Κύρκος Δοξιάδης

14
07

Κύρκος Δοξιάδης: Η ιδεολογία της βεβαιότητας

Ενώ ο ίδιος ο επιστημονικός λόγος, με διαφορετικό τρόπο σε κάθε επιστημονικό πεδίο, διαρκώς απαρνείται για τον εαυτό του την ιδιότητα της βεβαιότητας, στην κοινή γνώμη των νεωτερικών κοινωνιών έχει επικρατήσει η αίσθηση ότι επιστημονική αλήθεια και βεβαιότητα περίπου ταυτίζονται. Τούτο μπορεί να αναχθεί σε διάφορες αιτίες. Οπως στο ότι ο επιστημονικός λόγος στη νεωτερικότητα τείνει να αντικαταστήσει δομικά την αυθεντία του θρησκευτικού δόγματος ή ακόμα και στο ότι τα νεωτερικά καθεστώτα τα βόλευε πολλαχώς το μη αμφισβητήσιμο της επιστημονικής εγκυρότητας κατά τις εκάστοτε εξουσιαστικές χρήσεις της επιστημονικής γνώσης. Αν για επιστήμες όπως η πολιτική οικονομία πολύς κόσμος ήταν ανέκαθεν υποψιασμένος πως ό,τι παρουσιάζεται ως βέβαιη επιστημονική αλήθεια πολύ συχνά είναι αποτέλεσμα διαφορετικών ιδεολογικοπολιτικών επιλογών και ταξικών μεροληψιών, στις βιολογικές επιστήμες και στην ιατρική η ιδεολογία της βεβαιότητας μέχρι πρόσφατα επικρατούσε αδιαφιλονίκητη. Κι όχι μόνον διότι η βιολογία θεωρείται «θετική» επιστήμη, αλλά και επειδή αναμενόμενη είναι η επιθυμία του κόσμου να αισθάνεται πως εναποθέτει την υγεία του και τη ζωή του στη βεβαιότητα της γνώσης των ειδικών. Στις τεκτονικές αλλαγές που επέφερε η υγειονομική κρίση, περιλαμβάνεται –στο επίπεδο της ιδεολογίας– και η κατάρρευση της εικόνας της βέβαιης γνώσης που απολάμβανε μέχρι τώρα η ιατρική. Συνηθισμένος στην πλάνη της βεβαιότητας, πολύς κόσμος αδυνατεί να κατανοήσει το μόνο αληθινά επιστημονικό επιχείρημα υπέρ των εμβολιασμών: ότι οι κίνδυνοι του εμβολιασμού είναι πιθανολογικά ασύγκριτα μικρότεροι από εκείνους του μη εμβολιασμού.
30
06

Κύρκος Δοξιάδης: Η Αριστερά που λύνει προβλήματα

Ο σύγχρονος, δηλαδή ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός δεν είναι ένα αναγκαίο στάδιο στην ιστορική πορεία της ανθρωπότητας που κάποτε «μοιραία» θα ξεπεραστεί. Είναι ένα τεράστιο πρόβλημα των σύγχρονων κοινωνιών, άμεσα υπεύθυνο για όλα τα επιμέρους σοβαρά προβλήματα, που επιζητεί επειγόντως τη λύση του –η οποία δεν μπορεί παρά να συνίσταται στην ανατροπή του. Η Αριστερά θα ξανακερδίσει τον κόσμο της, τις λαϊκές τάξεις, αν τις πείσει ότι δεν έρχεται απλώς για να «διαχειριστεί καλύτερα» τα επιμέρους προβλήματά τους, αλλά ότι είναι ικανή να τους λύσει ΤΟ πρόβλημα– που δεν είναι άλλο από τον καπιταλισμό. Η έμπρακτη διασύνδεση των ειδικότερων προβλημάτων με το γενικότερο που τα περικλείει θα της επιτρέπει να αυτοπροσδιορίζεται ως ταυτόχρονα ρεαλιστική και οραματική.
16
06

