Από το 2018 όλοι περιμένουν κάτι να τους φέρει. Η κυβέρνηση περιμένει την έξοδο από τα μνημόνια. Η αξιωματική αντιπολίτευση περιμένει να της φέρει πρόωρες εκλογές. Το αναπαλαιωμένο Κίνημα Αλλαγής περιμένει να το αναδείξει σε πρωταγωνιστή των εξελίξεων…Ο καθείς και η –βάσιμη ή αβάσιμη, η ζωή θα δείξει – προσδοκία του. Όμως, πέρα από αυτού του είδους τις προσδοκίες, το 2018 για τον ΣΥΡΙΖΑ έχει μια λιγότερο θεαματική πλην όμως ουσιαστική ιδιαιτερότητα, που καλό θα ήταν να μην την παραβλέψει.
Όπως είναι γνωστό, οι πολιτικοί αναλυτές έχουν ήδη επισημάνει την ταχύτητα με την οποία κλείνει η τρίτη αξιολόγηση, παρά το γεγονός ότι απομένουν ακόμα δύσκολες και πολιτικά επικίνδυνες νομοθετικές ρυθμίσεις. Συνήθως η επισήμανση αυτή συνοδεύεται από μια πρόβλεψη ότι και η ολοκλήρωση του προγράμματος προσαρμογής δεν θα πραγματοποιηθεί σε διαφορετικό κλίμα. Μετά από αυτήν, βέβαια, περιμένει η διαπραγμάτευση για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και η ακόμα απαιτητικότερη επιχείρηση ελπιζόμενης αναθεώρησης του ύψους των πλεονασμάτων. Είναι, παρόλα αυτά, φανερό ότι μεγάλο μέρος του 2018 μπορεί να αφιερωθεί στην προώθηση του κυβερνητικού προγράμματος με την προοπτική εξόδου.
Καινούργια χρονιά, νέα καθήκοντα
Διαμορφώνεται πια η δυνατότητα να απελευθερωθούν δυνάμεις που καλώς αναλώθηκαν για την κάλυψη έκτακτων αναγκών και να διατεθούν στη στήριξη του κυβερνητικού έργου. Και πάλι, όμως, θα μπορεί να διαμορφώνεται ένα περίσσευμα ανθρώπινου δυναμικού, καθώς, τώρα, και το κυβερνητικό έργο θα αποκτά μια σχετική κανονικότητα, αλλά και οι απαιτήσεις για πολιτικό στελεχικό δυναμικό σε κυβερνητικό επίπεδο θα μειώνονται.
Κι αυτό μπορεί να συμβεί για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί οι πιέσεις για κάλυψη αναγκών στο επίπεδο πολιτικής ηγεσίας στα περισσότερα υπουργεία μάλλον θα μειώνονται, καθώς σωρεύεται ήδη διοικητική και πολιτική εμπειρία σε κρίσιμους τομείς, και, δεύτερον, γιατί όλα αυτά τα χρόνια έχουν εκπαιδευτεί σε κρίσιμες βαθμίδες στελέχη προερχόμενα από το κόμμα ή από το υπάρχον υπαλληλικό δυναμικό, που μπορούν να καλύψουν με επάρκεια τις υπαρκτές ανάγκες.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως και η επόμενη φάση θα έχει δυσκολίες σημαντικές και απαιτήσεις ιδιαίτερες. Όποιος ισχυριστεί το αντίθετο, απλώς θα κάνει λάθος. Όμως, εξίσου λάθος θα κάνει και όποιος δεν βλέπει πως η μεγάλη διαφορά που υπάρχει σήμερα, ως προς αυτού του είδους τις ανάγκες, είναι ότι το δυναμικό του κόμματος που αφιερώθηκε σε ένα πρωτόγνωρο και ιδιαίτερης σημασίας κυβερνητικό εγχείρημα, και απέδωσε παρά τις τεράστιες δυσκολίες, χρειάζεται σήμερα να αναλογιστεί τις πραγματικές εσωτερικές ανάγκες του (που μόνο εσωτερικές δεν είναι…) και να σχεδιάσει άμεσα την κάλυψη των αυξημένων απαιτήσεων σε αυτόν τον τομέα, που δεν είναι καθόλου άσχετες με την ευόδωση του έργου της κυβέρνησης, παρότι αφορούν την ικανότητα του κόμματος.
