Macro

Στέφανος Δημητρίου: Και ελευθερία και ασφάλεια

Γνωρίζουμε ότι η πανδημία εδραίωσε την ηγεμονική κυριαρχία ενός βιοπολιτικού μηχανισμού, ο οποίος συνδυάζει διοικητικές, οικονομικές, πολιτικές και κυβερνητικές λειτουργίες. Η λειτουργία ενός τέτοιου μηχανισμού σαφώς και επηρέασε τις δικαιοκρατικές εγγυήσεις των κοινωνιών. Το δίλημμα «ελευθερία ή ασφάλεια;» επανήλθε, αυτήν τη φορά όχι σε αναφορά προς την έννοια της δημόσιας τάξης, αλλά ως προς το δικαίωμα στην υγεία και τη ζωή.
Παράλληλα, η υγειονομική κρίση ανέδειξε και τις καταφανείς ανεπάρκειες και δυσλειτουργίες του κρατικού μηχανισμού και την ιδεολογική, έως και νοοτροπική αγκύλωση, ως προς την απαξίωση του Δημόσιου Συστήματος Υγείας, αλλά και τον αναπροσδιορισμό του ρόλου του κράτους ως μηχανισμού διαχείρισης κρίσεων. Μια τέτοια διαχείριση όφειλε να αποσκοπεί στη διασφάλιση της Υγείας ως δημόσιου αγαθού μέσα από μια αντίστοιχη δημόσια πολιτική και ευθύνη. Ωστόσο, η κρατική διαχείριση μετεβίβασε αυτή την ευθύνη αποκλειστικά στους πολίτες.
Σε αυτό το πεδίο διακινδύνευσης, όπου ελήφθησαν μέτρα που έθεσαν σε δοκιμασία τις συνταγματικές εγγυήσεις κατοχυρωμένων, εντός του δημοκρατικού κράτους δικαίου, δικαιωμάτων, δοκιμάστηκε η σχέση δικαίου και πολιτικής, αλλά, εκ των πραγμάτων, αναδείχθηκε και κάτι ακόμη. Αναδείχθηκε ότι η συνταγματική εγγύηση του δικαιώματος στη δημόσια υγεία, η οποία συναρτάται με αντίστοιχο δικαίωμα στην κοινωνική πρόνοια και την κοινωνική ασφάλεια, θεμελιώνει και μία σταθμισμένη, ισόρροπη σχέση ανάμεσα στην ελευθερία και την ασφάλεια. Η τελευταία, άλλωστε, εγγράφεται στον σκληρό πυρήνα του κράτους δικαίου. Ετσι, δικαιοκρατικές αρχές, όπως η ατομική ελευθερία και η ασφάλεια, συνδυάζονται πλήρως με το δικαίωμα στην κοινωνική ασφάλεια και τη δημόσια υγεία, ώστε να διασφαλίζεται και η ατομική ελευθερία ως προς το ίσο δικαίωμα όλων στην υγεία και τη ζωή.
Η σημασία των εννοιών «ατομική ελευθερία» και «ατομική ασφάλεια» σε μεγάλο βαθμό αναπροσδιορίστηκε και απεξαρτήθηκε από τον μονοσήμαντο καθορισμό της αποκλειστικής αναφοράς στον κτητικό ατομικισμό. Σε συνθήκες τέτοιας διακινδύνευσης, η ατομική ασφάλεια ενός ανθρώπου χρειάζεται και την ατομική ασφάλεια καθενός άλλου. Και έτσι η έννοια της αλληλεγγύης συνδέεται με την έννοια της κοινωνικής και ατομικής ευθύνης, ανανοηματοδοτώντας και εμπλουτίζοντας και την ατομική ελευθερία και την ατομική ευθύνη. Με αυτήν την έννοια, και το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση του σώματος έχει ως απόλυτο όριό του και το δικαίωμα όλων των άλλων στη δημόσια υγεία και τη ζωή, επειδή δεν σχετικοποιείται το δικαίωμα στη ζωή.
Ως εκ τούτου, ο εμβολιασμός είναι πράξη ατομικής και κοινωνικής ευθύνης. Είναι πράξη ανθρώπινης και κοινωνικής αλληλεγγύης. Είναι το ακριβώς αντίθετο από τον σκληρό ατομικισμό, ο οποίος διασπά την ενότητα δικαιώματος και υποχρέωσης και απολήγει σε έναν ναρκισσιστικό, αντικοινωνικό δικαιωματισμό, ο οποίος αποθεώνει την ηθική της πεποίθησης και καταβαραθρώνει την ηθική της ευθύνης.
Η ηθική της ευθύνης αποτελεί, σε τέτοιες συνθήκες, γνώμονα για την αναξιολόγηση της σχέσης ελευθερίας και ασφάλειας. Οντως, μια τέτοια σχέση μπορεί να εκφραστεί υπό τη μορφή απόλυτου διλήμματος. Ετσι έχει, άλλωστε, έως τώρα εκφραστεί. Δεν είναι ο μόνος τρόπος. Χρειαζόμαστε, λοιπόν, άλλα παραδείγματα, ένα αντιπαράδειγμα που να εκφράζει τη σχέση των δύο όρων όχι ως δίλημμα, αλλά ως συμπλοκή όρων, ως ενότητα και ισορροπημένη συνύπαρξη. Υπάρχει ένα τέτοιο παράδειγμα, το οποίο να υπηρετεί την ηθική της ευθύνης χωρίς να εγκαταλείπει την ελευθερία προς όφελος της ασφάλειας ή το αντίθετο;
Ας δούμε το διακύβευμα: Σύμφωνα με πρόσφατη Κοινή Υπουργική Απόφαση, τα Πανεπιστήμια της χώρας άνοιξαν –κάτι απολύτως αναγκαίο– με πλήρη λειτουργία. Το πρόβλημα είναι ότι άνοιξαν με ανεύθυνο, από πλευράς ΚΥΑ, τρόπο: ενώ υπήρξε ενάμισης χρόνος ώστε να ληφθούν τα αναγκαία μέτρα, όπως ζητούσαν τα ΑΕΙ, για την ασφαλή επαναλειτουργία τους, δεν ελήφθη κανένα μέτρο υγειονομικής προστασίας για την επανέναρξη με πληρότητα στους χώρους. Ως εκ τούτου, ο κίνδυνος είναι σαφής. Σαφές και το δίλημμα. Η πλήρης επαναλειτουργία ήταν απολύτως αναγκαία, προκειμένου το Πανεπιστήμιο να υπηρετήσει την αποστολή του, δηλαδή την επιστημονική έρευνα για την παραγωγή αντίστοιχης γνώσης, καθώς και τη διδασκαλία αυτής της γνώσης. Βέβαια, ούτε το ένα ούτε το άλλο διεξάγονται εν κενώ.
Συνεπώς, θα έπρεπε να ληφθεί μέριμνα ως προς τους χώρους, δηλαδή να μεριμνήσει το Πανεπιστήμιο γι’ αυτό για το οποίο δεν μερίμνησε το αρμόδιο υπουργείο: για την ακαδημαϊκή λειτουργία του με ασφάλεια. Την ακαδημαϊκή λειτουργία, ως προς την έρευνα και τη διδασκαλία, την εγγυάται η αρχή της ακαδημαϊκής ελευθερίας. Η παρεχόμενη από το Σύνταγμα (άρθρο 16, παρ. 1) θεσμική εγγύηση ορίζει ότι, στον πυρήνα της συνταγματικής προστασίας, δεν βρίσκονται μόνο ο επιστήμονας και πανεπιστημιακός δάσκαλος ως άτομο, αλλά το ίδιο το αντικείμενο «επιστήμη». Η αρχή της ακαδημαϊκής ελευθερίας έχει αμυντική διάσταση, αντιστοιχεί σε αρνητικό δικαίωμα που προστατεύει από εξωτερικές προσβολές, οι οποίες θα απειλούσαν την επιστημονική έρευνα και τη διδασκαλία. Ωστόσο, και η πανδημία εξωτερική προσβολή είναι.
Με άλλα λόγια, χωρίς την ασφάλεια όλων των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας, δηλαδή όσων ερευνούν και διδάσκουν, όσων διδάσκονται και όσων επιτελούν διοικητικό έργο, δεν θα υπάρχει δυνατότητα για έρευνα και διδασκαλία. Σε αυτή τη συνθήκη οριακής διακινδύνευσης, υπάρχει μια πιο πρωταρχική ελευθερία –και ένα αντίστοιχο δικαίωμα– που θα πρέπει να διασφαλιστεί: η ελευθερία και το δικαίωμα στην υγεία όλων. Μόνον τότε και η συνταγματική αρχή της ακαδημαϊκής ελευθερίας θα έχει κάτι υπαρκτό να διασφαλίσει. Τώρα, η ασφάλεια ως προς το δημόσιο αγαθό της υγείας όλων είναι προϋπόθεση για την εξασφάλιση του δημόσιου αγαθού της γνώσης για την κοινωνία. Η ελευθερία και ασφάλεια ως προς το πρώτο κατέστη προϋπόθεση για την ελευθερία και την ασφάλεια ως προς το δεύτερο.
Πώς, όμως, γίνεται αυτό πράξη; Πώς εκφράζεται εμπράκτως η ηθική της ευθύνης από έναν μηχανισμό που καλείται να διαχειριστεί μια κρίση; Ας δούμε ένα παράδειγμα/αντιπαράδειγμα: Στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, από τα μέλη ΔΕΠ, μόνο το 3,18% δεν έχει εμβολιαστεί. Είναι το υψηλότερο ποσοστό εμβολιασμένων μελών ΔΕΠ πανελληνίως. Από τον φοιτητικό πληθυσμό, ανεμβολίαστο είναι μόνο το 22,4%, στο οποίο περιλαμβάνονται και οι πρωτοετείς φοιτητές και φοιτήτριες. Από το εν λόγω ποσοστό, θα πρέπει να αφαιρεθεί το περίπου 5% όσων έχουν νοσήσει. Επομένως, το σύνολο εμβολιασμένων και νοσησάντων ανέρχεται περίπου στο 83%, ένα από τα υψηλότερα στη χώρα.
Παράλληλα, από την Τετάρτη 27/10, λειτουργεί και εμβολιαστικό κέντρο στον χώρο του Πανεπιστημίου. Αυτή είναι μια πρωτοβουλία ηθικής της ευθύνης και βαθιάς επίγνωσης του δημόσιου καθήκοντος, σε αντιδιαστολή προς την ανεύθυνη ολιγωρία, η οποία διαπνέει την ΚΥΑ με την οποία καθορίστηκε ο τρόπος επαναλειτουργίας των ΑΕΙ. Αλλωστε ένα παράδειγμα δεν είναι, κατ’ ανάγκην, μία μεμονωμένη στιγμή. Μπορεί και να είναι σηματωρός για μια πορεία εν εξελίξει, με ανοιχτά Πανεπιστήμια, που, πάντα εντός της γενικότερης διακινδύνευσης, θα προσπαθούν να συνδυάζουν αποτελεσματικά την ελευθερία με την ασφάλεια. Γιατί, μέσα στη διακινδύνευση που επέφερε η πανδημία, ξανακάναμε όλοι τα μαθήματά μας, ότι δηλαδή το «ελευθερία ή ασφάλεια;» σημαίνει ότι χωρίς τη μία, θα είναι μισερή και η άλλη. Να το μάθημά μας. Η αξία της υπεράσπισης των δημόσιων αγαθών είναι αυτή που μπορεί να μας εγγυηθεί και τις δυο. Για να έχουν νόημα και οι δυο ως προς τη συνύπαρξή μας και στο Πανεπιστήμιο και στην κοινωνία. Γιατί και εδώ δεν υπάρχει το ένα χωρίς το άλλο.

Ο Στέφανος Δημητρίου είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου