Μία από τις πολλές αρνητικές αντιδράσεις στο άρθρο του πρωθυπουργού και προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα «Ηταν ο Ανδρέας ψεύτης;», που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Documento» με την ευκαιρία της 43ης επετείου της ιδρυτικής διακήρυξης του ΠΑΣΟΚ, προερχόμενη κυρίως (όπως ήταν αναμενόμενο) από τους κύκλους του εορτάζοντος κόμματος, συνίστατο στην έκφραση δυσαρέσκειας για την έπαρση που φανερώνει ο Α. Τσίπρας συγκρίνοντας –εμμέσως πλην σαφώς– τον εαυτό του με τον Ανδρέα Παπανδρέου. Νομίζω ότι το πρόβλημα με το άρθρο του πρωθυπουργού είναι περίπου το αντίστροφο.
Και προφανώς δεν αναφέρομαι στη σύγκριση μεταξύ του «μεγέθους» της μιας και της άλλης προσωπικότητας. Κάτι τέτοιο ούτως ή άλλως δεν θα ενδιέφερε μια αριστερή –ήτοι μαρξιστική κατά βάση– προσέγγιση. Γι’ αυτό λέω «περίπου» το αντίστροφο. Μάλιστα, δεν αναφέρομαι καν στη σύγκριση μεταξύ του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ των δεκαετιών του 1970 και του 1980 ως προς την πολιτική σπουδαιότητα του κάθε κόμματος. Κυρίως με απασχολεί η –καλώς εννοούμενη, έστω– «ταπεινοφροσύνη» που διακρίνεται στο άρθρο του Α. Τσίπρα σε σχέση με το «παλιό» ΠΑΣΟΚ, και που εκδηλώνεται σε δύο αλληλοσυνδεόμενα επίπεδα.
Πρώτον, στην εκτίμηση της ικανότητας της ηγεσίας του μικρού τότε ΠΑΣΟΚ να διαγνώσει σωστά την ιστορική συγκυρία, να αξιοποιήσει το «τεράστιο λαϊκό κύμα» που προέκυψε μετά την πτώση της δικτατορίας και να το συνενώσει σε κίνημα που αποτέλεσε μια πολιτική και κοινωνική τομή. Και δεύτερον, προς το τέλος του άρθρου, στη δήλωση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «με υπερηφάνεια» έχει «ξαναπιάσει το νήμα» των αρχικών ιδεολογικών στόχων του ΠΑΣΟΚ που αλλοιώθηκαν, εκφυλίστηκαν και διαβρώθηκαν από το κατεστημένο αλλά και τον αντιφατικό χαρακτήρα του ίδιου του ΠΑΣΟΚ και του αρχηγού του.
Διευκρινίζω πως το ζήτημα δεν είναι να αποφασίσουμε αν κάποτε όντως υπήρξε ένα «καλό» –από αριστερή ή προοδευτική σκοπιά– ΠΑΣΟΚ που βαθμιαία εκφυλίστηκε ή διαβρώθηκε, ή αν το ΠΑΣΟΚ ήταν εξαρχής «κακό» – από την ίδια σκοπιά, εννοείται. Ως σύνθετο και σημαντικό ιστορικό φαινόμενο, πρέπει να προσεγγιστεί στην ιδιαιτερότητά του. Σε παλαιότερο άρθρο μου στην «Εφ.Συν.» («Η “ανορθογραφία του 2012”», 24/1/2017), είχα υποστηρίξει πως –εκ των υστέρων, βέβαια– είμαστε σε θέση να κατανοήσουμε την εν λόγω ιδιαιτερότητα, αν λάβουμε υπόψη ότι το ΠΑΣΟΚ κλήθηκε να παίξει μέσα σε λιγότερο από τρεις δεκαετίες τον στρατηγικό ρόλο που τα δυτικοευρωπαϊκά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα χρειάστηκαν περίπου οκτώ δεκαετίες και δύο παγκόσμιους πολέμους για να εκπληρώσουν.
Ο αντιφατικός χαρακτήρας του ΠΑΣΟΚ σε μεγάλο βαθμό οφειλόταν στο ότι συμπύκνωσε σε συγκριτικά ελάχιστο ιστορικό χρόνο τις αμφίρροπες κοινωνικο-πολιτικές διεργασίες της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Αυτή η τελευταία, από τη μια, αποτελούσε προσπάθεια μεταρρύθμισης του καπιταλιστικού συστήματος προς όφελος των μεσαίων και κατώτερων τάξεων και εις βάρος της ασυδοσίας του μεγάλου κεφαλαίου. Από την άλλη, όμως, δεδομένου πως ποτέ δεν απείλησε ριζικά την ταξική δομή του συστήματος (τουλάχιστον μετά τη διάλυση της Β΄ Διεθνούς), μακροπρόθεσμα συνέβαλε στη βαθμιαία ενσωμάτωση των εν λόγω τάξεων στον καπιταλισμό – με τελική κορύφωση βέβαια την πλήρη προσχώρησή της στα κελεύσματα του νεοφιλελευθερισμού.
Η εντυπωσιακή ασυνέπεια που χαρακτήρισε τη ραγδαία μετεξέλιξη του ΠΑΣΟΚ δεν οφείλεται στη χαρακτηρολογική ασυνέπεια των στελεχών του, ούτε στους έξωθεν «εναγκαλισμούς» του κατεστημένου, αλλά στο ότι σε διάστημα μόλις δυόμισι δεκαετιών το κόμμα αυτό έπρεπε αρχικά να κερδίσει την εμπιστοσύνη των κατώτερων και μεσαίων τάξεων με φιλολαϊκά μέτρα και εκδημοκρατισμό της κοινωνίας (ενίσχυση του κοινωνικού κράτους, εκσυγχρονισμός του οικογενειακού δικαίου, εκδημοκρατισμός της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης) και κατόπιν να συμβάλει στην ενσωμάτωσή τους στον ευρωπαϊκό –νεοφιλελεύθερο πλέον– καπιταλισμό. Δεν έχουμε λοιπόν έναν αριστερό ριζοσπαστισμό ο οποίος στη συνέχεια αυτοπροδόθηκε, αλλά μια βεβιασμένη ιστορική διαδικασία στρατηγικής αφομοίωσης στο καπιταλιστικό σύστημα.
Υπάρχει όμως και κάτι ακόμα. Θυμάμαι τον εαυτό μου νεαρό Ρηγά, μαζί με τους/τις συντρόφους/ισσές μου, να καγχάζουμε με το κεντρικό σύνθημα του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974: «Στις 18 σοσιαλισμός». Θυμάμαι ακόμα πως αντιμετωπίζαμε με παρόμοια σκωπτική διάθεση το γεγονός ότι πολλά μέλη της νεολαίας ΠΑΣΟΚ πόζαραν ως πιο «ντούροι» μαρξιστές-λενινιστές και από τους ΚΝίτες, την ίδια στιγμή που στην ηγεσία του κόμματος συμμετείχαν με αποφασιστικό ρόλο στελέχη της παλαιάς Ενωσης Κέντρου. Υπάρχει ολόκληρη παράδοση, εκείνη της ανανεωτικής κομμουνιστικής Αριστεράς, που πέρα από τις όποιες εκ των υστέρων τοποθετήσεις και αναλύσεις, είχε εξαρχής συνειδητοποιήσει την αφερεγγυότητα του συγκεκριμένου πολιτικού χώρου, ακριβώς στην προσπάθειά του να αυτοπροβάλλεται ως ριζοσπαστική Αριστερά.
Ο Κύρκος Δοξιάδης καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών