Macro

Οι εκλογές της απελπισίας

Για να καταλάβει κανείς τι έγινε στις αμερικανικές εκλογές και εξελέγη ένας υποψήφιος με τα, ως και αποκρουστικά, χαρακτηριστικά του Ντόναλντ Τραμπ, δε χρειάζεται παρά να θυμηθεί το σλόγκαν που ο Μπιλ Κλίντον χρησιμοποίησε στην επιτυχημένη προεκλογική εκστρατεία εναντίον του Τζορτζ Μπους πατρός, το 1992: «Είναι η οικονομία, ηλίθιε!». Το κόμμα των Δημοκρατικών επέλεξε να το αγνοήσει, η Χίλαρι Κλίντον επέλεξε να το αγνοήσει, και πλήρωσαν το βαρύ τίμημα. Αυτές οι εκλογές, άλλωστε, ήταν οι εκλογές της απελπισίας.

Ο Ντόναλντ Τραμπ βρίσκεται στο προσκήνιο της δημόσιας ζωής από τη δεκαετία του ’80. Με μεγάλη επιμονή έχει δημιουργήσει για τον εαυτό του την εικόνα ενός επιτυχημένου δισεκατομμυριούχου, δυναμικού νικητή, που έχει δίπλα του αστραφτερές γυναίκες, και μετακινείται με ένα Μπόινγκ 757. Οι κακεντρεχείς βέβαια δεν χάνουν ευκαιρία να σχολιάσουν ότι ο επιτυχημένος επιχειρηματίας έχει χρεοκοπήσει τέσσερις φορές, κι ότι αν είχε επενδύσει τα χρήματα που κληρονόμησε από τον μπαμπά του σε ένα παράγωγο με βάση το δείκτη του χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης θα είχε σήμερα περισσότερα χρήματα. Όσο για το χαρακτήρα του, ακόμα και όσοι δεν είχαν μάθει πόσα χρήματα είχε κλέψει από τους εργαζόμενούς του, δεν τον υποπτεύονταν ότι ξεπλένει κεφάλαια μαφιόζων μέσα από τα καζίνα του, και δεν είχαν ακούσει τις λεπτομέρειες των διαζυγίων του, το επιτελείο της Χίλαρι Κλίντον και τα καθεστωτικά ΜΜΕ φρόντισαν να τον φωτίσουν σε όλη τη βρομερή του μεγαλοπρέπεια κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας. Παρ’ όλα αυτά, από ό,τι φαίνεται, έχει πείσει αρκετούς ανθρώπους ότι είναι άριστος, κι αυτό αρκεί.

Από την άλλη, τα μεγάλα προσόντα της Χίλαρι Κλίντον, και αυτά που προσπάθησε να εκμεταλλευτεί, ήταν ότι είναι γυναίκα κι ότι δεν είναι ο Τραμπ. Δεν προσπάθησε να απομακρυνθεί από την κληρονομιά του συζύγου της, στον οποίο πολλοί αποδίδουν ευθύνες τόσο για το ότι απελευθέρωσε τις τράπεζες, έτσι ώστε να κάνουν ό,τι θέλουν, με τα γνωστά αποτελέσματα που απολαμβάνουμε όλοι από το 2008, όσο και για την απελευθέρωση του εμπορίου, που οδήγησε στην ανεργία και την εξαθλίωση εκατομμύρια εργάτες, και ολόκληρες πόλεις και περιοχές των ΗΠΑ. Αντιθέτως, όσο ήταν υπουργός, προώθησε την περαιτέρω απελευθέρωση του εμπορίου μέσω των διεθνών συνθηκών TTIP και TPP, έτσι ώστε οι εταιρείες να μπορούν να δρουν απαλλαγμένες από οχλήσεις όπως οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας, οι περιβαλλοντικές ρυθμίσεις, ενώ οι ιερές πατέντες τους αποκτούν μια αύρα αγιοσύνης. Η δε δράση της αναφορικά με την επίθεση των ΗΠΑ στη Λιβύη της χάρισε έναν ακόλουθο όχι και τόσο ευχάριστο, το FBI, που διαρκώς την απειλούσε ότι θα την παραπέμψει, εξαιτίας του περιεχομένου των υπηρεσιακών ηλεκτρονικών μηνυμάτων που διατηρούσε σε προσωπικά της μηχανήματα ως μη όφειλε, και έσβησε ως μη όφειλε. Αυτό όμως που καθιστούσε ιδιαιτέρως όζουσα την προεκλογική της εκστρατεία, για την αριστερά του κόμματός της, αν μη τι άλλο, ήταν η επιλογή της να συνεργαστεί με την ελίτ των νεοσυντηρητικών της προεδρίας Μπους του υιού, πράγμα που αδρανοποίησε αρχικά μεγάλο κομμάτι των ρεπουμπλικάνων, αλλά αποστασιοποίησε τους ψηφοφόρους του κόμματός της. Αν συνδυαστεί αυτό και με τον σκαιό, αν όχι ύποπτο, τρόπο που συμπεριφέρθηκε στην εκστρατεία της εναντίον του Μπέρνι Σάντερς, είναι φυσικό που τόσοι πολλοί αριστεροί ψηφοφόροι δεν μπόρεσαν να βρουν το κουράγιο να την ψηφίσουν, ακόμα και κρατώντας τη μύτη τους.

 

Η επίμονη ανεργία

Παρά το γεγονός ότι ο δείκτης της ανεργίας βρίσκεται κάτω ή γύρω από το 5%, η πραγματικότητα διαφέρει. Μέσα από διάφορους χειρισμούς διαχρονικά οι κυβερνήσεις των τελευταίων δεκαετιών φρόντισαν να μην υπολογίζουν τη μεγάλη πλειοψηφία των ανέργων, οπότε περιθωριοποιούνται στρατιές εργαζομένων, συμπιέζονται οι μισθοί όλο και περισσότερο, με αποτέλεσμα μεγάλος αριθμός εργαζόμενων που αμείβονται με το βασικό μισθό να είναι αναγκασμένοι να ζουν ακόμα και στα αυτοκίνητά τους ή σε τροχόσπιτα.

Μετά την υπογραφή της NAFTA –της συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου βόρειας Αμερικής– από τον Μπιλ Κλίντον, εκατομμύρια καλά πληρωμένες θέσεις εργατών έφυγαν από τις ΗΠΑ και πήγαν κυρίως στο βόρειο Μεξικό. Είναι λογικό ότι τα εκατομμύρια των εργατών, των οικογενειών τους αλλά και των μικροεπιχειρηματιών που ζούσαν από τους συγκεκριμένους καλούς μισθούς, κι από τότε ως επί το πλείστον περνούν δύσκολα, δεν τρέφουν αισθήματα τρυφερότητας για το όνομα Κλίντον. Η απόσταση ανάμεσα στη Χίλαρι και σε αυτό τον κόσμο μεγάλωσε από τη στιγμή που η Χίλαρι όχι μόνο δεν αποστασιοποιήθηκε από την κληρονομιά του συζύγου της, αλλά στήριξε και προώθησε από τη θέση της υπουργού τις νέες συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου TPP και TTIP. Η κωλοτούμπα και οι δηλώσεις μετανοίας του τελευταίου καιρού δεν έδειξαν να πείθουν κανένα.

Αυτό το τεράστιο ορφανό μπλοκ ψηφοφόρων έτρεξε να υιοθετήσει ο Τραμπ. Όλα αυτά τα χρόνια τα καθεστωτικά ΜΜΕ προκειμένου από τη μία να ρίξουν σε κάποιον άλλο τις ευθύνες για την ανεργία και την οικονομική στασιμότητα και όχι στους μεγαλοεπιχειρηματίες, κι από την άλλη να δαιμονοποιήσουν το εργατικό δυναμικό των οποίων τους μισθούς θέλουν να συμπιέσουν, δημιούργησαν ένα αφήγημα σύμφωνα με το οποίο οι «ξένοι κλέβουν τις δουλειές» και «οι φιλελεύθεροι (που είναι στην εξουσία) ενδιαφέρονται περισσότερο για τους ομοφυλόφιλους, τους σκούρους και τους μουσουλμάνους παρά για τους λευκούς εργάτες». Χρησιμοποίησε λοιπόν αυτό το ρατσισμό και τη μισαλλοδοξία για να χαϊδέψει και να κανακέψει τους κατά κύριο λόγο λευκούς εργάτες που πιστεύουν αυτό το αφήγημα, προκειμένου να τους προσεγγίσει, κι αυτό λειτούργησε σε μεγάλο βαθμό. Πιο σημαντικά όμως, υποσχέθηκε μεταξύ άλλων να επιβάλει μεγάλους δασμούς στα εισαγόμενα προϊόντα για να αναζωογονήσει την εγχώρια παραγωγή, να μην προωθήσει τις συνθήκες ελεύθερου εμπορίου TPP και TTIP, να επιβάλει χαμηλότερη φορολογία, αλλά και να εφαρμόσει πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων προκειμένου να εκσυγχρονίσει τις παραμελημένες δημόσιες υποδομές που βρίσκονται υπό κατάρρευση. Το τελευταίο αίτημα, μάλιστα, διατύπωνε μετ’ επιτάσεως τα τελευταία χρόνια και όλη η αριστερή πτέρυγα του δημοκρατικού κόμματος προκειμένου να βγει από τη στασιμότητα η αμερικανική οικονομία.

 

Επιστροφή στην πραγματικότητα

Το 1971, όταν με απόφαση Νίξον το δολάριο αποσυνδέθηκε οριστικά από τον χρυσό, ο υπουργός Οικονομικών του, ο Τζον Κόναλι, απάντησε στους Γάλλους, που διαμαρτύρονταν γι’ αυτή την πολιτική επιλογή ότι «το δολάριο είναι νόμισμά μας και πρόβλημά σας». Αυτή η αντιμετώπιση αντικατοπτρίζει τη σχέση ισχύος ανάμεσα στις επεκτατικές και παρεμβατικές ΗΠΑ και σε όλους τους υπόλοιπους. Οι ΗΠΑ είναι η μόνη χώρα που δεν έχει, και με τις σημερινές συνθήκες δεν μπορεί να αποκτήσει, πρόβλημα χρέους, μιας και πολύ απλά τυπώνει και πουλάει όσα ομόλογα θέλει, επειδή ξέρει ότι αγοραστές υπάρχουν και θα υπάρχουν, διότι όλοι χρειάζονται δολάρια, αφού το διεθνές εμπόριο κινείται με δολάρια, κι αυτό συμβαίνει επειδή οι ΗΠΑ επιβάλλονται στην παγκόσμια οικονομία μέσω της ισχύος τους που τη στηρίζει η μεγάλη πολεμική της δυνατότητα και αποφασιστικότητα (βλέπε Συρία και Ιράκ). Όταν λοιπόν ο Τραμπ λέει ότι προκειμένου να αντιμετωπίσει το αμερικανικό χρέος, θα περιορίσει το ΝΑΤΟ και την παρεμβατικότητα των ΗΠΑ επειδή είναι πολύ δαπανηρά, ουσιαστικά λέει ότι θα περιορίσει το στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα που στηρίζει την αμερικανική οικονομική ισχύ, κι ως εκ τούτου ότι το δολάριο θα σταματήσει να είναι παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, κι ότι ο ρόλος του θα περιοριστεί προς όφελος των άλλων νομισμάτων. Αυτό δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα αρέσει στην αμερικανική αμυντική βιομηχανία, στον αμερικανικό στρατό, στις τράπεζες, για να αναφέρω μερικούς μόνο από τους βασικούς παράγοντες της αμερικανικής οικονομίας. Αν έχει κανείς αμφιβολία για τις δυνατότητες, την αποφασιστικότητα και την ποιότητα χαρακτήρα που έχουν επιδείξει οι εν λόγω παράγοντες, δεν έχει παρά να θυμηθεί τις επεμβάσεις στην Υεμένη, στη Συρία, στη Λιβύη, στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν για να αναφέρω μερικά θεαματικά από τα πρόσφατα παραδείγματα της δράσης τους. Καταλαβαίνει κανείς λοιπόν ότι οι υποσχέσεις Τραμπ δεν είναι ρεαλιστικές. Οι μόνες εξαγγελίες που ακούγονται ρεαλιστικές είναι η καταπίεση οποιουδήποτε και οποιασδήποτε δεν είναι λευκός ετεροφυλόφιλος άνδρας, προκειμένου να συμπιεστούν οι μισθοί περαιτέρω (και των λευκών ετεροφυλόφιλων ανδρών στο τέλος φυσικά), η κατάργηση του φόρου μεγάλης κληρονομιάς, ο περιορισμός της φορολογίας των επιχειρήσεων και ο περιορισμός ή η κατάργηση του συστήματος ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, γνωστού ως Obamacare, που έδωσε πρόσβαση σε εκατομμύρια φτωχών Αμερικανών σε υπηρεσίες υγείας, και που οι ρεπουμπλικάνοι απεχθάνονται και θέλουν να καταργήσουν οπωσδήποτε.

