Macro

H διεθνής απήχηση του κινήματος MeToo και ο κρυμμένος θυμός των γυναικών

Το MeToo είναι μια εκστρατεία στην οποία πολλές γυναίκες, ξεχωριστά η μια από την άλλη, αλλά κατά κάποιον τρόπο η μία μετά την άλλη, σε διάφορους χώρους, καταγγέλλουν επώνυμα ή και ανώνυμα συμπεριφορές σεξουαλικής βίας, κακοποίησης ή παρενόχλησης που αναφέρονται στο παρελθόν τους και σε κάποιες περιπτώσεις στο μακρινό παρελθόν τους.

Το κίνημα αυτό ξεκίνησε στην πλέον πρόσφατη εκδοχή του από τις ΗΠΑ τον Οκτώβριο του 2017, όταν η εφημερίδα “New York Times” και το περιοδικό “New Yorker” αποκάλυψαν ότι ο μεγιστάνας του Χόλιγουντ Χάρβεϊ Γουάινσταϊν εφάρμοζε επί δεκαετίες μια πατέντα σεξουαλικής παρενόχλησης και επιθέσεων. Ενάντια στην οποία κατεγράφησαν πάνω από 100 επώνυμες μαρτυρίες γυναικών. Ο Γουάινσταϊν απολύθηκε από την ομώνυμη εταιρεία του και έχει τεθεί υπό έρευνα σε τουλάχιστον δύο χώρες.

Μετά από τέσσερις μήνες έρευνας στα αρχεία της επιχείρησής του αποκαλύφθηκε ότι όλη η επιχείρησή του ήταν στημένη με τρόπο που να ικανοποιεί τις ορέξεις του, ενώ οι εσωτερικές καταγγελίες για παρενόχληση καταπνίγονταν και αποσιωπούνταν. Εν τω μεταξύ η εκστρατεία MeTοo εξαπλώθηκε στα κοινωνικά δίκτυα καθώς εκατομμύρια γυναίκες και μερικοί άνδρες μοιράστηκαν τις προσωπικές τους ιστορίες σεξουαλικής παρενόχλησης, επίθεσης και κακοποίησης. Το κίνημα μεγαλώνει συνεχώς.

Η γενεαλογία του MeTοo

Της εκστρατείας MeTοo είχαν προηγηθεί καταγγελίες μεμονωμένων περιστατικών μη προνομιούχων και μαύρων γυναικών, κυρίως ακτιβιστριών των γυναικείων δικαιωμάτων. Το ζήτημα της σεξουαλικής παρενόχλησης θεωρούνταν και είναι δύσκολο διότι οι γυναίκες που μιλούσαν για την παρενόχληση συχνά βρίσκονταν κατηγορούμενες οι ίδιες, ενώ οι καριέρες τους καταστρέφονταν. Όταν οι γυναίκες μιλούσαν, σπάνια τις πίστευαν, ενώ σχεδόν ουδέποτε υπήρχαν πραγματικές συνέπειες για τους άνδρες.

Όμως το 2017 αποτελεί σημείο καμπής γιατί αποκαλύπτεται η μεγάλη έκταση του προβλήματος. Οι γυναίκες εμπνεύστηκαν από άλλες που μίλησαν ανοιχτά και αποφάσισαν να μιλήσουν για κάτι που απέκρυβαν και τις πονούσε. Τα κοινωνικά δίκτυα έχουν έναν πολύ θετικό ρόλο στο κίνημα. Μέσα από εκατοντάδες χιλιάδες πλατφόρμες οι γυναίκες αντάλλασσαν εξιστορήσεις κακοποίησης ή παρενόχλησης.

Όμως η στιγμή της έκρηξης του προβλήματος εξηγείται τουλάχιστον εν μέρει από την παρουσία στον Λευκό Οίκο του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος αποδεδειγμένα καυχιόταν για σεξουαλικές επιθέσεις εναντίον γυναικών.

Στα πιο πρόσφατα περιστατικά δημόσιων καταγγελιών πρέπει να αναφέρουμε τη Σούζαν Φάουλερ, τη νεαρή μηχανικό που «έκαψε» την Uber και ενέπνευσε πολλές γυναίκες να καταγγείλουν τη σεξουαλική παρενόχληση. Τον Φεβρουάριο του 2016 δημοσίευσε στην προσωπική της ιστοσελίδα τη σεξουαλική παρενόχληση που υπέστη από τον προϊστάμενός της την πρώτη ημέρα που μπήκε στην ομάδα του. Το Τμήμα Προσωπικού έκανε τα στραβά μάτια στις διαμαρτυρίες της αναφέροντας ότι εκείνος ήταν ένα άτομο με «υψηλή απόδοση».

Η ανάρτησή της γι’ αυτό το περιστατικό και για άλλα διαδόθηκε αστραπιαία. Περιέγραφε λεπτομερώς τη συνενοχή του Τμήματος Προσωπικού της εταιρείας και ανώτερων διευθυντικών στελεχών που προστάτευαν τον δράστη. Μερικές ημέρες μετά την ανάρτησή της το Δ.Σ. της Uber άρχισε έρευνες, προχώρησε σε ενδο-εταιρικές μεταρρυθμίσεις και δημιούργησε μια κόκκινη γραμμή για καταγγελίες τέτοιων περιστατικών, που είχαν αποτέλεσμα να απολυθούν περισσότεροι από 20 υπάλληλοι.

Το σκάνδαλο σεξουαλικής παρενόχλησης στην Uber, αν και αρχικά φαινόταν ένα μεμονωμένο περιστατικό όμως στην πορεία έφτασε πολύ πιο μακριά από μια εταιρεία. Το 2017 ένας άνευ προηγουμένου αριθμός γυναικών, πολλές χιλιάδες, μίλησαν δημόσια για τη σεξουαλική παρενόχληση και οι συνέπειες για τους δράστες είναι επίσης χωρίς προηγούμενο. Στη Σίλικον Βάλεϊ γυναίκες επιχειρηματίες περιέγραψαν πως οι συναντήσεις τους με δυνάμει επενδυτές εξελίσσονταν σε «χουφτώματα» και απαράδεκτες προτάσεις. Το κύμα καταγγελιών προκάλεσε απολύσεις και παραιτήσεις πολλών τρανταχτών ονομάτων από τον επιχειρηματικό κόσμο. Όμως στη συνέχεια το κύμα έγινε τσουνάμι.

Παραμένοντας στις ΗΠΑ, στις οποίες το κίνημα έχει τεράστια απήχηση, αξίζει να αναφερθούμε, για να την τιμήσουμε, στη δικαστή Rosemarie Aquilina, η οποία πήρε το ρίσκο να υποστηρίξει τα θύματα της σεξουαλικής κακοποίησης του Larry Nassar, γιατρού θεραπευτή της Αμερικανικής Ομοσπονδίας Γυμναστικής, μέλους της ολυμπιακής επιτροπής των ΗΠΑ και του πανεπιστημίου Μίσιγκαν τη περίοδο 1994 έως 2016.

Σε διάρκεια επτά ημερών άκουσε 200 κοπέλες που κατέθεταν περιγράφοντας, συχνά κλαίγοντας, τα περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης και βίας που βίωσαν. Αποκάλεσε τις μάρτυρες «όχι θύματα, αλλά επιβιώσασες», ενώ, επειδή έπαιρνε συνεχώς το μέρος των θυμάτων, κατηγορήθηκε για έλλειψη αντικειμενικότητας στην άσκηση του ρόλου της.

