Macro

Ιωσήφ Σινιγάλιας: Εξηλεκτρισμός στον δρόμο της ενεργειακής μετάβασης

Στα αντιφατικά και ασαφή συμπεράσματα της COP26 (Νοέμβριος 2021), προστέθηκε η έκρηξη της (αναμενομένης) πολεμικής σύρραξης, συνθέτοντας συσσωρευτικά ένα πλαίσιο δισεπίλυτων παραμέτρων του ενεργειακού προβλήματος, μετατρέποντας τα αβέβαια και μετέωρα βήματα της οικολογικής μετάβασης, σε πορεία ανάσχεσης και υποχώρησης από τους στόχους απανθρακοποίησης για το 2050.

Στους προβληματισμούς που άφησε πίσω της η COP26, προστέθηκε η «διευκόλυνση», που οι έκτακτες πολεμικές συνθήκες πρόσφεραν σε οσους αμφισβητούσαν την ένταση της κλιματικής καταστροφικής πορείας, καθώς και τα καραδοκούντα, ριζωμένα ισχυρά οικονομικά και γεωπολιτικά σχέδια και οικονομικά συμφέροντα, προκείμενου να αξιοποιηθεί εκ νέου η αντίληψη ότι οι έκτακτες συνθήκες αντιμετωπίζονται μόνο με έκτακτα μέτρα με συνεπακόλουθο σε ό,τι αφορά την άρση της νομιμότητας σε ολο της το εύρος.
Ο προβληματισμός και τα διλλήματα περί σχέσης ορυκτών καυσίμων και ανανεώσιμων πηγών, οι χρόνοι της οικολογικής μετάβασης, τα εναλλακτικά και μεταβατικά καύσιμα ξαναμπήκαν στο τραπέζι και όλα μαζί υποχώρησαν κάτω από το βάρος της μόνης πολιτικά ορθής επιταγής: συνεχίζουμε και αυξάνουμε την χρήση του ορυκτού αερίου, αρκεί να μην είναι ρωσικής προέλευσης! Εντελώς «τυχαία» εναπομένον διαθέσιμο είναι το αμερικάνικο υγροποιημένο LNG…στοιχίζει και πολύ περισσότερο.
Η πολιτική εργαλειοποίηση της ενέργειας, σαν κοινωνικού αγαθού, καθοδηγείται μέσα σε προσεκτικά ελεγχόμενα πλαίσια, που ορίζονται από παραμέτρους όπως η ενεργειακή ασφάλεια, επάρκεια και πηγή προέλευσης, ενώ η ενεργειακή μετάβαση και η περιβαλλοντική βιωσιμότητα χάνουν την προσοχή που είχαν αποκτήσει, παραμορφώνονται και υποχωρούν με κάθε είδους εθνικοπατριωτικά εφευρήματα περί αυτάρκειας (εξορύξεις) και άτακτες φυγές προς τα μπρος (πυρηνικά).
Η σύνθετη και περίπλοκη κατάσταση επιχειρείται να «απλουστευθεί» σε ένα κλίμα αναγκαστικών προτεραιοτήτων, οπου το ενεργειακο κόστος συντρίβει κάθε κριτική στην ορθολογική χρήση των καυσίμων και στις οικολογικές και περιβαλλοντικές επιπτωσεις.
Με την αμόλυβδη στα 2,2 ευρώ το λίτρο, την κιλοβατώρα καταδικασμένη σε πολύχρονη ειρκτή ρήτρας προσαρμογής, διαμορφώνονται συνθήκες όπου η κοινωνική αντοχή και υπομονή μπορούν να εξαργυρωθούν ταχέως με παροχές ή με/και υποκαταστάσεις με άλλες περισσότερο έκτακτές συνθήκες. Το κόστος διαβίωσης επιδρά άνισα πάνω στις ίδιες τις συνθήκες της διαβίωσης προσθέτοντας νέο βαρύ φορτίο ανισοτήτων, η έκρηξη και η ένταση των οποιων κινδυνεύει να ξεφύγει από κάθε έλεγχο.
