίστα ανίκητος; Φαντάζει ανίκητος ως τη στιγμή που αρχίζει και παραδίδεται στην ύβρη. Έως ότου αρχίζει και πιστεύει την ίδια του την προπαγάνδα. Μέχρι τη στιγμή που γεννά με την πολιτική του τόσα ερείπια, ώστε η όποια προπαγάνδα καθίσταται ανεπαρκής. Η πτώση του καριερίστα -αν και όχι απαραιτήτως του καριερισμού- ξεκινά όταν η αυταρέσκεια καταλαμβάνει τον ίδιο και το επιτελείο του σε τέτοιο βαθμό που να θεωρεί ότι οι “από κάτω” θα τα δεχτούν όλα. Η κυβέρνηση της ΝΔ, και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, δείχνουν να βαδίζουν ήδη σε αυτό το μονοπάτι. Την ώρα που η χώρα θρηνεί πάνω από 10 χιλιάδες νεκρούς, σημαντικότατα κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας φαίνεται να ριζοσπαστικοποιούνται με πρωτόγνωρους τρόπους, με ένταση, έμπνευση και φρεσκάδα, έξω από γνωστές κομματικές φόρμες (είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα των Support Art Workers). Φαίνεται να επαναπροσδιορίζουν τη σχέση τους με την πολιτική απορρίπτοντας λογικές εργαλειοποίησής τους και προϊδεάζουν για τη σύγκρουση που θα γίνει εκεί που γίνεται πάντα: στον δρόμο. Ο οποίος – φροντίζει η κυβέρνηση γι΄ αυτό- δείχνει να ξαναζωντανεύει για τα καλά.
26
04

Αννέτα Καββαδία: Ζητείται αξιοπιστία

Η εμφάνιση του πρωθυπουργού την περασμένη Τετάρτη ήταν η απτή απόδειξη πως περνάμε πια από τη λογική «πρώτα η υγεία» στη λογική «πρώτα η οικονομία». Και πάλι όμως χωρίς ένα σαφές, συνεκτικό σχέδιο. Με τους νεκρούς να φτάνουν από την αρχή της πανδημίας τους 9.713, σε μια μέρα που οι διασωληνώσεις άγγιξαν τις 831 και με 3015 νέα κρούσματα, ο Κ. Μητσοτάκης ανακοίνωσε πως η κατάσταση είναι μεν κρίσιμη αλλά… ανοίγουν όλα μετά το Πάσχα! Είναι σαφές πως η κυβέρνηση της ΝΔ βρίσκεται πια αντιμέτωπη με τις ίδιες της τις παλινωδίες. «Θύμα» των αντιφατικών μηνυμάτων που η ίδια εξέπεμπε, δέσμια της εικόνας που δημιούργησαν οι αλληλοσυγκρουόμενες δηλώσεις στελεχών της (π.χ. Πελώνη vs Χρυσοχοΐδη για το ρόλο της αστυνομίας στις πλατείες και στις διαδηλώσεις, Ρουσόπουλος vs Βούλτεψη για το άνοιγμα της εστίασης, Θεοχάρης για το εμβόλιο Σπούτνικ κοκ), φαίνεται να μην μπορεί να εμποδίσει το κύμα αμφισβήτησης που άρχισε ήδη να εκδηλώνεται τόσο εσωκομματικά όσο και στο ευρύτερο περιβάλλον της δεξιάς παράταξης. Οι συνεχείς κριτικές αναρτήσεις του ευρωβουλευτή Γιώργου Κύρτσου είναι χαρακτηριστικές ενώ το ιδιαιτέρως σκληρό άρθρο του Στέφανου Μάνου στην εφημερίδα «Τα Νέα» εναντίον του επιτελικού κράτους Μητσοτάκη, ενδεικτικό της ευθείας αμφισβήτησης των κυβερνητικών χειρισμών. Η χρήση, δε, προστακτικής ενικού –απευθυνόμενος στον πρωθυπουργό– ενδεικτικότατη των αισθημάτων του: «Πες μας την αλήθεια. Όχι μια φορά, αλλά κάθε μέρα. Γιατί πεθαίνουν 15 φορές περισσότεροι εδώ από ό,τι στην Αγγλία και τη Δανία και τι πρόκειται να κάνεις για να περιορίσεις το κακό!», αναφέρει χαρακτηριστικά ο επί σειρά ετών, βουλευτής και υπουργός της ΝΔ βάζοντας στο κάδρο και τα ΜΜΕ τα οποία φέρουν –όπως λέει– μετά την κυβέρνηση, το δικό τους μερίδιο ευθύνης για το γεγονός ότι οι πολίτες έχουν άγνοια κινδύνου και δεν είναι σωστά ενημερωμένοι για την πορεία της πανδημίας στη χώρα. Όσο και να το ξορκίζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, η δυσαρέσκεια της κοινής γνώμης έχει ήδη αρχίσει να καταγράφεται. Και όσο κι αν η κυβέρνησή του απολαμβάνει μιας προκλητικής ασυλίας από τα ΜΜΕ, η απώλεια της αξιοπιστίας της αργά αλλά σταθερά συντελείται. Επικοινωνιακοί αντιπερισπασμοί όπως η υπερπροβολή του νέου αδέσποτου ενοίκου του Μεγάρου Μαξίμου, σε συνδυασμό με εξωφρενικές αναρτήσεις υπουργών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης –όπως αυτή του Κ. Χατζηδάκη ο οποίος ανήμερα των γενεθλίων του σβήνει κεράκια σε τούρτα διακοσμημένη με τα λογότυπα εμβληματικών εταιρειών του δημόσιου τομέα που ιδιωτικοποιήθηκαν επί θητείας του– δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να επιβεβαιώνουν το μέγεθος της αλαζονείας.
18
04

Αννέτα Καββαδία: Το ΚΕΘΕΑ ως δείγμα πολιτικής

Αυτή, λοιπόν, τη στιγμή, του αυξημένου στρες και των ψυχολογικών αδιεξόδων της πανδημίας, αποφασίζει η κυβέρνηση να χτυπήσει. Αποφασίζει πως δεν χρειάζονται καν προσχήματα, πως θα επιτεθεί σε ό,τι μπορεί να στέκεται όρθιο και να θυμίζει πως δικαίωμα στη ζωή, δικαίωμα στη δεύτερη ευκαιρία έχουν όλοι. Αποφασίζει να γκρεμίσει ό,τι συμβάλλει στην αποδοχή της διαφορετικότητας και στην καταπολέμηση του στίγματος. Και το κάνει απολύτως συνειδητά. Όχι γιατί δεν μπορεί να κάνει αλλιώς, αλλά γιατί δεν θέλει. Σε όλες τις εκφάνσεις της πολιτικής της, και ενώ η πανδημία σαρώνει τα πάντα, διακρίνουμε μια κατά μέτωπο επίθεση στον «εχθρό λαό», που βρίσκεται σε καραντίνα. Μια επίθεση που ισχύει στο πολλαπλάσιο για τους «αόρατους» ανθρώπους -έτσι όπως αυτοί περιγράφηκαν πιο πάνω- και οι οποίοι αν κάνουν το… λάθος να διεκδικήσουν τη ζωή τους ξανά, μέσα μάλιστα από δημοκρατικές διαδικασίες, όπου το «μαζί» και το «εμείς» είναι η κινητήρια δύναμη, όπως στην περίπτωση του ΚΕΘΕΑ, οδηγούνται και πάλι στο περιθώριο. Και αυτό ακριβώς είναι ο ορισμός της πολιτικής χυδαιότητας. Η εφαρμογή, ωστόσο, από την κυβέρνηση του δόγματος «το κάνω γιατί μπορώ», με έκδηλη μάλιστα την περιφρόνηση και την αφ’ υψηλού προσέγγιση μιας δύσκολης πραγματικότητας, έτσι όπως αυτή διαμορφώνεται στους κόλπους των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, δεν πρέπει να μας ξενίζει. Είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα μιας πολιτικής κάστας εμφορούμενης από τις αρχές και τα ιδεώδη της Δεξιάς. Χαρακτηριστικό, δε, της απαξίας με την οποία αντιμετωπίζουν το όλο θέμα, είναι το γεγονός ότι «διάψευση» στα όσα κατά κόρον γράφονται για τις επιχειρούμενες αλλαγές στο ΚΕΘΕΑ -μετά και το θόρυβο που προκλήθηκε- έβγαλε το Παρατηρητήριο Fake News της ΝΔ και όχι το εποπτεύον υπουργείο Υγείας!
11
04

Αννέτα Καββαδία: Δημοσιότητα με κάθε τίμημα;

Η επιλεκτικότητα δεν είναι δείγμα ελιτισμού αλλά συνέπειας. Και η προνοητικότητα και η αποφυγή παγίδων, δείγμα ωριμότητας και πολιτικής υπευθυνότητας. Και ναι μεν η υπόθεση Φουρθιώτη είναι μια ακραία περίπτωση, με αφορμή όμως αυτή (ξανα)μπαίνει στο τραπέζι το πλαίσιο στο οποίο διεξάγεται ο πολιτικός διάλογος, το πώς η τηλεοπτική πραγματικότητα τείνει να αντικαταστήσει τη ζώσα πολιτική, το γιατί εκπρόσωποι όλου του πολιτικού φάσματος (μηδέ της Αριστεράς εξαιρουμένης) αρκούνται –και ανέχονται– να γίνονται «ντεκόρ» στην παράσταση του κάθε παρουσιαστή μόνο και μόνο για να συμμετέχουν σε εκπομπές υψηλής τηλεθέασης.
04
04

Αννέτα Καββαδία: Βλέπω σημαίνει κατανοώ;

Το ότι για πρώτη φορά, επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ, επιχειρήθηκε να μπει τάξη σε ένα άναρχο και έξω από κάθε θεσμικό έλεγχο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο, υποχρεώνοντας τους επιχειρηματίες του χώρου να βάλουν το χέρι στην τσέπη, είναι κάτι το οποίο δεν συγχωρείται. Παρά τα λάθη και τις αδυναμίες, παρά τη χαμένη ευκαιρία να δημιουργηθεί ένα διαφορετικό μοντέλο ενημέρωσης στη δημόσια ραδιοτηλεόραση, παρά τους ερασιτεχνισμούς και τις αστοχίες, το αποτύπωμα της προσπάθειας παραμένει. Και αυτό είναι κάτι που επίσης δεν συγχωρείται. Η κυβέρνηση της ΝΔ και ο Κυριάκος Μητσοτάκης γνωρίζουν καλά πως με εμφανέστατη την αποτυχία διαχείρισης της πανδημίας, με δεδομένη την αποκαρδιωτική εικόνα των οικονομικών μεγεθών, με ορατές –και διογκούμενες– τις κοινωνικές αντιδράσεις, θα χρειαστούν, περισσότερο παρά ποτέ, τη συνδρομή και την κάλυψη των ισχυρών τους φίλων. Η απόπειρα λοιπόν μετατροπής των θυμάτων σε θύτες, ο εξωραϊσμός και η απόκρυψη διαχρονικών ευθυνών, η αναπαραγωγή και η συντήρηση του «αμαρτωλού» τριγώνου Κόμμα-ΜΜΕ-Τράπεζες, δεν αποσκοπούν σε τίποτα άλλο από τη διαιώνιση ενός παρασιτικού μοντέλου υποταγής της πολιτικής στα επιχειρηματικά συμφέροντα με αντάλλαγμα την απρόσκοπτη επικράτηση των «πρόθυμων». Και οι δημοσιογράφοι;, θα αναρωτηθεί κανείς. Επικαλούμαι τη φράση του γάλλου θεωρητικού Ρολάν Μπαρτ: «Κοιτάζοντας, ξεχάσαμε πως ίσως μας κοιτούν κι εμάς»…
30
03

Αννέτα Καββαδία: Αλαζονεία και εξουσία

Θιασώτες μιας σκληρής νεοφιλελεύθερης πολιτικής, με έντονη τη μυρωδιά του αυταρχισμού, μετέρχονται κάθε πρακτικής που εξυπηρετεί το σκοπό τους χωρίς να ορρωδούν προ ουδενός. Γνωρίζουν καλά πως από την άσκηση έως την κατάχρηση της εξουσίας, η απόσταση είναι μικρή. Και ορμώμενοι από μια αίσθηση παντοδυναμίας, ατιμωρησίας, αλλά και σαφούς ιδεολογικοπολιτικής στάσης, επιλέγουν απολύτως συνειδητά να διολισθήσουν. Η κανονικοποίηση, για παράδειγμα, της αδιαφάνειας στη διαχείριση δημόσιου χρήματος, η αστυνομοκρατική επιβολή αντιφατικών μέτρων για την πανδημία, η προσπάθεια οικοδόμησης μιας κραταιάς αστυνομικής δημοκρατίας, τα εξώδικα εναντίον εφημερίδων και τα εντάλματα σύλληψης εναντίον δημοσιογράφων, είναι στοιχεία απολύτως ενδεικτικά. Προφανώς και η αλαζονεία της εξουσίας, δεν γνωρίζει από κομματικά στεγανά. Κατά τη γνωστή ρήση του λόρδου Άκτον «η εξουσία έχει την τάση να διαφθείρει και η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα». Το μείζον, λοιπόν, είναι να αναγνωρίζει κανείς τα σημάδια. Και να τα απομονώνει εν τη γενέσει τους. Να γίνεται ξεκάθαρο πού αποσκοπεί η ενασχόληση με τα κοινά. Και να υπάρχουν αντιστάσεις. Όπως γράφει ο Κορνήλιος Καστοριάδης στο βιβλίο του «Η άνοδος της ασημαντότητας» (εκδόσεις Ύψιλον/βιβλία): «η αποσύνθεση γίνεται φανερή κυρίως μέσα από την εξαφάνιση των σημασιών και το σχεδόν απόλυτο ξεθώριασμα των αξιών. Και αυτό απειλεί μακροπρόθεσμα την επιβίωση του ίδιου του συστήματος. Όταν δηλώνεται ανοιχτά, όπως γίνεται τώρα στις δυτικές κοινωνίες, ότι η μοναδική αξία είναι το χρήμα, το κέρδος, ότι το υπέρτατο ιδεώδες του κοινωνικού βίου είναι το “πλουτίστε” (και η δόξα της δήλωσης αυτής ανήκει, σ’ ό,τι αφορά τη Γαλλία, στους σοσιαλιστές, οι οποίοι την έκαναν με έναν τρόπο που η Δεξιά δεν είχε τολμήσει να την κάνει), μπορεί να διερωτηθεί κανείς αν είναι ποτέ δυνατόν μια κοινωνία να συνεχίσει να λειτουργεί και να αναπαράγεται μονάχα σ’ αυτή τη βάση».
22
03

Αννέτα Καββαδία: «Επιστροφή» στην πολιτική για τη γενιά της κρίσης;

[Η κυβέρνηση] έχοντας, εδώ κι ένα χρόνο, χρησιμοποιήσει την πανδημία ως άλλοθι, προκειμένου να περάσει όλη την ατζέντα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής της, καταφεύγει σε πρακτικές καθόλου ξένες με την ιδεολογία και την παράδοση της Δεξιάς: βία, καταστολή, αυταρχισμός. Μόνο που τα χτυπήματα πάνω στα σώματα νέων ανθρώπων, δεν θα μένουν ποτέ αναπάντητα. Όχι μόνο από τους ίδιους. Αλλά και από ανθρώπους μεγαλύτερων ηλικιών. Στους οποίους ξυπνάνε μνήμες, τις οποίες ξορκίζουν. Κι όσο στη δημόσια σφαίρα -και με την ανοχή της κυβέρνησης- δικαιολογούνται συμπεριφορές που παραπέμπουν σε άλλες εποχές, όσο συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι της ΕΛΑΣ χαρακτηρίζουν διαδηλωτές σαν «απλυταριό», όσο οι καταγγελίες για ξυλοδαρμούς και σεξουαλικές επιθέσεις από όργανα της ΕΛΑΣ δεν διερευνώνται όπως πρέπει, όσο εξακολουθεί να παρουσιάζεται σαν πετυχημένη η εξώφθαλμη κυβερνητική ολιγωρία στη διαχείριση της πανδημίας, όσο εξακολουθεί να απουσιάζει έστω υποψία αυτοκριτικής ή ανάληψη έστω της παραμικρής ευθύνης, όσο κορυφαία κυβερνητικά στελέχη καταφεύγουν σε μισαλλόδοξα και διχαστικά παραληρήματα, τόσο η οργή θα φουντώνει. Και οι φέροντες αυτή την οργή δεν είναι υποχείρια, ούτε ενεργούμενα καμιάς πολιτικής δύναμης.