Macro

Χαράλαμπος Γεωργούλας: Πολιτική απειλή η ακρίβεια για την κυβέρνηση

Η ακρίβεια είναι ένα σύνθετο οικονομικό ζήτημα, που απαιτεί ένα σωρό στατιστικά στοιχεία και αναλυτές για να εξηγηθεί. Εκτός αν φτάσουμε να τη βιώνουμε σαν οδυνηρό κοινωνικό πρόβλημα, οπότε όλα αυτά είναι περιττά: μετράς τον μισθό ή τη σύνταξη και δεν σου φτάνει για το δεύτερο δεκαπενθήμερο του μήνα. Ανοίγεις τον λογαριασμό του ηλεκτρικού και έχεις δίλημμα: να τον πληρώσεις και να κόψεις το σουπερμάρκετ ή να τον αφήσεις απλήρωτο και να σου κόψουν το ρεύμα. Αν είσαι και στο νοίκι, τότε δεν έχεις δίλημμα: έχεις «απλά» αδιέξοδο.

Το πρόβλημα, όμως, δεν αφορά πια μόνο τον μισθωτό ή τον συνταξιούχο. Βάζει διλήμματα και στον επαγγελματία, τον μικρομεσαίο επιχειρηματία, τον αγρότη: να αποτολμήσουν να αυξήσουν τις τιμές, με κίνδυνο να χάσουν την πελατεία τους, ή να κλείσουν το «μαγαζί» μια ώρα αρχύτερα;

Σ’ αυτό το σημείο βρισκόμαστε σήμερα. Αυτό είναι το βίωμα της μεγάλης πλειονότητας. Το κοινωνικό πρόβλημα μετασχηματίζεται σε πολιτική απειλή για την κυβέρνηση. Τη διαβάζει και η ίδια στις μετρήσεις της κοινής γνώμης. Η ακρίβεια καταγράφεται ως το μέγιστο και πρώτιστο πρόβλημα, ενώ η κυβερνητική πολιτική για την αντιμετώπισή της βρίσκει αντίθετο το μεγαλύτερο μέρος των πολιτών.

 

Αφήστε την «αγορά» να κερδοσκοπεί

 

Το πρόβλημα δεν είναι χτεσινό. Ούτε απότοκο του πολέμου, όπως προσπαθούν να μας πείσουν. Είναι γνωστό τουλάχιστον από τα μέσα του 2021. Το ίδιο και οι προειδοποιήσεις της αντιπολίτευσης ότι δεν είναι παροδικό, θα μας συνοδεύει για χρόνια, όχι για μήνες. Το ασυγχώρητο για την κυβέρνηση της ΝΔ δεν είναι ότι δεν το πρόβλεψε, είναι ότι ακόμα και τώρα παραμένει πιστή στο δόγμα «όσο λιγότερο παρεμβαίνουμε στην αυτορρύθμιση της αγοράς, τόσο το καλύτερο».

Δεν είναι ζήτημα μόνο ιδεοληψίας. Είναι και ζήτημα ταξικής μεροληψίας. Η αποχή της κυβέρνησης από οποιαδήποτε παρέμβαση στη διαμόρφωση της τελικής τιμής καταναλωτή, επιτρέπει σε όσους μεσολαβούν να διατηρούν όχι μόνο το «νόμιμο» ποσοστό κέρδους, αλλά να αυξάνουν και το απόλυτο μέγεθός του, από τη στιγμή που το ποσοστό αυτό υπολογίζεται με βάση την αυξημένη τιμή: διπλασιάζεται, για παράδειγμα, η τιμή, διπλασιάζεται και το ποσό του κέρδους. Όταν, μάλιστα, η «παρέμβαση» της κυβέρνησης παίρνει τη μορφή της επιδότησης των «ευάλωτων νοικοκυριών», τότε και η επιδότηση καταλήγει στο ταμείο τους, χωρίς να έχει οποιαδήποτε μειωτική επίδραση στην τιμή των προϊόντων. Μεροληπτούν υπέρ των δυνατών και με τις επιδοτήσεις. Ελάχιστα και σχεδόν ανεπαίσθητα ωφελούνται οι ευάλωτοι. Όσοι κυκλοφορούν με Καγιέν πανηγυρίζουν.

 

Κάτι μεριάζει στα κλεφτά και το δημόσιο ταμείο

 

Την ίδια ακριβώς λαθροχειρία επιχειρεί η κυβέρνηση αρνούμενη να περιορίσει, προσωρινά, τους έμμεσους φόρους στα προϊόντα που τραβούν στα ύψη το «καλάθι του νοικοκυριού». Θα πληγεί η δημοσιονομική ισορροπία, μας εξηγεί, την ώρα που το δημόσιο ταμείο επωφελείται και αυτό από τη μεροληπτική διαχείριση της ακρίβειας: όταν καλπάζουν οι τιμές, αυξάνονται και τα έσοδα από τους έμμεσους φόρους. Ακόμα και όταν δεν αυξάνεται το ύψος της ιδιωτικής καταναλωτικής δαπάνης λόγω μείωσης της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών. Το ομολογούν και οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι ότι σημειώθηκε μεγάλη αύξηση φορολογικών εσόδων την ώρα που σαρώνει η ακρίβεια. Ωστόσο, η νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση των ολίγων προτιμάει να μοιράζει όπου και όσο αυτή νομίζει μέρος από αυτά τα απρόσμενα πλεονάσματα με τη μορφή επιδοτήσεων, αντί να προλαβαίνει το σχηματισμό τους με προσωρινή μείωση των έμμεσων φόρων, για να πετύχει έτσι και τη συγκράτηση των τιμών. Έτσι, παριστάνει τη φιλόπτωχη, την ώρα που εξασφαλίζει τα υπερκέρδη των δικών της ανθρώπων.

Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό ότι στα αργοπορημένα και ανεπαρκέστατα μέτρα που ανακοίνωσε με το νέο διάγγελμα ο κ. Μητσοτάκης, δεν περιλαμβάνεται το παραμικρό για τη συγκράτηση των τιμών του ηλεκτρικού και του φυσικού αέριου. Εκεί, δηλαδή, όπου το ολιγοπώλιο, οι ιδιωτικοποιήσεις, οι ανεξέλεγκτες αυξήσεις και η αυξανόμενη φορολογική επιβάρυνση έχουν καταστήσει την αισχροκέρδεια χρυσοφόρο κανόνα. Ακούσατε μήπως μία κουβέντα για έκτακτη φορολόγηση αυτών των υπερκερδών, ώστε να δημιουργηθεί ο περίφημος δημοσιονομικός χώρος που μας λείπει –και τον θυμούνται μόνο όταν χρειάζεται να ξαλαφρώσει λίγο το φορτίο των μισθωτών και των συνταξιούχων;

 

Ακριβός στα πίτουρα και φτηνός στ’ αλεύρι

 

Το ωραίο είναι πως όταν απευθύνεται στην ΕΕ, δηλαδή όταν μπορεί να κρυφτεί πίσω από την άρνησή της, παραμερίζει τον νεοφιλελεύθερο εαυτό του και αποτολμά προτάσεις που κινδυνεύουν να χαρακτηριστούν σοβιετικής έμπνευσης από τους ακροδεξιούς συνεργάτες του: πλαφόν στις τιμές φυσικού αερίου, ημερήσιο όριο διακύμανσης των τιμών του, διατίμησή του αν χρειαστεί, πλαφόν και στο κέρδος από την πώλησή του… Όταν, όμως, πρόκειται να ανακοινώσει μέτρα για το εσωτερικό, διαψεύδει το προοδευτικό προφίλ του και χαρακτηρίζει λαϊκισμό κάθε πρόταση που μπορεί να μετριάσει ουσιαστικά τα πλήγματα στο λαϊκό εισόδημα από την ανεξέλεγκτη πορεία τής ακρίβειας.

Το μόνο καλό που προκύπτει από αυτή τη νεοφιλελεύθερη και φιλομονοπωλιακή εμμονή της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που βρίσκει αντίθετη σύμπασα την αντιπολίτευση, είναι πως ο κόσμος αρχίζει πια να καταλαβαίνει ότι δεν θέλουν να πάρουν μέτρα, όχι ότι δεν υπάρχουν μέτρα. Δεν κάνουν καν τον κόπο να επιχειρηματολογήσουν γιατί δεν μπορεί να μειωθεί ο ειδικός φόρος στα καύσιμα, να μπει πλαφόν στις τιμές ρεύματος και αερίου, να μειωθεί ο ΦΠΑ σε είδη πρώτης ανάγκης, να ελεγχθεί η αισχροκέρδεια, να φορολογηθούν τα υπερκέρδη τουλάχιστον. Γιατί δεν μπορεί να προσαρμόζεται στον ρυθμό του πληθωρισμού –που πάει να γίνει διψήφιος κατά το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής– η αύξηση του κατώτατου μισθού… Αντί για επιχειρήματα, στο πρωθυπουργικό διάγγελμα ακούσαμε ένα μουρμουρητό από δικαιολογίες και προφάσεις.

Χαράλαμπος Γεωργούλας

Η ΕΠΟΧΗ