Δεν πρόκειται να γίνει καμία επιστροφή στις παλιές καλές εποχές των ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών, αυτή τη φορά υπό τη μετανεωτερική αιγίδα της Ε.Ε. Ο αιώνας μας δεν θα είναι ο αιώνας της Ευρώπης, αλλά της Ασίας, με την Αμερική να διεκδικεί όχι την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία, αλλά μια ισότιμη θέση. Στην εποχή των γιγάντων, οι ευρωπαϊκές χώρες, μεμονωμένες, δεν έχουν τύχη. Το ίδιο ισχύει για τις περίφημες «ευρωπαϊκές αξίες».
Αν οι θεσμοί της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης -που δεν περιορίζονται στην Ε.Ε.- συμφιλιωθούν με την ιδέα ότι δεν θα υπάρξει μια «ευρωπαϊκή υπερδύναμη», αλλά ούτε και χρειάζεται, ίσως ανακαλύψουν εκ νέου την πραγματική τους χρησιμότητα. Τα επόμενα χρόνια (ίσως δεκαετίες) τα ευρωπαϊκά κράτη θα χρειαστεί να εκπονήσουν και να εκτελέσουν γιγαντιαία προγράμματα δημόσιων επενδύσεων, αν θέλουν να διατηρήσουν το υψηλό, συγκριτικά, βιοτικό επίπεδο των πληθυσμών τους.
Τα διευρωπαϊκά δίκτυα υποδομών, οι τηλεπικοινωνίες 5G, η ομαλή μετάβαση σε ένα νέο μοντέλο ενεργειακής παραγωγής και κατανάλωσης, ο ψηφιακός μετασχηματισμός, οι διαστημικές εφαρμογές, η επιστημονική έρευνα και η τεχνολογική καινοτομία, ο επαναπατρισμός ευρωπαϊκών βιομηχανιών και η προστασία των ευρωπαϊκών θέσεων εργασίας: αυτοί είναι κάποιοι από τους αναπτυξιακούς πυλώνες του μέλλοντος που, και μόνο λόγω κλίμακας, πρέπει να υποστηριχθούν από ένα πανευρωπαϊκό χρηματοδοτικό πρόγραμμα, ανάλογο σε μέγεθος του αντίστοιχου αμερικανικού.
Συγχρόνως, πρέπει να υπάρξει η απαραίτητη ευελιξία από την πλευρά της Ε.Ε. ώστε τα κράτη-μέλη να έχουν τη δυνατότητα αυτοχρηματοδότησης των δικών τους αναπτυξιακών προγραμμάτων, προσαρμοσμένων στις ανάγκες και τα δεδομένα κάθε χώρας, καθώς και για τη στήριξη των δομών κοινωνικής πρόνοιας, με άλλα λόγια, του ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους που τόσο άγρια έχει πληγεί τις τελευταίες δεκαετίες.
Αν τα παραπάνω ακούγονται σαν τον προστατευτισμό που προκαλεί αλλεργία σε κάθε πιστό νεοφιλελεύθερο, αυτό δεν εκπλήσσει: πράγματι, αυτό που θα χρειαστούν οι ευρωπαϊκές οικονομίες και κοινωνίες στο μέλλον -το χρειάζονται ήδη- είναι προστασία. Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι εάν πρόκειται για μια αποστολή αντάξια των υψηλών φιλοδοξιών της Ε.Ε., αλλά εάν η τελευταία είναι ικανή -ή πρόθυμη- να τη φέρει σε πέρας. Εάν η απάντηση είναι όχι, τότε καμία βαρύγδουπη διακήρυξη, καμία επικοινωνιακή άσκηση δεν θα σταματήσει την κατρακύλα της στην ανυποληψία και την παρακμή.