ΣΥΡΙΖΑ

Μία σύντομη αξιολόγηση της πρόσφατης συμφωνίας κυβέρνησης-πιστωτών

Τα θετικά και τα αρνητικά της συμφωνίας, τα εργαλεία στη διάθεση της κυβέρνησης και ο δύσκολος δρόμος μπροστά.

Η πρόσφατη συμφωνία μεταξύ Κυβέρνησης και Ε.Ε ανανεώνει την παροχή ρευστότητας στην οικονομία, αναδεικνύει τη μη βιωσιμότητα του χρέους (βλ στάση αναμονής ΔΝΤ που θεωρεί ανέφικτα πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% πέραν του 2018) και θέτει ένα πλαίσιο διαχείρισης που ελαφρύνει εφεξής το βάρος εξυπηρέτησης του, κυρίως με την υιοθέτηση ενός συγκριτικά πιο χαμηλού πλαφόν στις ετήσιες αποπληρωμές (15-20% ως ποσοστό στο ΑΕΠ). Σε περίπτωση που οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας υπερβαίνουν αυτό το ποσοστό, θα ενεργοποιείται ένας αυτόματος μηχανισμός ελάφρυνσης του χρέους χωρίς να προσφεύγει η Ελλάδα σε νέα πιστωτική γραμμή του ESM και συνοδευτικό νέο Μνημόνιο (όπως συμβαίνει σήμερα για όλες τις χώρες που βγαίνουν από προγράμματα προσαρμογής και βρίσκονται αίφνης σε ανάγκη δανεισμού πέραν των αγορών).

Αντίτιμο αυτής της διευθέτησης του ελληνικού χρέους αποτελούν τα μέτρα λιτότητας 5,4 δις για τη τριετία 2016-2018 (όπως συμφωνήθηκαν το καλοκαίρι 2015), ορισμένα προαπαιτούμενα διαρθρωτικά μέτρα (πχ εργασιακά) και η υιοθέτηση ενός αυτόματου διορθωτικού μηχανισμού δημοσιονομικής προσαρμογής σε περίπτωση απόκλισης από τους στόχους του Γ’ Μνημονίου (αντί των 3,5 δις προληπτικών μέτρων άμεσης εφαρμογής που ζητούσε το ΔΝΤ).

Γενικά όμως πρόκειται για μία συμφωνία που εφαρμόζει συγκεκριμένα  πλέον την κυρίαρχη νεοφιλελεύθερη λογική της δημοσιονομικής προσαρμογής (μέσα από την μείωση του κράτους, τις ιδιωτικοποιήσεις κ.λ.π.), εσωτερικής υποτίμησης (συνεχείς μειώσεις μισθών, συντάξεων, υποτίμηση αξίας περιουσιακών στοιχείων κ.λ.π.), κι εξωστρεφούς ανάπτυξης (περιμένουμε μέσα από την   εφαρμοζόμενη πολιτική αύξηση της ανταγωνιστικότητας και κατ’ επέκταση άνοδο των εξαγωγών και προσέλκυση νέων επενδύσεων),  που συμφωνήθηκε το καλοκαίρι (Γ’ Μνημόνιο), αλλά με μεσομακροπρόθεσμα ευνοϊκότερους όρους για την Ελλάδα προκειμένου να είναι λειτουργική, δηλαδή να επιτρέψει στην οικονομία να ανακάμψει δυνητικά.

 

Tα θετικά της συμφωνίας

 Αύξηση της ρευστότητας στην πραγματική οικονομία και στο τραπεζικό σύστημα.

  1. Βελτίωση του οικονομικού κλίματος για την αποδέσμευση κι ενεργοποίηση κάποιων επενδυτικών σχεδίων σε συνδυασμό με την επίσπευση του ΕΣΠΑ, τον νέο επενδυτικό νόμο και το Σχέδιο Γιούνκερ.
  2. Αποδοχή της μη βιωσιμότητας του χρέους και έναρξη διαδικασίας διευθέτησης του μέσω σειράς μέτρων μεταξύ των οποίων κι ο ‘κόφτης’ του 15-20% του ΑΕΠ στις ετήσιες δαπάνες αποπληρωμής του.
  3. Μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων-στόχων σε πιο ρεαλιστικά επίπεδα συγκριτικά με τις αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας.
  4. Εξασφάλιση χαμηλών δανειστικών επιτοκίων σε μία περίοδο που τα επιτόκια είναι στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο και μόνο ανοδικά μπορεί να κινηθούν (βλ απόφαση Fed).
  5. Εξασφάλιση λίγου πολιτικού χρόνου και σχετική σταθεροποίηση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ (με τη ΝΔ στο περιθώριο σε ρόλο κομπάρσου) ώστε να παραχθεί ουσιαστικό παραγωγικό και εξυγιαντικό για τη δημόσια ζωή έργο με το ξεδίπλωμα του παράλληλου προγράμματος.
  6. Το άνοιγμα της συζήτησης για τα κρατικά χρέη και τη διαχείριση τους σε πανευρωπαϊκό επίπεδο (βλ πρόταση γερμανού οικονομολόγου Σιν)

 

Tα αρνητικά της συμφωνίας

  1. Η αύξηση των φορολογικών βαρών ακόμη και σε χαμηλές εισοδηματικά τάξεις και η περαιτέρω περικοπή συντάξεων και ορισμένων κοινωνικών παροχών με αποτέλεσμα την αύξηση της κοινωνικής δυσφορίας και την μερική απώλεια της λαϊκής στήριξης.
  2. Η περαιτέρω υποβάθμιση των θεσμών της εθνικής κυριαρχίας και  λαϊκής κυριαρχίας χωρίς να διαφαίνεται μέχρι στιγμής η τάση υποκατάστασης τους από αντίστοιχους θεσμούς σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
  3. Η μακρόχρονη (αιωνόβια) δέσμευση της δημόσιας περιουσίας με στόχο την προφανή ιδιωτικοποίηση της.

 

Νεοφιλελεύθερο Μοντέλο

Αναποτελεσματικό και υφεσιακό

  1. Και το σημαντικότερο αφορά την υιοθέτηση του νεοφιλελεύθερου μοντέλου της εσωτερικής υποτίμησης κι ανταγωνιστικής κι εξωστρεφούς ανάπτυξης (με τα στοιχεία που αναφέραμε στην αρχή του κειμένου) σε μία περίοδο που έχει αποδειχθεί ότι τέτοιο μοντέλο είναι ανίκανο να επιφέρει ανάπτυξη, δημιουργώντας συγχρόνως ουσιαστικά και μαζικά θέσεις εργασίας.

Αυτή την πολιτική ακριβώς έχουμε επανειλημμένα καταγγείλει σαν ΣΥΡΙΖΑ ως αναποτελεσματική και υφεσιακή,  κάτι που αποδείχθηκε και από τα μέχρι τώρα αποτελέσματα  της  εφαρμογής των μνημονίων στην Ελλάδα, αλλά και σε όλες τις χώρες  όπου  εφαρμόστηκε.

Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση φαίνεται να εξασφαλίζει καλύτερους όρους για να πορευτεί μελλοντικά η οικονομία από πλευράς εξυπηρέτησης χρέους και παραμονής της στην εξουσία, όχι όμως για μία ουσιαστική επιστροφή στην ανάπτυξη με απορρόφηση της ανεργίας και βελτίωση των συνθηκών ζωής των πολιτών που είναι και το ζητούμενο στη παρούσα συγκυρία.

 

Αναγκαίο το παράλληλο πρόγραμμα και η στήριξη στους εργαζόμενους

Η βραχυχρόνια ανάσα στην οικονομική δραστηριότητα δεν θα σημάνει αντίστοιχη ελάφρυνση των καθημερινών υποχρεώσεων των νοικοκυριών ούτε θα σταθεί ικανή να προσελκύσει την μάζα των επενδύσεων που έχει ανάγκη η οικονομία για να αλλάξει τη παραγωγική δομή της και να δημιουργήσει την αναγκαία απασχόληση.

Η κρίση παραμένει όλη μπροστά μας, ιδιαίτερα σήμερα που η παγκόσμια οικονομία είναι στα πρόθυρα μιας νέας κρίσης, και που θα επιδράσει αρνητικά ιδιαίτερα σε αδύνατες οικονομίες όπως η ελληνική,  και που σε συνδυασμό με τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που εφαρμόζονται, θα γεννήσει  κοινωνικές, ταξικές και εθνικές συγκρούσεις.

Η κυβέρνηση πρέπει να αναπτύξει και να εφαρμόσει ένα παράλληλο πρόγραμμα, όπως πολλές φορές έχει τονιστεί. Ένα πρόγραμμα δηλαδή που θα ανακουφίζει όλους όσους έχει χτυπήσει η πολιτική που εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια- και για να γίνει αυτό πρέπει να στηριχθεί στους Έλληνες και στους Ευρωπαίους εργαζόμενους, που ήδη αντιδρούν σε αντίστοιχες πολιτικές (βλ. Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Βέλγιο κ.λ.π.). Όπως επίσης στα κόμματα της αριστεράς, στην αριστερά της σοσιαλδημοκρατίας και στα κινήματα που αναπτύσσονται.

Έχουμε μπροστά μας την νέα διαπραγμάτευση για τις εργασιακές σχέσεις. Ο τρόπος με τον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ θα χειριστεί την διαπραγμάτευση και τα όρια που θα βάλει στις διαθέσεις του ΔΝΤ και του Διευθυντηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα είναι το κριτήριο για να ανακτηθεί η αξιοπιστία του απέναντι στους  Έλληνες εργαζόμενους,  μια αξιοπιστία που όλο αυτό το διάστημα έχει τρωθεί.

 

Ο Λεωνίδας Καρίγιαννης είναι μέλος του ΣΥΡΙΖΑ.