Κύρκος Δοξιάδης: Για τον δημοκρατικό δρόμο – ξανά

Στους δημοκρατικούς αγώνες (που είναι ταυτόχρονα ταξικοί) δεν υπάρχει κανένα «αστικό πλαίσιο» που οφείλει η Αριστερά να σεβαστεί. Αντιθέτως, ο αληθινός στόχος είναι να επιβληθεί στις αστικές πολιτικές δυνάμεις το δημοκρατικό θεσμικό πλαίσιο το οποίο, ιδίως την εποχή του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, τείνουν διαρκώς και πολλαχώς να υπονομεύουν. Σύμφωνα και με τους κλασικούς του μαρξισμού, ο σοσιαλισμός θα είναι η επέκταση της πλήρους (και όχι πλέον «περιορισμένης») δημοκρατίας στις εργασιακές σχέσεις. Τούτο δεν σημαίνει πως η δημοκρατία στο επίπεδο των πολιτικών θεσμών είναι αστική – κάθε άλλο.
01
06

Κύρκος Δοξιάδης: Περί προόδου

Ειδικά οι έννοιες της προόδου και του προοδευτικού συχνά (αν και όχι κατ’ ανάγκην) παραπέμπουν σε μια αφήγηση ή αναπαράσταση της ανθρώπινης Ιστορίας, σύμφωνα με την οποία η ανθρωπότητα, έστω διά μέσου αντιφάσεων, συγκρούσεων και πρόσκαιρων οπισθοδρομήσεων, διαρκώς προοδεύει, υπό την έννοια ότι οδηγείται αναπόφευκτα, νομοτελειακά, προς ένα καλύτερο μέλλον ή προς το «τελικό στάδιο» της ιστορικής πορείας. Μέχρι την πτώση του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού», τούτη η αφήγηση συνόδευε σχεδόν αποκλειστικά την ιδεολογία της Αριστεράς (βλ. σχ. στο προηγούμενο άρθρο μου στην «Εφ.Συν.»). Γι’ αυτόν τον λόγο, ό,τι πω τώρα ίσως φανεί παράδοξο, αλλά δεν είναι. Η νομοτελειακή αναπαράσταση της ιστορικής «προόδου» έχει περάσει πλέον σχεδόν εξ ολοκλήρου στην ιδεολογία του αντιπάλου της Αριστεράς – των κοινωνικο-πολιτικών δυνάμεων που ομνύουν στο όνομα της «ελεύθερης αγοράς», δηλαδή του καπιταλισμού. Και δεν αναφέρομαι μόνο στη θεωρία περί «τέλους της Ιστορίας» του Φουκουγιάμα – αυτή ίσως ήταν η πιο περίτεχνη θεωρητική της έκφανση. Τι ήταν το περίφημο «Δεν υπάρχει εναλλακτική» της Μάργκαρετ Θάτσερ αν όχι αυτό ακριβώς; Αν όχι δηλαδή η βαθιά πεποίθηση πως η Ιστορία οδηγεί νομοτελειακά την ανθρωπότητα προς την πλήρη αποδοχή των νεοφιλελεύθερων δογμάτων; Και προφανώς η ιδεολογική αυτή εμμονή στη νεοφιλελεύθερη νομοτέλεια δεν περιορίζεται στη ρητορική των πολιτικών αρχηγών. Υφέρπει ως το ιδεολογικό υπέδαφος ολόκληρης της αρχιτεκτονικής της Ε.Ε. από το Μάαστριχ κι έπειτα. Ηταν η ιδεολογική καταξίωση για τη μέχρι τελικής πτώσεως προσήλωση στην καταστροφική πολιτική των μνημονίων. Οντως, απέναντι σε μια τέτοια «πρόοδο» η Αριστερά είναι οπισθοδρομική. Η απάντηση της Αριστεράς ας μην είναι η επιστροφή στη δική της εκδοχή της ιστορικής νομοτέλειας. Ας είναι η –θεωρητική, ιδεολογική, πρακτική– καταστροφή της νομοτέλειας και της «προόδου» των ιδεολόγων του νεοφιλελευθερισμού.
05
05

