Όταν η πλεμπάγια χορεύει στους ρυθμούς της επανάστασης
Η διαπάλη μεταξύ των εκπροσώπων της ελίτ –μεταξύ, δηλαδή, του επί 31 χρόνια Προέδρου της χώρας, Πορφίριο Δίας και του μετριοπαθή Φρανσίσκο Μαδέρο– κατέληξε στο να βάλει σε κίνηση τον τροχό της ιστορίας με την άμεση εμπλοκή των αγροτικών μαζών, της οργανωμένης εργατικής τάξης αλλά και των μεσοαστικών στρωμάτων. Ο Μαριάνο Ασουέλα ζει τα νεανικά του χρόνια στη μεγάλη φάρμα του μεγαλοκτηματία πατέρα του και το σκηνικό αυτό παίζει βαρύνοντα ρόλο στο μετέπειτα λογοτεχνικό του έργο. Ενάντιος στο καθεστώς Δίας δέχεται τον πολιτικό διορισμό του υπό την προεδρία του Μαδέρο. Όταν, ο τελευταίος, δολοφονείται εντάσσεται ως γιατρός στον στρατό του Χουλιάν Μεδίνα, ακόλουθου του Βίγια.
Η ιστορία των Καταδικασμένων κινείται με βάση δυο χαρακτήρες: του αγρότη Δημήτριο Μασίας και του Λουίς Σερβάντες, φοιτητή ιατρικής και δημοσιογράφου. Ο Μασίας έρχεται σε σύγκρουση με τον τσιφλικά της περιοχής ο οποίος στέλνει στο κατόπι του τον Ομοσπονδιακό Στρατό, στρατιώτες το οποίου τρομοκρατούν τον ίδιο και την οικογένειά του ενώ σκοτώνουν τον σκύλο του Παλομίνο. Τότε είναι που ορκίζεται εκδίκηση και αποφασίζει να πάρει μέρος στην Επανάσταση με μια δράκα εξεγερμένων. Βέβαια, η ομάδα υπό τις διαταγές του αποτελείται από κάθε καρυδιάς καρύδι καθώς βρίθει αμόρφωτων και σκληροτράχηλων φτωχοδιάβολων. Οι οποίοι μέσα στη φωτιά της μάχης ενάντια στην άπληστη Ομοσπονδιακή εξουσία μεταμορφώνονται ψυχικά σε αγωνιστές για μια δίκαιη πιο ανθρώπινη ζωή. Ένας ελάσσων ήρωας, ο Σολίς αναρωτιέται κάποια στιγμή: «Θα με ρωτήσετε λοιπόν γιατί συνεχίζω να υποστηρίζω την επανάσταση… Επειδή η επανάσταση είναι ένας τυφώνας που σε παρασύρει και ο άνθρωπος που παρασύρεται από την επανάσταση δεν είναι άνθρωπος πια, είναι ένα νεκρό φύλλο που το παίρνει μακριά ο άνεμος».