Συνεντεύξεις

Ο Ηλίας Νικολακόπουλος στην «Εποχή» για την κυβερνητική πολιτική, τις διεργασίες στο Κέντρο και τη Δεξιά

Συζητάμε με τον πολιτικό επιστήμονα Ηλία Νικολακόπουλο για τις διεργασίες στο Κέντρο και τη Δεξιά, την κυβερνητική πολιτική, όπως και τη στάση της κοινωνίας απέναντι σε αυτή. Ο Η. Νικολακόπουλος κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τη δυνατότητα ανόδου της Χρυσής Αυγής, ενώ επισημαίνει πως η Νέα Δημοκρατία παραμένει εγκλωβισμένη στα όρια της μνημονιακής ΝΔ από το 2011 και μετά. Ακόμα εντοπίζει τον διάχυτο αντικομμουνισμό, όπως και τα αδύναμα σημεία της κυβέρνησης.

Τη συνέντευξη πήραν οι Π. Κλαυδιανός και Χ. Γεωργούλας

Έχουν διαμορφωθεί ακόμη τα χαρακτηριστικά του πολιτικού συστήματος που προέκυψε μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου;
Από τις εκλογές Μαΐου και Ιουνίου του 2012 βρεθήκαμε μπροστά στην κατάρρευση ενός μέχρι τότε σταθερού κομματικού συστήματος. Δεν ήταν δηλαδή μόνο η κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ και η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος αρχικά λειτούργησε και ως το εγγύτερο υποκατάστατο για έναν κόσμο που είχε ακολουθήσει το ΠΑΣΟΚ. Ταυτόχρονα τραυματίστηκε και η ΝΔ. Όλα τα εκλογικά αποτελέσματα της ΝΔ – Ιούνιος 2012 και οι δυο εκλογές του 2015 την – έφεραν κάτω απ’ το ιστορικό χαμηλό ενός κυρίαρχου κόμματος της Δεξιάς που ήταν το 33,5% του Κώστα Καραμανλή το 2009. Άρα ο σταθεροποιημένος δικομματισμός της περιόδου 1981 – 2009 κατέρρευσε. Από την κατάρρευση αναδείχθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ ως ηγεμονική δύναμη στο αριστερό φάσμα, ταυτόχρονα, όμως, αναδείχθηκαν και μια σειρά νέα κόμματα. Το πιο χαρακτηριστικό είναι η Χρυσή Αυγή, δευτερευόντως οι Ανεξάρτητοι Έλληνες αλλά και η ΔΗΜΑΡ η οποία βέβαια εξέπνευσε αλλά είχαμε, κατά κάποιο τρόπο, την υποκατάστασή της από το Ποτάμι. Άρα, το πολιτικό σκηνικό που αναδείχθηκε τότε, και γκρόσο μότο επιβεβαιώθηκε το 2015, είναι ένας ατελής δικομματισμός ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ που αθροίζει ελαφρώς κάτω από 65% και ταυτόχρονα ένας πολωμένος πολυκομματισμός με άλλα έξι κόμματα στη Βουλή, όλα σαφώς κάτω του 10%. Αυτό, δεν είναι κομματικό σύστημα σταθεροποιημένο. Αυτή τη στιγμή την αποσταθεροποίησή του βλέπουμε κυρίως σ’ αυτό που ονομάζεται μεσαίος χώρος. Έχουμε ήδη τρία κόμματα – και παραδόξως μόνο η Ένωση Κεντρώων καταγράφει δημοσκοπική άνοδο -που μαζί με το ΚΙΔΗΣΟ προσπαθούν να διαχειρισθούν ένα σχετικά μικρό ποσοστό– όλα μαζί αθροίζουν δεν αθροίζουν 18%. Αυτός ο χώρος προκαλεί την αστάθεια του συστήματος.

Γιατί το ονομάζεις πολωμένο πολυκομματισμό;
Πρώτον, υπάρχει μεγάλη πόλωση μεταξύ ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ, ενώ τα δυο από τα έξι κόμματα, ΚΚΕ και Χρυσή Αυγή, βρίσκονται εκτός κοινοβουλευτικής συμμαχίας από θέση. Μπορεί κάποια στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ να φλερτάριζε για συμμαχία με το ΚΚΕ, όπως έγινε στην Πορτογαλία, αλλά το ίδιο τοποθετεί τον εαυτό του εκτός κοινοβουλευτικής συμμαχίας. Η Χρυσή Αυγή τοποθετείται από όλους – και από την ίδια – εκτός κοινοβουλευτικής συμμαχίας. Με ένα ποσοστό, λοιπόν, πάνω από 10% εκτός κοινοβουλευτικής συμμαχίας αυτό είναι ο πολωμένος πολυκομματισμός.

Οι δυσκολίες του Κέντρου

Ο χώρος του Κέντρου γιατί δεν μπορεί να ανασυντεθεί;
Ο χώρος του Κέντρου πρώτον δυσκολεύεται να ενοποιηθεί διότι καθένα από τα μέρη του έχει και διαφορετική καταγωγή. Άλλο μέρος διεκδικεί το γνήσιο ΠΑΣΟΚ του 1981 ή του 1974. Άλλο, όπως το Ποτάμι, δημιουργεί ένα τελείως ασταθές μόρφωμα προσπαθώντας να συνθέσει ιδέες της ανανεωτικής αριστεράς με αυτές της νεοφιλελεύθερης δεξιάς. Ενώ, η Ένωση Κεντρώων δεν έχει ιδεολογική ραχοκοκαλιά ούτε ταυτότητα. Άρα πώς να γίνει αυτή η σύνθεση; Παρ’ όλα αυτά η ύπαρξή του και η αντοχή του διαχρονικά εμποδίζει τον υπό διαμόρφωση νέο δικομματισμό να σταθεροποιηθεί.

Δεν είναι, όμως, μόνο τοπογραφική η δυσκολία, είναι και ότι, στο εσωτερικό του, γίνεται κάποια μάχη για τον προσανατολισμό.
Ναι, είναι φανερό ότι ο χώρος αυτός αναζητά μια ταυτότητα για να σταθεροποιήσει την παρουσία του χωρίς, προς το παρόν, να το καταφέρνει. Συμμαχία με τη ΝΔ δοκίμασε και την πλήρωσε, πολύ. Ακόμη και στην κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ, το 2012, είχε πάρει 13%. Σήμερα είναι στο μισό, άρα πλήρωσε τη συγκυβέρνηση. Την επιλογή για μια δυνητική συμμαχία με τον ΣΥΡΙΖΑ τη φοβάται πάρα πολύ, ότι θα την πληρώσει επίσης. Επιπλέον, μέσα στον χώρο υπάρχουν, σίγουρα, αντίρροπες δυνάμεις. Άλλοι θα επιθυμούσαν τη συμμαχία με τη ΝΔ κάποιοι άλλοι δειλά δείχνουν να σκέφτονται, δεν λέω να επιθυμούν, με τον ΣΥΡΙΖΑ που θα ήταν, κατά κάποιο τρόπο, και πιο φυσιολογική.

Η ΝΔ έχει το δικό της σχέδιο ανασυγκρότησης του χώρου της Δεξιάς. Τι βάθος και τι εύρος έχει;
Η ΝΔ παλαιότερα, πραγματικά μπορούσε να εκπροσωπεί ένα ευρύτατο φάσμα που είχε μέσα του από στοιχεία ακροδεξιάς -αν αναλογιστούμε ότι κοινοβουλευτικό κόμμα ακροδεξιάς εμφανίσθηκε μόλις το 2007 με τον ΛΑΟΣ- και σίγουρα πήγαινε μέχρι τις παρυφές του κέντρου ενσωματώνοντας κέντρο-φιλελεύθερα στοιχεία. Από το 2012 και μετά έχει χάσει την ακροδεξιά πτέρυγα και παραδόξως δεν έχει ενισχύσει την κεντρώα. Είναι λογικό, επομένως, μια νέα στρατηγική, με τη σημερινή ηγεσία, να στοχεύει να αποκαταστήσει την πολύ-συλεκτικότητα που οφείλει να έχει ένα κεντροδεξιό κόμμα. Ακόμη, όμως, δεν το έχει πετύχει και γιατί δεν μπορεί να αποβάλει τελείως μια ακροδεξιά ρητορική, την οποία προσπαθεί να συνδυάσει με την κεντρώα, και γιατί η διεύρυνση προς το Κέντρο δεν είναι αυτονόητη. Επομένως, ναι μεν προηγείται σήμερα δημοσκοπικά, λόγω κυρίως της αποσυσπείρωσης του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και με περιορισμένα κέρδη από τον ΣΥΡΙΖΑ, απ’ ευθείας, στο πλαίσιο ενός δικομματισμού, δεν έχει όμως κατορθώσει να γίνει η ηγεμονική δύναμη που θα μπορούσε να οδηγήσει στην εναλλαγή. Δεν διαθέτει καν τους απαραίτητους συμμάχους. Δηλαδή, θα έπρεπε τουλάχιστον τη συμμαχία που είχε πετύχει μετά το 2012 με το ΠΑΣΟΚ, να μπορεί να τη ξαναοργανώσει και να γίνει πλειοψηφική. Προφανώς, δεν αρκεί το Ποτάμι να αποτελέσει τον κυβερνητικό σύμμαχο. Το Ποτάμι είτε κάνει τη μια επιλογή, προς τη ΝΔ, είτε κάνει την άλλη, προς τον ΣΥΡΙΖΑ, είναι συνταγή διάσπασης.

Εγκλωβισμένη η ΝΔ

Το σχέδιο της ευρωπαϊκής παράταξης δεν φαίνεται να έχει βάση, πλέον.
Το σενάριο του Ευρωπαϊκού Κόμματος, του Ευρωπαϊκού Συναγερμού, υπήρχε περίπου από το 2012. Δοκιμάστηκε στο δημοψήφισμα και απέτυχε. Ναι μεν μπορεί σήμερα να λέει κάποιος ότι η ΝΔ θα εκπροσωπήσει, περίπου, το σύνολο του «ναι» άρα να βάλει ένα στόχο περί το 40%, αλλά αυτός δεν υλοποιείται αυτή τη στιγμή. Δηλαδή, ούτε το ΠΑΣΟΚ δείχνει διατεθειμένο να επαναλάβει το πείραμα – το Ποτάμι μετά βίας το μπορεί – ούτε οι Κεντρώοι. Επιπλέον, το σενάριο αυτό συγκροτήθηκε την εβδομάδα του δημοψηφίσματος μπροστά στον, έστω και φαντασιακό, κίνδυνο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα έβγαζε τη χώρα από την ευρωζώνη, πόσο μάλλον από την ΕΕ. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει αυτή η προοπτική. Άρα, πρέπει να συγκροτηθεί στο ότι παρά το τρίτο μνημόνιο, παρά τη συμφωνία ο ΣΥΡΙΖΑ είναι εγγενώς αντιευρωπαϊκό κόμμα. Διότι τούτο, εκείνο κτλ. Αλλά αυτό θα ήταν πια θέμα εσωτερικής πολιτικής. Αυτή τη στιγμή, παρά το δημοσκοπικό προβάδισμά της, είναι σαφές ότι η ΝΔ παραμένει εγκλωβισμένη στα όρια της μνημονιακής ΝΔ από το 2011 και μετά.

Στόχοι της νέας ηγεσίας της ΝΔ

Η ΝΔ μπορεί να αποτελέσει το κόμμα εκείνο που θα συγκεντρώσει τη φθορά της κυβέρνησης;
Μόνο αν πετύχει αυτό, να συσπειρώσει τη φθορά της κυβέρνησης και βρεθούμε στη λογική ενός λειτουργικού, εκλογικά, δικομματισμού. Διότι, ο δικομματισμός, όσο και να είναι ατελής, πρέπει ο ένας παίκτης να τροφοδοτείται από τη φθορά του άλλου. Ο ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε τον Γενάρη να ξεπεράσει το 36% όχι λεηλατώντας το μεσαίο χώρο αλλά, κερδίζοντας απευθείας 250.000 απογοητευμένους ψηφοφόρους της ΝΔ του 2012 (4% του εκλογικού σώματος) στον ΣΥΡΙΖΑ του 2015. Και σε μεγάλο βαθμό, είναι εντυπωσιακό, τους κράτησε και τον Σεπτέμβριο. Για να μπορέσει η ΝΔ να γίνει η αντίστοιχη δυναμική έκφραση ενός αντί-ΣΥΡΙΖΑ ρεύματος πρέπει να πετύχει αυτό, όχι να πάρει από το 4% του Ποταμιού.

 Η ΝΔ δεν έχει βρει ακόμη από πού θα κάνει κριτική – πολεμική στην κυβέρνηση.
Νομίζω ότι η ΝΔ αν προσπαθήσει να κάνει αντιπολίτευση όπως υποτίθεται ότι ήθελε στην αρχή, δηλαδή σε μια μεταρρυθμιστική βάση και με συγκεκριμένο πρόγραμμα, θα χάσει και από δω και από κει. Η μόνη της ελπίδα να το πετύχει είναι αυτό το οποίο κάνει, στην πραγματικότητα, αυτή τη στιγμή. Χτυπάει τον ΣΥΡΙΖΑ για την αναποτελεσματικότητά του, προσπαθεί να του στερήσει το ηθικό πλεονέκτημα. Να χτυπήσει, δηλαδή, όχι απ’ τα δεξιά ή τ’ αριστερά αλλά συνολικά, παντού την παρουσία του, να καρπωθεί απογοήτευση. Εάν για να καρπωθείς απογοήτευση πρέπει να γίνεις συγκεκριμένος δεν την καρπώνεσαι. Αυτή, εξάλλου, ήταν και η τακτική του ΣΥΡΙΖΑ.

Γιατί λοιπόν η ΝΔ δεν ακολουθεί τη γραμμή του ώριμου φρούτου και ζητά εκλογές;
Αυτό θα επιθυμούσε η νέα της ηγεσία. Αυτό όμως που έχει διαμορφωθεί σε αρκετά μεγάλο τμήμα και της δικής της κομματικής βάσης αλλά και σε άλλους είναι η υιοθέτηση μιας απόλυτα αντί-ΣΥΡΙΖΑ τακτικής, η οποία αντιφάσκει με την πολιτική του ώριμου φρούτου. Δεν νομίζω ότι ήταν η αρχική της επιθυμία αυτό, το είχε εξάλλου εκφράσει. Τώρα, δείχνει αυτό να τελειώνει. Είναι πολλοί που ωθούν προς αυτή την κατεύθυνση. Το πιο επικίνδυνο φαινόμενο της τελευταίας περιόδου είναι η ενδυνάμωση ενός τυφλού ρεύματος αντί-ΣΥΡΙΖΑ. «Να φύγουν, να φύγουν, να φύγουν». Είναι και θεσμικά επικίνδυνο.
Τα αδύναμα σημεία
της κυβέρνησης

Τον Σεπτέμβρη, όμως, ψηφίστηκε και διότι δημιούργησε νέες προσδοκίες: ότι ως αριστερό κόμμα και όχι απλώς αντιμνημονιακό θα διαχειρισθεί καλύτερα την κακή συμφωνία αλλά και θα προχωρήσει και σε μετασχηματισμούς, παράλληλο πρόγραμμα κτλ. Αυτό δεν είναι μπροστά μας;
Η κυβερνητική εμπειρία ΝΔ – ΠΑΣΟΚ, είναι αυτή που αποτελεί τροχοπέδη αυτή τη στιγμή για μια διεύρυνση της ΝΔ, αυτή έδωσε στον ΣΥΡΙΖΑ το προβάδισμα τον Σεπτέμβρη. «Με τους άλλους ξέρουμε τι μας περιμένει, ας τους δώσουμε μια δεύτερη ευκαιρία». Μέχρι στιγμής δεν έχει δείξει ότι πραγματικά μπορεί να το εκμεταλλευτεί. Το λεγόμενο παράλληλο πρόγραμμα όχι ότι δεν είναι σημαντικό, είναι και παραείναι, γιατί αφορά πραγματικά αυτούς που είναι εκτός κοινωνίας. Αλλά δεν είναι αυτή η πλειοψηφία του κόσμου. Αυτό που θα δώσει την εκλογική – πολιτική ώθηση είναι να δείξει ότι πραγματικά η διακυβέρνησή του προσφέρει στο θέμα της δικαιοσύνης, της παιδείας, του περιβάλλοντος, της υγείας κτλ νέα στοιχεία. Μέχρι στιγμής δεν έχουν φανεί και αυτό είναι το πιο αδύναμο σημείο της κυβέρνησης. Ότι δεν έχει κατορθώσει να εμπεδώσει μία εικόνα διαφορετικής και σίγουρα αριστερής διακυβέρνησης. Επίσης, υπάρχει αδυναμία να αναδείξει ένα νέο πολιτικό προσωπικό το οποίο να μπορεί να ανταποκρίνεται στις επιθυμίες του κόσμου. Υπάρχουν πολλά αξιόλογα στελέχη στην κοινοβουλευτική Ομάδα, δεν έχουν αναδειχθεί όμως σε πρωταγωνιστικό ρόλο και άλλα δεν μπορούν να πείσουν παραπέρα την κοινωνία. Χρειάζεται, παράλληλα, με την κυβερνητική πολιτική και μια κομματική πολιτική που να αντιπροσωπεύει κάτι διαφορετικό, νέο.

Ο κόσμος θεωρεί ότι υπάρχει μια κυβέρνηση με κορμό την Αριστερά, ή μια συνηθισμένη κυβέρνηση;
Φοβάμαι ότι κυρίως πιστεύει ότι έχει μια μη αποτελεσματική κυβέρνηση. Που δεν αντιμετωπίζει την καθημερινότητά του, στις δημόσιες υπηρεσίες, στην πραγματική οικονομία δεν αισθάνεται ότι έχει έλθει μια αλλαγή και ότι είναι διαφορετικά από πριν. Κι αυτό οδηγεί μεγάλα κομμάτια του κόσμου στην απαξίωση της κυβέρνησης όπως απαξίωσε και τους προηγούμενους. Την ανανέωση αυτού του απαξιωμένου και παλιού πολιτικού προσωπικού δεν έχει κατορθώσει ακόμη να την εισπράξει ο ΣΥΡΙΖΑ. Είναι ελάχιστοι οι υπουργοί που αντέχουν δημοσκοπικά. Υφίστανται, βέβαια, έναν ανηλεή πόλεμο. Επηρεάζει επίσης και η ακραία αντιπολιτευτική στάση του Τύπου γιατί ο κόσμος είναι έτοιμος, μετά από έξι χρόνια, να καταδικάσει οποιονδήποτε είναι στην εξουσία.

Όσοι συγκρότησαν κινήσεις απ’ τ’ αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, στηριζόμενοι στο «όχι» κ.τ.λ. τι προοπτική έχουν;
Δεν πέτυχαν, ούτε αυτή τη στιγμή δείχνουν, δημοσκοπικά, δυναμική. Είναι και κάτω από το αποτέλεσμα του Σεπτέμβρη. Αυτός που εισπράττει ένα μέρος από την αριστερή αντιπολίτευση έχοντας ακολουθήσει μια σταθερή πολιτική είναι το ΚΚΕ.

Επικίνδυνη η υπόγεια ενδυνάμωση της Χρυσής Αυγής

Η Χρυσή Αυγή πώς βλέπεις να κινείται αυτή την περίοδο;
Ίσως το πιο επικίνδυνο φαινόμενο της περιόδου είναι η υπόγεια ενδυνάμωση της Χρυσής Αυγής. Υπάρχουν τέτοια δείγματα, δημοσκοπικά δεν φαίνονται προς το παρόν, είναι όμως σταθερά τρίτο κόμμα. Η απαξίωση της πολιτικής άρα και της κυβέρνησης τροφοδοτεί λογικές της Χρυσής Αυγής. Το προσφυγικό, που το χειρίζεται με μαεστρία, επίσης τις τροφοδοτεί. Όσο επικρατεί στη δημόσια σφαίρα η αλληλεγγύη, ο ανθρωπισμός κτλ μαζεύεται. Μαζεύτηκε τόσος κόσμος στην Πλατείας Βικτωρίας και δεν εμφανίστηκε ούτε ένας χρυσαυγίτης. Όπου όμως μπορεί, όπως στη Βέροια, εν μέρει στην Κω, εκεί εμφανίζεται δυναμικά. Το προσφυγικό εκ των πραγμάτων την ενισχύει, το χειρίζεται με πολύ προσεκτικό τρόπο αλλά δεν σημαίνει ότι δεν καρπώνεται κάτι απ’ αυτό. Οι αντί-ΣΥΡΙΖΑ εκδηλώσεις, ως και τραμπουκισμοί είχαν μέσα χρυσαυγίτες. Δηλαδή, πηγαίνει καβάλα στο κύμα όπου νομίζει ότι μπορεί να πετύχει. Και εκμεταλλεύεται απόλυτα μια αντικομμουνιστική και αντι-συριζαιϊκή ευρύτερη αίσθηση την οποία συν-διαμορφώνει και η ακροδεξιά της ΝΔ. Η διαφαινόμενη επιχείρηση δημιουργίας ενός δεξιού κόμματος ανάμεσα στη ΝΔ και ΧΑ είναι μια προσπάθεια αυτών των ανθρώπων οι οποίοι θεωρούν ότι μπορεί να βρουν ζωτικό χώρο. Δεν είμαι βέβαιος ότι μπορούν να τον βρουν, αλλά σίγουρα η ενδυνάμωση της ΧΑ είναι από τα πιο επικίνδυνα φαινόμενα, διότι συνδυάζεται έτσι κι αλλιώς και με αντίστοιχες ευρωπαϊκές τάσεις. Όσον αφορά το εκκολαπτόμενο ακροδεξιό σχήμα, που αμφιβάλω αν τελικά θα υλοποιηθεί, δείχνει ότι και οι πρωταγωνιστές του διαισθάνονται μια ακροδεξιά διολίσθηση της κοινωνίας, την οποία και επιθυμούν να εκμεταλλευτούν.

