Macro

Κέρδη και ζημίες από μια πολιτική συνάντηση

Οταν ο Ολυμπιακός επέστρεψε από τη Βαρκελώνη με ένα σκορ 3-1 στις αποσκευές του, που δεν το λες και καλό, το βασικό στοιχείο που διέκρινε τις εκτιμήσεις όλων των αθλητικογράφων, ήταν ότι έκανε μια πολύ καλή εμφάνιση και στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Θα ήταν μάλλον ένδειξη αθεράπευτης αφέλειας, αν περίμενε κάποιος ότι θα είχε ανάλογη αντιμετώπιση και η ελληνική αντιπροσωπία με επικεφαλής τον πρωθυπουργό, γυρνώντας από την επίσημη επίσκεψη στις ΗΠΑ και τη συνάντηση με τον ένοικο του Λευκού Οίκου. Η συνήθεια που έχουν οι αθλητικογράφοι όταν μια ελληνική ομάδα αντιμετωπίζει μια καταφανώς ισχυρότερη της αλλοδαπής, δεν βρίσκει μιμητές στο χώρο των πολιτικών αναλυτών και σχολιαστών. Ίσως γιατί σε μια πολιτική συνάντηση διακυβεύονται πολύ σοβαρότερα πράγματα απ’ ό,τι σε μια αθλητική —κι αυτή μάλλον είναι η πιο καλοπροαίρετη ερμηνεία του φαινομένου.
Σε όποια ερμηνεία κι αν καταλήξουμε, πάντως, το αποτέλεσμα είναι ότι πρέπει να ψάξουμε λίγο πιο προσεκτικά για να βγάλουμε κάποιο συμπέρασμα από αυτή τη συνάντηση, το οποίο σίγουρα θα απέχει από τις πρόχειρες, προκατειλημμένες και απαξιωτικές ή επαινετικές εκτιμήσεις των γραφείων τύπου, που προορίζονται για τις ατάκες των κεντρικών δελτίων ειδήσεων. Πρώτα απ’ όλα, γιατί το ταξίδι αυτό στην απέναντι ακτή του Ατλαντικού ήταν μια σύνθετη επιχείρηση, με πολλαπλούς στόχους και δεν προσφέρεται για γενικεύσεις.

Τα καλά λόγια

Ήταν προφανές ήδη από την προετοιμασία του ότι η ελληνική πλευρά επιθυμούσε αυτή την επίσκεψη αυτή τη στιγμή. Πίστευε πως μπορεί να αξιοποιήσει το γεγονός ότι, παρά την οικονομική —και όχι μόνο— κρίση και τα μνημόνια, η Ελλάδα αποτελεί εξαίρεση σχετικής σταθερότητας σε μια περιοχή με μεγάλη αστάθεια σε όλα σχεδόν τα σημεία του ορίζοντα. Και θα μπορούσε να αξιοποιήσει αυτό το πλεονέκτημα όχι μόνο γενικότερα, αλλά και σε σχέση και σε σύγκριση με τη γείτονα Τουρκία, η οποία γίνεται όλο και πιο απρόβλεπτη, ακόμα και για τους παραδοσιακούς συμμάχους της, όπως οι ΗΠΑ και η ΕΕ. Υπήρξε κάποιο θετικό αποτέλεσμα σ’ αυτό το πεδίο; Ο έλληνας πρωθυπουργός άκουσε πολλά καλά λόγια, κι αυτό δεν οφείλεται στην προσωπική γοητεία του προφανώς. Και δεν τα άκουσε μόνο αυτός, μεταδόθηκαν προς κάθε κατεύθυνση και προς κάθε ενδιαφερόμενο.
Θα πείτε, λόγια ήταν, δεν κόστιζαν. Πρώτα απ’ όλα, όσο φτηνά κι αν είναι τα λόγια, δεν λέγονται εύκολα από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, και μάλιστα έναν πρόεδρο που μέχρι πριν από λίγο καιρό θεωρούσε πως το καλύτερο που είχε να κάνει η Ελλάδα ήταν να βγει από την ευρωζώνη για να σωθεί. Ο θαυμασμός του κ. Τραμπ για τις επιτυχίες της Ελλάδας (διάβαζε, θυσίες), δεν είναι για να φουσκώνουν μυαλά, είναι χρήσιμες στη διαπραγμάτευση για τη διεκδίκηση μιας πιο ισότιμης μεταχείρισης έναντι πολλών άλλων. Αντιστρέφοντας τη γνωστή ρήση, θα λέγαμε ότι ένας επαινετικός λόγος μπορεί να προκαλέσει χίλιες θετικές εικόνες. Αντίθετα, με τις αναφορές του έλληνα πρωθυπουργού, που έγιναν προς ανταπόδοση των καλών λόγων, οι οποίες είχαν προφανώς το στοιχείο της υπερβολής και υπερέβαιναν τα όρια των υποχρεώσεων από τους συμβατικούς κανόνες καλής συμπεριφοράς. Τέτοιες ευχαριστίες ακούγονται σαν κολακείες, όταν εκφέρονται  από την πιο αδύναμη πλευρά.

Τα εν δυνάμει έργα

Μερικές από τις συνέπειες των καλών λόγων δεν χρειάστηκαν χρόνο για να φανούν. Στη συνάντηση του έλληνα πρωθυπουργού με τη διευθύντρια του ΔΝΤ, κ. Λαγκάρντ, ήταν φανερή η επίδραση της Ουάσιγκτον τόσο στα ζητήματα της ρύθμισης του χρέους, όσο και στη δήλωση ότι δεν χρειάζονται νέα μέτρα. Βέβαια, έχουμε πολύ χρόνο ακόμα μπροστά μας και δεν είναι βέβαιο ποιο θα είναι τελικά το αποτέλεσμα της διελκυστίνδας μεταξύ ΔΝΤ και Βερολίνου. Γι’ αυτό καλό θα είναι ο πρωθυπουργός να ακούει με φειδώ τις μουσικές που εκπέμπονται, όταν μιλούν οι κεφαλές του Ταμείου.
Ο καλός λόγος που μεταφράζεται σε αναγνώριση της ανάκαμψης της οικονομίας και του σχετικά σταθερού οικονομικού περιβάλλοντος, είναι βέβαιο ότι έχει αποτέλεσμα και στην ώθηση κάποιου αριθμού επενδυτών να προσανατολιστούν στην ελληνική αγορά. Πράγμα που δεν θα συμβεί, βέβαια, κατόπιν διακρατικής συμφωνίας, ωστόσο θα βοηθηθεί από το γεγονός ότι στην περιοχή ευθύνης της Ελλάδας και σε συνεργασία με την Κύπρο, την Τουρκία, αλλά και με εταιρίες αμερικανικών συμφερόντων αναπτύσσονται ενεργειακά δίκτυα πανευρωπαϊκής σημασίας, στα οποία η Ελλάδα δεν μπορεί παρά να έχει συμμετοχή.

Και στο βάθος Σούδα

Στον πυρήνα των συζητήσεων φαίνεται ότι υπήρξε η χρήση των εγκαταστάσεων της Σούδας. Δεν είναι σαφές, τουλάχιστον στους μη ειδικούς, τι ακριβώς αλλάζει. Πάντως, η ανησυχία της Ουάσιγκτον για την πορεία των σχέσεών της με την Άγκυρα και τις αντιδράσεις τού Ερντογάν δεν μεταφράστηκε σε αίτημα για νέα βάση, όπως είχε αρχίσει να φημολογείται. Ο,τι αποφασίστηκε σχετικά, προφανώς αποτελεί το σημαντικό αντίτιμο έναντι οποιουδήποτε οφέλους ήθελε προκύψει από αυτή την επίσκεψη. Και γι’ αυτό δεν πρόκειται να είναι μικρό.
Τέλος, η συμφωνία για τα F-16, παρά το θόρυβο που προκλήθηκε κυρίως από την αξιωματική αντιπολίτευση, καθώς δεν είχε και πολλά άλλα σημεία να πιαστεί, ήταν περισσότερο κι από αναμενόμενη τόσο από οικονομική όσο και από τεχνική άποψη. Από τη στιγμή που κανείς δεν είχε σκοπό και δυνατότητα να συζητήσει για αγορά αεροσκαφών, ο εκσυγχρονισμός των υπαρχόντων ήταν η αναμενόμενη λύση. Και είναι τουλάχιστον υποκριτικό να ακούγεται ότι το τίμημα μπορεί να ρίξει έξω τα δημοσιονομικά της χώρας, πράγμα που δεν ειπώθηκε όταν, πολύ πρόσφατα, υπογράφονταν ανάλογες συμφωνίες με ευρωπαϊκές εταιρίες. Από τη στιγμή που αγορές αυτού του είδους αποτελούν αναγκαίο κακό, τουλάχιστον ας φροντίσουμε να γίνονται χωρίς τα παρεπόμενα, δηλαδή τις απίστευτες μίζες, που είχαν καταντήσει δεύτερη φύση. Αν καταφέρει αυτή η κυβέρνηση να σπάσει αυτή τη χρυσοφόρα για ορισμένους συνήθεια, θα είναι ένα σημαντικό βήμα προς μια άλλη «κανονικότητα».
Κοντεύει να τελειώσει ο διαθέσιμος χώρος και, για λόγους υποκειμενικούς και αντικειμενικούς, δεν φαίνεται εύκολο να μεταφραστούν οι πιο πάνω συλλογισμοί στη γλώσσα των αθλητικογράφων. Εσείς, λοιπόν, με τι σκορ θα περιγράφατε το αποτέλεσμα αυτής της συνάντησης;

Χαράλαμπος Γεωργούλας

Πηγή: Η Εποχή