Συνεντεύξεις

Μιχάλης Σπουρδαλάκης: «Είναι η ανασυγκρότηση του κοινωνικού κράτους ο “σοσιαλισμός του 21ου αιώνα;”»

Μία συζήτηση του Πέτρου Λινάρδου Ρυλμόν με τον ομότιμο καθηγητή Πολιτικής Κοινωνιολογίας στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του ΕΚΠΑ.
 
Αναρωτιέμαι πολλές φορές πως είναι δυνατόν η Αριστερά στη χώρα μας και όχι μόνο να επιμένει και με κάποιο τρόπο να νοσταλγεί το μεταπολεμικό ευρωπαϊκό φορντισμό και κατά συνέπεια το «κοινωνικό κράτος» και την ίδια στιγμή να αναγνωρίζει την κυριαρχία του κεφαλαίου και την νεοφιλελεύθερη επιθετικότητα απέναντι στο κόσμο της εργασίας και στα λιγότερο ευνοημένα μεσαία στρώματα;
 
Πράγματι το ερώτημά σου είναι απολύτως δικαιολογημένο. Μάλιστα θα έλεγα ότι η συγκεκριμένη αναφορά έχει και στοιχεία εμμονής, που αποκαλύπτονται τόσο από τις διαμαρτυρίες για «υπονόμευση», «συρρίκνωση», «διάλυση» κοκ του κοινωνικού κράτους όσο και από τις προγραμματικές και πολιτικές υποσχέσεις και σχεδιασμούς(;) για την «διάσωση», την «αποκατάστασή» ή την «ανασυγκρότηση» του. Εδώ προφανώς θα μπορούσε κανείς κριτικά να πει ότι η πλειονότητα της αριστεράς στη χώρα μας είτε ότι αγνοεί ότι ουσιαστικά στην Ελλάδα ποτέ δεν είχαμε κοινωνικό κράτος, σε όποια ιστορική μορφή που αυτό συγκροτήθηκε στις λεγόμενες αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, είτε ότι παραβλέπονται οι κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικοθεσμικές προϋποθέσεις μιας τέτοιου τύπου κοινωνική διευθέτησης. Τον ρόλο του κοινωνικού κράτους έπαιξαν σειρά ρυθμίσεων των μετεμφυλιακών κυβερνήσεων (πολεοδομικών, επαγγελματικών, συντεχνιακών, πελατειακών και όχι μόνο σχέσεων) που κυρίως μικροαστικοποιούσαν την κοινωνία κάτι που διασφάλιζε την πολιτική και κοινωνική σταθερότητα του καθεστώτος που είχε απειληθεί. Φυσικά δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι στην Μεταπολίτευση και κυρίως με τις πρώτες κυρίως κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ είχαμε την εισαγωγή σειράς σημαντικών κοινωνικών πολιτικών, που ωστόσο δεν συγκρότησαν ποτέ κοινωνικό κράτος, αν και θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι το όλο πλέγμα αυτών των πολιτικών αποτελούσε μια εκδοχή του υπολειμματικού μοντέλου των σχετικών ευρωπαϊκών διευθετήσεων.
 
Ωστόσο, η ερώτησή σου με αναγκάζει να κάνω μια ακόμη παρατήρηση με το ρίσκο να θεωρηθώ υπερβολικός ή και πολεμικός. Πέρα από την σοβαρή παράληψη ή και άγνοια των ιστορικών προϋποθέσεων συγκρότησης του κοινωνικού κράτους, που αναφέρθηκα, η ρομαντική αναφορά της αριστεράς στο «κοινωνικό κράτος» φαίνεται να παραβλέπει και τα σοβαρά κοινωνικά, δημοκρατικά και δημοσιονομικά ελλείματα, που αυτό δημιούργησε συμβάλλοντας έτσι καθοριστικά την κυριαρχία του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος. Επιπλέον θα πρόσθετα ότι ο περί κοινωνικού κράτους λόγος ουσιαστικά αποκαλύπτει την απουσία σχεδίου, μεθοδολογίας ή ακόμη και βούλησης για εναλλακτική πολιτική και προγραμματική στρατηγική απέναντι στην αυξανόμενη επιθετικότητα του συνεχώς ανανεούμενου νεοφιλευθερισμού απέναντι στο σύνολο της εργατικής τάξης (μισθωτοί ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, πρεκαριάτο, free lance κά) και των λιγότερο ευνοημένων μεσαίων στρωμάτων.
 
 
Φυσικά έχεις δίκιο όταν λες ότι οι συνθήκες που συνέβαλαν στη συγκρότηση του κοινωνικού κράτους είναι εντελώς διαφορετικές από τις σημερινές. Οι μεγάλες και χωροταξικά καθορισμένες, εντός του κράτους παραγωγικές επιχειρήσεις που μαζικοποιούσαν και ενδυνάμωναν τα συνδικάτα, η επιχειρηματική δραστηριότητα με αναφορά κυρίως στην εσωτερική αγορά, πολιτικές της λεγόμενης «πλήρους απασχόλησης», και οι ανάγκες του κεφαλαίου για ανασυγκρότηση της Ευρώπης και του καπιταλισμού στην μεταπολεμική συνθήκη δεν έχουν σχέση με τα σημερινά δεδομένα. Φυσικά παρά το γεγονός ότι το κεφάλαιο ηγείτο του κοινωνικής οργάνωσης που διεύρυνε τα κοινωνικά δικαιώματα και το ρόλο του κράτους. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι το κοινωνικό κράτος στην Ευρώπη παίρνει διάφορες μορφές. Για παράδειγμα, στην Γερμανία συγκροτείται και ολοκληρώνεται κατά κάποιο τρόπο με την συνδιοίκηση, στη Γαλλία με ένα είδος κοινωνικού συμβολαίου που δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο σχεδιασμό. Όμως παντού ωστόσο οι επιλογές του κεφαλαίου είχαν τον πρώτο λόγο.
 
Συμφωνώ. Αλλά επίτρεψέ μου να υπογραμμίσω κάποιες επιπλέον, αν και προφανείς, πολιτικές και ιδεολογικές συνθήκες στην συγκρότηση του κοινωνικού κράτους: Η νομιμοποιημένη δύναμη που διέθεταν τα εργατικά στρώματα, μια και αυτά κυρίως είχαν πρωτοστατήσει στην αντίσταση και τη ήττα του Φασισμού και την επιρροή που ασκούσε η αξιακή και ιδεολογική σκευή του συνόλου της αριστεράς, κάτι που δυστυχώς σήμερα έχει συρρικνωθεί σε πρωτόγνωρο βαθμό. Άλλωστε στην ίδια κατεύθυνση δεν θα πρέπει να παραλείψουμε να αναφέρουμε ότι η Ευρώπη και γενικά οι κοινωνίες του ανεπτυγμένου καπιταλισμού ήταν πολύ λιγότερο κοσμικές απ’ ότι σήμερα, και κατά συνέπεια οι χριστιανικές αξίες της κοινωνικής αλληλεγγύης, του ανθρωπισμού, της ιδέας του συνανήκειν και της κοινότητας συνέβαλαν σε μια πολιτική κουλτούρα πολύ δεκτική και νομιμοποιητική του κοινωνικού κράτους και της λεγόμενης «σοσιαλδημοκρατικής συναίνεσης».
 
 
Μην ξεχνάμε και το ρόλο που έπαιξαν οι διεθνείς θεσμοί αλληλεγγύης στη μεταπολεμική περίοδο. Δημιουργείται από τον ΟΗΕ η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας, συνεχίζει τη δράση του το ILO (Διεθνής Οργανισμός Εργασίας), που δημιουργήθηκε μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, η οργάνωση του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες δημιουργήθηκε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και κατέληξε να ασχολείται με τους Παλαιστίνιους, το IPCC (Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή), που ιδρύθηκε μόλις το 1988 πάλι από τον ΟΗΕ για τη διατύπωση επιστημονικών αναλύσεων, προβλέψεων και προτάσεων πολιτικής σχετικά την κλιματική αλλαγή. Και όλα αυτά παρά τις συχνά αμφισβητούμενες από ισχυρά συμφέροντα εκθέσεις του τελευταίου (IPCC) και της συνήθως απάνθρωπης αντιμετώπισης των προσφύγων στην Μεσόγειο και αλλού, που αποτελεί μια κατάφορη παραβίαση αυτού του πνεύματος.
 
