Ωστόσο, το ηθικό πλεονέκτημα παράγει τεράστια πολιτικά αποτελέσματα και σήμερα. Για παράδειγμα, τον Σεπτέμβριο του 2015 (και παρά το σοκ του τρίτου Μνημονίου) ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές με το σύνθημα “Ξεμπερδεύουμε με το παλιό”.
Πριν από 75 χρόνια ο μπάρμπα-Γιάννης, ένας απλός ψαράς στην Αλόννησο, έγινε επικεφαλής ενός δικτύου του ΕΛΑΝ, που φυγάδεψε στη Μ. Ανατολή δεκάδες Εγγλέζους πράκτορες. Στον Εμφύλιο πέρασε αρκετούς μήνες στις σπηλιές του νησιού για να γλιτώσει τη ζωή του. Μετά, υπήρξε συνδικαλιστής οικοδόμος στην Αθήνα. Ο γιος του ήταν αντιστασιακός στη χούντα και πέρασε 5 χρόνια στη φυλακή, αφού πιάστηκε από την Ασφάλεια έπειτα από καταδίωξη με πραγματικούς πυροβολισμούς. Τη δεκαετία του ’80 δεν προσχώρησε στο ΠΑΣΟΚ, μολονότι τον περίμεναν με ανοιχτές αγκάλες. Αν στην ιστορία αυτή της οικογένειας αθροιστούν εκατοντάδες χιλιάδες ιστορίες οικογενειών, συντίθεται το παζλ του ηθικού πλεονεκτήματος της Αριστεράς, δηλαδή της παράταξης που τα τελευταία 75 χρόνια συμμετείχε σε όλους τους αγώνες, αλλά απείχε από όλα τα «πάρτι».
Ωστόσο, το ηθικό πλεονέκτημα παράγει τεράστια πολιτικά αποτελέσματα και σήμερα. Για παράδειγμα, τον Σεπτέμβριο του 2015 (και παρά το σοκ του τρίτου Μνημονίου) ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές με το σύνθημα «Ξεμπερδεύουμε με το παλιό». Η καμπάνια που χτίστηκε γύρω του ήταν πειστική εξαιτίας τού ότι το «νέο» που ευαγγελιζόταν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε το εχέγγυο του ηθικού πλεονεκτήματος. Επίσης, η σταδιακά θετικότερη στάση των δανειστών στις διαπραγματεύσεις οφείλεται -ανάμεσα σε άλλα- στο ότι οι Ευρωπαίοι αντιλαμβάνονται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η μόνη πολιτική δύναμη που μπορεί να διαχειριστεί το κράτος ως εργαλείο και όχι ως λάφυρο.
Όμως, το ηθικό πλεονέκτημα δεν είναι δεδομένο υπερόπλο. Θα πρέπει να επιβεβαιώνεται στην πράξη. Θα πρέπει, δηλαδή, ο ΣΥΡΙΖΑ να ξανακάνει εύπορη την ελληνική κοινωνία χωρίς να πλουτίσουν οι Συριζαίοι, να αντλεί την εξουσία του από τη στήριξη των λαϊκών τάξεων και από μια αποτελεσματική κρατική μηχανή (που θα χτίσει), χωρίς να βασίζεται σε εφήμερους και μη ηθικούς συμμάχους (όσο ισχυροί και διαθέσιμοι κι αν είναι), διότι οι συμμαχίες -έστω και προσωρινές- δημιουργούν και υποχρεώσεις.
Λένε μερικοί ότι αυτά «δεν γίνονται» στην Ελλάδα και ότι για να μείνει ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία είναι αναγκασμένος να παίξει και «βρόμικη μπάλα». Ανεξάρτητα από το πόσο απλοϊκές ή «πονηρές» είναι αυτές οι αναλύσεις (στην επιστημονική βιβλιογραφία, σίγουρα, δεν τις συναντάς), είναι απολύτως βέβαιο ότι, αν ο ΣΥΡΙΖΑ ακολουθήσει την πεπατημένη, δεν θα καταφέρει να αλλάξει τη χώρα, όπως δεν την άλλαξαν και οι προηγούμενες κυβερνήσεις, αν και υπήρξαν ορισμένες (τουλάχιστον διακηρυκτικά) εξόχως ριζοσπαστικές (π.χ. το ’81).
Αυτή τη μάχη -να διατηρήσει την ηθική που κληρονόμησε από τις παλιές γενιές αριστερών- ο ΣΥΡΙΖΑ τη δίνει κάθε μέρα, αλλά έχει μπροστά του ένα καθοριστικό σταυροδρόμι, το επικείμενο συνέδριο. Σε αυτό (δεν θα υπάρξει μάλλον δεύτερη ευκαιρία, το επόμενο θα γίνει έπειτα από 3 χρόνια στην εξουσία) θα πρέπει να διαμορφωθεί ένα κόμμα – θεσμός που θα ελέγχει και θα καθοδηγεί την κυβέρνηση, όπως κάνουν στις βορειοευρωπαϊκές χώρες τα εργατικά συνδικάτα έναντι της Σοσιαλδημοκρατίας.
Θα καταστεί, λοιπόν, ο κομματικός ΣΥΡΙΖΑ ένας αυτόνομος από την κυβέρνηση, αλλά παρεμβατικός προς αυτήν, ισχυρός θεσμός ή θα μετατραπεί στον πιο εύκολο χειροκροτητή της; Θα μπορέσει να σταθεί η συλλογικότητα του ΣΥΡΙΖΑ στο ίδιο ύψος με τον ηγέτη του (και λίγο ψηλότερα) ή θα δημιουργηθεί ένα αρχηγικό σχήμα, όπως το ΠΑΣΟΚ του Αντρέα; Θα αναδυθεί ένα κόμμα που θα μεταφέρει στην κυβέρνηση τη βούληση της κοινωνίας ή η πολιτική θα ασκείται με βάση βραχυπρόθεσμες δημοσκοπικές αναλύσεις, όπως παλιότερα;
Μάλλον ο μπαρμπα-Γιάννης δεν θα προτιμούσε την εύκολη λύση.
Ο Φοίβος Κλαυδιανός είναι δημοσιογράφος
Πηγή: Η Αυγή