Ο παγκόσμιος αντίκτυπος

Ας δούμε στοιχεία του παγκόσμιου αντίκτυπου που έχουν το κίνημα MeToo και η υπόθεση Γουάινσταϊν. Αντίστοιχο αντι-σεξιστικό κίνημα έχει αναπτυχθεί στον Καναδά, όπου χρησιμοποιείται το όνομα ΕγώΕπίσης (MoiAussi), το οποίο εμφανίζεται να έχει τη στήριξη πολλών ανδρών. Στη Γαλλία η εκστρατεία MeToo χρησιμοποιεί τον όρο balancetonporc (εκθέστε τον χοίρο σας), που τον δημιούργησε η δημοσιογράφος Sandra Muller.

Η Sandra Muller κατέγραψε στο Twitter τον Νοέμβριο του 2017 ένα περιστατικό που συνέβη κατά την εργασία της στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών του 2009 αναφέροντας και το όνομα του παραγωγού που την είχε παρενοχλήσει. Η καμπάνια #metoo, που δρομολογήθηκε στη συνέχεια, συγκέντρωσε περισσότερα από 4,5 εκατομμύρια δημόσια μηνύματα. Στη Γαλλία το balancetonporc έχει τεράστια επιρροή σε πολλούς κοινωνικούς και επαγγελματικούς χώρους: σε λύκεια, στον στρατό, σε νοσοκομεία κ.α. Ενώ πρόσφατα ψηφίστηκε ανανεωμένο νομοθετικό πλαίσιο ποινικοποίησης της σεξουαλικής παρενόχλησης.

Η περίπτωση της Σουηδίας έχει προκαλέσει ιδιαίτερη εντύπωση διότι η χώρα αυτή τοποθετείται συνεχώς, από το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων (EIGE), στην πρώτη θέση από την άποψη της ισότητας των φύλων. Σε δεκάδες επαγγέλματα δημοσιοποιούνται κείμενα και καταγγελίες, ενώ στην Ακαδημία που απονέμει το Νόμπελ Λογοτεχνίας έγιναν παραιτήσεις μελών της έπειτα από καταγγελίες εναντίον ισχυρού προσώπου της ακαδημίας και ακυρώθηκε η απονομή του Νόμπελ Λογοτεχνίας λόγω διασάλευσης της εμπιστοσύνης προς τον θεσμό.

Μεγάλη έκταση έχει λάβει το κίνημα στη Νότια Κορέα, όπου μια δικαστής κατήγγειλε υψηλό αξιωματούχο που την παρενοχλούσε ωθώντας πολλές γυναίκες να πουν τη δική τους ιστορία. Επίσης από τον διεθνή Τύπο έχουμε καταγράψει περιστατικά καταγγελιών στον απόηχο του MeToo στη Κίνα, στο Μαρόκο και στην Ισπανία. Στη χώρα μας, αν και περιπτώσεις σεξουαλικής βίας έχουν δει τη δημοσιότητα, δεν έχει διαφανεί κάποιο ρεύμα μαζικών δημοσιοποιήσεων ή καταγγελιών.

Το κίνημα MeToo δημιουργεί αντιδράσεις

Στη Γαλλία, ενώ είχε αρχίσει να απλώνεται και να ακούγεται ο λόγος των γυναικών, δημοσιεύθηκε στις 9 Ιανουαρίου στη “Le Monde” κείμενο με 100 υπογραφές διασήμων κυρίως γυναικών (μεταξύ των οποίων οι Catherine Millet, η Ingrid Caven και η Catherine Deneuve), με τίτλο «Υπερασπιζόμαστε την ελευθερία του πειράγματος, απαραίτητη στη σεξουαλική ελευθερία»1.

Στο κείμενο αυτό κατήγγειλαν το κίνημα MeToo για φεμινιστικό πουριτανισμό, για θυματοποίηση των γυναικών, για εχθρότητα της σεξουαλικής ελευθερίας αναγνωρίζοντας μόνο τον βιασμό ως έγκλημα και υπερασπιζόμενες την ελευθερία του σεξουαλικού πειράγματος, «ακόμα και αν είναι επίμονο και αδέξιο».