Κύρκος Δοξιάδης: Η παιδαγωγία ως ιδεολογία

Δεδομένων των ταξικών ανισοτήτων που ενυπάρχουν στις ουσιαστικές δυνατότητες για μόρφωση, τούτο αυτομάτως αναπαράγει τις εν λόγω ανισότητες προσκολλώντας σε δαύτες το επιπρόσθετο χαρακτηριστικό της διάκρισης ως προς την κριτική ικανότητα: «…αυτοί που είναι φτωχοί κάνουν λάθος επιλογές σε κρίσιμες στιγμές». Δημιουργείται κατ’ αυτόν τον τρόπο μια ιδεολογική αναπαράσταση της κοινωνίας, σύμφωνα με την οποία η μεγάλη μάζα των «απλών ανθρώπων», παρ’ ότι ενήλικοι και τυπικά αυτόνομοι πολίτες, «στην πραγματικότητα» δεν είναι και τόσο ώριμοι να κρίνουν για όσα τους αφορούν. Χρειάζονται διαρκή διαπαιδαγώγηση. Επομένως το πρόβλημα δεν συνίσταται απλώς στο ότι ορισμένα πολιτικά καθεστώτα είναι λιγότερο δημοκρατικά επειδή υποτιμούν την ωριμότητα των πολιτών τους. Ο καπιταλισμός εν γένει, αλλά ιδίως στη νεοφιλελεύθερη φάση του όπου η συρρίκνωση της δημόσιας και δωρεάν παιδείας τείνει να καθιστά τις ανισότητες ευκαιριών στην εκπαίδευση ακόμη εντονότερες, είναι βαθύτατα αντιδημοκρατικός στον βαθμό ακριβώς που στηρίζεται στο ιδεολόγημα του διπόλου: «μορφωμένη ελίτ / αμόρφωτη μάζα». Στον καπιταλισμό τίθεται διαρκώς και εμπράκτως σε αμφισβήτηση το ότι όντως οι «απλοί πολίτες» έχουν επιτύχει την καντιανή «έξοδο από την ανωριμότητα». Στην εποχή της πανδημίας, όπου οι συνθήκες έχουν οδηγήσει στην εξαιρετικά επικίνδυνη πολιτική κατάσταση να συγχέεται διαρκώς η επιστημονική γνώση των ειδικών με την άσκηση πολιτικής εξουσίας, το ιδεολόγημα περί απαραίτητης παιδαγωγίας των ανεύθυνων και ανώριμων μαζών εκφράζεται πλέον ρητά. Εξ ου και το ότι για ορισμένα από τα μέτρα που ισχύουν δηλώνεται τώρα ευθέως πως έχουν παιδαγωγικό χαρακτήρα.
20
04

Κύρκος Δοξιάδης: Η πολιτική ένταξη σήμερα

Οπως δεν υπάρχει «αγνή ιδεολογία», δηλαδή ιδεολογία που δεν σχετίζεται με κάποια συμφέροντα έστω κατά περίπλοκο τρόπο, δεν υπάρχει και «αγνό συμφέρον». Κάθε συμφέρον, στον βαθμό που υπερβαίνει τον σκοπό της ικανοποίησης κάποιων στοιχειωδών βιολογικών αναγκών, προσδιορίζεται και από ιδεολογικούς παράγοντες. Το γεγονός ότι το ίδιο το άτομο ενδέχεται να το αντιλαμβάνεται ως προσωπικό συμφέρον και όχι ως συνέπεια κάποιας ιδεολογικής επιρροής που έχει υποστεί συνίσταται στο ότι σε μεγάλο βαθμό η ιδεολογία επενεργεί ασυνείδητα επί των ατόμων. Συγκροτεί τις επιλογές τους και καθοδηγεί τις πράξεις τους, συχνά χωρίς τα ίδια να το συνειδητοποιούν. Τούτο ισχύει και για τις προσωπικές αποφάσεις της πολιτικής ένταξης. Κατά έναν ειρωνικά αναπάντεχο τρόπο, η (νυν) κυβερνητική εκπρόσωπος, κατά τη στιγμή ακριβώς που έλαβε την εντελώς κυνική απόφαση να γράψει το αριστερό και αντι-νεοδημοκρατικό της πρόσφατο παρελθόν στα παλαιότερα των υποδημάτων της, προκειμένου να ενταχθεί στο κόμμα που κατά την κρίση της θα της εξασφάλιζε επιτυχημένη πολιτική σταδιοδρομία, ακολουθούσε κατά συνεπέστατο τρόπο, χωρίς η ίδια να το συνειδητοποιεί, τα βαθύτερα ιδεολογικά κελεύσματα του κόμματος στο οποίο προσχωρούσε.
06
04

Κύρκος Δοξιάδης: Ενα προσωπικό πρόβλημα

Η σημερινή κυβέρνηση δεν είναι σκέτα μία ακόμη κυβέρνηση που στηρίζει το καπιταλιστικό σύστημα. Είναι ένας πρωτοφανής συνδυασμός νεοφιλελεύθερου αυταρχισμού, ακροδεξιών κατασταλτικών πρακτικών, δομικής διαφθοράς και κραυγαλέας ανικανότητας στην αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης. Με πιθανή εξαίρεση το τελευταίο (που όμως σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στα άλλα τρία), κοινός παρονομαστής όλων αυτών των χαρακτηριστικών της σύγχρονης κυβερνώσας (Ακρο)Δεξιάς είναι η συνειδητή, συστηματική και στρατηγικά σχεδιασμένη απόπειρα οριστικής αφάνισης της Αριστεράς. Σε αυτές τις συνθήκες μια μεγάλη διάσπαση του μεγάλου κόμματος της Αριστεράς θα προσέφερε στη Δεξιά τη μισή (τουλάχιστον) δουλειά περαιωμένη. Τα κομμάτια που θα απέμεναν από μια τέτοια διάσπαση η Δεξιά δεν θα είχε παρά να τα αποτελειώσει. Γιατί αποκαλώ «προσωπικό» τούτο το πρόβλημα; Διότι το δίλημμα εμφανίζεται τόσο δυσεπίλυτο που προσλαμβάνει τον χαρακτήρα μιας αδύνατης προσωπικής απόφασης. Και διότι τα πράγματα στο εσωκομματικό τοπίο μοιάζουν τόσο μη αναστρέψιμα που πολλοί/ές αντιμετωπίζουν το ζήτημα με όρους όντως προσωπικού διλήμματος να παραμείνουν ή όχι στο κόμμα. Δεν (θέλω να) πιστεύω πως η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ συνειδητά εκμεταλλεύεται αυτή την αδυναμία απόφασης για διάσπαση προκειμένου να κάνει ό,τι της καπνίσει. Από την άλλη πλευρά, η πολιτική απραγία που αναπόφευκτα συνοδεύει μια τέτοιου είδους αναποφασιστικότητα δύσκολα θα οδηγήσει σε κάτι θετικό. Η ενεργητική συμμετοχή στις προσυνεδριακές διαδικασίες ίσως είναι μια λύση, που μπορεί και να διαψεύσει τον φόβο πολλών ότι το συνέδριο θα αποτελέσει απλώς το επισφράγισμα της αυτοκατάργησης της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Επιπλέον η εντεινόμενη δυσαρέσκεια του κόσμου με την κυβερνητική πολιτική ίσως «σπρώξει» τον ΣΥΡΙΖΑ να ξαναγίνει αυτό που κάποτε υπήρξε: μεγάλο κόμμα της αντίστασης και των κινημάτων.
23
03

Κύρκος Δοξιάδης: Νεοφιλελευθερισμός, πανδημία, καταστολή

Οι μεγάλες κρίσεις οδηγούν σε μεγάλες αλλαγές; Ισως, αλλά όχι απαραίτητα προς τη σωστή κατεύθυνση. Το σύστημα εκμεταλλεύεται τις κρίσεις προς όφελός του, προσαρμόζοντας τη στρατηγική του στις ιδιάζουσες συνθήκες που προκύπτουν από την εκάστοτε κρίση. Τη δυσαρέσκεια του κόσμου των δυτικών καπιταλιστικών κοινωνιών που προέκυψε από τις μεσομακροπρόθεσμες οικονομικές συνέπειες της πρώτης πετρελαϊκής κρίσης κατά τη δεκαετία του 1970, το σύστημα τη χρησιμοποίησε ως έρεισμα για τη δραστική περικοπή των δημόσιων δαπανών και τη συνακόλουθη εγκαθίδρυση των νεοφιλελεύθερων θεσμών και πολιτικών. Τώρα, τις εκρηκτικές διαστάσεις που τείνει να προσλάβει η δυσαρέσκεια του κόσμου από τις συνέπειες της υγειονομικής κρίσης και της αποτυχημένης αντιμετώπισής της, τα καθεστώτα προσπαθούν να τις ελέγξουν στηριζόμενα στις υπερεξουσίες που παρέχονται στο κράτος, πρώτη φορά μεταπολεμικά υπό συνθήκες κοινοβουλευτισμού, με τη γενικευμένη καραντίνα: αυξημένη καταστολή και αστυνομική αυθαιρεσία, που επιπλέον αξιώνουν την ιδεολογική τους νομιμοποίηση με την καταγγελία των μαζικών εκδηλώσεων διαμαρτυρίας ως υπεύθυνων για τη διάδοση του ιού. Μία από τις ιδιαιτερότητες του νεοφιλελευθερισμού ήταν πως είχε κατορθώσει να υποκαταστήσει με οικονομικούς θεσμούς σημαντικό μέρος των εκτός οικονομίας ιδεολογικο-πολιτικών εργαλείων της ταξικής κυριαρχίας. Η προσφυγή στην ωμή κρατική βία και στην απόπειρα της ιδεολογικής της καταξίωσης ίσως σηματοδοτεί το τέλος του νεοφιλελευθερισμού όπως τον ξέρουμε – δηλαδή είτε το τέλος του νεοφιλελευθερισμού εν γένει είτε το τέλος του νεοφιλελευθερισμού με κοινοβουλευτισμό.
09
03

Κύρκος Δοξιάδης: Ελεγχόμενος φασισμός

Εχω κατ’ επανάληψη αναφερθεί, σε προηγούμενα άρθρα, στον κομβικό στρατηγικό στόχο της ματαίωσης της μεταπολίτευσης και της επιστροφής στον ανελέητο θεσμικό, πρακτικό και ιδεολογικό αντικομμουνισμό του μετεμφυλιακού κράτους. Τούτη η διαπίστωση όμως χρειάζεται μια σημαντική συμπλήρωση. Το μετεμφυλιακό καθεστώς, παρ’ ότι ακροδεξιό ως προς τον ακραίο αυταρχισμό του και τον φανατικό επίσημο αντικομμουνισμό του, δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί φασιστικό. Και τούτο διότι του έλειπε ένα θεμελιώδες χαρακτηριστικό του φασιστικού φαινομένου: η ισχυρή ιδεολογική επιρροή. Η προδικτατορική αντικομμουνιστική ιδεολογία της «εθνικοφροσύνης» ήταν εξ αρχής αποτυχημένη ως τέτοια, διότι αναπαρήγαγε τη διαίρεση του εμφυλίου πολέμου χωρίς να έχει ισχυρό λαϊκό έρεισμα ούτε στο δικό της στρατόπεδο. Το μόνο αληθινό στήριγμα του καθεστώτος ήταν η ωμή κρατική και παρακρατική βία. Η αποτελεσματική ιδεολογική καταξίωση της αυθαίρετης κρατικής βίας θα μπορούσε να είναι ένας ορισμός του φασισμού. Πιο σχηματικά: ο φασισμός είναι η αυταρχική βία του κράτους ως κυρίαρχη ιδεολογία. Η οποία αυταρχική κρατική βία μπορεί να προσλαμβάνει τον χαρακτήρα είτε μιας ακραιφνώς ρατσιστικής βίας εναντίον εθνικών ή θρησκευτικών μειονοτήτων, είτε μιας βίας που στρέφεται εναντίον των όποιων αντιπάλων του καθεστώτος – συγκεκριμένα, εναντίον της Αριστεράς και των κινημάτων. Η επιμονή της δεξιάς κυβέρνησης να επιδεικνύει την αυταρχική της στροφή κυρίως (αλλά όχι μόνο) σε δύο ειδικά περιπτώσεις (αστυνομία στα Πανεπιστήμια και απεργία πείνας Κουφοντίνα) δεν είναι καθόλου τυχαία – και δεν μπορεί να εξηγηθεί διαφορετικά. Επενδύει ιδεολογικά σε αυτές. Επιδιώκει να συσπειρώσει γύρω της κόσμο κατά τρόπο που θα τη βοηθήσει να συγκροτήσει τόσο στην ιδεολογία όσο και στην πολιτική πρακτική ένα ελεγχόμενο από εκείνην φασιστικό κίνημα εναντίον των «φίλων των μπαχαλάκηδων» και των «υπερασπιστών των τρομοκρατών».
24
02

Κύρκος Δοξιάδης: Κουφοντίνας και ιδεολογία

Η σκληρή στάση απέναντι στον Κουφοντίνα πιθανότατα αποσκοπεί στην αποκόμιση εκλογικού οφέλους. Είτε έχει κάνει σχετικές δημοσκοπήσεις είτε όχι, η Δεξιά φαίνεται πως «ποντάρει» στο ότι μια μεγάλη μερίδα του κόσμου είναι ικανοποιημένη με αυτήν της τη σκληρή στάση, και πιθανώς δεν θα την πείραζε, αν όχι θα χαιρόταν κιόλας, στην περίπτωση που ο Κουφοντίνας πέθαινε. Δεν θα μείνω στο αν πραγματολογικά ευσταθεί μια τέτοια εκτίμηση. Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω ούτως ή άλλως. Συντηρητικά ή και ακροδεξιά «αντανακλαστικά» στον κόσμο υπάρχουν – αν και είναι λάθος να θεωρούμε ότι τούτα υφίστανται κατά τρόπο «φυσικό» ή αντικειμενικό. Προκύπτουν από το γενικότερο ιδεολογικό και επικοινωνιακό κλίμα, το οποίο καλλιεργείται σε μεγάλο βαθμό από τις στρατηγικές ιδεολογικές επιλογές των κυρίαρχων καθεστωτικών δυνάμεων, είτε συγκυριακά είτε σε βάθος ιστορικού χρόνου. Ως προς το δεύτερο πάντως, τουλάχιστον στην περίπτωση της ελληνικής κοινωνίας, φαίνεται πως η αυτονόητη αρχή της ισονομίας όλων των πολιτών, των καταδικασμένων και για τα πιο στυγερά εγκλήματα συμπεριλαμβανομένων, δεν είναι κάτι που έχει «περάσει» στον πολύ κόσμο. Και τούτο διότι η ηγέτιδα τάξη στην Ελλάδα είχε παλαιόθεν μεριμνήσει να μην είναι και «υπερβολικά εξοικειωμένοι» οι υπήκοοί της με τις στοιχειώδεις αξίες του Διαφωτισμού. Πέρα όμως από το ζήτημα της νομιμότητας του αιτήματος του Κουφοντίνα, η Δεξιά στην προκειμένη περίπτωση μάλλον στοχεύει σε μια πιο δυναμική ιδεολογική παρέμβαση. Δεν αποσκοπεί απλώς στην άντληση εκλογικού οφέλους από ανθρώπους που ήδη συμφωνούν μαζί της στην υπόθεση Κουφοντίνα ούτως ή άλλως. Προσπαθεί να καλλιεργήσει ένα ιδεολογικό κλίμα που μακροπρόθεσμα θα αποβεί προς όφελός της και εκλογικά. Εν ολίγοις, προσπαθεί να κατασκευάσει ένα δικό της ακροδεξιό εκλογικό κοινό. Πιο συγκεκριμένα. Εχουμε ήδη επισημάνει –όχι μόνον εγώ– πως κεντρικός στρατηγικός στόχος της σύγχρονης Δεξιάς είναι η –θεσμική, ιδεολογική, πολιτική– ματαίωση της Μεταπολίτευσης. Τούτος ο στόχος όμως δεν συνίσταται απλώς στο να «ξεχάσει» ο κόσμος πως υπήρξε Μεταπολίτευση. Αλλά σε μια ριζική αλλαγή των συσχετισμών ιδεολογικής ισχύος προς όφελος των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που συντάσσονται με την επιστροφή στην εμφυλιοπολεμική και επιθετικά αντι-αριστερή συνθήκη που επικρατούσε στο αστικό καθεστώς από το 1944 μέχρι το 1974. Στα αρρωστημένα μυαλά κάποιων «ιθυνόντων» της Δεξιάς φαίνεται πως το πιο προβεβλημένο στέλεχος της 17Ν, ίσως και λόγω της ονομασίας της οργάνωσής του, αποτελεί το ειδεχθέστερο σύμβολο της Μεταπολίτευσης – γι’ αυτό και ο «δημόσιος θάνατός του» θα συμβολίζει την οριστική ήττα της τελευταίας.