Το ΟΧΙ ήταν και συνεχίζει να είναι τοποθετημένο στη σωστή πλευρά της Ιστορίας
αν σήμερα στρέψουμε το φακό στην αντιμετώπιση της παρούσας κρίσης παγκοσμίως, το ΟΧΙ, έστω με καθυστέρηση λίγων ετών δικαιώνεται. Και μόνο η δειλή, έστω, αμοιβαιοποίηση χρέους στην Ε.Ε. (που τότε εθεωρείτο έγκλημα καθοσιώσεως) για τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, αρκεί. Για να μη μιλήσουμε για τις πολιτικές Μπάϊντεν και τα «λεφτά από το ελικόπτερο» που «τυπώνουν» αφειδώς οι Κεντρικές Τράπεζες, για να διασώσουν τις οικονομίες από την ύφεση, αυξάνοντας σε ιλιγγιώδη ύψη τα δημόσια και τα ιδιωτικά χρέη. (...)
Το ΟΧΙ, λοιπόν, ήταν και συνεχίζει να είναι τοποθετημένο στη σωστή πλευρά της Ιστορίας. Και από τη σκοπιά της Αριστεράς και της σοσιαλιστικής προοπτικής, μια μεγάλη στιγμή της ταξικής πάλης. Μια ανεξάντλητη παρακαταθήκη έμπνευσης και αγώνα.
Όσο κι αν κάποιες ηγεσίες της Αριστεράς την αφήνουν ανυπεράσπιστη, και μηρυκάζουν την πρόσκαιρη ήττα ή την απωθούν. Δεν μελετούν την εμπειρία που οδήγησε στο ΟΧΙ και δεν «οικοδομούν» πάνω σε αυτό το φρόνημα την πολιτική τους.
Ενώ, αναφερόμενοι στον ΣΥΡΙΖΑ, είναι υπαρκτός ο κίνδυνος να μεταβολιστεί ως διαρκής ήττα το 2015 και ως «νίκη» η εφαρμογή του 3ου μνημονίου, που υποχρεώθηκε να εφαρμόσει ως κυβέρνηση. Αυτός ο μεταβολισμός της ήττας μαζί με τον ιό του ανερμάτιστου κυβερνητισμού και της «κρυφής γοητείας» των κάθε λογής εξουσιαστικών σχέσεων και πρακτικών, αποτελούν το αφανές ψυχολογικό υπόστρωμα και το «συμβολικό κεφάλαιο» της επιχειρούμενης -από πολλά κέντρα και παράκεντρα- μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ σε κόμμα του συναινετικού δικομματισμού. Σε «κανονικό» κόμμα του συστήματος και πολιτικό υπομόχλιο της ανασυγκρότησης του αστισμού σε όλα τα επίπεδα.
Πιστεύω, πώς η μελέτη όλης της περιόδου, τουλάχιστον από το 2010 και μετά, η ευρωπαϊκή και η διεθνής εμπειρία, βοούν προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Προς την ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ, ως κόμμα της Ανανεωτικής Ριζοσπαστικής Αριστεράς, ως ένα μεγάλο κόμμα αγώνα και διακυβέρνησης σε εθνικό επίπεδο.