Η στάση απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ και ο αντικομμουνισμός

Προχωρούν οι πολίτες πέραν της δυσφορίας;
Αυτό που διαπιστώνεται μέχρι στιγμής είναι ότι ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ όταν ήλθε στην εξουσία, πέρα από τις θετικές κρίσεις, διέθετε και ένα χώρο ανεκτικότητας, ουδετερότητας, αυτός τείνει, πλέον, να μειωθεί πάρα πολύ. Και γι’ αυτό έχουν αυξηθεί οι εντελώς αρνητικές κρίσεις για τον ΣΥΡΙΖΑ, πλέον. Η ανεκτικότητα με την οποία αντιμετωπίζονται πράξεις βίας κατά οργανώσεων ή στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ αυτό δείχνει. Θα έλεγα, πιο ανησυχητικό είναι η μεγάλη αύξηση των απόλυτα αρνητικών τοποθετήσεων, παρά η μείωση της πρόθεσης ψήφου. Αν δεν σπάσει, με συγκεκριμένο τρόπο, αυτό το αρνητικό περίβλημα δεν μπορείς να κυβερνήσεις.

Ποια η πηγή αυτού του φαινομένου;
Μια πηγή είναι τα προβλήματα διακυβέρνησης και δεν λέμε μόνο την εφαρμογή της συμφωνίας, η οποία δεν δημιούργησε, πραγματικά, μεγάλες τριβές. Μπορεί να δίνει όπλα προπαγάνδας. Καταρχάς, δεν είναι το τρίτο μνημόνιο είναι το δεύτερο που δεν είχε ολοκληρωθεί. Είναι η αίσθηση ότι «μας είπες ψέματα, μας μοίρασες υποσχέσεις που δεν τις βλέπουμε», μαζί με μια φυσιολογική αντιπολιτευτική διάθεση και κούραση του κόσμου – διότι και το ελάχιστο να του πάρει προστίθεται σε έναν κορμό μέτρων. Είναι, ότι υπάρχει ένας αρκετά διάχυτος αντικομμουνισμός. Ο ΣΥΡΙΖΑ αντιμετωπίζεται έτσι από ένα ευρύ κομμάτι της Δεξιάς, δεν έχει την ανοχή που είχε το ΠΑΣΟΚ που αντιμετωπιζόταν σαν Ένωση Κέντρου. Ο ΣΥΡΙΖΑ αντιμετωπίζεται σαν Κομμουνιστικό Κόμμα κι αυτό τροφοδοτεί μια αντικομμουνιστική ρητορική.

Αυτό το «μας είπατε ψέματα, πέσατε έξω» δεν εκτονώθηκε κάπως με τις εκλογές του Σεπτέμβρη;
Όχι δεν εκτονώθηκε. Οι εκλογές του Σεπτέμβρη, όπως παραπονιέται και η ΛΑΕ, ήταν ταχύρρυθμες εκλογές, απλώς επιβεβαίωση της πρωτοκαθεδρίας του. Αλλά είναι χαρακτηριστικό ότι δεν είχαν καμιά περίοδο χάριτος. Ήδη από τον Οκτώβρη καταγραφόταν πτωτική τάση, ακριβώς το αντίθετο από τον Γενάρη που επί τέσσερις μήνες είχε μια δημοσκοπική εκτίναξη και κυρίως περίοδο χάριτος. Αυτό τώρα δεν υπάρχει, σπαταλήθηκε στη «βαρουφάκεια πολιτική». Όχι ότι είχε τη δυνατότητα να κάνει οτιδήποτε άλλο όπως φάνηκε με την ανομοιογένεια που είχε ο ΣΥΡΙΖΑ. Έπρεπε να στηριχθεί στην περίοδο χάριτος, ότι όλα αυτά ήταν υπολείμματα του δεύτερου μνημονίου και να προχωρήσει στη στροφή όταν ήταν ακόμη καβάλα στο κύμα. Σήμερα, δεν είμαστε 5 μήνες μετά τις εκλογές αλλά 15 και οποιαδήποτε κυβέρνηση μετά από ένα δεκαπεντάμηνο είναι σε καθοδική πορεία.

Πηγή: Εποχή