Συνεντεύξεις

Ασλί Ερντογάν: Ζούμε στην εποχή δογματικών ηγετών, wannabe δικτατόρων

Συνεπαρμένη και σοκαρισμένη. Γοητευμένη και μελαγχολική. Με ανάμεικτα συναισθήματα με βρήκε το τέλος της συνέντευξης με την Τουρκάλα συγγραφέα, δημοσιογράφο και ακτιβίστρια Ασλί Ερντογάν, γνωστή και πολυβραβευμένη για τα βιβλία της (τα οποία στα ελληνικά κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ποταμός). Κι ακόμα, διεθνώς διάσημη ως μία από τις κατεξοχήν αντικαθεστωτικές φωνές της Τουρκίας.
 
Διασημότερη μετά τις διώξεις και τη φυλάκισή της για 136 ημέρες από το καθεστώς Ερντογάν το 2016, όταν έναν μήνα μετά την απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία συνελήφθη, μαζί και με άλλους συναδέλφους της στην κουρδική εφημερίδα Özgür Gündem (στην οποία η ίδια αρθρογραφούσε) και προφυλακίστηκε με την κατηγορία της «συμμετοχής σε τρομοκρατική οργάνωση» και της «υπονόμευσης της εθνικής ενότητας».
 
Εξόριστη και, μετά την πλήρη απαλλαγή της από τις κατηγορίες, αυτοεξόριστη στη Γερμανία, αλλά ακόμα «απαγορευμένη» στη χώρα της όπου τα βιβλία της δεν κυκλοφορούν. Προορισμένη λες να παρεξηγείται ακόμα κι από τους καλοπροαίρετους ή τους ομοδόξους της, όπως της συνέβη όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο της «Το πέτρινο κτίριο», όπου αφηγείται την εμπειρία της φυλακής με μια θραυσματική ποιητικότητα, με την αποσπασματική συνέπεια δηλαδή της μετατραυματικής μνήμης ενός βαριά κακοποιημένου ανθρώπου.
 
«Μου ασκήθηκε πολύ σκληρή κριτική και εξ αριστερών, γιατί δεν μπορεί –είπαν– μια τέτοια εμπειρία να αποτυπώνεται αποσπασματικά και με ποιητικότητα. Οτι δεν βοηθάει μια τέτοιου είδους περιγραφή και ότι αντίθετα θα όφειλα να είμαι “δημοσιογραφική”», απαντάει όταν τη ρωτώ αν υπάρχουν στιγμές που το «σύμβολο» Ασλί Ερντογάν επισκιάζει τη λογοτέχνιδα. Ποιος κακοποιημένος άνθρωπος μπορεί όμως να ανακαλεί με ψυχρή αποστασιοποίηση και επιστημονική προσήλωση το τραύμα του; Το τραύμα το οποίο στη δική της περίπτωση όχι μόνο δεν επουλώθηκε, αλλά έγινε αιτία και για άλλες τραυματικές «μεταστάσεις».
 
Με μια μάνα που παραμένει στην Τουρκία και που τη βλέπει λίγες μέρες τα καλοκαίρια, η Ασλί Ερντογάν, στα 54 της, ζει στο Βερολίνο, με πολύ δοκιμασμένη υγεία λόγω ενός σοβαρού αυτοάνοσου καθώς και ακόμα μιας πρόσφατης περιπέτειας που ευτυχώς είχε ομαλή εξέλιξη, της προκαλεί, όμως, τον ακόμα εντονότερο νόστο του ανθρώπου που βίωσε ξανά τον φόβο του θανάτου και ονειρεύεται να γυρίσει σπίτι του. Θλίψη τής προκαλεί και το γεγονός ότι τα βιβλία της, γραμμένα στα τουρκικά, δεν κυκλοφορούν παρά μεταφρασμένα. Οταν χρησιμοποιώντας τον τίτλο ενός από αυτά «Μήτε κι η σιωπή είναι πια δική σου» (που περιλαμβάνει επιλεγμένα κείμενα της αρθρογραφίας της στην Özgür Gündem) τη ρωτώ αν είναι δικές της τουλάχιστον οι λέξεις της, μου περιγράφει την προσφυγιά της ίδιας της τής γλώσσας και της λογοτεχνίας.
 
«Αν έχω ένα λογοτεχνικό ταλέντο αυτό είναι στη γλώσσα. Δεν είμαι όπως ο Ορχάν Παμούκ που διακρίνεται για τη δομή ή την αφηγηματικότητα. Εμένα το δυνατό μου σημείο είναι η γλώσσα», παρατηρεί. Αλλά αυτό το ταλέντο της είναι καταδικασμένο –λέει–, για την ώρα τουλάχιστον, να περιορίζεται στη διαμεσολάβηση μιας μετάφρασης.
 
«Αλήθεια, τι όνειρά βλέπετε; Και σε ποια γλώσσα;» τη ρωτώ ξανά.
 
«Αυτή είναι μια πολύ σκληρή ερώτηση», σχολιάζει. Μου απαντάει ωστόσο με τον ίδιο βελούδινο, ψύχραιμο, ειλικρινή, χαμηλόφωνο και κάπως αργό τρόπο της αναζήτησης (κι από τις δυο μας άλλωστε) της κατάλληλης αγγλικής λέξης. «Αμέσως μετά τη φυλάκισή μου, όταν είχα απωθήσει εκείνες τις μέρες και ανακαλούσα στιγμές σαν μέσα σε ομίχλη, έβλεπα συχνά τη φυλακή στα όνειρά μου. Ξυπνούσα κάθιδρη κι έλεγα “είσαι στη Γερμανία τώρα”. Αργότερα έβλεπα στιγμιότυπα της δίκης μου. Και την Κωνσταντινούπολη, αλλά άδεια από ανθρώπους, σαν έρημο σκηνικό. Ή άλλοτε έβλεπα να ανασύρω τη γάτα μου από τη θάλασσα, πνιγμένη. Τώρα, σιγά σιγά, ονειρεύομαι την πόλη μου όπως είναι κανονικά. Βλέπω όνειρα στη γλώσσα μου, βλέπω όμως όνειρα και στα γερμανικά, καμιά φορά και στα αγγλικά επίσης».
 
Είναι παράξενο πόσες οδυνηρές εμπειρίες περνούν από αυτή την κουβέντα διαπερνώντας και τη λεπτή και βραχύσωμη αυτή γυναίκα που όμως δεν λυγίζει και δεν χάνει τον ρυθμό της, όσο σκληρά κι αν είναι όσα λέει. Αυτοκυριαρχείται με μια αξιοθαύμαστη ηρεμία, ακόμα κι αν ώρες-ώρες μοιάζει να χάνει την πίστη της σε ό,τι ονειρεύεται. «Σκέφτομαι καμιά φορά ότι ακόμα κι όταν όλα τα κοινωνικά ζητήματα λυθούν, θα παραμείνει ένα: το γυναικείο ζήτημα. Είμαι πολύ απαισιόδοξη. Φοβάμαι πως θα αντιμετωπιζόμαστε διαρκώς ως κατώτερα όντα», παρατηρεί.
 
«Είστε μια πολύ ταλαντούχα και πολύ όμορφη γυναίκα και ο χρόνος, οι προοπτικές και οι αγώνες είναι μπροστά σας ακόμα», τολμώ να αντιτάξω σ’ αυτήν την κατασταλαγμένη μελαγχολία. Χαμογελάει και ύστερα λέει μόνο: «Ομορφη εγώ; Πού να δείτε τη μητέρα μου. Εκείνη ναι, με τα μεγάλα πράσινα μάτια της και τα ωραία της τα μαλλιά, παραμένει καλλονή».
 
● Στη Δύση διαβάζουν τα βιβλία σας και σας βραβεύουν και, τότε που χρειάστηκε, ξεσηκώθηκαν άνθρωποι των γραμμάτων απ’ όλο τον κόσμο αλλά και πολιτικοί απαιτώντας την αποφυλάκισή σας, ταυτόχρονα, όμως, ζείτε μακριά από τη χώρα σας. Είστε διάσημη συγγραφέας αλλά και μια αυτοεξόριστη γυναίκα, ανεπιθύμητη ούτως ή άλλως για την κυβέρνηση Ερντογάν. Πώς ισορροπείτε ανάμεσα στις δύο αυτές πραγματικότητες; Θα επιστρέψετε στην Τουρκία;
 
Η δικαστική έκβαση της υπόθεσής μου διήρκεσε συνολικά 6 χρόνια. Τελείωσε ουσιαστικά λίγους μήνες πριν. Μέσα μου δεν τέθηκε ούτε τότε το ζήτημα της επιστροφής στη χώρα μου. Ημουν 100% εξόριστη πριν από την οριστική ετυμηγορία. Τώρα ξαφνικά άνοιξε μια νέα οδός, θεωρητικά ελεύθερη. Ρωτάω λοιπόν φίλους και γνωστούς αν πιστεύουν ότι θα ήταν ασφαλές να επιστρέψω στην Τουρκία και όλοι τους απαντούν αρνητικά. Μοναδική εξαίρεση ο δικηγόρος μου, που επιμένει ότι μπορώ να γυρίσω, σε μία εποχή όμως που πολλοί άλλοι ψάχνουν τρόπο να φύγουν από την Τουρκία και όχι μόνο για πολιτικούς λόγους, αλλά και για οικονομικούς. Η ζωή εκεί έχει αρχίσει και γίνεται αφόρητη. Χτίζεται μια νέα ισλαμική κοινωνία και όσοι ψάχνουν λίγη ελευθερία κοιτούν να φύγουν. Συνεπώς, δεν είναι καθόλου σώφρον να επιστρέψω – για την ώρα τουλάχιστον.
 
● Η οικογένειά σας βρίσκεται εκεί;
 
Εχω μόνο μία μητέρα. Ο πατέρας μου πέθανε τρία χρόνια πριν και δεν μπόρεσα να πάω στην κηδεία του. Ακόμα κι αν δεν αντιμετώπιζα όλα αυτά, δεν θα ήταν εύκολο να πάω μέσα στην πανδημία. Τη μητέρα μου τη συναντώ πότε πότε, όπως έγινε και φέτος, λίγες εβδομάδες πριν. Παίρνει το φεριμπότ κι έρχεται στα ελληνικά νησιά. Την πρώτη-πρώτη φορά είχαμε συναντηθεί στη Μυτιλήνη, όπου πηγαίναμε σε ένα εξοχικό σπίτι από τότε που ήμουν 14 χρόνων. Αλλοτε πάμε μαζί στην Ανδρο ή σε κάποιο άλλο νησί. Συνήθως, δηλαδή, αντικρύζω την Τουρκία από απέναντι, μακριά, πράγμα που μου προκαλεί μεγάλη θλίψη.
 
● Θεωρείτε ότι η Ευρώπη είναι αρκετά αποτελεσματική έναντι συγκεκριμένων συμπεριφορών και πολιτικών αναδιπλώσεων της Τουρκίας;
 
Ειλικρινά έχω αρχίσει και είμαι πιο σκεπτικίστρια ως προς τη στάση της Ευρώπης. Αναγνωρίζω ότι είναι εύκολο να κάθεσαι και να κατηγορείς τους Ευρωπαίους ηγέτες ότι δεν επιχειρούν να διορθώσουν ό,τι θα έπρεπε στην Τουρκία. Ετσι κι αλλιώς, ακόμα κι αν ήθελαν, οι δυνατότητές τους θα ήταν περιορισμένες. Αλλά σε σύγκριση με ό,τι συνέβαινε προ 5ετίας-6ετίας, παρατηρώ μικρότερο ευρωπαϊκό ενδιαφέρον για τα προβλήματα στην Τουρκία. Είναι σαν να έχει περιοριστεί η ικανότητά τους να συμπάσχουν, σαν να έχει τελειώσει αυτό, και τώρα ένα νέο κεφάλαιο να αφορά αποκλειστικά την Ουκρανία. Θεωρώ επίσης ότι αδιαφορούν για τη στάση των αντικαθεστωτικών στη Ρωσία, που διώκονται και φυλακίζονται χωρίς κανείς να δίνει σημασία. Σήμερα η Τουρκία δεν είναι πια της μόδας για την Ευρώπη. Ισως κι ο Ερντογάν να τους βολεύει υπό μία έννοια. Δεν αισθάνομαι ότι στην Ευρώπη τον αντιπολιτεύονται με σθένος ή έστω με την ευχή να απαλλαγούν από τη διακυβέρνησή του.
 
● Στη στάση της Ευρώπης απέναντι στην Τουρκία παρατηρούμε συνήθως τη μέθοδο του καρότου κυρίως και πολύ λιγότερο του μαστίγιου, κι αυτή μόνο φραστικά, υπό μορφήν αυστηρών προειδοποιήσεων και μόνον.
 
Ναι. Και η Τουρκία επίσης εκβιάζει την Ευρώπη με διάφορους τρόπους, όπως π.χ. με το προσφυγικό κύμα. Υστερα, ας μην ξεχνάμε ότι η Τουρκία είναι κι ένας σημαντικός πελάτης στην αγορά των όπλων. Επίσης η Τουρκία βομβάρδιζε τη Συρία και το Ιράν επί μήνες κι όμως, δεν υπήρξε ούτε το ένα δέκατο των αντιδράσεων που υπήρξαν τώρα για τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Φυσικά, η ρωσική εισβολή ήταν πολύ μεγαλύτερου βεληνεκούς και προκάλεσε ήδη πολλά δράματα και πολλές απώλειες, αλλά και η Τουρκία δεν είναι αθώα σ’ αυτό το πεδίο. Η δράση της έπληξε δύο λαούς και κόστισε χιλιάδες θανάτους. Ο βομβαρδισμός μιας χώρας από μία άλλη θα έπρεπε να είναι σε όλες τις περιπτώσεις μια εξίσου παράνομη ενέργεια. Κι όμως, συνεχίζεται· και από την Ευρώπη δεν ασκείται καν αρκετά αυστηρή κριτική.
 
● Το άλλο γενικό χαρακτηριστικό στη σημερινή Ευρώπη είναι η στροφή προς έναν νεοσυντηρητισμό και η υποχώρηση σε βασικά θέματα δικαιωμάτων. Κι όχι μόνο στην Ευρώπη. Συμφωνείτε ότι υπάρχει μια οπισθοδρόμηση;
 
Νομίζω ναι και μάλιστα σε όλο τον κόσμο. Παντού εξαπλώνεται ένα τεράστιο ακροδεξιό κύμα. Ζούμε στην εποχή των νέων δικτατόρων. Εχουν διαφορετικά χαρακτηριστικά απ’ ό,τι είχαν αυτοί στις αρχές του περασμένου αιώνα, όπως ο Χίτλερ, ο Στάλιν ή ο Μουσολίνι. Σήμερα παρατηρούμε ένα νέο είδος δογματικών ηγετών, όπως ο Τραμπ, με χαρακτηριστικά wannabe («θέλω να γίνω») δικτάτορα – αν μπορούσε δηλαδή, θα το έκανε. Ανάλογες περιπτώσεις είναι ο Πούτιν, ο Ορμπαν, ο Ερντογάν. Και νομίζω ότι μ’ έναν τρόπο αλληλοϋποστηρίζονται. Ακόμα κι αν φαίνεται να συγκρούονται μεταξύ τους, η άνοδος ενός συμπαρασύρει τον άλλο και γεννά έναν τρίτο. Η άνοδος του εθνικισμού στην Τουρκία θα επηρεάσει αναπόφευκτα και την Ελλάδα. Οι Ελληνες πολιτικοί θα παίξουν αναγκαστικά και με το χαρτί της Τουρκίας. Η χώρα θα γίνει πιο εθνικόφρων, περισσότερα όπλα θα πουληθούν και στις δύο πλευρές και θα υπάρξουν τα συνηθισμένα θύματα της Ακρας Δεξιάς: οι φτωχοί, οι πρόσφυγες και οι γυναίκες.
«Οι γυναίκες είμαστε ξανά ένας εύκολος στόχος»
 
● Η ακροδεξιά ρητορική καταλαμβάνει παντού όλο και περισσότερο χώρο και στο γυναικείο ζήτημα…
 
Ναι. Οι γυναίκες πρέπει να είναι υπό έλεγχο, να συμπεριφέρονται «σωστά», να ακολουθούν πιστά τον τρόπο με τον οποίο τις προσδιορίζει η κοινωνία. Είμαστε ξανά ένας εύκολος στόχος.
 
● Είδαμε, π.χ., πιο πρόσφατα ότι στις ΗΠΑ, στη χώρα που έφερε πρώτη το ΜeΤοo ως ένα βήμα κατάκτησης και απελευθέρωσης, κηρύχθηκαν παράνομες οι αμβλώσεις.
 
Είναι τρομαχτικό κι είναι κάπως σαν να υπάρχουν δύο στρατόπεδα. Οσο για τις αμβλώσεις, αυτό δεν συνέβη μόνο στις ΗΠΑ. Είναι και στην Πολωνία, όπου οι αμβλώσεις απαγορεύονται ακόμα και σε περίπτωση βιασμού. Νομίζω ότι επιτρέπονται μόνον εφόσον στον προγεννητικό έλεγχο διαγνωστεί στο έμβρυο κάποια σοβαρή αρρώστια. Αλλά ακόμα και τότε, είναι εξαιρετικά δύσκολο να αδειοδοτηθεί η άμβλωση. Στην Τουρκία, επίσης, πριν από 6-7 χρόνια άλλαξε ο νόμος για τις αμβλώσεις. Θεωρητικά είναι ακόμα ελεύθερες.
 
Πρακτικά είναι απολύτως αδύνατον να κλείσεις ραντεβού σε κρατικό νοσοκομείο. Οπότε οι αμβλώσεις γίνονται και είναι θέμα ταξικής διαφοράς. Αν διαθέτεις τα απαιτούμενα χρήματα, πηγαίνεις σε μια ιδιωτική κλινική και κάνεις ό,τι θέλεις χωρίς πρόβλημα. Εάν είσαι φτωχή, ξέχνα το. Και το πιο ντροπιαστικό και ταπεινωτικό απ’ όλα: η άμβλωση μπορεί να γίνει μόνον εφόσον δώσει γραπτή άδεια ο σύζυγος… Κι αυτός ειδικά ο όρος είναι κι εξαιρετικά αυστηρός. Πέθανε μια γυναίκα απ’ αυτό. Αιμορραγούσε, ο γιατρός αρνούνταν να κάνει άμβλωση χωρίς άδεια, ήταν αδύνατον να βρουν εγκαίρως τον άντρα της κι έτσι απλά την άφησαν να πεθάνει…
 
«Βρίσκω πάντα επικίνδυνο η πολιτική εξουσία να βάζει πόδι στα πανεπιστήμια»
 
● Τις μέρες αυτές στην Ελλάδα ζούμε ένα κρεσέντο αστυνομικής βίας και καταστολής εξαιτίας της κυβερνητικής απόφασης για την εισαγωγή του θεσμού της «πανεπιστημιακής αστυνομίας». Τι σκέφτεστε γι’ αυτό εσείς που έχετε την πικρή εμπειρία της καταστολής;
 
Βρίσκω πάντα επικίνδυνο η πολιτική εξουσία να βάζει πόδι στα πανεπιστήμια. Τα πανεπιστήμια θα έπρεπε να έχουν τη δική τους σεβαστή «ιερότητα» ως ακαδημαϊκές κοινότητες, χώροι δηλαδή όπου αναπτύσσεται και εξελίσσεται η σκέψη των νέων ανθρώπων. Η νεότητα είναι η σωστή εποχή και η κατάλληλη ηλικία για να θέσεις τα μεγάλα σου ερωτήματα και να αναζητήσεις απαντήσεις.
 
Και οι νέοι άνθρωποι είναι αυτοί που μελλοντικά θα αλλάξουν τις κοινωνίες μας. Πολύτιμοι, δηλαδή, και για εμένα ιεροί. Δυστυχώς στην Τουρκία έχουμε μακρά παράδοση βίαιων συγκρούσεων στα πανεπιστήμια, όπου σχεδόν πάντα εκδηλώνονταν πρώτα οι σοβαρότερες κοινωνικές αντιδράσεις, συχνά με αιματηρή κατάληξη. Και φυσικά ο Ερντογάν, που είναι πολύ στρυμωγμένος, φρόντισε να αλλάξει τον νόμο ώστε να μπορεί να επιλέγει όλους τους πρυτάνεις. Οι καθηγητές έχουν μία ψήφο, αλλά αυτή δεν σημαίνει τίποτα. Ουσιαστικά εφαρμόζεται το «ενός ανδρός αρχή». Ενας άνθρωπος εκλέγει ή μάλλον επιλέγει την πανεπιστημιακή ηγεσία. Συνεπώς, έχει τον σχεδόν απόλυτο έλεγχο των πανεπιστημίων.
 
Εγώ σπούδασα στο Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου, το οποίο παραδοσιακά συγκέντρωνε τους αριστούχους και πιο πλούσιους φοιτητές που δεν ήταν ιδιαίτερα ενεργοί πολιτικά. Αρα η παρουσία της αστυνομίας δεν ήταν συχνή εκεί κι όταν ήταν, αφορούσε πάντα λόγους ασφαλείας. Κι όμως, τώρα ακόμα κι εκεί, πανεπιστημιακοί και φοιτητές ενώθηκαν διαμαρτυρόμενοι εναντίον αυτού του νέου νόμου. Και ακόμα κι εκεί η αστυνομία αντιμετώπισε τις διαμαρτυρίες με ιδιαίτερη βιαιότητα, πολύ ξύλο. Η ακαδημαϊκή κοινότητα σιώπησε. Κι έτσι κόπηκαν οι φωνητικές χορδές της κοινωνίας. Γιατί αυτές είναι οι φωνητικές της χορδές: οι δημοσιογράφοι πρώτοι· ύστερα οι συγγραφείς, οι καλλιτέχνες, οι πανεπιστημιακοί.
 
Ενας ένας στην Τουρκία μπαίνει στον κύκλο της καταπίεσης, που μεγαλώνει και κλείνει γύρω από τους νέους ανθρώπους. Κυρίως αυτούς, γιατί μιλάνε. Γιατί γράφουν στα social media. Ξέρετε πόσοι άνθρωποι φυλακίστηκαν απλά και μόνο λόγω Twitter; Τώρα πια στην Τουρκία και μ’ ένα tweet επεμβαίνει η αστυνομία αποκαλώντας «επικίνδυνους τρομοκράτες» ανθρώπους σαν κι εμένα και οδηγώντας τους στην πυρά σαν τις μάγισσες του Μεσαίωνα.
 
● Ενώ στην αρχή θεωρούσαμε τα social media ως το βασίλειο της απόλυτα ελεύθερης έκφρασης και επικοινωνίας, έχουν αποδειχτεί κατεξοχήν εργαλεία παρακολούθησης και, κατά βάθος, περιστολής δικαιωμάτων.
 
Μα υπάρχουν αυτές οι ειδικές ομάδες, τα «τρολ» που ελέγχοντας τα social media οργανώνουν διαδικτυακά λιντσαρίσματα. Υπήρξα κι εγώ θύμα μιας τέτοιας επίθεσης, αλλά δεν είμαι και η μόνη. Πολλοί το έχουν υποστεί. Σε μένα συνέβη το 2019. Λαμβάνοντας μέρος στη Διεθνή Εκθεση Βιβλίου της Φρανκφούρτης είπα τότε ότι ντρέπομαι για την Τουρκία. Εκ των υστέρων σκέφτομαι ότι ήταν ίσως μία λάθος φράση. Αλλά μία εβδομάδα μετά έδωσα μια συνέντευξη στη «Repubblica» πολύ διακριτική και προσεκτική. Το μόνο που είπα ήταν ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα είναι δομημένο πάνω στην έννοια της αντιπαλότητας, του εθνικισμού και ενός φετιχισμού βασισμένου στην ιδέα του «εχθρού».
 
