Τάσος Τσακίρογλου

16
01

Το κάψαμε το εργαλείο!

Εχουμε αναφερθεί και στο παρελθόν στο φετίχ της νεωτερικής κοινωνίας που δεν είναι άλλο από την «ανάπτυξη-μεγέθυνση». Κάθε «πρόοδος» έχει ποσοτικά και όχι ποιοτικά κριτήρια: η ατομική ευζωία εξαρτάται από την ποσότητα των υλικών αγαθών που έχουμε στην κατοχή μας, ενώ η συλλογική από την αέναη αύξηση του ΑΕΠ. Το πόσο καταστροφική είναι αυτή η λογική τόσο για το άτομο όσο και για την κοινωνία το βλέπουμε σήμερα καθαρότερα από ποτέ, τόσο με τον άκρατο προσωπικό καταναλωτισμό όσο και με το κρίσιμο πρόβλημα της εξάντλησης των φυσικών πόρων του πλανήτη, ο οποίος αντιμετωπίστηκε για αιώνες περίπου ως μη πεπερασμένος. Στο βιβλίο του «Η κοινωνία της κόπωσης» (εκδόσεις Opera, 2021), ο Νοτιοκορεάτης φιλόσοφος Μπιουνγκ-Τσουλ Χαν χαρακτηρίζει την κοινωνία μας ως «κοινωνία της επίδοσης» και λέει ότι το ρήμα που την χαρακτηρίζει δεν είναι το φροϋδικό «πρέπει» που χαρακτήριζε την «κοινωνία της πειθαρχίας», αλλά το «μπορώ». «Μπορώ να κάνω περισσότερα, να καταναλώσω περισσότερα, να αξιοποιήσω περισσότερο τον χρόνο μου, να γίνω περισσότερο multitasking». Αυτή η «πολυπραγμοσύνη», η διαρκής κινητικότητα και το ανικανοποίητο που τη συνοδεύει έχουν ως αποτέλεσμα ένα εξαντλημένο και καταθλιπτικό υποκείμενο, κουρασμένο και ανίκανο να βγει από τον εαυτό του και να ανοιχτεί προς τον κόσμο και τον Αλλο, μας λέει ο Χαν. Και μας παρομοιάζει με το χάμστερ που γυρίζει όλο και πιο γρήγορα μέσα στον τροχό του.
02
09

Η τυραννία της ευτυχίας

Μπορεί κάποιος να συλλάβει μια χίμαιρα; Μπορεί αυτή να τον οδηγήσει σε μονοπάτια απελευθέρωσης και προσωπικής πληρότητας; Είναι δυνατό να ξεπεράσουμε τα προσωπικά ψυχικά μας τραύματα και τα χτυπήματα της ζωής και να πετύχουμε την αυτοεξέλιξη και την αυτοβελτίωση; Μπορούμε να διαχειριστούμε τον εαυτό μας σαν εμπορικό μπραντ και να ευδοκιμήσουμε επαγγελματικά και κοινωνικά, αφήνοντας πίσω τα αρνητικά συναισθήματα και την ηττοπάθεια; Είναι η «ψυχική ανθεκτικότητα» (resilience) μια ιδιότητα που μπορούμε να χτίσουμε; Η απάντηση της Θετικής Ψυχολογίας -ενός κλάδου που άκμασε και ακμάζει στις ΗΠΑ (και όχι μόνο) τις τελευταίες δεκαετίες- σε αυτά τα ερωτήματα είναι απολύτως καταφατική. Οχι μόνο μπορούμε να τα πετύχουμε όλα αυτά, αλλά επιβάλλεται να τα επιχειρήσουμε με τη βοήθεια των «ειδικών» και μετά από προσωπική μας απόφαση. (...) Είναι χαρακτηριστικό ότι η έννοια του Ακαθάριστου Προϊόντος Ευτυχίας (Gross Happiness Product) εισήχθη για πρώτη φορά στην Χιλή «ενδεχομένως για να ελέγξει εάν το "δόγμα του σοκ", η βίαιη εφαρμογή νεοφιλελεύθερων οικονομικών και πολιτικών μεταρρυθμίσεων που πραγματοποίησε ο Αουγκούστο Πινοσέτ, υπό την καθοδήγηση του Μίλτον Φρίντμαν και άλλων οικονομολόγων της Σχολής του Σικάγου, συνέχιζε να αποφέρει καρπούς». Στη συνέχεια η έννοια αυτή, που προτείνεται να αντικαταστήσει το ΑΕΠ, υιοθετήθηκε από τον ΟΟΣΑ και τον ΟΗΕ. Αυτή η «τυραννία του θετικού», που ταυτίζει υπόρρητα την ευτυχία με την ηθική, απονευρώνει τα αρνητικά συναισθήματα, όπως ο θυμός και η οργή, τα οποία, σύμφωνα με τους συγγραφείς, μπορεί κατά περίπτωση να συμβάλλουν στην πολιτική κινητοποίηση και στην προσπάθεια κοινωνικής αλλαγής. Αρα η «θετικότητα» μπορεί να λειτουργεί και ως απολύτως συντηρητικό στοιχείο που υποκρύπτει και δικαιολογεί την κοινωνική ανισότητα και αποτρέπει τις σκέψεις και πράξεις αλλαγής του συστήματος, συμβάλλοντας στην περιχαράκωση στον «εαυτό φρούριο» και στις προσπάθειες βελτίωσής του ως μόνη εναλλακτική προσωπικής κινητοποίησης. Η «Ευτυχιοκρατία» είναι ένα πολύτιμο βοήθημα για την κατανόηση ρευμάτων εσωτερισμού, «αυτοβελτίωσης» και «προσωπικής ευδοκίμησης» -που αποτελούν μετεξέλιξη του ρεύματος του New Age της δεκαετίας του 1970- και πετυχαίνουν με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια: και την αποχαύνωση του ατόμου, αλλά και την κοινωνική αδρανοποίησή του, αφού όλο το βάρος, οι ευθύνες και οι ενοχές μετατίθενται στους ώμους των μεμονωμένων ανθρώπων, οι οποίοι καλούνται να διαχειριστούν τον εαυτό τους σαν εμπορικό μπραντ, εάν θέλουν να ευδοκιμήσουν και να προκόψουν.
01
02

Ενα ορισμένο είδος δημοσιογραφίας

Ενα ορισμένο είδος δημοσιογραφίας (και κοινωνικής παρουσίας), λοιπόν, χαρακτηρίζεται από τη δουλικότητα απέναντι στα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, εξωραΐζοντας τη δράση τους, διαφημίζοντας τον τρόπο ζωής τους και συγκαλύπτοντας τις ύποπτες, παράνομες ή αντικοινωνικές επιλογές τους. Συναλλάσσεται μαζί τους και διαχειρίζεται χρήμα που δύσκολα δικαιολογείται από τη δημοσιογραφική ενασχόληση. Αντίθετα, συχνά-πυκνά σπάει πλάκα, χλευάζει και προσβάλλει αδύναμους και ευάλωτους. Ενα ορισμένο είδος δημοσιογραφίας λειτουργεί σαν «πιστόλι», στέλνει μηνύματα στην εξουσία, αλλά τελικά, τις περισσότερες φορές, συναγελάζεται με τους εκπροσώπους της, οι οποίοι μιλούν με τα καλύτερα λόγια γι’ αυτήν. Ενα ορισμένο είδος δημοσιογραφίας απευθύνεται στα χαμηλότερα ένστικτα των ανθρώπων, υποδαυλίζοντας τον ρατσισμό, τον σεξισμό, τη σκανδαλοθηρία και την «κλειδαρότρυπα». Αντί να εξυψώνει, δημιουργεί έναν βάλτο μικρότητας, μέσα στον οποίο κυλιέται η ίδια, παρασύροντας μαζί της και τμήματα των αναγνωστών-πολιτών. Ενα ορισμένο είδος δημοσιογραφίας έχει συντελέσει στα χρόνια της κρίσης στην εξάπλωση των φασιστικών ιδεών, στο ξέπλυμα της Χρυσής Αυγής και των ναζιστών πρωταγωνιστών της, αλλά και στη δημιουργία εμφυλιοπολεμικού κλίματος με κραυγές περί «προδότη Τσίπρα - καταληψία του Μαξίμου» και κυβέρνησης «που παρέλαβε μια χώρα-μέλος της Ε.Ε. και παραδίδει μια αποικιοκρατική ξενόδουλη χούντα».
04
08

Μετά την καταστροφή, τι;

Η άμεση ανταπόκριση χιλιάδων ανθρώπων στην ανάγκη για προσφορά σε υλικά αντικείμενα και βοήθεια με φυσική παρουσία δίνει μια εικόνα των δυνατοτήτων συνεργατισμού και αλληλεγγύης μέσα στον καπιταλισμό, δυνατότητες που το σύστημα ευνουχίζει και αφήνει να μαραθούν. Ο μόνος λόγος που η κοινωνία συνεχίζει και λειτουργεί είναι το ότι συγκρατείται από ένα πυκνό (αντικαπιταλιστικό) δίκτυο μοιράσματος, αλληλοβοήθειας και συνεργασίας, δηλαδή το να προσφέρουμε σ’ αυτούς που έχουν ανάγκη, όχι εν είδει φιλανθρωπίας, αλλά ενσυναίσθησης και συνείδησης ότι αύριο μπορεί να είμαστε εμείς στη θέση τους.

Η Σόλνιτ υποστηρίζει πως είναι πολυτέλεια να καταρρέουμε στην απελπισία: «Το να λέμε ότι καθετί ανεξαιρέτως οδηγεί απευθείας στην κόλαση δεν συνιστά εναλλακτικό όραμα, αλλά μόνο μία αντεστραμμένη εκδοχή του κοινότοπου “όλα πάνε καλά”». Αρα χρειαζόμαστε αισιοδοξία και θετικότητα με προτάσεις, σκέψεις, ιδέες και λύσεις για τα κοινωνικά προβλήματα, αρετές που θα έπρεπε να έχει η όποια Αριστερά, σ’ αντίθεση με τη Δεξιά, που καθορίζεται από την ιεραρχία, τη συσσώρευση του κεφαλαίου, το κέρδος πάνω από τους ανθρώπους, την εξατομίκευση, την οικολογική καταστροφή, τον εθνικισμό και το μίσος για τον Αλλον.