 

Οι χαμένοι

Σε αυτές τις εκλογές της απελπισίας είναι δύσκολο να βρει κανείς κερδισμένους. Η μεγάλη χαμένη των τελευταίων εκλογών από ό,τι φαίνεται θα είναι η αμερικανική κοινωνία… πάλι. Πριν από τις εκλογές κυκλοφορούσε το πικρό αστείο ότι, αν υπερίσχυε η Χίλαρι Κλίντον, θα είχαμε παγκόσμιο πόλεμο, ενώ, αν υπερίσχυε ο Ντόναλντ Τραμπ, θα είχαν εμφύλιο πόλεμο. Πράγματι, σημαντικές καθεστωτικές δεξαμενές σκέψεις υπαινίσσονται ότι χρειάζεται εκτεταμένη καταστροφή πλούτου μέσω πολέμου για να ξεφύγει η οικονομία από τη στασιμότητα. Η παρουσία δε στο επιτελείο της Χίλαρι Κλίντον της ρωσοφοβικής, νεοσυντηρητικής κλίκας που έχει στο παλμαρέ της τις μεγάλες επιτυχίες των χρόνων της προεδρίας του Μπους υιού και της θητείας στο υπουργείο Εξωτερικών της Κλίντον προδιέγραφε μια δυσάρεστη τετραετία για όλο τον κόσμο. Έχασε όμως. Κέρδισε μαζί με τον Τραμπ μια μερίδα ανθρώπων απελπισμένων και φοβισμένων. Είναι απελπισμένοι επειδή δεν ξέρουν αν θα μπορούν να κερδίζουν ακόμα και τα ελάχιστα προς το ζην, αύριο, φοβισμένοι επειδή νιώθουν ότι ζουν όλο και πιο πολύ σε έναν άλλο κόσμο από αυτό στον οποίο γεννήθηκαν κι έμαθαν να ζουν, έναν κόσμο που δεν αναγνωρίζουν, στον οποίο τους κλέβουν ζωτικό χώρο, στον οποίο κυριαρχούσαν μέχρι πρότινος ομοφυλόφιλοι, μαύροι, ισπανόφωνοι, γυναίκες και διάφοροι άλλοι με γλώσσες και αξίες που τους είναι ακατανόητες. Αυτό δεν σημαίνει ότι ξαφνικά θα αλλάξει ο κόσμος στον οποίο ζουν, απλώς θα γίνουν πιο δύσκολες οι ζωές των μαύρων και των ισπανόφωνων, που είναι ήδη πολύ δύσκολες. Είναι επικίνδυνο να είναι κανείς μαύρος στις ΗΠΑ σήμερα, όπως δείχνουν τα αμέτρητα βίντεο με αστυνομικούς που εκτελούν πολίτες με ασήμαντη αφορμή ή και χωρίς αιτία, απλά και μόνο επειδή είναι μαύροι, a priori ύποπτοι δηλαδή, πράγμα που οδήγησε στο κίνημα Black lives matter (Οι μαύρες ζωές έχουν σημασία) και σε συχνές ταραχές σε ολόκληρες τις ΗΠΑ. Τα δε ποσοστά των έγκλειστων μαύρων στις φυλακές/ιδιωτικά κάτεργα σπάνε το ένα ρεκόρ μετά το άλλο με αποκορύφωμα τη μεγάλη απεργία που οργανώθηκε σε πολλές φυλακές πρόσφατα. Όσο για τους ισπανόφωνους, η διαχρονική, επιβεβλημένη από τις ΗΠΑ, οικονομική καχεξία μεγάλων μαζών στις χώρες της κεντρικής Αμερικής, οδηγεί ένα συνεχές ρεύμα οικονομικών προσφύγων προς τις ΗΠΑ. Εκεί γίνονται θύματα οικονομικής εκμετάλλευσης με μισθούς πείνας, οι οποίοι επιβάλλονται μέσω της δαιμονοποίησής τους. Αυτή η συνεχής δυσανεκτική δυσφήμηση διαβρώνει και εξαχρειώνει όλη την κοινωνία. Η κοινωνική πόλωση απειλεί να οδηγήσει τα πράγματα σε έναν ανεμοστρόβιλο με απρόβλεπτες συνέπειες.

Άλλοι χαμένοι αυτών των εκλογών είναι το κόμμα των Δημοκρατικών. Η ηγεσία του κόμματος αλαζονικά αποφάσισε να αγνοήσει τους ψηφοφόρους και, χρησιμοποιώντας μια σειρά από, το λιγότερο, αμφιλεγόμενες πρακτικές, παραμέρισε τον Μπέρνι Σάντερς, που ως τότε συσπείρωνε ένα ευρύτατο φάσμα της κεντροαριστεράς, και επέλεξε την αγαπημένη των καθεστωτικών ΜΜΕ, της Γουόλ Στριτ και των τραπεζών Χίλαρι Κλίντον, που συν τοις άλλοις, στις τότε δημοσκοπήσεις, δεν τα πήγαινε και τόσο καλά όσο ο Σάντερς απέναντι στον Τραμπ. Γι’ αυτόν το λόγο έχει ήδη αρχίσει να χρησιμοποιείται και για αυτούς, μετά τους Ισπανούς σοσιαλιστές, ο όρος «pasokification» (ναι, η πασοκοποίηση έχει γίνει διεθνής όρος) για να καταδειχθεί ότι επέλεξαν να κάνουν δεξιά στροφή ακόμα και με τον κίνδυνο να καταστραφούν. Από ό,τι φαίνεται, μιας και η ανάλυσή τους ήταν λάθος, και το πολιτικό τους σχέδιο δεν αποδίδει, θα πρέπει να χαράξουν καινούργια πορεία, αλλιώς το μέλλον τους δεν φαίνεται ρόδινο.

Η Χίλαρι Κλίντον μάλλον βαίνει προς συνταξιοδότηση μετά την ήττα της, για την οποία δεν έχει να κατηγορεί κανέναν παρά μόνο τον εαυτό της, μιας και η θητεία της στο υπουργείο Εξωτερικών ήταν ο χειρότερος μάρτυρας για τις ικανότητες και τις προθέσεις της. Το «ήλθον, είδον και (ο Καντάφι) απέθανε», που είπε χαζογελώντας σε συνέντευξη μπροστά στο φακό θα τη συνοδεύει για πάντα. Είναι σαφές δε, αν κρίνει κανείς από την τακτική και τις πράξεις της, ότι ο Μπιλ Κλίντον απηχούσε τις απόψεις και των δύο όταν δήλωνε σε ιδιωτική ομιλία του (σύμφωνα με το Wikileaks, που δεν διαψεύστηκε) ότι «… ο Μπέρνι (Σάντερς) λέει να πάμε απλώς να πάρουμε τα λεφτά από τους δισεκατομμυριούχους. Κι αυτό ακούγεται καλό σε πολύ κόσμο. […] Όταν ο Ντέιβιντ Κάμερον κέρδισε τον Μίλιμπαντ στις εκλογές, το Βρετανικό Εργατικό Κόμμα κατέληξε στο ενδιαφέρον συμπέρασμα ότι έχασαν επειδή δεν μετακινήθηκαν αρκετά στα αριστερά, κι έτσι πήραν έναν από το δρόμο (Τζέρεμι Κόρμπιν) και τον έκαναν αρχηγό του κόμματος. […] Αυτό που φαίνεται να απεικονίζεται –κι αυτό συνέβη και στις ελληνικές εκλογές– είναι ότι όταν ο λαός νιώθει ριγμένος και δεν περιμένει να συμβεί τίποτα έτσι κι αλλιώς, πάει κι επιλέγει τον πιο παλαβό να τον εκπροσωπήσει». Είναι δύσκολο να σκεφτεί κανείς πώς ένας άνθρωπος που δείχνει να είναι σήμερα τόσο αποστασιοποιημένος από την κοινωνική πραγματικότητα, θα μπορούσε να επικρατήσει σε εκλογές.

Στον κύκλο των μεγάλων χαμένων βρίσκονται και τα καθεστωτικά ΜΜΕ, των οποίων η επιρροή από ό,τι φαίνεται μειώνεται όλο και περισσότερο. Όσο σκληρά κι αν προσπάθησαν να κουβαλήσουν τη Χίλαρι Κλίντον στον Λευκό Οίκο, αποδείχτηκαν αναποτελεσματικά. Τι κι αν CNN (που πολλοί πλέον αποκαλούν κοροϊδευτικά Clinton News Network) και Χίλαρι Κλίντον μοιράζονταν στημένες ερωτήσεις. Τι κι αν έθαψαν με όρεξη και πάθος τον Σάντερς (άδικα) και τον Τραμπ (δίκαια). Τι κι αν η δημιουργική λογιστική των εταιρειών δημοσκοπήσεων έκανε τη νύχτα μέρα και βάφτιζε το κρέας ψάρι. Η παντοδυναμία των καθεστωτικών ΜΜΕ δείχνει να τελειώνει.

 

Φωτάκια μέσα στη μαυρίλα

Υπάρχουν όμως μηνύματα που μπορούν να κάνουν κάποιον προοδευτικό άνθρωπο να χαμογελάσει μέσα στη μεσαιωνική μαυρίλα που δείχνει να πέφτει.

Παρά το ότι ο ρατσισμός δείχνει να απενοχοποιείται, ο εμβληματικός σερίφης από τη συντηρητική Αριζόνα Τζο Αρπάιο, που ανάμεσα στα επιτεύγματά του είχε το να διώκει μετά μανίας ισπανόφωνους ή απλώς σκούρους πολίτες, να τους ταπεινώνει δημοσίως και να γράφει στα παλαιότερα των υποδημάτων του ακόμα και το ομοσπονδιακό κράτος, έμεινε άνεργος στις πρόσφατες εκλογές.

Από την άλλη, μια έγχρωμη γυναίκα, η 35χρονη Τούλσι Γκάμπαρντ, που θα ήταν υποψήφια αντιπρόεδρος δίπλα στον Μπέρνι Σάντερς αν είχε προχωρήσει, εξελέγη και πάλι αντιπρόσωπος στο Κογκρέσο με το ισοπεδωτικό 81%, και όλοι πια μιλούν για άλλο ένα μεγάλο αστέρι στην αριστερή πτέρυγα του δημοκρατικού κόμματος, ενώ κάποιοι ενθουσιώδεις βλέπουν στο πρόσωπο της αντιπροσώπου από τη Χαβάη μια επόμενη πρόεδρο.

Ο υποτιθέμενος πόλεμος στα ναρκωτικά που κήρυξε ο πρόεδρος Νίξον για να ελέγξει τα ατίθασα γκέτο και τις οργανώσεις για τα δικαιώματα των μαύρων, φαίνεται ότι επιτέλους φτάνει ίσως στο τέλος του. Πλέον, μετά και τα πρόσφατα πολιτειακά δημοψηφίσματα, όλες οι δυτικές πολιτείες επιτρέπουν τη χρήση της κάνναβης για ψυχαγωγική χρήση, ενώ πλήθος άλλων επιτρέπουν τη φαρμακευτική χρήση.

Η πτώση των καθεστωτικών ΜΜΕ δεν ήρθε από μόνη της. Η άνοδος των μέσων κοινωνικής δικτύωσης σε συνδυασμό με τα αμέτρητα πλέον εναλλακτικά ΜΜΕ, όπως για παράδειγμα το RT και φυσικά το Wikileaks, δείχνουν πια να καταλαμβάνουν σημαντικό χώρο στο προσκήνιο, αν όχι να οδηγούν τις εξελίξεις. Ο εκδημοκρατισμός της ενημέρωσης μπορεί να μην οδήγησε στην προεδρία τον Μπέρνι Σάντερς, έδειξε όμως το δρόμο από δω και πέρα. Μπορεί αυτός ο δρόμος να μην είναι χωρίς εμπόδια και δύσκολα σταυροδρόμια, όμως θα είναι αν μη τι άλλο ενδιαφέρων.

Κώστας Ψιούρης