Επιβεβαιώνουν δε την απόρριψη ενός ορισμένου φεμινισμού που εκφράζει ένα «μίσος προς τους άνδρες». Κατηγορούν το κίνημα ότι, ενώ ξεκίνησε σωστά και πολλές γυναίκες πήραν τον λόγο για να καταγγείλουν την κατάχρηση εξουσίας εις βάρος τους μετεξελίχθηκε στο αντίθετό του καλλιεργώντας την καχυποψία και το κυνήγι μαγισσών.

Το κείμενο των εκατό γυναικών, που υπερασπίζεται την “ελευθερία του πειράγματος”, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις. Οι φεμινίστριες, με επικεφαλής την ακτιβίστρια Caroline De Haas, απάντησαν με άλλο κείμενο κατηγορώντας τις ότι «παρεμποδίζουν τη δυναμική που δημιούργησε το σκάνδαλο Γουάινσταϊν και ότι «περιφρονούν» τα θύματα σεξουαλικής βίας δίνοντας μια πολύ κακή εικόνα της Γαλλίας, ενώ αποθαρρύνουν ορισμένες γυναίκες, να απελευθερώσουν τον λόγο τους.

Η Christine Bard, ιστορικός, ειδική στην ιστορία του φεμινισμού, εξηγεί ότι είναι αναμενόμενο η πληθωρική ανάπτυξη του λόγου των γυναικών και η απελευθέρωση της ομιλίας τους για να καταγγείλουν τη σεξουαλική βία να δημιουργεί αυτό το είδος αντίδρασης. Πως η αντίδραση των 100 καλλιτέχνιδων εντάσσεται στο ρεύμα του αντιφεμινισμού, αφού αυτή η πλατφόρμα αναπτύσσει τα κλασικά επιχειρήματα, που υπάρχουν ήδη στον 19ο αιώνα, στην αντιφεμινιστική ρητορική: η κατηγορία της λογοκρισίας, η παραβίαση της σεξουαλικής ελευθερίας, το μίσος κατά των ανδρών και της σεξουαλικότητας, η θυματοποίηση των ιδίων των γυναικών. Ο λόγος τους είναι προφανώς λιγότερο αντιδραστικός από εκείνον των κλασσικών αντιφεμινιστικών ρευμάτων.

Η πλατφόρμα των 100 γυναικών επιτίθεται σε έναν φαντασιακό φεμινισμό που θεωρείται ότι θα εμποδίζει την απόλαυση και θα χαλάσει το παιχνίδι με τους άνδρες. Οι φεμινίστριες, φυσικά, δεν είναι ενάντια στη σεξουαλική ελευθερία. Άλλωστε, χωρίς τον φεμινισμό, για τι είδους σεξουαλική ελευθερία θα μιλάγαμε σήμερα; Του οφείλουμε την αντισύλληψη, το δικαίωμα στην έκτρωση, την κριτική στην ομοφοβία, τη σεξουαλική παιδεία, την κριτική για τον ετεροφυλόφιλο κανόνα, ενώ αυτή η κριτική γύρω από τα φύλα που είναι εμπνευσμένη από τη φεμινιστική κουλτούρα δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί.

Η Léa Clermont-Dion, συγγραφέας και διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Laval του Κεμπέκ, θέτει ένα άλλο επιχείρημα. Βεβαίως ο βιασμός είναι έγκλημα. Όμως και με βάση τον νόμο η σεξουαλική επίθεση μπορεί πράγματι να περιλαμβάνει σεξουαλικά αγγίγματα, αναγκαστικά φιλιά, μη συναινετικά χάδια.

Οι υπογράφουσες την επιστολή καθιστούν κοινότοπη όχι μόνο τη σεξουαλική παρενόχληση, αλλά και τη σεξουαλική επίθεση εκτός από τον βιασμό. Δηλαδή, σύμφωνα με αυτές, μόνο ο βιασμός παραμένει να θεωρείται ως η μόνη παράνομη σεξουαλική επίθεση. Όμως το επίμονο φλερτ μπορεί να ενσωματώνει μια μορφή σεξουαλικής παρενόχλησης, εάν επαναλαμβάνεται, ή και να οδηγήσει σε πιθανό βιασμό.

Η ιστορικός Michelle Perrot, ομότιμη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Παρίσι VII, εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι οι εκατό υπογράφουσες θα έπρεπε να έχουν διαθέσει το κύρος τους στην υπηρεσία του φεμινιστικού αγώνα και όχι εναντίον του.

Η ιστορικός Michele Riot-Sarcey, αναπτύσσει ένα άλλο επιχείρημα που αντιπαραθέτει την έννοια της χειραφέτησης στην έννοια της ελευθερίας του πειράγματος. Υποστηρίζει ότι οι γυναίκες που παίρνουν τον λόγο δεν είναι «αδύναμες υπάρξεις», πόσο μάλλον «θύματα» που θα αποφάσιζαν να ξεκινήσουν μια εκστρατεία ενάντια στους άνδρες στο όνομα του πουριτανισμού μιας άλλης εποχής!

Αυτή η επανάσταση της ομιλίας, τόσο ατομική όσο και συλλογική, μη βίαιη, αποκαλύπτει για πρώτη φορά μαζικά τι σημαίνει χειραφέτηση. Το σώμα που δέχεται τις μη συναινετικές θωπείες τώρα διεκδικείται από εκείνες που όχι μόνο ισιώνουν τα κεφάλια τους, λένε ότι υπάρχουν, ως αντικείμενα σκέψης και δράσης, αλλά ισχυρίζονται ότι δεν θα ανεχθούν, στο όνομα μιας κουλτούρας ελευθεριάζουσας ή ανδρικής υποτιθέμενης φύσης, να εποφθαλμιούνται, να ψηλαφούνται, να σφυρίζονται, να βιάζονται ή να αποτελούν αντικείμενο βίας και παρενόχλησης χωρίς τη συγκατάθεσή τους.

Η απελευθέρωση του λόγου των γυναικών

 

Η σεξουαλική παρενόχληση αποτελεί μια συνήθη, κοινωνικά αποδεκτή ή ανεκτή κοινωνική πρακτική. Η νομική αναγνώριση της σεξουαλικής παρενόχλησης ως μορφής βίας στα μέσα της δεκαετίας του 1970 αποτελεί τομή για τη γυναικεία κατάσταση. Κάθε καταγγελία βιασμού ή σεξουαλικής επίθεσης είναι από μόνη της μια νίκη που μας επιτρέπει την ελπίδα, διότι οι συνέπειες της δημόσιας ομιλίας για βιασμούς και σεξουαλικά προσβεβλημένες γυναίκες είναι βαριές για τα ίδια τα θύματα.

Οι γυναίκες μέσα από τις αρχετυπικές αναπαραστάσεις του φύλου τους (Εύα, Πανδώρα), που επί χιλιετίες οι γυναίκες έχουν ενσωματώσει, φταίνε, είναι οι ένοχες για τον πόθο που προκαλούν. Εξ ου και η σιωπή απέναντι στη σεξουαλική επιθετικότητα και τον βιασμό. Το MeTοo έρχεται να ανατρέψει την κουλτούρα της σιωπής, της ενοχής και της περιφρόνησης του λόγου των γυναικών.

Επιπλέον η σημασία αυτού του κινήματος χειραφέτησης, θα τολμούσαμε να πούμε, είναι ότι τοποθετεί – εγκαθιστά το πρόβλημα στον δημόσιο χώρο, το κάνει ορατό βοηθώντας την κοινωνία να συνειδητοποιήσει, να κατανοήσει πόσο μαζικό είναι το φαινόμενο της σεξουαλικής βίας. Άρα να το αναγνωρίσει ως κοινωνικό πρόβλημα βγάζοντάς το ανεπιστρεπτί από την ιδιωτικότητα της οικογένειας και των ατομικών συμπεριφορών.