Με όλα αυτά είναι πολλοί που θεωρούν ότι βρισκόμαστε σε μία εντελώς νέα συνθήκη, σε τέτοιο βαθμό που μιλούν για «μετα-καπιταλισμό». Θεωρώ ότι αυτό δεν ισχύει. Τα βασικά καταστατικά χαρακτηριστικά που καπιταλιστικού πολιτισμού παραμένουν. Φυσικά αυτά δεν είναι στατικά και οι μετασχηματισμοί αυτών είναι τόσο μεγάλοι και εκτενείς που σε συνδυασμό με την επιθετικότητα και την ευρηματικότητα του παγκοσμιοποιημένου νεοφιλελευθερισμού, που φαίνεται να έχει πλέον υπερβεί τα όποια όρια έβαζε κάποτε εκείνου που ο E. P. Thompson χαρακτήρισε ως «ηθική οικονομία» (moral economy) από την μια και, από την άλλη, η ακραία και πρωτόγνωρη εκμετάλλευση φύσης και ανθρώπων έχει δημιουργήσει σε εκείνο που και εσύ και ο Ιωσήφ, από τις σελίδες της Εποχής έχετε χαρακτηρίσει «πολυκρίση». Μια κρίση που φαίνεται να απειλεί το αύριο της ανθρωπότητας και που δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως «μετακαπιταλισμός». Όταν μάλιστα δεν υπάρχει αμφιβολία ότι βιώνουμε τα αποτελέσματα της επέκτασης του σκληρού πυρήνα του καπιταλισμού σε παγκόσμια μάλιστα κλίμακα. Το «μετά-» δεν έχει θέση. Απλώς φαίνεται να υποδηλοί την ανικανότητα ή την έλλειψη βούλησης των πολιτικών υποκειμένων να σκεφτούν διαφορετικά πέρα από την χρήσιμη, όσο και αμυντική προσπάθεια αναστήλωσης κάποιων πολιτικών μέσω ενός κοινωνικά ευαίσθητου κράτους. Η ανάγκη για ριζικό κοινωνικό μετασχηματισμό δεν μπορεί να περιορίζεται στο κοινωνικό κράτος. Το όραμα για τον Σοσιαλισμό του 21ου αιώνα μπροστά στην δυναμική που έχει πάρει η καπιταλιστική πολυκρίση σήμερα δεν μπορεί να έχει ορίζοντα την αποκατάσταση του κοινωνικού κράτους. Το σημερινό «τι να κάνουμε;» λοιπόν θα πρέπει εκτός των άλλων να κινηθεί στην κατεύθυνση, τη λογική και την μεθοδολογία που ανέφερες και εσύ σε πρόσφατο άρθρο σου. Διαφορετικά η θνησιγενής μονοθεματική προσπάθεια ανασυγκρότησης κοινωνικού κράτους θα αφήνει πολύ χώρο στον ακροδεξιό και ενίοτε νεοφασιστικό λαϊκισμό και θα προσφέρει απλουστευτικές και εύπεπτες λύσεις σε πολύ σύνθετα προβλήματα. Το παράδειγμα της πρόκλησης που αναδεικνύει η περίπτωση της Θεσσαλίας, που αναφέρεις θα μπορούσε να αποτελέσει μια πρώτης τάξεως πιλοτική απόδειξη των παραπάνω.
 
 
Κανένα θεσμικό πλάισιο δεν έχει στην πραγματικότητα προετοιμαστεί για τη αντιμετώπιση καταστάσεων σαν αυτή της Θεσσαλίας, με εξαίρεση την επιστημονική ομάδα που συγκέντρωσε το ινστιτούτο ΕΝΑ, το οποίο οργάνωσε και την πρώτη σχετική διάσκεψη στη Λάρισα. Η εταιρία των Ολλανδών και η ομάδα του Κουρέτα φαίνεται να ακολουθούν αυτή την οδό. Αλλά το καθεστώς το οποίο διοικεί την ελληνική καπιταλιστική κοινωνία δεν φαίνεται να οδηγείται σε αλλαγές. Ο νεοφιλελευθερισμός και το πελατειακό σύστημα διαχείρισης της οικονομίας, παραμένουν τα πλαίσια κυριαρχίας και διοίκησης που αξιοποιεί το κεφάλαιο.
 
Όταν όμως εξετάζεται το παράδειγμα της Θεσσαλίας το οποίο μας αναδεικνύει τις διαστάσεις ενός σχεδίου αντιμετώπισης της πολυκρίσης, εμφανίζονται δύο βασικά ζητήματα: ποιοι θα σχεδιάσουν τις λύσεις, και ποιοι θα τις εγκρίνουν. Δεν πρόκειται μόνο για τις κακοτεχνίες και την κακοδιοίκηση που επεσήμαναν οι Ολλανδοί, και που είναι το αποτέλεσμα της κούρσας για το κέρδος, όλων των υποκειμένων, που τροφοδοτεί το πελατειακό κράτος και η τροφοδότηση των ημετέρων. Αλλά για έναν εξορθολογισμό μέσω θεσμών σχεδιασμού και της μαζικής συμμετοχής των εργαζομένων και των πολιτών στη δημοκρατική διοίκηση, της παραγωγής, των κοινωνικών υπηρεσιών και της φύσης, ειδικότερα δεν των κοινών περιβαλλοντικών αγαθών.
 
Πέτρος Λινάρδος Ρυλμόν
 
Η ΕΠΟΧΗ