Macro

Τάκης Κατσαρός: Ο εχθρός της Αριστεράς είναι απέναντι, όχι μέσα της

Στην πρόσφατη συζήτηση που προκλήθηκε με την “πρόταση Τσίπρα” για την εκλογή του ιδίου και της Κ.Ε. από τη βάση του κόμματος, είναι καλό να τεθεί ένα πρώτο ερώτημα που νομίζουμε ότι είναι διαφωτιστικό. Και δείχνει πόσο αυτή η πρόταση δεν πατάει σε κανένα επιτακτικό κοινωνικό αίτημα, οδηγεί σε εσωστρέφεια και διχασμό το κόμμα, αποπροσανατολίζει το Συνέδριο αλλάζοντας την “ατζέντα” του και φανερώνει μια ηττοπάθεια και μια αντίληψη οργανωτίστικου ελέγχου πιθανών επερχόμενων εξελίξεων στο πολιτικό πεδίο.
Πότε, λοιπόν, η “βάση”, τμήμα της “βάσης” ή μέλος της “βάσης”, έθεσε το ζήτημα εκλογής Προέδρου και Κεντρικής Επιτροπής από τη… βάση; Ουδείς, εδώ και δεκαετίες. Ποτέ, κανείς και πουθενά!
Τυχαίο; Δε νομίζω.
Μάλιστα, μέχρι πριν λίγες μέρες (εκλογή Ανδρουλάκη στο ΚΙΝΑΛ από το “λαό”) η Αριστερά επιχειρηματολογούσε εναντίον της εκλογής των ηγετών των αστικών κομμάτων από μη βουλευόμενα σώματα.
Γιατί, σε αυτόν τον τρόπο επιλογής ηγεσίας, ισχυρίζονταν ότι ανιχνευότανε ο πυρήνας και η νομιμοποίηση του αρχηγικού φαινομένου Κάτι εντελώς ξένο προς την κουλτούρα και τις παραδόσεις της.
Το επιχείρημα, “ναι, αλλά εκεί ψηφίζει ο κάθε περαστικός , ενώ σε εμάς μόνο τα μέλη του κόμματος”, δεν στέκει γιατί και στις δύο περιπτώσεις δεν έχουμε να κάνουμε με βουλευόμενα σώματα. Οπότε, παύει να ισχύει το συνώνυμο με το δικαίωμα εκλογής, δικαίωμα της ανάκλησης.
Πώς ανακαλείται ή καθαιρείται ο εκλεγμένος από 1 εκ. λαού ή 70.000 κομματικά μέλη, Πρόεδρος. Τι γίνεται όταν υπάρξει διαφωνία σε κορυφαίο ζήτημα Προέδρου και Κεντρικής Επιτροπής, νομιμοποιημένων από την ίδια λαϊκή βάση. Ποιο imperium υπερισχύει, το “αρχηγικό” ή της ΚΕ;
Κι ας μην κρυφτούν κάποιοι πίσω από την ευκολία “αυτά σε εμάς δεν πρόκειται να συμβούν”. Οι κανόνες υπάρχουν για να προβλέπουν και να “θεραπεύουν” ακόμη κι αυτό που ενδεχομένως δεν θα συμβεί ποτέ.
Γιατί,άραγε,διανοητές-διαμορφωτές της πολιτικής επιστήμης και της κομματικής θεωρίας, δεν περιέλαβαν ένα τέτοιο ενδεχόμενο στην πνευματική παραγωγή τους; Γιατί, ακόμη και οπαδοί της άμεσης Δημοκρατίας συνδυάζουν την επιλογή της ηγεσίας με άλλους τρόπους (κλήρωση από ικανό να βουλεύεται σώμα , διαρκής εναλλαγή, περιορισμένες θητείες) και σε καμία περίπτωση απευθείας από το λαό; Γιατί ξέρουν ότι αυτό ακριβώς πριμοδοτεί ευθέως τις σύμφυτες με την εξουσία αυταρχικές τάσεις και την μη αρμόζουσα στις Δημοκρατίες, αρχηγική παντοδυναμία.
Γιατί, αυτό το “αίτημα” πρωτομπήκε στην πολιτική ζωή της χώρας, όταν ο Γιώργος Παπανδρέου, δελεάστηκε από τα κελεύσματα τής μετα-Πολιτικής και το επέβαλλε στο ΠΑΣΟΚ; Γιατί το υιοθέτησε στη συνέχεια η ΝΔ; Είναι άσχετες αυτές οι επιλογές με την ταυτότητα και την πολιτική των αστικών πολιτικών κομμάτων, που ενώ έχουν στήσει ένα ολόκληρο σύστημα απώθησης του λαού από τα κέντρα λήψης των αποφάσεων, τον καλούν μία και μοναδική “στιγμή” να γίνει συμμέτοχος. Στην εκλογή του “Αρχηγού”- καθόλου τυχαίος ο όρος- ο οποίος στη συνέχεια ως παντοδύναμος εκλεγμένος “Μονάρχης”, κάνει “ότι του καπνίσει”, γράφοντας στα παλαιότερα των υποδημάτων του αυτούς που -ως χρήσιμοι ηλίθιοι- έτρεξαν να τον εκλέξουν.
Στην ιστορική διαμόρφωση της Αριστεράς το μέτωπο στον λαϊκίστικο αρχηγισμό, υποστήλωμα του συστημικού δικομματισμού, ήταν αναπόσπαστο στοιχείο της ταυτότητας της. Η μάχη με τον Αυριανισμό για παράδειγμα, στην πιο παρακμιακή φάση του Ανδρεοπαπανδρεϊσμού, ήταν αυτή ακριβώς. Η εναντίωσή της στην επίκληση της “αδιαμεσολάβητης σχέσης” Αρχηγού-λαού, χωρίς ασφαλιστικές δικλείδες και εξισορροπητικούς θεσμούς.
Τώρα αυτό το μοντέλο επιχειρείται να εισαχθεί ως καινοτομία και νεωτερισμός στο χώρο της Αριστεράς και του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Ως απάντηση στην κρίση της πολιτικής και του κομματικού φαινομένου. Αποτελεί εισήγηση του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ προς το Συνέδριο και ομολογημένο – στη συνέντευξή του στο Contra- αιφνιδιασμό των συντρόφων του. “Αιφνιδιασμό” από ποιον σε ποιους και γιατί; Όταν μάλιστα λειτουργούσε επί μήνες η Επιτροπή για τις αλλαγές στο Καταστατικό και θα μπορούσαν εκεί να συζητηθούν οι προτάσεις του. Σε αυτή την κίνηση “αιφνιδιασμού” των πιο στενών συνεργατών του, των μελών του Πολιτικού Συμβουλίου, ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, φοβάμαι πως έδωσε ένα πρώτο δείγμα πώς εννοεί να ασκήσει την “εξουσία” που θα του δώσει η εκλογή του από τη “βάση” και μάλιστα ως μοναδικός υποψήφιος, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις.
Ταυτόχρονα, από ένα σημαντικό κομμάτι του κόμματος η άποψή του, αν και ο ίδιος είπε ότι είναι ΠΡΟΤΑΣΗ προς το Συνέδριο, κατανοήθηκε ως δεδομένη και άνευ αντιλόγου απόφαση. Κι έτσι όταν άρχισαν να κατατίθενται οι διαφορετικές απόψεις, στο πλαίσιο ενός οιονεί προσυνεδριακού διαλόγου, αυτές αντιμετωπίστηκαν ως υπονόμευση της ειλημμένης απόφασης του …Προέδρου. Είναι ως προς αυτό, χαρακτηριστική των νέων ηθών που επιχειρείται να εισαχθούν στην Αριστερά, η επίθεση του Παύλου Πολάκη στον Νίκο Φίλη και τα σχόλια των “φίλων” του στα κοινωνικά δίκτυα, που ξεχειλίζουν από ύβρεις, φρασεολογία “Μακελειού” και απάνθρωπους ρατσιστικούς χαρακτηρισμούς (“παχύδερμο”, “βαρίδι” κλπ). Με τον ιδιοκτήτη του “τοίχου” να παρακολουθεί αμέτοχος τα “τούβλα” που εκτοξεύονται και το δικτυακό λυντσάρισμα του “συντρόφου” του.
Το καταπληκτικό είναι ότι όλα αυτά λέγονται και γράφονται στο όνομα της διεύρυνσης, της συμμετοχής και της διαμόρφωσης του ΣΥΡΙΖΑ του 35% και όχι του 3%.
Τρία σχόλια επ’ αυτών:
1/ Ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε 36% με επικεφαλής τον σ. Τσίπρα και τα στελέχη που τον ξεκίνησαν από το 3%. Τότε ουδείς μιλούσε για τη διάσταση ή την αντιπαράθεση του 3% με το 36% ή το 63% του Δημοψηφίσματος. Τα στελέχη του 3%, έβγαιναν με εκατοντάδες χιλιάδες ψήφους αθροιστικά, πρώτοι βουλευτές σε τεράστιες εκλογικές περιφέρειες όπως η Α’ Αθήνας, ο Βόρειος Τομέας, ο Πειραιάς και η Θεσσαλονίκη. Αλλά και στο εσωκομματικό πεδίο το τρισκατάρατο 3% “θριάμβευε” στα Συνέδρια του ΣΥΡΙΖΑ. Τσακαλώτος και Φίλης ήταν οι δύο πρώτοι σε ψήφους στο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ το 2016. Ήταν η εποχή των νικών και το 3% ήταν στην πρώτη γραμμή της επέλασης του ΣΥΡΙΖΑ προς την εξουσία. Τότε ουδείς ενοχλούνταν από την ύπαρξή του.
2/ Η φιλολογία για το 3% ξεκίνησε μετά τις εκλογικές ήττες του 2019, ως “ερμηνεία” της ήττας και ως πέπλο συσκότισης των βαθύτερων αιτίων της. Δυστυχώς, με ευθύνη του συνόλου της ηγεσίας και όλων των τάσεων δεν επιχειρήθηκε ένας ευρύς διάλογος και μια αναστοχαστική αυτοκριτική για τα λάθη της περιόδου της διακυβέρνησης. Η θεωρία και η κατασυκοφάντηση του 3%, που ξεκίνησε από κέντρα και παράκεντρα εκτός ΣΥΡΙΖΑ, που ήθελαν να επιβάλλουν την “κεντρώα” μετάλλαξη της ταυτότητας του, έγινε βαθμιαία η πρώτη και κύρια ερμηνευτική αιτία της εκλογικής ήττας. Η διεύρυνση, ο “πολυσυλλεκτισμός” , το ξεμπέρδεμα με τις “αριστερίστικες εκκρεμότητες” και -πρόσφατα- με τους “ιδεολογικούς μπράβους”, έφτασε να θεωρείται από ορισμένους η βασιλική οδός και η μαγική συνταγή που θα φέρει τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ξανά στην εξουσία.
3/ Ας αναλογιστούν όσοι/ες σκέφτονται με αυτόν τον τρόπο, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ του 3% λάμβανε 36% και γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ του “36%” που αυτοί φαντασιακά επικαλούνται, μετριέται στο 20-24% σε όλες τις δημοσκοπήσεις, όπως έδειξε πρόσφατα η εξαιρετική μελέτη του Ινστιτούτου “Νίκος Πουλαντζάς” (και όχι “Ιωάννης Ζίγδης” ή “Ελευθέριος Βενιζέλος”!).
Ως προς την ουσία της πρότασης Τσίπρα και με δεδομένο το πολιτικό βάρος- κεφάλαιο που προσωπικά του αναλογεί στο κόμμα και ευρύτερα στην κοινωνία: Το καλύτερο θα ήταν να την αποσύρει. Να δει τον διχασμό που επέφερε με τον “αιφνιδιασμό” που αστόχαστα και άστοχα επιχείρησε και να μην επιμείνει.
Το Συνέδριο να επικεντρωθεί στο μείζον καθήκον της περιόδου: το τέλος της Δεξιάς διακυβέρνησης και το πολιτικό-προγραμματικό πλαίσιο της νέας Προοδευτικής-Αριστερής πλειοψηφίας, που οφείλουμε να συγκροτήσουμε, αξιοποιώντας το όπλο της Απλής Αναλογικής.
Η επιμονή του στην πρόταση που κατέθεσε οδηγεί de facto το Συνέδριο σε αλλαγή ατζέντας, σε διχασμό και σε αβάσταχτη και άσχετη με τα προβλήματα των πολιτών, εσωστρέφεια.
Οι πολίτες που θάβουν τους νεκρούς τους, που πλήττονται από την ακρίβεια, που κινδυνεύουν να χάσουν τα σπίτια τους, που αγωνιούν για το μέλλον των παιδιών τους, που βιώνουν την εργασιακή ζούγκλα, που υφίστανται την καταπάτηση δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, που ανησυχούν για εξελίξεις σε μέτωπα όπως τα Ελληνοτουρκικά ή το Ουκρανικό, δεν ενδιαφέρονται για τον τρόπο που θα εκλέγονται στο κόμμα τους ο Τσίπρας, ο Φίλης, ο Τσακαλώτος, ο Δραγασάκης και η Ξενογιαννακοπούλου.
Να διώξουν τη Δεξιά θέλουν και να είναι η δεύτερη φορά Αριστερά καλύτερη από την πρώτη.
Ας βάλουμε με πρωτοβουλία του Προέδρου τέρμα στο διχασμό και στην εσωστρέφεια κι ας ανταποκριθούμε με αυτοπεποίθηση και στρατηγική ενόραση στις προσδοκίες του κόσμου της Δημοκρατίας, της Προόδου και της Αριστεράς.
Ο εχθρός είναι απέναντι, όχι μέσα μας.

Τάκης Κατσαρός