Σιγά σιγά ο ΣΥΡΙΖΑ βάζει το νερό στ’ αυλάκι. Το σχέδιο απολογισμού που κατατέθηκε στην Πολιτική Γραμματεία ως βάση συζήτησης είναι μια καλή αρχή. Περιέχει μπόλικη αυτοκριτική για τα λάθη και τις παραλείψεις της περιόδου 2012-2019, αποφεύγει τους εξωραϊσμούς και τις μεγαλοστομίες -σύνηθες φαινόμενο στα κομματικά κείμενα της Αριστεράς- και περιγράφει την κατάσταση με την επιβαλλόμενη αυστηρότητα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ενότητα που αναφέρεται στο κόμμα. Για την Αριστερά ο ρόλος του κόμματος είναι αναντικατάστατος, συνιστά θεμελιώδη συνθήκη της ύπαρξής της.
Ομως, όπως σχεδόν όλα τα αριστερά κόμματα που εκλήθησαν να διαχειριστούν την εξουσία έτσι και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε να αποφύγει την παγίδα. Προέκυψε αυτό που αναμενόταν. Το κόμμα κρατικοποιήθηκε. Η μετακίνηση πολλών στελεχών από το κόμμα στο κράτος είχε συνέπεια το κόμμα να ταυτιστεί με την κυβέρνηση και η κυβέρνηση να υποκαταστήσει το κόμμα στις λειτουργίες του.
Οι συντάκτες του κειμένου (Δραγασάκης, Μπαλτάς, Δρίτσας) επισημαίνουν ότι «παραμελήσαμε το κόμμα και τις δημοκρατικές διαδικασίες που αφορούν τη συμμετοχή όλων των μελών και στελεχών σε αποφάσεις εξαιρετικά δύσκολες». Βεβαίως οι συνθήκες ήταν εξαιρετικά δύσκολες. Μια αριστερή κυβέρνηση εφάρμοζε μνημόνιο και την ίδια στιγμή ζητούσε από το κόμμα να κρατήσει επαφή με τις κοινωνικές δυνάμεις που πλήττονταν από το μνημόνιο. Η αντίφαση αυτή δεν αντιμετωπίστηκε και δεν ξέρω αν θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί. Και ο σκύλος χορτάτος και η πίτα ολάκερη δεν γίνεται.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου σε μια ευνοϊκή συγκυρία για το κόμμα του, στην προσπάθειά του να δικαιολογήσει την απόσταση ανάμεσα στις προγραμματικές δεσμεύσεις και στην κυβερνητική πρακτική, είχε επινοήσει το αμίμητο «η κυβέρνηση είναι για το εφικτό, το κόμμα για το επιθυμητό». Εξυπνο όντως σχήμα λόγου, χωρίς όμως αντίκρισμα. Το συγκεκριμένο ευφυολόγημα δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει την περίοδο του ΣΥΡΙΖΑ για προφανείς λόγους.
Σήμερα, από τη θέση της αντιπολίτευσης ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να συζητήσει σοβαρά και σε βάθος το θέμα της δομής και της λειτουργίας του κόμματος, αφού όπως αναφέρεται στο σχέδιο απολογισμού, «το κόμμα συνιστά το πεδίο όπου σχηματίζεται και διαπλάθεται δημοκρατικά η συνολική πολιτική μας, το πεδίο όπου δοκιμάζονται και κρίνονται πάντα δημοκρατικά οι ιδέες και οι προτάσεις που αφορούν τη στρατηγική και την τακτική μας». Για να συμβεί αυτό απαιτείται να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις που θα επιτρέπουν τη συμμετοχή των μελών και των στελεχών στις διαδικασίες συζήτησης και κυρίως στη λήψη των αποφάσεων.
Αναρωτιέμαι όμως τι είδους συζήτηση μπορεί να γίνει σ’ ένα συνέδριο στο οποίο, όπως υπολογίζει η ηγετική ομάδα, θα λάβουν μέρος 6.000 σύνεδροι. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας με 80 εκατομμύρια μέλη οργανώνει λιγότερο μαζικά συνέδρια. Αυτό δεν θα είναι συνέδριο, θα είναι διαδήλωση. Και ως γνωστόν στις διαδηλώσεις δεν συζητούν, φωνάζουν συνθήματα και χειροκροτούν.
Επίσης πόσο αποτελεσματικό θα είναι και πόσο συχνά θα συνέρχεται ένα όργανο -η Κεντρική Επιτροπή, δηλαδή το ανώτερο καθοδηγητικό όργανο- που θα έχει 251 μέλη. Ο γιγαντισμός δεν είναι η απάντηση στο πρόβλημα. Αν ο στόχος είναι να μη γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ «κόμμα-χυλός», όπως ήταν το ΠΑΣΟΚ στη δεύτερη φάση του, ή «κόμμα-άθροισμα φραξιών», όπως ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ μέχρι τη διάσπαση το 2015, κάποιο άλλο μοντέλο πρέπει να επινοηθεί.
Τάσος Παππάς
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών