ΣΥΡΙΖΑ

Κόμματα χωρίς ρόλο;

Όλα τα κόμματα -και σίγουρα τα κοινοβουλευτικά- έχουν έναν ρόλο, εκπροσωπούν κάποιους ή κάτι. Αυτό το «κάτι» είναι ο λόγος ύπαρξής τους και/ή αναπαραγωγής τους, το δυνατό τους χαρτί. Σε αυτό άλλωστε καταφεύγουν όταν στριμώχνονται, προκειμένου να υπενθυμίσουν την αξία τους και να εγκαλέσουν τους ψηφοφόρους, που μπορεί να είναι δυσαρεστημένοι με το κόμμα σε άλλα θέματα. Όλα τα κόμματα προσπαθούν να κατοχυρώσουν τον χώρο τους και, ει δυνατόν, να τον διευρύνουν. Σε κάθε περίπτωση προσπαθούν να αποδείξουν πως είναι οι αναντίρρητοι εκφραστές ενός σημαντικού αιτήματος για την πλειοψηφία της κοινωνίας και επιχειρούν συνεχώς να παρασύρουν τα άλλα κόμματα στον προνομιακό για τα ίδια χώρο πολιτικής αντιπαράθεσης.

Έτσι, η Ν.Δ. θεωρεί πως ο προνομιακός της χώρος είναι η επιχειρηματικότητα και η (εσωτερική και εξωτερική) ασφάλεια, το (μεταλλαγμένο) ΠΑΣΟΚ θεωρεί ότι είναι ο αυθεντικός εκφραστής τού εκσυγχρονισμού της ελληνικής κοινωνίας, καθώς και το ικανότερο κόμμα λόγω μακρόχρονης εμπειρίας, το ΚΚΕ πιστεύει πως είναι το μόνο κόμμα των εργαζομένων, η Χ.Α. ότι είναι το μόνο εθνικό κόμμα, ενώ η Ένωση Κεντρώων προσπαθεί να πλασαριστεί ως το κόμμα της Εκκλησίας (και άλλων κενών δαιμονίων). Στο πλαίσιο αυτό διεξάγεται ο δημόσιος διάλογος και οι κοινοβουλευτικές αντιπαραθέσεις.

Δεν προκαλεί εντύπωση ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης επιτίθενται εν χορώ στην κυβέρνηση, με ανελέητο τρόπο. Αυτό γίνεται πάντα. Εκείνο που ξενίζει κάπως είναι το γεγονός ότι το πράττουν ανεξάρτητα από το περιεχόμενο του εκάστοτε νομοσχεδίου ή κυβερνητικής πρωτοβουλίας, ανεξάρτητα από το αν τελικά συντάσσονται στην ίδια γραμμή ή συμφωνούν επί της αρχής. Η ισοπεδωτική ρητορεία και οι βαριές εκφράσεις που κατ’ εξακολούθηση εκστομίζουν πολιτικοί με αστική ευγένεια (υποτίθεται) έχει στόχο να καταδείξει στους πολίτες ότι αυτό που λένε είναι πέραν πάσης αμφιβολίας αληθές (αλλιώς, γιατί να είναι τόσο έξαλλοι;). Όμως, αν είχαν όντως έτσι τα πράγματα, η συναισθηματική αυτή ένταση θα περίμενε κανείς ότι θα ακολουθούνταν από ανάλογη πολιτική σιγουριά και σταθερά βήματα (και όχι αγωνία και παλινωδίες), από προτάσεις για διαφορετικές πολιτικές (και όχι ετεροπροσδιορισμό που εμπεδώνει την αίσθηση για το ποιος είναι το σημείο αναφοράς της πολιτικής ζωής), από διάθεση να αναδειχθεί ως έχει η κυβερνητική πολιτική (και όχι μέσα από το πρίσμα των fake news).

Στην πραγματικότητα, αν και όλα τα κόμματα δείχνουν σίγουρα για τον ρόλο αυτής της κυβέρνησης στη δεδομένη ιστορική συγκυρία, δεν μπορούν να μην αναγνωρίσουν ότι, προκειμένου να βρει, να διευρύνει ή να αλλάξει τον ρόλο της, αυτή η κυβέρνηση διεκδικεί το προνομιακό πεδίο όλων των κομμάτων, σε έναν αγώνα τύπου «όλα ή τίποτα». Για τον λόγο αυτό η Ν.Δ., γνωστή για την υποστήριξη μιας κρατικοδίαιτης αστικής τάξης και τη διαπλοκή με επιχειρηματικά συμφέροντα, ανησυχεί μήπως ο ΣΥΡΙΖΑ καταφέρει να προσελκύσει επενδύσεις χάρη στην έντονη διπλωματική δραστηριότητά του (σε Κίνα, Ρωσία, Γαλλία, ΗΠΑ) και επιβάλει πιο διαφανή διαχείριση. Για τη δυνατότητα απορρόφησης του ΕΣΠΑ… ο περιορισμένος χώρος της στήλης δεν επιτρέπει να επεκταθώ. Το (μεταλλαγμένο) ΠΑΣΟΚ των υπερκοστολογήσεων των έργων, του τεράστιου πελατειακού συστήματος και της ενδημικής διαφθοράς, καθώς και της ένταξης της χώρας στα Μνημόνια, νιώθει πως όσο ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει ικανός να τα βάλει με τις παθογένειες που του κληροδότησε το «σύστημα ΠΑΣΟΚ», τόσο πρέπει να επιμένει ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ είναι χειρότερος από τους ίδιους» (και όχι ότι το ΠΑΣΟΚ είναι καλύτερο). Το ΚΚΕ αγωνιά μήπως ο ΣΥΡΙΖΑ τετραγωνίσει τελικά τον κύκλο και επαναφέρει τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, μειώσει αισθητά την ανεργία και χτυπήσει την αδήλωτη εργασία. Οι πατριώτες δεν έχουν λόγο να είναι δυσαρεστημένοι από τους χειρισμούς στα εθνικά θέματα, ενώ οι υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων παραδοσιακά δεν προσδοκούν τίποτα από κανένα άλλο κόμμα, εκτός του ΣΥΡΙΖΑ.

Επομένως, πίσω από τη ρητορεία «ο ΣΥΡΙΖΑ είναι τίποτα» κρύβεται ο φόβος ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ τα διεκδικεί όλα». Και…

Ο Δημήτρης Παπανικολόπουλος είναι πολιτικός επιστήμονας

Πηγή: Η Αυγή