«Εχθροί» είναι για εμάς οι Ελληνες, οι Κούρδοι… Πρόκειται για ένα είδος παρανοϊκού εκπαιδευτικού συστήματος. Αυτό είχα πει μόνο. Κανονικά κανείς δεν θα είχε να επιχειρηματολογήσει εναντίον αυτού που είπα, μια που απλώς περιέγραφα ένα γεγονός. Αλλά δέκα μέρες αργότερα δημοσιεύτηκε μία γαλλόφωνη απόδοση της συνέντευξής μου σ’ ένα βελγικό μέσο. Με έναν πολύ παράξενο τρόπο όλες οι κρίσιμες φράσεις μου είχαν παραποιηθεί. Και ο τίτλος είχε αποδοθεί έτσι: «Στο εκπαιδευτικό μας σύστημα μαθαίνουμε ότι οι Κούρδοι είναι εχθροί». Ομως αυτό δεν ήταν ακριβώς ό,τι είχα πει.
 
Στην ίδια συνέντευξη στη «Repubblica» είχα πει επίσης ότι η τουρκική κυβέρνηση αντιμετωπίζει κάθε κουρδικό θεσμό ή φορέα ως τρομοκράτη, ακόμα και την κουρδική Βουλή. Αυτό στη γαλλόφωνη εκδοχή είχε αποδοθεί ως «όλα τα κοινοβούλια είναι τρομοκράτες, εκτός από το κουρδικό»! Μα ποιος θα έλεγε μια τέτοια ανοησία;
 
Αυτό πάντως δημοσιεύτηκε στο Βέλγιο και ύστερα το αναπαρήγαγε το «Σπούτνικ» μεταφρασμένο στα αγγλικά κι από εκεί το δημοσίευμα έφτασε στην Τουρκία. Και πριν συνειδητοποιήσω τι γίνεται, μέσα σε λίγες ώρες, χιλιάδες άνθρωποι με καταριούνταν στα social media, έβριζαν τη μάνα μου, μου εύχονταν να ψοφήσω. Το αποκορύφωμα ήταν ότι βγήκε και ο υπουργός Παιδείας στην τηλεόραση και ανακοίνωσε ότι θα μου πάρουν την τουρκική ιθαγένεια.
 
Οταν κατάλαβα τι γίνεται, δήλωσα πως παραποιήθηκαν όσα είχα πει και το απέδειξα με το πρωτότυπο της συνέντευξης στη «Repubblica». Ουδείς ενδιαφέρθηκε να αποκαταστήσει την αλήθεια. Μετά ήρθε κι άλλο χτύπημα. Εγραφαν πως «η πόρνη των τρομοκρατών», όπως με αποκαλούσαν στην καλύτερη περίπτωση, «παίρνει πίσω ό,τι είπε». Κι όλο αυτό που προσέκρουσε πάνω μου ξεφούσκωσε σε δυο μέρες. Αλλά σε μένα είχε προκαλέσει ανυπολόγιστη ζημιά. Ακόμα και άνθρωποι, φορείς ή κόμματα που με είχαν υποστηρίξει όταν κατηγορήθηκα και φυλακίστηκα άδικα, σε αυτήν την περίπτωση εξοργίστηκαν και μου γύρισαν την πλάτη. Αισθάνθηκα απόλυτα ανίσχυρη.
 
📌 Η Ασλί Ερντογάν γεννήθηκε το 1967 στην Κωνσταντινούπολη. Σπούδασε στο τμήμα Πληροφορικής Μηχανικής του Πανεπιστημίου του Βοσπόρου. Με υποτροφία του CERN έζησε δύο χρόνια (1991-1993) στη Γενεύη μελετώντας τη Φυσική των Στοιχειωδών Σωματιδίων και, όταν επέστρεψε, έλαβε το Master’s Φυσικής του Πανεπιστημίου του Βοσπόρου. Εξέδωσε το πρώτο της βιβλίο, τον «Οστρακάνθρωπο», το 1994 κι έχει έκτοτε μια σταθερή παρουσία στη Λογοτεχνία – τα βιβλία της έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από είκοσι γλώσσες.
 
📌 Από τις εκδόσεις Ποταμός κυκλοφορούν τα έργα της: «Ο θαυμαστός μανδαρίνος», «Μήτε κι η σιωπή είναι πια δική σου», «Κοκκινο­σκουφίτσα πόλη» (μτφρ. Ανθη Καρρά), «Το Πέτρινο Κτίριο» (μτφρ. Θάνος Ζαράγκαλης)
 
Ναταλί Χατζηαντωνίου