Ηλεκτροπαραγωγή και οι επιπτώσεις στην ενεργειακή μετάβαση
Για να επιτευχθεί ο στόχος περιορισμού της υπερθέρμανσης του πλανήτη κάτω από τους 2οC, θα πρέπει να μηδενιστούν οι εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου, το αργότερο μέχρι τα μέσα του αιώνα. Ο «καθαρός» ηλεκτρισμός, βασισμένος αποκλειστικά στην χρήση ΑΠΕ, σε βασικούς ενεργοβόρους και ρυπογόνους τομείς (π.χ. οδικές μεταφορές, θέρμανση και ψύξη κατοικιών, βιομηχανία κλπ.), καθώς η χρήση καθαρού υδρογόνου εμφανίζονται να είναι οι δυο πλέον αποτελεσματικοί τρόποι επίτευξης των κλιματικών στόχων.
Το μερίδιο της ηλεκτρικής ενέργειας στην τελική ζήτηση ενέργειας θα πρέπει να αυξηθεί από το σημερινό 20% πάνω από το 60% μέχρι τα μέσα του αιώνα. Προσθετικά, η χρήση πράσινου υδρογόνου σε τομείς που μπορούν εύκολα να ηλεκτροδοτηθούν (με «πράσινο» ηλεκτρισμό), όπως ο χάλυβας και οι θαλάσσιες μεταφορές μεγάλων αποστάσεων, θα αντιπροσωπεύσει, πιθανότατα άλλο ένα 15-20% της τελικής ενεργειακής ζήτησης.
Η βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας θα πρέπει, επίσης, να αποτελέσει βασική προτεραιότητα, αλλά δεν θα εξαλείψει την ανάγκη για μαζική αύξηση της παροχής ηλεκτρικής ενέργειας.
Στη χώρα, η ηλεκτρική ενέργεια αντιπροσωπεύει το 28% της συνολικής καταναλωμένης ενέργειας (μεσος όρος ΕΕ27 23%), δηλ. 5.294 KWh ανα κάτοικο (Eurostat 2021), ενώ το ποσοστό παραγωγής πράσινου ηλεκτρισμού (από ανανεώσιμες πηγές, ΑΠΕ) είναι 39,4%, πολύ χαμηλότερο του αντίστοιχου 62,7% της ΕΕ27.
Το σχετικά χαμηλό ποσοστό συμβολής των ΑΠΕ και το υψηλό ποσοστό ορυκτών καυσίμων στην ηλεκτρική κατανάλωση, κατατάσσει την Ελλάδα στις πολύ ρυπογόνες χώρες με 363 γραμμάρια CO2eq ανα κιλοβατώρα (μέσος ορος ΕΕ27 262,5 γραμμάρια. Πηγή EMBER 2021). Η μεγάλη έκθεση της χώρας από τα ορυκτά καύσιμα 81,4% (λιγνίτης 11,3%, πετρέλαιο 8,7%, φυσικό αέριο 40,6%) στο σύνολο της κατανάλωσης, συνιστά απειλή στην επίτευξη του στόχου απανθρακοποίησης για το 2050.
Στρατηγικος στόχος πρέπει να είναι η αντιστροφή της έντονα αυξητικής τάσης στη χρήση τού ορυκτού αερίου, ειδικά στην ηλεκτροπαραγωγή μέσω της επιτάχυνσης της διείσδυσης των ΑΠΕ αντί της ενίσχυσης του λιγνίτη και του φυσικού αερίου στην παραγωγή.
Σε αυτή την κατεύθυνση, δεν πρέπει να περιοριστεί η εγκατάσταση ΑΠΕ μεγάλης κλίμακας, αλλα η θεσμοθέτηση παροχής ισχυρών κίνητρων για την εγκατάσταση μικρής κλίμακας ΑΠΕ, που θα καλύπτουν τις ίδιες ενεργειακές ανάγκες μέσω του ενεργειακού συμψηφισμού (metering) και την ανάπτυξη ενεργειακών κοινοτήτων αυτοπαραγωγής (σήμερα μόνο το 3% στην Ελλάδα).
Οι ΑΠΕ παραμένουν η οικονομικότερη λύση ηλεκτροπαραγωγής και η λιγότερο ρυπογόνος, όπως από τον Πίνακα 1 (κόστος εγκατάστασης, χρήσης, στην διάρκεια ζωής) από διαφορετικές ενεργειακές πηγές (Πηγή: Lazard 2020).
Αναθεώρηση των στοχων του ΕΣΕΚ
Η ανάγκη ενσωμάτωσης των πρόσφατων αυστηρότερων δεσμεύσεων της ΕΕ FitFor55 για τον περιορισμό των εκπομπών CO2 κατά -55% από -42% σε σχέση με το 1990, καθώς και οι εκρηκτικές αυξήσεις, παρατεταμένης διάρκειας, του κόστους των ορυκτών καυσίμων, επιβάλλουν την άμεση, χωρίς καθυστερήσεις αλλαγή της μέχρι τώρα ακολουθουμένης ενεργειακής πολιτικής, στο σύνολο της.
Στον Πίνακα 2 καταγράφονται τα βασικά δεδομένα ηλεκτροπαραγωγής 2021 και δυο προτεινόμενα σενάρια για το 2030 και 2050 που στοχεύουν στην ταχεία ανάπτυξη των ΑΠΕ με αντίστοιχη υποχώρηση στη χρήση των ορυκτών και ομόχρονη αύξηση του μεριδίου της στο σύνολο της ενεργειακής κατανάλωσης.
Το σενάριο Α είναι επικαιροποιημένο και έχει επεξεργαστεί πρόσφατα, από το ελληνικό The Green Tank (Λύσεις πολιτικής για ένα βιώσιμο μέλλον), ενώ το Β περιλαμβάνεται στην «Μακροχρόνια Στρατηγική για το 2050» του YΠΕΝ. Στο σενάριο Α προτείνεται η αύξηση της διείσδυσης ΑΠΕ από το προβλεπόμενο ποσοστό 60% στο 75% μειώνοντας κατά 55% τα ορυκτά με αύξηση της συμμετοχής των ΑΠΕ κατά περίπου 64%. Στο σενάριο 2 (ΕΕ1,5) προβλέπεται σημαντική αύξηση του μεριδίου της ακαθάριστης παραγωγής για το 2050 κατά 33% σε σχέση με το ΕΣΕΚ30, με την μεγαλύτερη αύξηση στην ιδιοκατανάλωση (από 1,2 σε 13,3 TWh). Το βάρος των ΑΠΕ αυξάνεται κατά 117%, ενώ τα ορυκτά μειώνονται κατά 85%.
Στην κατεύθυνση μιας συνεπούς και επικαιροποιημένης ενεργειακής πολιτικής, το σενάριο 1 περιλαμβάνει επιθυμητές βελτιώσεις και προσαρμογές, το δε σενάριο 2 χρήζει βαθύτερης αναπροσαρμογής, κυρίως οσο αφορά τον χρόνο εφαρμογής, προκειμένου να διασφαλιστούν οι κλιματικοί στόχοι.
Το ΕΣΕΚ χρήζει ριζικής αναθεώρησης, σε ένα περιβάλλον θεσμικής συμβολής και συνεργασίας όλων των εμπλεκομένων κοινωνικών φορέων, εγκαταλείποντας τον μεροληπτικό και συγκεντρωτικό σχεδιασμό.

Ο Ιωσήφ Σινιγάλιας είναι μηχανολόγος μηχανικός.

Η ΕΠΟΧΗ