Είναι πιθανόν να γίνουν ψευδείς καταγγελίες; Ναι, είναι πιθανόν.

Προφανώς ο κίνδυνος να ενοχοποιηθεί εσφαλμένα η ζωή ενός ανθρώπου υπάρχει, και άρα να δεχτούμε ότι μπορεί να υπάρξουν «παράπλευρες ζημιές». Αλλά το όφελος της κίνησης είναι τόσο σημαντικό! Και υπάρχουν πολύ περισσότερα θύματα από τις μυθομανείς. Βέβαια δεν πρέπει να μετατρέψουμε τα θύματα σε εκτελεστές. Και δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι σεξουαλική βία και οι άνδρες μπορούν να υποστούν, να γίνουν θύματα! Στο τεύχος του περιοδικού “Time Magazine” που αφιερώθηκε στο κίνημα απελευθέρωσης του λόγου των γυναικών, υπήρχαν τα πορτρέτα δύο από αυτούς τους άνδρες.

ΜeToo και φεμινισμός

Οι φεμινίστριες έχουν πολύ βαθιές διαφωνίες σχετικά με ορισμένα θέματα, όπως η πορνεία, το πέπλο ή η πορνογραφία. Όταν το δικαίωμα ψήφου έγινε τελικά αποδεκτό από όλες τις φεμινίστριες, έγινε το σύμβολο της ενότητάς τους. Στην περίπτωση του MeTοo η προάσπιση μιας μη σεξιστικής κουλτούρας, στην οποία οι γυναίκες μπορούν να ζουν με ασφάλεια, χωρίς να εκτίθενται στον φόβο της βίας, αποτελεί επίσης ένα κορυφαίο ενοποιητικό στόχο.

Οι εκατοντάδες χιλιάδες γυναίκες που έχουν μιλήσει δεν είναι όλες -μακριά από αυτό- φεμινίστριες, αλλά ο λόγος τους έχει φεμινιστική δυναμική και υπόβαθρο και νομιμοποιεί τους αγώνες που διεξάγονται από τις ακτιβίστριες του φεμινισμού για περισσότερο από σαράντα χρόνια. Αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι η συνάντηση ανάμεσα στον φεμινισμό, ένα μειοψηφικό κίνημα, και αυτή την πληθωρική έκρηξη του λόγου των γυναικών που καταθέτουν επώνυμα ή ανώνυμα τις ιστορίες παρενόχλησης, βίας, κακοποίησης που είχαν υποστεί στο παρελθόν και για τις οποίες ντρέπονταν να μιλήσουν.

Δεν θα τελειώσει το θέμα με έναν ή περισσότερους νόμους. Μια βαθιά πολιτισμική αλλαγή θα πρέπει να περιλαμβάνει την εκπαίδευση. Είμαστε μόνο στην αρχή του αγώνα κατά του σεξισμού και της “κουλτούρας του βιασμού”. Επίσης θα μπορούσε το κίνημα του MeTοo να παρακμάσει: Η αρσενική κυριαρχία δεν καταργήθηκε όσο καταργήθηκε μέχρι τώρα επειδή γεννήθηκε το MeToo.

Σε κάθε περίοδο, οι σχέσεις εξουσίας των δύο φύλων ανασυντίθενται. Αυτό έχει επισημάνει η έρευνα για την ιστορία των γυναικών και του φύλου. Ένας νέος κόσμος δεν χτίζεται σε μια μέρα και δεν μπορεί να αποφύγει τις συγκρούσεις. Αλλά είναι η αρχή ενός κινήματος, όχι βίαιου, το οποίο βασίζεται στην υπόγεια οργή των γυναικών.

 

1 «…Nous defendons une liberte d’ importuner; indispensable a la liberte sexuelle…»

Η Γεωργία Πετράκη είναι καθηγήτρια Κοινωνιολογίας, διευθύντρια Εργαστηρίου Σπουδών Φύλου Πάντειο Πανεπιστήμιο

Πηγή: Η Αυγή