Αδυναμίες που πρέπει να ξεπεραστούν
Ο ΣΥΡΙΖΑ αυτά τα τρία χρόνια που ανέλαβε κυβερνητικές ευθύνες, εκτός από την αφαίμαξη που έχει υποστεί προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες της νέας κυβέρνησης, κατέβαλε και άλλου είδους τιμήματα. Πρώτα απ’ όλα είχε σοβαρές απώλειες από μια ακριβοπληρωμένη διάσπαση. Κατόπιν, αντιμετώπισε σοβαρές δυσκολίες εξαιτίας της έλλειψης κατάλληλης ιδεολογικής και πολιτικής προετοιμασίας, στην προσπάθεια να συνδυάσει την ανάληψη αυτών των ευθυνών με μια δράση ενεργητική και όχι με μια στάση απολογητική, αμυντική και εσωστρεφή τελικά. Τέλος, όλα τα παραπάνω επέδρασαν αρνητικά όχι μόνο στη μαζικότητα των οργανώσεων, αλλά και στον τρόπο λειτουργίας και δράσης, και συνεπώς στη σχέση τους με τον κόσμο και στην άμεση και δημιουργική ένταξη αυτής της σχέσης στη διαδικασία διαμόρφωσης της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης.
Οι κίνδυνοι που προκαλούνται από τέτοιου είδους προβλήματα στη λειτουργία, την ανάπτυξη και τις σχέσεις ενός κόμματος της αριστεράς με τις λαϊκές τάξεις που προτίθεται να εκπροσωπήσει και να εκφράσει, είναι πολύ σοβαροί. Μπορεί να κρίνουν το μέλλον του. Και μαζί μ’ αυτό να επιδράσουν αρνητικά και στην κατάσταση των τάξεων, των στρωμάτων και των κοινωνικών κατηγοριών που έχει αναλάβει να εκπροσωπήσει. Δεν ανάγονται απλά σε ένα ζήτημα εκλογικής επιτυχίας ή αποτυχίας.
Ιστορική ευθύνη
Γι’ αυτό και η αντιμετώπιση αυτών των κινδύνων δεν είναι μια στενή υπόθεση υπεράσπισης των κομματικών συμφερόντων. Είναι ζήτημα συνειδητοποίησης ενός κρίσιμου ρόλου και μιας ιστορικής ευθύνης. Ένα κόμμα της αριστεράς, που είχε την τύχη, μετά από μισό αιώνα επίμονες προσπάθειες των αντιπάλων της να την κρατήσουν στη γωνία, να βρεθεί με την ψήφο τού λαού στην κυβέρνηση, θα ήταν έγκλημα να μην κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του, για να μην πούμε τα αδύνατα δυνατά, ώστε αυτή η νίκη να μην αποδειχθεί πρόσκαιρη και συμπτωματική. Αυτό αποτρέπεται μόνο με έναν τρόπο: με την οργανωτική, ιδεολογική και πολιτική οικοδόμηση ενός ικανού πολιτικού οργανισμού. Δηλαδή με τη συγκρότηση ενός κόμματος που είναι σε θέση να μην χάνει τον προσανατολισμό του, τη στόχευσή του, την αίσθηση του ιστορικού ρόλου του, ακόμα κι όταν αναγκάζεται να περάσει από συντριπτικές Συμπληγάδες.
Τέτοιο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υπήρξε ούτε στις καλύτερες μέρες. Ούτε πιστεύει κανείς ότι μπορεί να γίνει από τη μια μέρα στην άλλη. Αυτό που μπορεί να γίνει πιστευτό και να αποδειχτεί εφικτό, είναι να του διατεθούν εκείνα τα μέσα, που μπορούν έγκαιρα να τον θέσουν σε μια τέτοια τροχιά. Αυτό προϋποθέτει διάθεση του απαραίτητου έμψυχου δυναμικού. Η κεντρική επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ και τα εκτελεστικά πολιτικά όργανά της χρειάζεται να αποκτήσουν βάρος αντίστοιχο με του υπουργικού συμβουλίου. Και βέβαια η λειτουργία τους στο πλαίσιο μιας δημοκρατικής διάδρασης να το υπερβαίνει. Μέσα από ένα διαρκές συνέδριο, που θα πάρει το ρόλο του στα σοβαρά κι όχι στ’ αστεία, η διαδικασία αυτή θα μπορούσε να δρομολογηθεί.
Το μπορεί αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ; Ποιος μπορεί να απαντήσει με βεβαιότητα στο ερώτημα αυτό! Ίσως όποιος μπορούσε να απαντήσει το 2011 στο ερώτημα «μπορεί να βρεθεί στην κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ;» Έτσι κι αλλιώς, μόλις θέσεις το ερώτημα, είναι σαν να έχεις αρχίσει να το απαντάς. Το 2018 περιμένει να του τεθεί το ερώτημα.
Χαράλαμπος Γεωργούλας
Πηγή: Η Εποχή